Το μάθημα των Θρησκευτικών στην εποχή της μετανεωτερικότητας
-“θρησκευτικόςγραμματισμός” στο νέο Πρόγραμμα Σπουδών-
Γράφει ο Σταμάτης Πορτελάνος*
Λέκτορας Παιδαγωγικού ΤμήματοςΔημοτικής Εκπαίδευσης Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Σχέσηπαιδείας και θρησκείας / μετανεωτερικότητα
Σχέσηπαιδείας και θρησκείας / μετανεωτερικότητα
Στην πολυπρισματική νεωτερικότητα, μετη φυσίωση του ανθρώπου από τα τεχνολογικά επιτεύγματα, αρχίζει να συντελείταιη διάζευξη των σχέσεων: της πίστης από τη ζωή και την καθημερινότητα, τουσχολείου από την οικογένεια και το περιβάλλον, της εργασίας και της επιστήμηςαπό την αρετή, της λογικής από το συναίσθημα, της γνώσης από τηνπνευματικότητα...
Οι εξειδικεύσεις γίνονται αιτία τουδυσπρόσιτου στην έννοια της “καθολικότητας” και στην προσέγγιση του “όλου”, της“Αλήθειας”. Τα πρότυπα ή αρχέτυπα που συνέβαλλαν στην πνευματική αναζήτηση καιεξέλιξη του ανθρώπου θεωρούνται δευτερεύουσας σημασίας για την καθημερινή ζωή.
Ο Ήγκλετον σημειώνει: «Η κουλτούρα,όταν αποκόβεται από τις θρησκευτικές της ρίζες, πλήττεται θανάσιμα, έστω κι ανμε το να επιμένει κανείς σε αυτές τις ρίζες θέτει τον εαυτό του στοπεριθώριο»[1]. Οι ρίζες αυτές δομούν την προσωπικότητα, καλλιεργούν συνείδησηκαι νόημα ζωής από την παιδική ηλικία. Γι’ αυτό ο Τσαρούχης για την παράδοσησημειώνει ότι: «οι ρίζες όταν πέφτουν δεν ξαναφυτρώνουν». Ωστόσο, οι έννοιεςτου “λείμματος” και του “λήμματος” στη θεολογία παραπέμπουν σε ρίζεςδιαχρονικές, διαγενεαλογικής οντολογίας, βάθους νοήματος και ελπίδας. ΟΣοπενχάουερ μας υπενθυμίζει ότι η θρησκευτική πίστη, αν πρόκειται ν’ ανθήσει,πρέπει να φυτευτεί και να ριζώσει στην παιδική ηλικία. Και ο Ίρβιν Γιάλομ,αυτοβιογραφούμενος, έμμεσα καταλογίζει ευθύνες για το περιβάλλον που μεγάλωσεκαι αποσιώπησε την ύπαρξη του “φυτεύματος” της πίστης σημειώνοντας: «Επομένως,αφού ποτέ δεν φυτεύτηκε μέσα μου πρώιμα η πίστη, σχημάτισα την άποψη ότιαποτελεί κι αυτή ένα περιττό βάρος, όπως τόσες άλλες παράλογες πεποιθήσεις καιφόβοι»[2].
Στην εποχή της μετανεωτερικότητας οάνθρωπος προβληματίζεται πάνω στα αδιέξοδα και τις κρίσεις που εκδηλώνονται σεεπίπεδο πνευματικό, κοινωνικό, πολιτικό, οικολογικό, βιοηθικό κ.ά. Είναι ηεποχή όπου παράλληλα με την αμφισβήτηση των παραδόσεων ταυτόχρονα υπάρχει καιαναζήτηση εναλλακτικών εκδοχών για το ήθος του ατομικού και συλλογικού βίου.
Η θρησκειοπαιδαγωγική με επαληθεύσιμεςεμπειρίες ήθους, πατριδογνωσίας αξιών και νοήματος δωρίζει περιεχόμενουπαρκτικού βάθους για την πνευματική υπόσταση του ανθρώπου και την κοινωνικήτου εξέλιξη. Τα πολιτισμικά και πολιτιστικά σημαίνοντα ενός γηγενούς πολιτισμούδιαμορφώνουν ταυτότητα και συνείδηση. Οι πολιτιστικές εκφάνσεις από τις τέχνες,τα γράμματα, τα πρόσωπα, τα γεγονότα, τα μνημεία που συνιστούν μορφωτικά μεγέθηέχουν μια πατρίδα, συνδέονται με την ιστορία ενός τόπου.
Θρησκευτικός γραμματισμός
Σήμερα παρατηρείται μια πολιτισμικήασυμμετρία. Προωθείται η έννοια της πολυπολιτισμικότητας στο νέο ΠρόγραμμαΣπουδών, αλλά διαφεύγει ο τρόπος λειτουργίας της διαπολιτισμικότητας και ορόλος των παραγόντων της. Η αυτοσυνειδησία αποκτάται στη παιδική ηλικία με τηνκουλτούρα μιας ταυτότητας/θρησκευτικότητας. Ωστόσο, στο Πρόγραμμα Σπουδώναναφέρεται ότι: «η κύρια στόχευση του πολιτισμικού εγκλιματισμού πουσυνεπάγεται ο θρησκευτικός γραμματισμός, απευθύνεται όχι μόνο στους Έλληνες ήστους Ορθοδόξους μαθητές αλλά σε όλους, ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής ήθρησκευτικής και ομολογιακής ταυτότητας».[3]
Όμως αυτή η στόχευση σημαίνει ότι: α)το “σχήμα” του κόσμου επιτάσσει ένα κοινό θρησκευτικό μοντέλο, εκκοσμικευμένηςνοοτροπίας και σύνταξης, προκειμένου να υπηρετήσει τον “πολιτισμικόεγκλιματισμό”, β) με το μοντέλο αυτό αποδυναμώνεται η παιδαγωγική μέσωσυγκεκριμένης θρησκευτικής παράδοσης, γ) για την παιδική ηλικία δεν προβάλλονταιτα κριτήρια αλήθειας και ήθους του δεσπόζοντος θρησκευτικού/συλλογικούπολιτισμού ώστε να διαμορφωθεί συνείδηση και αυτοσυνειδησία.
Ωστόσο, «η πολυφωνία ή ο πλουραλισμόςπου δηλώνονται με την πολυπολιτισμικότητα δεν μπορούν να αφαιρέσουν τημοναδικότητα ενός πολιτισμού (συνθετικού μορφώματος γλώσσας, παιδείας,ιστορίας). Η μοναδικότητα και διαφορετικότητα ενός πολιτισμού είναι σύρριζοφύτευμα για την καλλιέργεια της ετερότητας».[4] Η ετερότητα έχει προαπαιτούμενοτην ιδιαιτερότητα, τη μοναδικότητα, τόσο στη σύσταση του προσώπου όσο και σεεπίπεδο πολιτισμού και κουλτούρας προκειμένου να παραχθεί ο διαπολιτισμός και οδιακουλτουραλισμός, αντιστασιακά μιας πολιτισμικής αλχημείας όμοιας με τηχημική ομογενοποίηση φυσικών προϊόντων.
Στο εισαγωγικό σκεπτικό του νέουΠρογράμματος Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών αναφέρεται ο “θρησκευτικόςγραμματισμός” ως ένα στοιχείο σύνταξής του. Ο “θρησκευτικόςγραμματισμός”/αλφαβητισμός όταν στα πρώτα χρόνια της κουλτούρας του παιδιούδίνει ταυτόχρονα πολλά αλφαβητάρια πίστης αποδομεί μοναδικότητα της παιδευτικήςαξίας κάθε κουλτούρας. Δηλαδή, η προσέγγιση του “θρησκευτικού γραμματισμού”ακολουθεί τον ορισμό του “γραμματισμού”. Η λέξη γραμματισμός είναι μετάφρασητου αγγλικού όρου literacy, που έχει επίσης αποδοθεί στην ελληνική γλώσσα ωςεγγραμματοσύνη. Συγκεκριμένα, «Η έννοια "γραμματισμός" αφορά τηδυνατότητα του ατόμου να λειτουργεί αποτελεσματικά σε διάφορα περιβάλλοντα καικαταστάσεις επικοινωνίας, χρησιμοποιώντας κείμενα γραπτού και προφορικού λόγου,καθώς επίσης μη γλωσσικά κείμενα (λ.χ. εικόνες, σχεδιαγράμματα, χάρτεςκλπ.)».[5] Άραγε πώς θα λειτουργήσει αποτελεσματικά ένα παιδί χωρίς να έχειβιώσει και οικειώσει αξίες μιας θρησκείας, ώστε να διαμορφώσει υγιείς σχέσειςαπό την αρετή της διάκρισης; Δηλαδή, ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον δεν έχειανάγκη από πολίτες με παιδεία από τον γηγενή πολιτισμό;
Ο “θρησκευτικός γραμματισμός” εάν είναισυνδεδεμένος με την παιδαγωγική σημαίνει ότι εξασφαλίζει καλλιέργεια προσωπικήςσυνείδησης, βουλητικής ενδυνάμωσης και ένα υγιές θρησκευτικό βίωμα. Παραθέτουμεαυτούσια τον προσδιορισμό του υγιούς θρησκευτικού βιώματος όπως τον αποδίδει οΑρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος: «Το υγιές θρησκευτικό βίωμα καταπολεμεί τιςρίζες του κακού στο υπαρκτικό τους βάθος, περιορίζει τον ανθρώπινο εγωισμό καισυμβάλλει στη δημιουργία υπευθύνων προσώπων, που αντιμετωπίζουν με κατανόηση,σεβασμό και αγάπη τους συνανθρώπους τους. Ως διάσταση βάθους και φορά προς τοάπειρο, η θρησκεία βάθυνε και πλάτυνε την ηθική συνείδηση και βούληση τουανθρώπου»[6].
Όμως, όπως υποστηρίζεται στο νέοΠρόγραμμα Σπουδών «τα τελευταία χρόνια ο πολιτικός αλλά και ο ευρύτερακοινωνικός χαρακτήρας του γραμματισμού έχει προκαλέσει έντονες συζητήσεις, στονβαθμό που τίθενται πολιτικά και ιδεολογικά ζητήματα για τα είδη γραμματισμούπου απαιτεί μια κοινωνία και προσφέρονται στους πολίτες από το εκπαιδευτικόσύστημα μιας χώρας…».[7] Επομένως, με ποιες προϋποθέσεις γίνεται η επιλογή τουείδους του “γραμματισμού” ώστε να καθορίσει και το “θρησκευτικό γραμματισμό”;Με ποιο είδος κουλτούρας και πολιτικής ο θρησκευτικός γραμματισμόςπροσαρμόζεται στον “πολιτισμικό εγκλιματισμό” και υιοθετεί κριτήριά του; Ποιοείδος “θρησκευτικού γραμματισμού” με αρχές παιδαγωγικής συμβάλλειαποτελεσματικότερα στη θεμελίωση της διαπολιτισμικότητα;
Ο ίδιος ο Χριστός με τη θεανθρώπινηφύση του, ως πρόσωπο με ουσία και ενέργεια, επαγγέλθηκε τη διαπολιτισμικότηταμε την παραβολή του καλού Σαμαρείτη, το διάλογο με τη Σαμαρείτιδα και άλλεςσυναντήσεις του. Όμως από την παιδική του ηλικία ηύξανε «ηλικία και χάριτι» καιδεν απέστη τη γηγενή πολιτισμική ταυτότητα. Χωρίς περιεχόμενο και κεφάλαιοπαιδείας οι πολυπολιτισμικές συνυπάρξεις εδραιώνονται σε ευκαιριακές καιεπιφανειακές σχέσεις, ενώ η διαπολιτισμικότητα για να λειτουργήσει χρειάζεταιθεμέλια παιδείας με ουσία και αναφορική πνευματικότητα.
Εάν “θρησκευτικός γραμματισμός” δενείναι μόνο γνώση, αλλά και δυναμική μιας κουλτούρας με παιδαγωγικές αρχές πουνα προετοιμάζει το παιδί ώστε να λειτουργήσει ως πρόσωπο μέσα σε κάθε περιβάλλον.Ωστόσο, μια βαθύτερη προσέγγιση της θρησκείας θα έπρεπε να εντάξει τονεολογισμό του “θρησκευτικού γραμματισμού” στη σχέση του με τον αλφαβητισμό ήτην εγγραμματοσύνη όσον αφορά τη συγκρότηση της πνευματικής ζωής του ανθρώπουκαι το βαθύτερο τμήμα του εαυτού του, που υπερβαίνει μια απλή εκπαιδευτικήδιαδικασία. Σχετικά με το χαρακτήρα της θρησκείας και τη βιωματική/μυστικήλειτουργία της στον άνθρωπο ο Σλάιερμάχερ γράφει: «Όσα θέματα αποτελούν ένασυνεχές μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, όπως η θρησκεία, βρίσκονται πέρα από το πεδίοτης διδασκαλίας και της μάθησης…».[8]
Ένας “θρησκευτικός γραμματισμός”, αφούδεν έχει μόνο γνωσιολογική προσέγγιση σημαίνει και παιδεία απόκτησηςσυναισθηματικής ασφάλειας και συνείδησης ταυτότητας που δομεί την έννοια της ετερότητας.Ένα κείμενο για ένα είδος “θρησκευτικού γραμματισμού”, με τη μοναδικότητα τηςκουλτούρας του, ως κατευθυντήριο πλαίσιο για ένα νέο Πρόγραμμα Σπουδών θαμπορούσε να είναι το ακόλουθο απόσπασμα δημοσιεύματος: «…Η αγάπη, ως συνειδητήκαι διακριτική φροντίδα για τον άλλον, εμφανίσθηκε ως η επαναστατική καινοτομίατου Χριστιανισμού και, καθώς βρήκε ηρωική εφαρμογή από πολλούς ανά τους αιώνες,αποτέλεσε τελικά την αποφασιστική δύναμή του κατά την αναμέτρηση με άλλες ιδέεςκαι θρησκείες…».[9] Ο θρησκευτικός πλουραλισμός, χωρίς αρχικό αλφαβητάρι μιαςπίστης γίνεται βαβελικός για την παιδική ηλικία και δεν μπορεί να γίνεταιδιαχειρίσιμος από ένα παγκοσμιοποιημένο ρεαλισμό, υποτακτικό της ανάγκης.
Όπως αναφέρεται στο νέο ΠρόγραμμαΣπουδών τα «στοιχεία θεολογικής θεώρησης της πολυπολιτισμικότητας ωςαλληλοσεβασμού, αποδοχής, ειρηνικής συνύπαρξης»[10] είναι βέβαιο ότιανευρίσκονται από την Ορθόδοξη παράδοση, αλλά το διακύβευμα είναι ηδιαπολιτισμικότητα που υπερβαίνει την επιφανειακή ανεκτικότητα και επικοινωνία.Η διαπολιτισμικότητα προϋποθέτει συγκεκριμένη κουλτούρα ώστε το παιδί ναασκηθεί στα παιδευτικά αγαθά της και με την εσωτερίκευσή τους να κοινωνήσει μετους άλλους. Η αληθινή ετερότητα απαιτεί πολιτισμική ιδιαιτερότητα/ταυτότητακαι αυτεπίγνωση των χαρακτηριστικών της. Η πολυπολιτισμικότητα συνιστά διάγνωσηκαι συνύπαρξη διαφορετικών πολιτισμών και ταυτοτήτων και τις προϋποθέτει, χωρίςόμως να αναφέρεται στα ουσιαστικά κριτήρια κουλτούρας και επικοινωνίας πουδιαθέτει η διαπολιτισμικότητα.
Το Σχολείο πολλές φορές καλείται ναπαραδώσει με την παιδαγωγική του στοιχεία πνευματικής ταυτότητας από ιστορικάμορφώματα κουλτούρας με βάθος νοήματος ζωής τα οποία δεν μπορεί να προσφέρει ηοικογένεια. Εάν το αγαθό της παιδείας έχει συνάφεια με συγκεκριμένη θρησκευτικήπαράδοση ενός τόπου τότε το Πρόγραμμα Σπουδών για τη θρησκευτική αγωγή στηπαιδική ηλικία δεν μπορεί να παρουσιάζεται θρησκειολογικό, συγκρητιστικό,ιδεολογικοποιημένο ή ειδολογικό. Το ιδεώδες της κάθε παιδευτικής διαδικασίαςδεν μπορεί να είναι ξένο προς το συναίσθημα που παράγει. Ο Δημ. Γληνόςσημειώνει: «το ιδανικό της παιδείας δεν πρέπει να είναι ειδολογικό… Το ιδανικότης αγωγής δεν πρέπει να είναι καθαρή ιδέα χωρίς συναισθηματικό περιεχόμενο… Τοιδανικό δεν πρέπει να είναι ανεδαφικό. Πρέπει να βγαίνει από μέσα από τη ζωή σαμια προέκτασή της… Η σωστή παιδεία δε δέχεται παθητικά όλα τα επακτά στοιχείααλλά κάνει επιλογή, ακριβώς την επιλογή προς τη γραμμή του ιδανικού»[11].
Το νέο Πρόγραμμα Σπουδών που διατίθεταιως εργαλείο του δασκάλου για να παραχθεί αναλυτικά το περιεχόμενο του κάθεμαθήματος πρέπει να προϋποθέτει και να προϋπολογίζει ανάλογες διδακτικές,υποδομές και επαρκή επιμόρφωση. Διαφορετικά, αυτό το είδος του Προγράμματος,εργαλειακό και περιεκτικό, μπορεί να χρησιμοποιηθεί επιλεκτικά και ελεύθερα απότο διδάσκοντα ώστε να αναλύσει περισσότερο ή λιγότερο στοιχεία που επιθυμεί,προάγοντας ανάλογα και χαρακτήρα του μαθήματος. Για παράδειγμα η επιλογή τηςσυγκριτιστικής θρησκειολογίας «συχνά προϋποθέτει, αν δεν επιτάσσει, τηναποκόλληση από την όποια οικεία θρησκευτική παράδοση και ένα ενδιαφέρον για τιςθρησκευτικές ιδέες και πρακτικές των άλλων». Όμως, θα μπορούσε κάλλιστα ναπροϋποθέτει μια κάποια αίσθηση ανικανοποίητου από τις κληρονομημένεςθρησκευτικές παραδόσεις.[12]
Θρησκευτικός σχετικισμόςστην παιδική ηλικία
Εάν στην παιδική ηλικία υιοθετείται ημάθηση πολλών θρησκειών με την παράθεση πολλαπλών ιδεών, ηθικών καισυναισθημάτων, μέσω της γνώσης και των βιωματικών εργασιών, πώς θα μπορέσει τοπαιδί με τον πλουραλισμό να συγκροτήσει ενότητα πνευματική, παιδαγωγική καιηθική; Είναι χαρακτηριστικό κάθε υλιστικής άποψης να ταυτίζεται με φυσικέςκαταστάσεις και να επιχειρεί να έχει τις “φαινόμενες ποιότητες” και να τις“φυσικοποιεί”[13]. Ωστόσο, η αρχαιοελληνική σκέψη είτε με υλιστική εκφορά είτεμε μεταφυσική αναζητούσε το Εν και την «καθολικότητα» ως ενωτικό στοιχείο τουσύμπαντος. Ο θρησκευτικός πλουραλιστικός γραμματισμός στην παιδική ηλικία,χωρίς την ανάπτυξη κριτικής σκέψης δημιουργεί έναν θρησκευτικό/πολιτισμικόσχετικισμό αφού παρατίθενται από την παιδική ηλικία (Γ΄ Δημοτικού) πολλέςπίστεις ή πολλά “Εν” ή “Αλήθειες”. Σύμφωνα με τον Davie ο πλουραλισμός είναιαναπόσπαστο κομμάτι της νεωτερικότητας με αυξανόμενη κινητικότητα ανθρώπων καιιδεών στο μοντέρνο κόσμο. Ωστόσο, «οι πλουραλιστικές τάσεις της νεωτερικότηταςείναι αυτές που διαβρώνουν τη θρησκεία».[14] Ενώ κατά τον ορισμό της θρησκείαςπου δίνει ο Durkheim η θρησκεία διασφαλίζει, με το σύστημα πεποιθήσεων καιπρακτικών, ενότητα και μοναδική ηθική κοινωνία.[15]
Ο πολιτισμικός σχετικισμός που μοιάζειμε τον πραγματισμό θεωρεί ότι μια πίστη είναι αληθινή μόνο αν παρουσιάζεικάποια συνοχή με όλες τις άλλες[16]. «Όμως, η συνοχή μιας πίστης με όλες τιςάλλες με βάση την έννοια του σχετικισμού και του πραγματισμού αποκλείει το απόλυτοκύρος της και την αδυναμία γνώσης της βαθύτερης ουσίας των πραγμάτων». Δηλαδή,ο θρησκευτικός σχετικισμός που εναρμονίζεται ή επηρεάζεται από τον πολιτικόσχετικισμό αποδυναμώνει το κύρος της μιας θρησκευτικής πίστης, που εμπνέει καιπαιδαγωγεί, προς χάριν επίτευξης φαινομενικών κοινωνικών εκδηλώσεων τηςειρήνης, της αλληλεγγύης κ.ά., μεταβλητών ως προς τη διάρκεια και το αποτέλεσμάτους.[17] Το μάθημα των Θρησκευτικών εάν έχει ψυχοπαιδαγωγική αποστολή σημαίνειότι διαμορφώνει ατομική και συλλογική συνείδηση ώστε να ελεγχθούν επιθυμίες, ναπολεμηθούν πάθη και να δημιουργηθούν προϋποθέσεις αυτοπεποίθησης και αφύπνισης.
Στο νέο Πρόγραμμα Σπουδών για το μάθηματων Θρησκευτικών δίνεται έμφαση στον εκπαιδευτικό χαρακτήρα ως θεραπαινίδα τηςπολυπολιτισμικότητας. Συγκεκριμένα στα εισαγωγικά του Προγράμματος σημειώνεται:«Η διαχείριση της έντασης που δημιουργούν διαφορετικές κοινωνικές ομάδες μεδιαφορετικές ιδεολογίες και απόψεις… δεν μπορεί παρά αφετηριακά να θεμελιωθείστον ουσιαστικά εκπαιδευτικό χαρακτήρα που υπηρετείται με το παρόν ΠρόγραμμαΣπουδών»[18]. Εάν η παιδεία έχει προτεραιότητα για τη μόρφωση του έσω ανθρώπουκαι τη διαμόρφωση συνείδησης τότε η διαχείριση της έντασης που δημιουργείταιαπό διαφορετικές ομάδες δεν εκτονώνεται γνωσιολογικά με εκπαιδευτικέςδιαδικασίες/ μεθοδολογίες. Σύμφωνα με τον Wallon η προ-εφηβεία είναι «η ηλικίατων θρησκευτικών, μεταφυσικών, πολιτικών ή αισθητικών πυρετών»[19].
Η αγωγή της «καθόλου» ανθρώπινηςυπόστασης δεν ασκείται στην παιδική ηλικία με οικείωση πολλών πολιτισμικώνταυτοτήτων. Ο Φρόυντ επισημαίνει ότι «το παιδί έχει ανάγκη να δημιουργήσει μιαπίστη σε προστατευτικές δυνάμεις». Ο παιδαγωγικός και μορφωτικός χαρακτήρας τηςπαιδείας με τα γνωστικά αντικείμενα που υιοθετούνται σε κάθε ηλικία ισχύει καιγια το περιεχόμενο της θρησκευτικής αγωγής. Είναι αξιοποιήσιμο στοιχείο ηπαιδική ηλικία από τις διάφορες “πολιτικές” που προκρίνονται για την ελληνικήπαιδεία, αφού στην παιδική ηλικία, ως ευάγωγη στο είδος της αγωγής πουπαρέχεται, χτίζονται συμπεριφορές και νοοτροπίες ενίοτε με προσχεδιασμένεςπολιτικοοικονομικές σκοπιμότητες.
Ο λογοτέχνης Ροΐδης έγραφε ότι κάθεέθνος έχει τις πληγές του: η Αίγυπτος τας οφθαλμίας, η Αγγλία τας ομίχλας, ηΒουλγαρία τας ακρίδας και η Ελλάδα τους Έλληνες… Ωστόσο, υπάρχει μιαδιαγενεαλογία πολιτισμική στο ασυνείδητο του Έλληνα όπως την περιγράφει ο ΚωστήςΠαλαμάς: «οι Μαραθώνες γεννούν Παρθενώνες…». Όμως, οι Παρθενώνες διαμηνύουν έναδιαχρονικό πολιτισμό και οδηγούν σε μια αποκαλυπτική κουλτούρα, στο βημόθυροτης σάρκωσης του Λόγου που λυτρώνει τον άνθρωπο.
______________________________
[1] Ήγκλετον Τ., Η έννοια τηςκουλτούρας, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2003, σ. 127
[2] Yalom I., Θρησκεία και Ψυχιατρική,μτφρ. Ευαγγελία Ανδριτσάνου – Γιάννης Ζέρβας, εκδ. Άγρα, Αθήνα 2003, σσ. 8-9.
[3] Νέο Πρόγραμμα Σπουδών Δημοτικού,digitalschool.minedu.gov.gr, σελ. 16.
[4] Προτελάνος Σταμάτης, ΘέματαΘρησκειοπαιδαγωγικής, εκδ. Έννοια, Αθήνα 2010, σ. 14-15.
[5]Γραμματισμός, www.komvos.edu.gr
[6] Αναστάσιος (Γιαννουλάτος),Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας, Ίχνη από την αναζήτηση τουυπερβατικού, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2004, σ. 41.
[7]Ό.π., Γραμματισμός,www.komvos.edu.gr
[8] Schleiermacher Friedrich, Για τηΘρησκεία, μετάφραση Κωνσταντίνος Ανδρουλιδάκης, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1997, σ.109.
[9] Ιερώνυμος, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών καιπάσης Ελλάδος, «Μήπως η κρίση μας κρίνει;», Εφημ. Καθημερινή, Κυριακή19/2/2012, σ. 15.
[10] Ό.π., Νέο Πρόγραμμα Σπουδών, σ.17.
[11] Γληνός Δημ., Το βασικό πρόβληματης παιδείας, «Εκλεκτές σελίδες», εκδ. Στοχαστής, τ. Α΄, σ. 63.
[12] Share J. Eric, Συγκριτικήθρησκειολογία, μετάφραση Στέλιος Λ. Παπαλεξανδρόπουλος, εκδ. Άρτος Ζωής, Αθήνα2008, σ. 33.
[13] Πάτναμ Χίλαρυ, Το νόημα και οιαισθήσεις, μετάφραση Κώστας Παγωνδιώτης, εκδ. Εκκρεμές, Αθήνα 2010, σ. 87.
[14] Davie Grace, Κοινωνιολογία τηςΘρησκείας, μετάφραση Ευαγγελία Λίλιου-Νίκη Παπαγεωργίου, εκδ. Κριτική, Αθήνα2010, σ. 94.
[15] Ό.π., Davie Grace, σ. 94.
[16] Ό.π., Ήγκλετον Τ., σ. 161.
[17] Πορτελάνος Σταμάτης,Διαπολιτισμική και Διαθεματική Διδακτική στο μάθημα τωνθρησκευτικών-διαγενεαλογική θεολογία και διακουλτουραλισμός, εκδ. Έννοια, Αθήνα2010, σ. 155.
[18] Ό.π., Νέο Πρόγραμμα Σπουδών, σ. 15
[19] Mialaret Gaston, ΚείμεναΠαιδείας-Henri Wallon, μετάφραση Έλενα Θεοδωροπούλου-Γιώτα Ξανθάκου, εκδ.Ατραπός, σ. 92.
*(Μέρος του βιογραφικού του: ο κ.Πορτελάνος ήταν αποσπασμένος στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο για σειρά ετών,συμμετείχε στην εκπόνηση των προηγουμένων Αναλυτικών Προγραμμάτων του 2003 καιστη σύνταξη Αναλυτικών Προγραμμάτων των ΕΠΑΛ και είναι συγγραφέας του βιβλίου"Βήματα Πίστης και Ζωής" του ΕΠΑΛ. Συμμετείχε σε Ευρωπαϊκό ΠρόγραμμαΔιαπολιτισμικής Εκπ/σης και Διδακτικής. Είχε επιλεγεί ως μέλος κριτικήςΕπιτροπής για Λογισμικό Θρησκειολογίας ΙΤΥ και Λογισμικών του ΜτΘ στο ΠΙ.Υπήρξε συγγραφέας Διδακτικού υλικού θεολογικού περιεχομένου του ΑνοικτούΠανεπιστημίου, ενώ υπήρξε και διορθωτής στους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ. Σήμεραυπηρετεί ως Λέκτορας του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπ/σης στοΠανεπιστήμιο Ιωαννίνων και διδάσκει Διδακτική των Θρησκευτικών καιΘρησκειολογία. Το παρόν άρθρο αποτελεί μέρος εργασίας του που θα δημοσιευθείπροσεχώς).