«Χαρὰ»διαβόλου καὶ χαρὰ τῶν ἀγγέλων
(Ομιλία του †Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡμέρα ποὺ ἴ -σωςπρέπει ὁ ἱεροκήρυκας νὰ σιωπήσῃ καὶ νὰ πάῃ κάπου νὰ κλάψῃ· καὶ μαζὶ μὲ τὸν ἱεροκήρυκακαὶ ἐσεῖς –ὅσοι πιστεύετε ἀκόμηστὸν Κύριο καὶ ἀνήκετε στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία–,νὰ πᾶτε σήμερα στὰ σπίτια σας, νὰ κλεισθῆτε καὶ μπροστὰ τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου ἡμῶνἸησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ὑπεραγίαςΘεοτόκου προσευχηθῆτε καὶ νὰ κλάψετε γιὰ τὴνκατάστασί μας, γιὰ τ᾽ ἁμαρτήματά μας.Γιατὶ δυστυχῶς ἡ σημερινὴ ἡμέρα εἶνεἡ πιὸἁμαρτωλὴἡμέρατοῦ χρόνου.
Σήμερα Χριστιανοὶ βαπτισμένοι κάνουν τὰ ἐντελῶς ἀντίθετα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ διατάζει ὁΚύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησίατου. Καὶ αὐτὸ βέβαια εἶνε μία αἰτία λύπηςκαὶ στεναγμῶν. Γιατὶ σᾶς ἐρωτῶ· ἂνκάποιος ἀξιωματικὸς διατάζῃ τὸν στρατιώτη νὰ κάνῃ δεξιὰ κι αὐτὸς κάνῃ ἀριστερά,ἢ τὸν διατάζῃ νὰ κάνῃ ἀριστερὰ κι αὐτὸς κάνῃ δεξιά, τί αἰσθάνεταιὁ ἀξιωματικὸς ἀπέναντίτου;
Ἢ ἂν ὁ γιατρὸς συνιστᾷ στὸν ἄρρωστο ὡρισμένα φάρμακα,κι αὐτὸς ὄχι μόνοδὲν παίρνῃ τὰ φάρμακα ἀλ-λὰ σπάῃ τὰ μπουκάλια καὶ κάνῃ δίαιτα ἀντίθετη ἀπ᾿ ὅ,τιτοῦ εἶπε ὁ γιατρός, τί θὰ αἰσθάνεται ὁ γιατρὸς γιὰ τὸν ἄρρωστο αὐτό; Ἢ ἂνεἶσαι μάνα ἢ πατέρας καὶ βλέπῃς τὸ παιδί σουνὰ μὴ σ᾽ ἀκούῃ ἀλλὰ νὰ κάνῃ ἀντίθεταἀπ᾿ ὅ,τι τοῦ παραγγέλλεις; Ἢ ἂν εἶσαι δάσκαλος καὶ λὲς στὸ μαθητὴ νὰ γράψῃ στὸνπίνακα τὸ ἄλφα κι αὐτὸς γράφει τὸ βῆτα; Ἔ, αὐτὸ ἀκριβῶς συμβαίνει σήμερα·οἱΧριστιανοὶ κάνουν τὰ ἀντίθετα ἀπ᾿ ὅ,τι διατάζει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.Κι ἂν ὁ δάσκαλος στενοχωριέται γιὰ τὸν ἄτακτο μαθητή του, ἂν ὁ γιατρὸςλυπᾶται γιατὶ ὁ ἄρρωστος δὲν κάνει τὴ δίαιτά του, ἂν ὁ ἀξιωματικὸςστενοχωριέται γιὰ τὸν ἀπείθαρχο στρατιώτη του, κι ἂν ἡ μάνα στενοχωριέται γιὰ τὸἄτακτο παιδί της, πολὺ περισσότερο σήμερα τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο «λυπεῖται»(Ἐφ.4,30)γιὰ τὰ ἄτακτα παιδιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ναί, κάνουν τὰ ἀντίθετα. Τι μᾶςδιατάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία; Ἀκούσατε τὸν ἀπόστολο τι λέει; «Ὡς ἐν ἡμέρᾳεὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ,ἀλλ᾿ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστό, καὶτῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας» (῾Ρωμ. 13,13). Δηλαδὴ τίσημαίνουν τὰ λόγια αὐτά· Σεῖς ποὺ βαπτιστήκατε καὶ βγήκατε ἀπ᾽ τὸ σκοτάδι, σεῖςοἱ Χριστιανοί, δὲν πρέπει νὰ ζῆτε σὰν τοὺς εἰδωλολάτρες.
Τί ἔκαναν οἱ εἰδωλολάτρες; Διακόσα -τριακόσα - πεντακόσα χρόνια πρὸ Χριστοῦ, οἱ εἰδωλολάτρες τὶς ἡμέρες αὐτὲς ἀκριβῶς,τὸ μῆνα Φεβρουάριο ἢ καὶ νωρίτερα, ἔπαιρναν καπνιά, μουντζούρωναν τὰ πρόσωπάτους, φοροῦσαν προβειές, παρίσταναν διάφορα ζῷα,ἔβαζαν στὸ κεφάλι τους κέραταβοδιῶν, κρεμοῦσαν κουδούνια, κρατοῦσαν στὰ χέρια τους αἰσχρὰ κι ἀκατονόμαστα ὁμοιώματα,ἔβγαζανκραυγὲς ἄτακτες, ἔβριζαν τὸν κάθε διαβάτη,ἔλεγαν χυδαιολογίες, ἔκανανχειρονομίες,μεθοῦσαν, κυλιοῦνταν στὸ δρόμο, ἔκαναν ὄργια… Ἔτσι γιώρταζαν οἱ εἰδωλολάτρες.Καὶτὰ ἔκαναν αὐτὰ – γιατί; Διότι ἔτσι ἔλεγε ἡ θρησκεία τους. Κι ἀφοῦ τό ᾿λεγε ἡθρησκείατους, δὲν μποροῦμε νὰ τοὺς κατηγορήσουμε. Αὐτὰ ἤθελε ἡ θρησκείατους, γιατὶ τέτοι-οι ἦταν οἱ θεοί τους, αἰσχροὶ θεοί· ὁ ἕνας θεὸς ἦτανπροστάτης τῆς μοιχείας, ὁ ἄλλοςπροστάτης τῆς πορνείας, ὁ ἄλλος προστάτηςτῆςμέθης…· τέτοιους θεοὺς εἶχαν καὶ αὐτὰζητοῦσαν στὶς γιορτές τους.Ἀλλ᾽ αὐτὰ ποὺ ἔκανανἄλλοτε οἱ εἰδωλολάτρες, δυστυχῶς σήμερα τὰ κάνουν οἱ ὀρθόδοξοι οἱ Χριστιανοί. Τὰἴδια καὶ χειρότερα. Τὰβλέπουμε. Δὲν ὑπάρχει σύλλογος, σωματεῖοἢ καὶ σπίτιποὺ νὰ μὴ διοργανώνῃ τὶς μέρεςαὐτὲς χορό, καὶ χορεύουν ἀπ᾽ τὸ βράδυ ὣςτὸ πρωί.Καὶ δὲ χορεύουν ἑλληνικοὺς παραδοσιακοὺς χορούς·οἱ σημερινοὶ χοροὶεἶνε ὅ,τι«αἰσχρόν-ἐστι-καὶ-λέγειν»(Ἐφ.5,12). Ἔτσι δὲν χορεύουνοὔτε οἱ ἄγριοι οὔτε τὰ θηρία. Σμίγουνἄντρες καὶ γυναῖκες, ὁἄντρας βλέπει τὴ γυ-ναῖκα του στὴν ἀγκαλιὰτοῦ ἄλλου, ἡ μάνα βλέπει τὸ κορίτσι της στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ ἑνὸςκαὶτοῦ ἄλλου, καὶ τὰ θεωροῦν αὐτὰ φυσικά.Καὶ μόνο αὐτό; Αὔριο, ποὺ ξημερώνειΔευτέρα, ἐνῷ ἡ Ἐκκλησία τὴν ὀνομάζει ΚαθαρὰΔευτέρα, ἐμεῖς τὴν κάναμε ἀκάθαρτη Δευτέρα –ἔτσι ἔπρεπε νὰ λέγεται· γιατὶεἶνε ἡ ἡμέ-ρα ποὺ γίνονται τὰ περισσότερα ἔκτροπα, οἱ περισσότερες ἁμαρτίες. Μικροὶ - μεγάλοι βγαίνουνἔξω, γυρίζουν ὅλη μέρα, καὶ τὸ βράδυ ἐ-πιστρέφουν μεθυσμένοι,ζαλισμένοι, δὲν ξέ-ρουν τί λένε καὶ τίκάνουν. Κι ὅλ᾽ αὐτὰ βέβαιαεἶνε ἀντίθετα ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.―
Πολὺαὐστηρὰ τὰ λές, παπᾶ μου, θὰ πῇ κάποιος ἀπ᾽ αὐτούς. Μὰτί θέλεις λοιπόν, νὰ μὴ χορέψουμε; Δὲν εἴμαστε καλόγεροι, εἴμαστε κοσμικοὶἄνθρωποι, ζοῦμε στὴν κοινωνία…Τί θ᾿ ἀπαντήσουμε; Ἀσφαλῶς κοσμικοὶ εἶστε. Κανείςδὲν σᾶς εἶπε νὰ πᾶτε στὰ βουνὰκαὶ νὰ κρατᾶτεκομποσχοίνια καὶνὰ προσεύχεστε ἀπ᾽ τὸ πρωὶ μέχρι τὸβράδυ. Ἀλλὰ τί λέει ἡ Ἐκκλησία μας;
Ὅλατὰ ἐπιτρέπει τὸ Εὐαγ-γέλιο, δὲν ἐπιτρέπειμόνο τὴν ἁμαρτία· ὅλα μπορεῖς νὰ τὰ κάνῃς, ἀπόφυγε μόνο τὴν ἁμαρτία. Μπορεῖς π.χ. νὰ παντρευτῇς, νὰ ζήσετε σὰνἀντρόγυνο ἀγαπημένο καὶ νὰ σᾶς φρουροῦν οἱ ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι. Σοῦἐ-πιτρέπει τὸ γάμο, ἀλλὰ δὲν ἐπιτρέπει τὸ δια-ζύγιο, τὴ μοιχεία, τὴν πορνεία,τὰ ἀκάθαρτα πράγματα. Ποῦ βλέπεις λοιπὸν δυσκολία; ποῦ
βλέπειςπίεσι νὰ γίνῃς καλόγερος; Μπορεῖςἀκόμα σήμερα νὰ καθίσῃς μὲ τὴ γυναίκα καὶτὰπαιδιά σου νὰ φᾶτε καὶ νὰ πιῆτε τὸ ἱκανό·ἀλλὰ δὲν ἐπιτρέπει καταχρήσεις·ἐπιτρέπειτὸ φαγητὸ καὶ τὸ ποτό, ἀλλὰ δὲνἐπιτρέπει τὴμέθη καὶ τὴν ἀκολασία. Μπορεῖς ἀκόμα τὴν ἡ-μέρα αὐτὴ νὰτραγουδήσῃς, ἀλλ᾽ ὄχι τραγού-δια τοῦ διαβόλου ποὺ φέρνουν ταραχή· τὴν ὡραίαφωνὴ δὲν σοῦ τὴν ἔδωσε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ οὐρλιάζῃς σὰν δαιμονισμένος. Μπορεῖς νὰ τραγουδήσῃςσοβαρὰ καὶ ῥωμαλέα ἑλληνικὰτραγούδια, σεμνὰ καὶ βαθυστόχαστα χριστιανικὰτραγούδια· μπορεῖς ἀκόμα νὰ ψάλῃς ἐκκλησιαστικοὺςὕμνους, «τὰ τραγούδια τοῦΘεοῦ» ποὺ ἔλεγε ὁ Παπαδιαμάντης. Ἢ μπορεῖςἀκόμα τὴν ἡμέρα αὐτὴ καὶ αὔριο νὰ πάρῃς τὴνοἰκογένειά σου καὶ νὰ πᾷς σὲ μιὰ ἐξοχή, ἀλλ᾽ ὄχι νὰ διαπράξῃς ἐκεῖὄργια· δὲν εἶνεαὐτὸ ψυχαγωγία–λέξι τόσο προσφιλὴς σήμερα·ἡ πραγματικὴ ψυχαγωγίαεἶνε μέσ᾿στὰπλαίσια τῆς τιμιότητος καὶ τῆς χάριτοςτοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ χοροὶ μεταμφιεσμένων σὲσκοτεινὰ κέντρα διασκεδάσεωςδὲν εἶνε ψυχαγωγία, εἶνεψυχοκτονία. Κι ὅταν περάσῃ ἡ Κυριακὴ αὐτὴ καὶ ἡ Καθαρὰ Δευτέρα, βλέπουμε τ᾽ ἀποτέλεσμα. Ποιάψυχαγωγία! Γυρίζουν ὅλοι μὲ μυαλὸ ζαλισμένο, μὲ κορμὶ τσα-κισμένο, μὲ πορτοφόλιἀδειανό.Μὲ πορτοφόλι ἀδειανό! Ὅταν πρόκειταινὰδώσουν κάτι γιὰ ἐλεημοσύνη, τὰ χέρια τουςτρέμουν λὲς κ᾽ εἶνε παράλυτα·ἂν πρόκειται νὰ δώσουν γιὰ τὸ διάβολο, δὲν τρέμουν. Καὶ τι ποσὰ ξοδεύουν! χιλιάδες κ᾽ ἑκατομμύρια. Πα-ραπονούμεθαπὼς εἴμαστε φτωχοί· φτωχοὺς μᾶςἔκανε ἡ ἁμαρτία . Νά τί κερδίζουμε ἀπὸ τὰ ὄργιατῶν ἡμερῶν αὐτῶν, ἀπὸ «τὰ-ἔργα-τοῦ σκότους» ὅπως τὰ ὀνομάζει σήμεραὁ ἀπόστολος (῾Ρωμ.13,12) . Ἡ ψυχή μας εἶνεκολασμένη κι ὁ Θεὸς
ὠργισμένοςἐναντίον μας. Αὐτὰ εἶνε τ᾿ ἀπο-τελέσματα τῶν ὀργίων τῶν ἡμερῶν αὐτῶν.
Πόσοιμείναμε, ἀδελφοί μου, τὰ χρόνια αὐτὰ κοντὰστὴν Ἐκκλησία; Λίγοι. Καὶ θά ᾿ρθῃ μέρα ποὺ οἱ ἐκκλησίες θ᾿ ἀδειάσουν ἀκόμα περισσότερο.Δὲν εἶνε κρίμα, τὰ κέντρα διασκε-δάσεων καὶ θεαμάτων, τὰ σχολεῖα τοῦ διαβόλου,–μὲἀκριβὸ μάλιστα εἰσιτήριο–νά ᾿νε πήχτρα, κ᾽οἱ ἐκκλησίες νά ᾽νε ἀδειανές;
Ποῦεἶνε οἱ ἄντρες, ποῦ εἶνε οἱ νέοι, ποῦ εἶνε οἱ ἐπιστήμονες; Ἀπὸ τόσες χιλιάδες Χριστιανοὺςπόσοι ἐκκλησιάζονται;Οὔτε δύο τοῖς ἑκατό.
Ἀλλὰ κι αὐτοὶ ποὺ ἐκκλησιαζόμαστε, δὲν ἔχουμεφόβο Θεοῦ· δὲν μπαίνουμε στὴν ἐκκλησία μὲ εὐλάβεια, δὲν ἔχουμε κατάνυξι καὶ δάκρυα.
Γιὰ ὅλα αὐτὰ εἶπα στὴν ἀρχὴ ὅτι σήμερα χρειάζονται δάκρυα· νὰ κλαῖμε γι᾿ αὐτοὺς ποὺ δὲνἐκκλησιάζονται, νὰ κλαῖμε καὶ γι᾿ αὐτοὺς ποὺἐκκλησιάζονται μὰ δὲν ἔχουν φόβο Θεοῦ.
Ὅσοι πιστεύουμε στὸ Χριστό, μὴν ἀκολου-θήσουμετὸ ῥεῦμα, μὴν κάνουμε ὅ,τι κάνει ὁκόσμος· ἂς βαδίσουμε μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θε-οῦ.Κι ἂς διδάξουμε, ἀδελφοί, μὲ τὸ παράδειγμάμας· ἂς δείξουμε στοὺς γύρω μας, ὅτι κοντὰ στὸ Χριστὸ ὑπάρχει χαρά· ὅτι ἐκτὸς ἀπὸτὴ «χαρὰ»τοῦ διαβόλου, ὑπάρχει μιὰ ἄλληχαρά, ἡχαρὰ τῶν ἀγγέλων· εἶνε ἡ χαρὰ τῆς μετανοίας, ἡ χαρὰ τῆς συγχωρήσεως, ἡχαρὰ τῆς προσευχῆς, ἡ χαρὰ τῆς ἐλεημοσύνης, ἡχαρὰ τῆςθείας κοινωνίας, ἡ χαρὰ τοῦ Θεοῦ.Εὔχομαι, τὴν ἅγια αὐτὴ ἡμέρα νὰ αἰσθανθῆτε τὴ χαρὰ τοῦ Θεοῦ.
Νὰ προοδεύετε στὸν πνευματικὸἀγῶνα , ἕωςὅτου μᾶς ἀξιώσῃ ὁΚύριος διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων τῆς αἰωνίου καὶ μακαρίαςζωῆς· ἀμήν.
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ.Γεωργίου Ν. Σφαγείων - Ἀθηνῶν 24-2-1963μὲ ἄλλο τίτλο.