«Μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεινόντωντὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυνάμενων ἀποκτεῖναι• φοβεῖσθε δὲ μᾶλλον τὸν δυνάμενονκαὶ ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι ἐν γεέννῃ» (Ματθ. ι΄, 28)
Ο λόγος αυτός του Κυρίου προς τουςμαθητές Του εφαρμόστηκε, κατ’ απόλυτο τρόπο, μέτρο και βαθμό και εις τον παράτο Φρέαρ του Ιακώβ μαρτυρικώς τελειωθέντα Αγιοταφίτη Αρχιμανδρίτη Φιλούμενο καινυν πια, επισήμως και κανονικώς, Ιερομάρτυρα και Άγιο της Εκκλησίας μας, γνωστόσ’ όλη την απανταχού της γης, Ορθοδοξία.
Ο Άγιος Φιλούμενος έγινε σκεύοςεύχρηστο του Θεού από τη νεότητά του, η οσιακή ζωή και το μαρτυρικό του τέλοςστη συνέχεια, τον ανέδειξαν, στη συνείδηση του λαού, ως ένα «Χριστοφόρο,Θεοφόρο και Πνευματοφόρο ήρωα» του πληρώματος της Εκκλησίας.
Ο ζωντανός αυτός φορέας της Χάριτοςείναι γέννημα της Αγιοτόκου και μαρτυρικής νήσου Κύπρου. Συγκεκριμένα, ο κατάκόσμον Σοφοκλής γεννήθηκε στη Λευκωσία, στις 15 Οκτωβρίου 1913 και έλκει τηνκαταγωγή του από το χωριό Ορούντα της επαρχίας Μόρφου. Ήταν δίδυμος αδελφός μετον Αλέξανδρο, τον μετέπειτα π. Ελπίδιο και από μικροί διακρίνοντο για τηναγάπη τους προς τον Θεό.
Μαθήτευσαν «παρά τους πόδας» τηςευσεβέστατης γιαγιάς τους Λωξάντρας, μυηθέντες στα ιερά γράμματα της πίστεωςκαι παράδοσής μας, αποκτώντας έτσι εκκλησιαστική και ορθόδοξη συνείδηση. Η«μύηση» αυτή, ο ιδιαίτερος ζήλος για προσευχή, η τακτική «διατριβή» στους Βίουςτων Αγίων και ειδικότερα η «αδυναμία» τους στον βίο του Οσίου Ιωάννου τουΚαλυβίτη, γίνονται οι κινητήριοι οδοδείκτες που επιδρούν και ανάβουν μέσα τουςτην επιθυμία να ακολουθήσουν τον αγγελικό βίο. Έτσι το 1927, τα δίδυμα αδέλφια,σε ηλικία 14 μόλις ετών, αφού έλαβαν την ευχή του πνευματικού τους, αλλά καιτων ευλαβών γονέων τους, ανεχώρησαν για το κάστρο του Κυπριακού μοναχισμού, τηνΙερά Μονή Σταυροβουνίου.
Παρέμειναν εκεί για 6 περίπου χρόνιακαι το 1934 έρχονται στα Ιεροσόλυμα, μετά από μεσολάβηση του Έξαρχου τουΠαναγίου Τάφου, για να φοιτήσουν στο Γυμνάσιο του Πατριαρχείου, ως μαθητές στηΣχολή της Αγίας Σιών.
Η συμπεριφορά, ο χαρακτήρας, το ήθος, ηυπακοή, ο ζήλος και η προσήκουσα επιμέλειά τους είναι αξιοθαύμαστη. Πολύσύντομα, τα δίδυμα αδέλφια ενδύονται το αγγελικό σχήμα και εισέρχονται στιςαγκάλες της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος. Ο π. Ελπίδιος φεύγει στο ΠατριαρχείοΑλεξανδρείας, ακολούθως στην Ελλάδα και καταλήγει στο Άγιο Όρος. Ο π.Φιλούμενος παραμένει στις επάλξεις των Αγίων Τόπων και χειροτονείται διάκονοςστις 5 Σεπτεμβρίου του 1937, υπηρετώντας για περισσότερο από ένα χρόνο στηΛαύρα του Αγίου Σάββα και στη συνέχεια στα Πατριαρχικά γραφεία.
Την 1η Νοεμβρίου 1943 δέχεται στοΦρικτό Γολγοθά τον δεύτερο βαθμό της ιεροσύνης και συνεχίζει τη διακονία του ωςφροντιστής στο κεντρικό μαγειρείο, ηγούμενος στην Τιβεριάδα, στην Ιόππη, ωςδιευθυντής του Οικοτροφείου της Πατριαρχικής Σχολής, ηγούμενος στη μονή τουΑρχαγγέλου και τυπικάρης στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Κωνσταντίνου.Ακολούθησε η ηγουμενία του στη μονή της Μεταμορφώσεως στη Ραμάλα, στις μονέςτου Αγίου Θεοδοσίου και του Προφήτου Ηλιού και τέλος στις 8 Μαΐου 1979μετατίθεται στον τόπο του μαρτυρίου του, το προσκύνημα του Φρέατος του Ιακώβ.
Παντού, όπου κι αν διακόνησε, η ταπεινήτου απλότητα, η διάθεση προσφοράς που τον διέκρινε, η αθόρυβη πνευματική τουπαρουσία, η αγάπη του για τις ιερές ακολουθίες, αλλά και πάνω απ’ όλα η πατρικήκαι αδιάκριτη φροντίδα του προς όλους, τον έκαναν ιδιαίτερα αγαπητό. Απλός καισυμπονετικός. Συγκαταβατικός με τους άλλους και αυστηρός με τον εαυτό του, δενπαρέλειψε ποτέ τα μοναχικά του καθήκοντα και τον προσωπικό του κανόνα. Απέκτησεφήμη εξαιρετικού πνευματικού καθοδηγητή και συμπαραστάτη και τον ευλαβούντανόλοι, ακόμα και οι αλλόθρησκοι.
Στο τελευταίο του διακόνημα έρχεταιαντιμέτωπος με πολλές δυσκολίες. Συχνά τον επισκέπτονταν φανατισμένοι σιωνιστές,ισχυριζόμενοι ότι ο χώρος ήταν Εβραϊκός ιερός τόπος και απαιτούσαν να αποσύρειτους σταυρούς και τις εικόνες από το υπόγειο παρεκκλήσιο του Φρέατος, διότιθεωρούσαν ότι ο τόπος εκείνος τους ανήκε, μιας και ήταν δημιούργημα του Ιακώβ,τον οποίο θεωρούν ως γενάρχη τους. Ο γέροντας, με την πραότητα και τηνταπείνωση που τον διέκρινε, προσπαθούσε να μην τους προκαλεί, χωρίς να υποχωρείβέβαια, αλλά ούτε και να φοβάται τις απειλές τους. Τους επισημαίνει ότι ο χώροςχρησιμοποιείται ως Ορθόδοξος Χριστιανικός ιερός τόπος για δεκαέξι αιώνες πρινδημιουργηθεί το ισραηλινό κράτος, υποδεικνύοντάς τους μάλιστα ότι το πάτωμα τουπροσκυνήματος είχε κατασκευαστεί από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο πριν από το331 μ.Χ. και ότι οκτώ αιώνες πριν από αυτό, ο χώρος ήταν στα χέρια τωνΣαμαρειτών.
Το απόγευμα της 29ης Νοεμβρίου 1979,«άγνωστοι» εισέρχονται στο χώρο του προσκυνήματος, την ώρα που ο Άγιος τελούσετην εσπερινή ακολουθία, εκμεταλλευόμενοι την ισχυρή και χειμαρρώδη νεροποντήτης ημέρας, ούτως ώστε να πραγματοποιήσουν το ειδεχθές έγκλημά τους χωρίς ναγίνουν αντιληπτοί από κανένα κάτοικο της περιοχής. Επιτίθενται στο γέροντα μετσεκούρι, τον χτυπούν στο πρόσωπο, του αποκόπτουν τα τρία δάκτυλα με τα οποίαέκανε το σημείο του Σταυρού και τον κατακρεουργούν άγρια. Στη συνέχειαβεβήλωσαν την εκκλησία, την Αγία Τράπεζα, τα ιερά σκεύη και φεύγοντας από τοχώρο έριξαν, εντός του προσκυνήματος, μία χειροβομβίδα για να ολοκληρώσουν τοανόσιο έργο τους.
Το σκήνωμα του αγίου παραδόθηκε στουςορθοδόξους μετά από 6 μέρες και είναι συγκλονιστική η μαρτυρία του π. Σωφρονίουπου παρέλαβε το τίμιο λείψανο του μάρτυρα για να το ντύσει και να το ετοιμάσειγια την ταφή, ότι διατηρούσε την ευκαμψία του, παρέμεινε ζεστό και εύκαμπτο και«βοήθησε» το Γέροντα Σωφρόνιο για να τον ντύσει. Συγκλονιστική είναι, επίσης, ημαρτυρία του κατά σάρκα αδελφού του π. Ελπιδίου, που αν και μίλια μακριά,άκουσε τη φωνή του π. Φιλουμένου να του λέγει: «Αδελφέ μου με σκοτώνουν προςδόξα Θεού. Σε παρακαλώ μην αγανακτήσεις».
Ο άγιος ετάφη στο κοιμητήριο της ΑγίαςΣιών και μετά από τέσσερα χρόνια στην ανακομιδή των ιερών του λειψάνων, το σώματου βρέθηκε άφθαρτο και ευωδίαζε. Τότε, έκλεισαν τον τάφο και τον ξανάνοιξαν ταΧριστούγεννα του 1984, οπότε το ιερό σκήνος διατηρούσε μερική αφθαρσία και τοτοποθέτησαν σε γυάλινη λειψανοθήκη στο βόρειο τμήμα του ιερού βήματος, στο ναότης Αγίας Σιών.
O ιερομάρτυς Φιλούμενος, 30 χρόνια μετάτο μαρτύριό του, συγκαταλέχθηκε μεταξύ των αγίων της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων.Η Εκκλησία τον τιμά ως άγιο στις 29 Νοεμβρίου και το ευωδιάζον και θαυματουργόσκήνωμά του βρίσκεται εντός του νέου τρισυπόστατου μεγαλοπρεπούς ιερού ναού πουχτίστηκε στο Φρέαρ του Ιακώβ, επ’ ονόματι της Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος,του Αγίου Φιλουμένου και του αγίου Ιουστίνου. Κτίτωρ του νέου αυτού ναού είναιο Αρχιμανδρίτης π. Ιουστίνος, στον οποίο ο Άγιος Φιλούμενος εμφανίζεται συχνάκαι τον προστατεύει από τις επιθέσεις των φανατικών Εβραίων, που συνεχίζονται.
Σεμνύνεται και δικαίως καυχάται ηΣιωνίτης Εκκλησία για το γεγονός ότι στους εσχάτους τούτους χρόνους, τουςοποίους διερχόμαστε και παρά την μαστίζουσα αυτή λειψανδρία, γεννά και σήμερααγίους και μάρτυρας.
Το μαρτύριο και η παρουσία του ΝέουΙερομάρτυρος Φιλουμένου επισφραγίζει «την μαρτυρίαν Ιησού Χριστού» στις μέρεςμας, καταδεικνύει το αμετάβλητο της κλήσεως του Χριστού μέσα από τους αιώνεςκαι μας καλεί να αντισταθούμε στον ανατρεπτικό άνεμο της ολιγοπιστίας, τηςαμφιβολίας και των ποικιλώνυμων αναστατώσεων.
ΛουκάςΑ. Παναγιώτου – Εκκλησία Κύπρου