Ο άγιος απόστολος Ανδρέας ο πρωτόκλητος
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Οάγιος Ανδρέας ήταν από την πόλη της Βηθσαϊδά, υιός κάποιου Εβραίου Ιωνά καιαδελφός του Πέτρου του αποστόλου και κορυφαίου των μαθητών του Χριστού. Αυτόςπροηγουμένως μαθήτευσε στον Πρόδρομο και Βαπτιστή Ιωάννη, κι έπειτα, ότανάκουσε από τον διδάσκαλό του, που δακτυλοδεικτούσε τον Ιησού, το,Ίδε ο αμνός του Θεού, τον άφησε και ακολούθησε τον Χριστό. Είπε και στον Πέτροτο, Ευρήκαμεν Ιησούν τον από Ναζαρέτ, και αποσπάστηκε στην αγάπη του Χριστού.Και πολλά άλλα είναι γραμμένα γι’ αυτόν στη θεόπνευστη Γραφή. Αυτόςλοιπόν με τον τρόπο αυτό ακολούθησε τον Χριστό. Μετά την ΑνάληψηΕκείνου, για τον κάθε απόστολο κληρώθηκε και διαφορετική χώρα. Στον πρωτόκλητοέτυχε η χώρα των Βιθυνών και ο Εύξεινος Πόντος, τα μέρη της Προποντίδας, μαζίμε τη Χαλκηδόνα και το Βυζάντιο και τη Θράκη και τη Μακεδονία, που έφθανανμέχρι τον Ίστρο ποταμό, η Θεσσαλία και η Ελλάδα και τα μέρη της Αχαΐας. Αλλάκαι η Αμινσός, η Τραπεζούντα, η Ηράκλεια και η Άμαστρις. Αυτές τις χώρες δεντις πέρασε, σαν λόγια που χάνονται, αλλά σε κάθε πόλη υπέστη πολλές δυσκολίες,συνάντησε πολλές δυσχέρειες, μολονότι με τη βοήθεια του Χριστού τις ξεπερνούσεόλες. Θα θυμηθούμε το τι πέρασε σε μία πόλη, αφήνοντας τις άλλες στους γνώστεςτου έργου του.
Όταν οΑνδρέας έφτασε στη Σινώπη και κήρυξε εκεί τον λόγο του ευαγγελίου, υπέστηπολλές θλίψεις. Δηλαδή τον έριξαν στη γη και τον τραβούσαν από τα χέρια και ταπόδια, τον κατασπάρασσαν με τα δόντια και τον κτυπούσαν με ξύλα, τονλιθοβολούσαν και τον τράβηξαν μακριά από την πόλη, αφού του έκοψαν το δάκτυλομε τα δόντια. Αλλά αυτός φάνηκε και πάλι άρτιος και υγιής από τις πληγές του,με επέμβαση του Σωτήρα και Διδασκάλου του. Από εκεί σηκώθηκε και επισκέφτηκεπολλές πόλεις και χώρες, όπως τη Νεοκαισάρεια, τα Σαμόσατα, τους Αλανούς, τουςΑβασγούς, τους Ζήκχους, του Βοσποριανούς και τους Χερσωνίτας. Έπειτα διέπλευσεστο Βυζάντιο, χειροτόνησε τον Στάχυ επίσκοπο, πέρασε από τις υπόλοιπες χώρες,και έφτασε προς την ένδοξη Πελοπόννησο. Εκεί φιλοξενήθηκε από τον Σωσίο, τονοποίο, επειδή ήταν βαριά άρρωστος, τον θεράπευσε. Και αμέσως όλη η πόλη εκείνητων Πατρών προσήλθε στον Χριστό. Τότε ήταν που και η γυναίκα του ανθυπάτουΜαξιμίλλα λύθηκε από τα χαλεπά δεσμά της αρρώστιας της και έγινε γρήγορα καλά,οπότε πίστεψε και αυτή. Και ο σοφότατος Στρατοκλής, ο αδελφός τουανθυπάτου Αιγέατου, και άλλοι πολλοί που ταλαιπωρούνταν από ποικίλανοσήματα, βρήκαν την υγεία τους με το ακούμπισμα των χεριών τουαποστόλου. Για όλα αυτά, περιέπεσε σε μανία ο Αιγεάτης και προσήλωσεσε σταυρό τον απόστολο, οπότε και ο απόστολος έφυγε από τη ζωή αυτή. Ο ίδιοςδε, έπεσε στη γη από ψηλό γκρεμό και συνετρίβη. Το λείψανο του αποστόλου, μετάαπό πολύ χρόνο, μετατέθηκε στη Κωνσταντινούπολη, επί της βασιλείς τουΚωνσταντίνου του Μεγάλου, με δική του διαταγή, από τον άγιο Αρτέμιο τονμάρτυρα. Και κατατέθηκε μαζί με τον άγιο Λουκά και τον άγιο Τιμόθεο στοπερίβλεπτο τέμενος των Αγίων Αποστόλων».
Οάγιος Ανδρέας ο πρωτόκλητος, ο πρώτος δηλαδή που κλήθηκε από τον Χριστό ναγίνει μαθητής Του, δεν κλήθηκε απροϋπόθετα και ως έτυχε. Υπήρξε από εκείνουςπου είχαν αναζητήσεις σχετικά με τον Μεσσία, που ο πόθος τους για τον Θεό ήτανέντονος. Κι αυτό φάνηκε και από το γεγονός ότι ανήκε στην ομάδα των μαθητών τουΙωάννου του Προδρόμου, ο οποίος προετοίμαζε τους ανθρώπους ακριβώς προς υποδοχήτου Μεσσία, και από το γεγονός ότι μετά την κλήση του ένιωσε την ανάγκη νακαλέσει τον αδελφό του Πέτρο, με τη διαπίστωση ότι «ευρήκαμεν τον Μεσσίαν». Ουμνογράφος του, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, επισημαίνει και τα δύο αυτάγεγονότα. «Ο τω Προδρόμου φωτί μεμορφωμένος, ότε το απαύγασμα το ενυπόστατοντης πατρικής δόξης έφανεν…τότε πρώτος ένδοξε, τούτω προσέδραμες». (Συ πουμορφώθηκες από το φως του Προδρόμου, όταν ο Χριστός, το ενυπόστατο απαύγασματης δόξας του Θεού Πατέρα φάνηκε…τότε πρώτος, ένδοξε, έτρεξες σ’ αυτόν).Και: «Τον ποθούμενον Θεόν εν σαρκί κατιδών επί γης βαδίζοντα, θεόπταΠρωτόκλητε, τω μεν ομαίμονι εβόας αγαλλόμενος∙ Ευρήκαμεν ω Σίμων τον ποθούμενον».(Όταν είδες τον Θεό που ποθούσες να βαδίζει ως άνθρωπος στη γη, θεόπτηπρωτόκλητε, φώναζες με χαρά στον αδελφό σου: Βρήκαμε, Σίμων, τον ποθούμενο».
Οσυναξαριστής του αυτήν την αναζήτηση, η οποία αποτέλεσε προφανώς και τηνπροϋπόθεση για να γίνει άμεσος συνεργάτης του απολυτρωτικού στον κόσμο έργουτου Κυρίου, την καταγράφει ως εξής: «Ένας από τους μαθητές τουΙωάννη Προδρόμου ήταν και ο Ανδρέας, άνδρας κατά τα άλλα σεμνός καιαξιοσέβαστος, που έψαχνε την αλήθεια πίσω από το γράμμα του νόμου με βαθύφρόνημα, και που αναζητούσε στον λόγο, σαν πίσω από παραπέτασμα, τις κρυμμένεςπροφητείες για τον Χριστό, ακολουθώντας μέσω αυτών αυτό που δηλωνόταν». Ταπαραπάνω σημαίνουν ότι η αφελής πεποίθηση πολλών ότι οι μαθητές του Κυρίου ήταναπλοϊκοί άνθρωποι, διότι ήταν ψαράδες, δεν ισχύει. Ψαράδες ήταν, απλοί άνθρωποιμπορεί, όχι όμως απλοϊκοί, με την έννοια του απροβλημάτιστου και επιφανειακούανθρώπου. Καθώς τα πράγματα φανερώνουν, η ύπαρξή τους φλεγόταν από το ερώτημαπερί της αληθείας, περί του Θεού και των ενεργειών Του, περί των δηλουμένων απότους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Κι είναι φυσικό: ο Κύριος δεν θα μπορούσενα έχει ως αμέσους συνεργάτες Του ανθρώπους χωρίς πάθος για την αλήθεια. Οίδιος άλλωστε το είχε επισημάνει: Θα με ακολουθήσουν και θα με ακούσουν όσοιαγαπούν την αλήθεια. «Πας ο ων εκ της αληθείας ακούει μου της φωνής». Έναςτέτοιος λοιπόν άνθρωπος, σοβαρός και σεβαστός, με βαθειά αναζήτηση ήταν και οαπόστολος Ανδρέας. Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας διαπιστώνουν και αυτοί τηνπαραπάνω πραγματικότητα: «Εζήτησας Χριστόν την όντως ζωήν, καιζητήσας πρώτος εύρες». (Ζήτησες τον Χριστό, που είναι η πραγματική ζωή, καιεπειδή την ζήτησες, πρώτος και την βρήκες).
Ηβαθύτητα της αναζήτησης του Ανδρέα περί τα τίμια και αληθή της ζωής κάνει τονάγιο υμνογράφο να επικεντρώσει την προσοχή του και στο ιεραποστολικό πια έργοτου αποστόλου. Όπως δηλαδή ο ίδιος στρεφόταν πάντα στο βάθος των πραγμάτων,εκεί που «η αλήθεια κρύπτεσθαι φιλεί», εκεί που αγαπά να κρύβεται η αλήθεια,κατά τον Έλληνα φιλόσοφο, έτσι και η δράση του ως αποστόλου λειτουργούσε στοβάθος της καρδιάς των ανθρώπων. Αυτό ήταν το ζητούμενο από τον άγιο Ανδρέα: πώςο λόγος του θα κρούσει τις βαθειές χορδές της καρδιάς του ανθρώπου, πώς ο λόγοςτου σαν αγκίστρι θεϊκό θα σαγηνεύσει τον αληθινό άνθρωπο. «Ο τη τέχνη αλιεύςκαι τη πίστει μαθητής, ως βυθόν διερευνών τας καρδίας των πιστών, το άγκιστρονχαλά του λόγου, και σαγηνεύει ημάς». (Ο αλιέας κατά την τέχνη και μαθητής κατάτην πίστη, διερευνώντας τις καρδιές των πιστών σαν να είναι βυθός, ρίχνει τοαγκίστρι του λόγου και μας σαγηνεύει).
Κιαυτό βεβαίως επιτυγχανόταν με τη δύναμη του αγίου Πνεύματος που είχε λάβει κατάτην Πεντηκοστή ο άγιος Ανδρέας, με τη φλόγα που προσέλαβε και έγινε θεόληπτος.«Του Πνεύματος την φλόγα τη γλώσση προσλαβών, γέγονας, Απόστολε, θεόληπτοςανήρ, των ουρανίων τα κάλλη περιπολεύων». Ο σεμνός και αξιοσέβαστος από τη φύσητου χαρακτήρας του αγίου, ενισχυόμενος από τη φλόγα της Πεντηκοστής τον έκανε,κατά τον υμνογράφο, σαν τεντωμένο βέλος, που τραυμάτιζε τους δαίμονες καιθεράπευε τους τραυματισμένους από την απιστία ανθρώπους. «Εντείνας σε δυνατόν,ώσπερ βέλος, μακάριε, επαφήκεν εις τον σύμπαντα κόσμον ο Κύριος, τραυματίζωνδαίμονας και δυσσεβεία τους ανθρώπους τραυματισθέντας ιώμενος».
Ο «αδίστακτοςπόθος του να ακολουθεί θερμά τον Χριστό» έκανε τον άγιο Ανδρέα, σημειώνει οάγιος Ιωάννης ο υμνογράφος του, να προσθέτει πόθο πάνω στον πόθο αυτό, τόσοώστε να μιμηθεί τον Κύριό Του και στον τρόπο του διά Σταυρού θανάτουΤου. Με σταυρικό θάνατο τελειώθηκε και ο απόστολος, διαβαίνοντας πια κοντάσ’ Εκείνον τον οποίο πράγματι επόθησε σαν αληθινός μαθητής και σοφόςμιμητής Του. «Πόθω πόθον προσθείς, διά σταυρού διαβαίνεις προς ον επόθησας, ωςαληθής μαθητής και σοφός μιμητής γενόμενος του διά Σταυρού αυτού πάθους».Μακάρι «η φωτιά της αγάπης του Χριστού που περιέφερε στην καρδιά του» ο άγιοςΑνδρέας, να ανάψει λίγο και στη δική μας καρδιά. Θα είναι η απόδειξη ότιπράγματι ο ερχομός του Χριστού που ευαγγελίστηκαν οι απόστολοι, σαν τον άγιοΑνδρέα, βρήκε την εκπλήρωσή του και σε εμάς.