Η αγία παρθενομάρτυς Μυρόπηη εν Χίω ασκήσασα
ΤουΠρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Αύτη η Αγία παρθενομάρτυς Μυρόπη, εγεννήθη εις την πόλιν Έφεσον` επειδήδε απέθανεν ο πατήρ της, και την άφησεν ανήλικον, ανετράφη από μόνην την μητέρατης, και βαπτισθείσα όταν ήλθεν εις ηλικίαν [κατά την τότε συνήθειαν] εσύχναζεκαι επαράμενεν εις το μνήμα της Αγίας Ερμιόνης, η οποία ήτον μία από ταςθυγατέρας του Αποστόλου Φιλίππου` και συνάγουσα το μύρον όπου ανέβλυζεν από τοιερόν μνήμα εκείνο, το είχεν έτοιμον, και το έδιδε εις τους χριστιανούς όπου τοεζήτουν πλουσιοπάροχα` όθεν και διά την διάδοσιν του μύρου, ονομάσθη Μυρόπη.Επειδή δε ο βασιλεύς Δέκιος εκίνησε διωγμόν κατά των Χριστιανών, και εθανάτωνενανηλεώς όσους δεν εθυσίαζον εις τα είδωλα, διά τούτο φοβηθείσα η μήτηρ της, τηνεπήρεν από την Έφεσον, και την έφερεν εις την νήσον Χίον, από την οποίανκατήγετο το γένος της, και γονικήν κληρονομίαν είχεν εις αυτήν.
Ευρίσκοντο λοιπόν αντάμα και οι δύο εις μίαν οικίαν,σχολάζουσαι εις την θείαν λατρείαν, και προσευχόμεναι να παύση ο κατά τωνχριστιανών διωγμός. Κατ` εκείνον δε τον καιρόν ήλθεν εις την Χίον και ο Μάρτυςτου Χριστού Ισίδωρος, [χριστιανός ευλαβής και θαυμάσιος], με καράβια πολεμικά,και εις τα οποία ήτο ναύαρχος και εξουσιαστής ο Νουμέριος. Μαθών δε ο Νουμέριοςότι ήτο χριστιανός ο Ισίδωρος, εδοκίμασε με πάντα τρόπον να τον κάμη να αρνηθή τονΧριστόν, και να προσκυνήση τα είδωλα` και επειδή τέλος πάντων δεν εδυνήθη νατον καταπείση, ύστερα από πολλάς τιμωρίας τον αποκεφάλισε, και έρριψε το άγιοντου λείψανον εις εν λαγκάδι, διά να το φάγουν τα ορνεα` πλην διά να μην τύχηκαι το κλέψουν την νύχτα οι χριστιανοί, έβαλεν ανθρώπους εδικούς του, και τοεφύλαττον. Αλλά η Αγία Μυρόπη θείω ζήλω και αγάπη τη προς τον Άγιον τρωθείσα,επήγε με τας θεραπαινίδας της την νύκτα, με σκοπόν αν ημπορέση να το πάρη, καιευρούσα τους φύλακας κοιμωμένους, Θεού συνεργούντος, το επήρεν από το μέσον τωνκαι δεν την εκατάλαβαν` έπειτα αλείψασα αυτό με μύρα, το ενταφίασεν εντίμως ειςτόπον επίσημον. Αλλά τι το ακόλουθον; Μαθών ο άρχων ότι εκλέφθη το λείψανον,έδεσε τους φύλακας με σίδηρα, και τους επρόσταξεν ούτως σιδηροδεσμίους ναγυρίζουν και να ερευνούν να το εύρουν, και ανίσως και δεν το εύρουν εις τόσαςημέρας, έκαμε απόφασιν να τους αποκεφαλίση. Τότε, βλέπουσα η Αγία τουςστρατιώτας να ταλαιπωρούνται και να κακοπαθώσι και να γυρίζουν βεβαρυμένοι μετα σίδηρα διά να εύρουν το λείψανον, εσπλαγχνίσθη και επόνεσεν η καρδία της,και εσυλλογίζετο μοναχή της, εάν αυτοί θανατωθούν όταν δεν το εύρουν, εξάπαντος εγώ θέλω αμαρτήσει, ως αιτίαν του θανάτου των, και αλλίμονον εις εμέ,ποίαν απολογίαν έχω να δώσω όταν μέλλω να κριθώ. Αυτά συλλογισθείσα, και πάνταφόβον απορρίψασα, ευγήκεν έμπροσθεν εις τους στρατιώτας, και λέγει αυτοίς, ωφίλοι, το λείψανον όπου ζητείτε εγώ το επήρα εις καιρόν όπου εκοιμάσθε. Ταύταακούσαντες εκείνοι, ευθύς την ήρπασαν και την έφεραν εις τον άρχοντα, λέγοντέςτου, αυθέντα, αύτη η γύνη είναι όπου έκλεψε τον κακοθάνατον εκείνον γέροντα.. οδε άρχων ηρώτησε την Αγίαν, λέγων, αληθινά είναι αυτά όπου λέγονται δι` εσέ;Εσύ είσαι όπου έκλεψας το λείψανον; Ναι, του απεκρίθη η Αγία, αληθινά είναι,εγώ το έκλεψα` και πάλιν ο τύραννος την ερωτά, και πως ετόλμησας επικατάρατονγύναιον να κάμης τοιαύτα πράγματα; Ετόλμησα, του απεκρίθη η Αγία, επειδήκαταφρονώ και καταπτύω την εδικήν σουν ταλαιπωρίαν και αθεότητα. Ταύτα τατολμηρά και άφοβα και καταφρονητικά λόγια ακούσας ο υπερήφανος εκείνοςτύραννος, έξω φρενών έγινεν και ήναψεν από τον θυμόν, και παρευθύς προσέταξε νατην δέρνουν με ραβδία χοντρά άσπλαγχνα και αλύπητα, έπειτα αφ` ου τόσο σκληράκαι κακά την έδειραν, προσέταξεν ο θηριόγνωμος, να την σύρουν από τας πλεξούδαςτης κεφαλής, και να την τριγυρίζουν σε όλην την πόλιν, και άλλοι πάλιν να τηνδέρνουν εις όλον το σώμα, και τόσον την έδειραν, όπου έμεινε μισαποθαμένη` όθενμη δυνάμενοι να την βασανίσουν περισσότερον, την έρριψαν εις την φυλακήν, καιάνθρωποι διορίσθησαν να την φυλάττουν` αλλά περί το μεσονύκτιον εις καιρόν όπουη Αγία προσηύχετο, φως μέγα περιέλαμψε και εγέμισεν όλην την φυλακήν, και ομούμε το φως εκείνο, χορός Αγίων Αγγέλων ήλθε, και εις το μέσον των ήτον ο μάρτυςΙσίδωρος, και οι μέν Άγγελοι έψαλλον τον Τρισάγιον Ύμνον, ο δε Άγιος Ισίδωρος,έστησε τους οφθαλμούς του εις την μάρτυρα Μυρόπην και λέγει της` ας έλθειειρήνη εις εσένα, μη φοβήσαι πλέον, διότι έφθασεν η δέησις σου προς τον Θεόν,και να τώρα παρευθύς έρχεσαι μαζί μας, δια να λάβης το στέφανον του Μαρτυρίουόπου σου έχει ητοιμασμένον ο στεφοδότης Χριστός` και ομού με τον λόγον τούτον,παρέδωκεν η μακαρία την ψυχήν της εις χείρας Θεού, και εγεμίσθη η φυλακή απόάρρητον ευωδία, και οι φύλακες βλέποντες τα παράδοξα ταύτα ετρόμαξαν και εξέστησαν.Αυτήν τη θαυμαστήν θεωρίαν, είδε, και τα λόγια ήκουσε και την ευωδίαν οσφράνθηο δεσμοφύλαξ, ήγουν εκείνος όπου εφύλαττε την Αγίαν εις την φυλακήν, και ταεδιηγήθη, και διά τούτο επίστευσε και εβαπτίσθη και εμαρτύρησεν υπέρ Χριστού,και έλαβε παρ` Αυτού του μαρτυρίου τον στέφανον. Το δε Άγιον λείψανον τηςΠαρθενομάρτυρος Μυρόπης, διά προστάγματος του Άρχοντος Νουμερίου, το έλαβον οιΧριστιανοί και το ενταφίασαν εντίμως κοντά εις τον ιερόν τάφον του ΑγίουΙσιδώρου καθώς ακόμη και την σήμερον φαίνονται οι δύο μαρτυρικοί τάφοι τουΑγίου Ισιδώρου και της Αγίας Μυρόπης` ων ταις αγίαις πρεσβείαις ο Θεός ελεήσαικαι σώσον ημάς ως αγαθός και φιλάνθρωπος».
Με την αγία παρθενομάρτυραΜυρόπη επιβεβαιώνεται για μία ακόμη φορά ο λόγος του αποστόλου Παύλου ότι «ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς τηνμέλλουσαν εις ημάς αποκαλυφθήναι δόξαν», δεν «ισοφαρίζουν» τα δεινά τηςπαρούσης ζωής τη δόξα που πρόκειται να μας αποκαλυφθεί στη μέλλουσα ζωή.Πράγματι, συγκρίνοντας τα μαρτύρια που πέρασε η αγία με τη δόξα που τώρακατέχει ενώπιον του Κυρίου Ιησού Χριστού, θα έλεγε κανείς ότι είναι τα ελάχισταμπροστά στα μέγιστα. Ο υμνογράφος της αγίας, εκφράζοντας τη συγκεκριμένη πίστηεπ’ αυτού της Εκκλησίας μας, την παρουσιάζει με τρόπο εκθαμβωτικό: «Καλλιμάρτυς Μυρόπη, και Χριστού Νύμφηάφθορε, νυν Αυτώ παρεστώσα ως ωραία και πάγκαλος, ως λίθους φαιδρούς καιδιαυγείς, τα στίγματα φέρουσα σαρκός, και αιμάτων την πορφύραν ως βασιλίςπερικειμένη ένδοξε». (Καλλιμάρτυς Μυρόπη και άφθορη νύμφη του Χριστού, τώραπου στέκεσαι ενώπιόν Του γεμάτη ωραιότητα και ομορφιά, έχοντας πάνω στη σάρκασου τα στίγματα του μαρτυρίου σου σαν λαμπρούς και διαυγείς πολύτιμους λίθουςκαι φορώντας σαν βασίλισσα την πορφύρα από το χρώμα των αιμάτων σου). Βασίλισσαλοιπόν που «συμβασιλεύει Αυτώ» η αγίαΜυρόπη, με την πολύτιμη πορφύρα των βασιλιάδων και τα λαμπρά πετράδια: να ηεικόνα της στη Βασιλεία του Θεού.
Οι ύμνοι της Εκκλησίας μαςέχοντας ως «εργαλείο» το όνομά της δίνουν μία συνολική ερμηνεία της κατάΧριστόν ζωής της, και ενόσω ζούσε και μετά το μαρτυρικό τέλος της. Ενώ ξεκινούναπό το συγκεκριμένο γεγονός με το οποίο ονομάστηκε «Μυρόπη», δηλαδή τη λήψη τουαγίου μύρου από τον τάφο της αγίας Ερμιόνης και την προσφορά του στους πιστούς(«Μύρον δεχομένη ευλαβώς, πάσι τοιςπιστούς εχορήγεις αφθόνως, πάνσεμνε, εκ του θείου μνήματος της Ερμιόνης ποτέ,και εκ τούτου της κλήσεως έτυχες Μυρόπη»), ανάγουν το μύρο αυτό σεπνευματικό επίπεδο, ότι δηλαδή η αγία πια με την κατά Χριστόν πολιτεία της καιτο θαυμαστό μαρτύριό της έγινε και η ίδια μύρο, που προσφέρεται στον Χριστό («Μύρα προσεκόμισας Χριστώ, παρθενίαν άσπιλον,και τους ιδρώτας των πόνων σου, θείως βιώσασα, πάνσεμνε Μυρόπη, είτα και τοαίμα σου, και όλην σε αυτήν ολοκάρπωμα και θύμα άμωμον»), για να τοπροεκτείνουν έπειτα και στη μυροβολία της ίδιας από τον τάφο της, με την οποίααγιάζει έκτοτε τους πιστούς των μετέπειτα εποχών («Φερωνύμως άφθονα, ω αθληφόρε Μυρόπη, μύρα βρύεις χάριτας, τας τωνθαυμάτων και νέμεις, άπασι τοις δεομένοις και εκζητούσι, πίστει τε και ευλαβείαπροσερχομένοις, τη σορώ σου τη πανσέπτω, ήτις κατέχει μάρτυς την κόνιν την σην»,δηλαδή: Όπως το λέει και το όνομά σου, αθληφόρε Μυρόπη, δίνεις και μοιράζειςάφθονα μύρα, δηλαδή τις χάρες των θαυμάτων σου, σε όλους που έχουν ανάγκη καιτις ζητούν και προσέρχονται με πίστη και ευλάβεια στην πάνσεπτη σορό σου, ηοποία κατέχει τη δική σου σκόνη των λειψάνων).
Ο υμνογράφος δεν αναφέρεταιμόνον μ’ ένα γενικό τρόπο στο ότι έγινεκαι η ίδια η Μυρόπη πνευματικό μύρο με την αγία ζωή της. Ως καλός γνώστης τηςπνευματικής ζωής εμβαθύνει και μας αποκαλύπτει με θείο φωτισμό τον εσωτερικόαγώνα της αγίας, προκειμένου να εξαλείψει ό,τι εμπαθές και βρώμικο δημιουργείτο σαρκικό φρόνημα και να φανερωθεί στην ύπαρξή της η χάρη του Θεού. «Εις οσμήν των μύρων σου δραμούσα, Χριστέ,Μυρόπη η πανθαύμαστος, τα δυσώδη πάθη της σαρκός, εγκρατεία, νήψει και προσευχήαπενέκρωσε, δάκρυσι τε εμπόνοις την ψυχήν εκκαθάρασα, εις το στάσιον ήλασε τηςαθλήσεως». (Τρέχοντας, Χριστέ, η πανθαύμαστη Μυρόπη, για να οσμιστεί ταμύρα σου, απονέκρωσε τα βρώμικα πάθη του αμαρτωλού φρονήματος, καθαρίζοντας τηνψυχή της με εγκράτεια, με νήψη και προσευχή, και με έμπονα δάκρυα). Κι είναιαυτή η πνευματική πραγματικότητα που δεν κουράζεται να σημειώνει διαρκώς ηΕκκλησία μας: κανείς δεν μπορεί να γευτεί τον Χριστό, να Τον νιώσει στην ύπαρξήτου, αν δεν αγωνιστεί «νομίμως»,δηλαδή με την άσκηση της εγκρατείας και της τηρήσεως των εντολών Του. Είναιτούτο η προϋπόθεση, προκειμένου κανείς να είναι έτοιμος και για το μαρτύριο,σαν την αγία Μυρόπη. Έτσι καταλαβαίνουμε αυτό που αδιάκοπα φωνάζει η Εκκλησίαμας, ότι πρέπει πάντοτε να είμαστε έτοιμοι ακόμη και για μαρτύριο, αρκείβεβαίως να μην εγκαταλείπουμε τον πνευματικό αγώνα.
Δεν θέλουμε να μη φέρουμεσε φως όμως και μία εικόνα εξαίσιας έμπνευσης του υμνογράφου μας, ο οποίοςσχετίζει την εορτή της αγίας με το υπερφυές γεγονός των Χριστουγέννων πουπροσδοκούμε να εορτάσουμε λαμπρώς σε λίγες ημέρες. «Μάγουςαστήρ οδηγήσας, δορωφόρως σοι τω νοητώ της δικαιοσύνης ηλίω παρέστησε, Χριστέ ο Θεός, υπέρ ημώννηπιάσαντι, το φως δε του θείου νόμου την καλλιπάρθενον Μυρόπην ποδηγετήσαν, ενδεξιά καθημένω του Πατρός, αντί μεν χρυσού, την της παρθενίας λαμπρότητα, αντίδε λιβάνου, φερωνύμως τα μύρα των αρετών, και αντί σμύρνης, τον υπέρ σουεκούσιον θάνατον, δωροφορούσαν ανήγαγεν» (Χριστέ Θεέ μας, ο αστέρας αφούοδήγησε τους μάγους που έφερναν τα δώρα σε Σένα τον νοητό ήλιο της δικαιοσύνης,που έγινες νήπιο για χάρη μας, τουςέφερε ενώπιόν Σου. Το φως δε του θείου νόμου, αφού καθοδήγησε την καλλιπάρθενηΜυρόπη, την ανέβασε σε Σένα, που κάθεσαιστα δεξιά του Πατέρα, φέρνοντας μαζί της ως δώρα, αντί για χρυσάφι τηλαμπρότητα της παρθενίας της, αντί για λιβάνι, όπως το λέει το όνομά της, ταμύρα των αρετών της, και αντί για σμύρνα τον για Σένα εκούσιο θάνατό της).
Η δωροφορία αυτή της αγίαςΜυρόπης στον ενανθρωπήσαντα Θεό μας είναι και η μόνη που πρέπει και εμείς ναέχουμε υπόψη μας, ενόψει των Χριστουγέννων. Ο Χριστός δεν θέλει τίποτε άλλο απόεμάς ως δώρο για την εορτή Του πλην των αρετών μας. Κι αυτό σημαίνει στηνπραγματικότητα την προσφορά της μετανοίας μας, την κατάθεση σ’ Αυτόν τωναμαρτιών μας, για να τις καθαρίσει. Ό,τι ζήτησε ο Ίδιος και από τον άγιοΙερώνυμο στον ανάλογο δικό του προβληματισμό περί του τι να Του προσφέρει ωςδώρο Χριστουγέννων: «τις αμαρτίες σου, Ιερώνυμε, για να τις καθαρίσω».