Οι φωτιστές των εθνών
Γράφει ο π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης
α) Ο Κύριος μετά την Ανάσταση παρήγγειλε στους μαθητές να πάνε στη Γαλιλαία, όπου τους συνάντησε για τελευταία φορά πριν από την Ανάληψη σε ένα βουνό.
Εκείνοι, όταν τον είδαν, τον προσκύνησαν· ορισμένοι όμως δίσταζαν και είχαν ακόμη αμφιβολίες. Ο Αναστάς τούς έδωσε μια ύστατη εντολή: «Πηγαίνετε να κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη. Βαπτίστε τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και διδάξτε τους να τηρούν όλες τις εντολές που σας έδωσα. Κι εγώ πάντοτε θα είμαι μαζί σας ως τη συντέλεια του κόσμου» (Ματθ. 28,19-20).
β) Οι απόστολοι, υπακούοντας στον Διδάσκαλό τους, απέβαλαν τον φόβο και τους δισταγμούς και φωτισμένοι από το Άγιο Πνεύμα διεσπάρησαν μετά την Πεντηκοστή σε όλα σχεδόν τα μέρη της γης, για να μεταφέρουν το φως του Ευαγγελίου στους λαούς του κόσμου.
Αλλά και στη συνέχεια η Εκκλησία, άλλοτε πιο οργανωμένα και άλλοτε συγκυριακά, φρόντιζε να εκχριστιανίζει ειδωλολατρικά και βαρβαρικά έθνη. Αλλά και το βυζαντινό κράτος ενδιαφερόταν για τον εκχριστιανισμό γειτονικών κυρίως λαών, αφού προτιμούσε να συνορεύει με χριστιανούς, με τους οποίους θα μπορούσε να συνεννοείται καλύτερα, παρά με άπιστους και απολίτιστους βαρβάρους.
γ) Ακόμη και φαινομενικά τυχαία περιστατικά συνέβαλαν στη διάδοση του ευαγγελίου. Ο εκχριστιανισμός της Ιβηρίας έγινε χάρη στην αγία Νίνα ή Νουνία, που στις συναξαριακές διηγήσεις εμφανίζεται ως πρώτη εξαδέλφη του αγίου Γεωργίου. Όταν η αγία Νίνα βρέθηκε στη χώρα αυτή ως αιχμάλωτη, κήρυξε τη χριστιανική αλήθεια και το κήρυγμά της συνοδεύτηκε από θαυμαστά γεγονότα. Έτσι πίστεψαν πρώτα τα μέλη της βασιλικής οικογένειας και ύστερα ζήτησαν από τον Μ. Κωνσταντίνο στην Κωνσταντινούπολη να τους στείλει ιερείς και επισκόπους, για να οργανώσουν την εκκλησία τους, πράγμα που έγινε. Σύμφωνα με ορισμένους, η περιοχή της Γεωργίας πήρε το όνομά της από τον άγιο Γεώργιο τον Τροπαιοφόρο, διότι προφανώς η ισαπόστολος Νίνα διηγούνταν στους Ίβηρες-Γεωργιανούς το μαρτύριο του αγίου, με αποτέλεσμα να τον θαυμάζουν και να τον τιμούν.
δ) Κατά τον 9ο αιώνα δύο αδελφοί από τη Θεσσαλονίκη, οι άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος, ανέλαβαν μεγάλη αποστολή να έλθουν σε επικοινωνία καταρχήν με τους Άραβες και στη συνέχεια να μεταφέρουν τη χριστιανική πίστη στους Χαζάρους. Και οι δύο διέθεταν υψηλό επίπεδο μόρφωσης αλλά και βαθιά ευσέβεια. Σπούδασαν αρχικά στη Θεσσαλονίκη και ύστερα στην Ανωτέρα Σχολή της Μαγναύρας, στην Κωνσταντινούπολη, όπου είχαν ως καθηγητές τον Λέοντα φιλόσοφο ή μαθηματικό και τον Μέγα Φώτιο. Στον Βίο του αγίου Κυρίλλου αναφέρεται ότι επισκέφθηκε τους Σαρακηνούς μουσουλμάνους και συνομίλησε μαζί τους για θέματα πίστεως και μάλιστα για το δόγμα της Αγίας Τριάδος. Η αποστολή αυτή δεν είχε κάποιο ορατό αποτέλεσμα.
ε) Άλλη αποστολή από τους δύο θεσσαλονικείς αδελφούς έγινε προς τους Χαζάρους, λαό τουρανικής καταγωγής που ήταν εγκαταστημένοι στην περιοχή της Κριμαίας, την Αζοφική θάλασσα και τον Καύκασο, χωρίς θρησκευτική ομοιογένεια. Άλλοι από αυτούς πίστευαν στην ιουδαϊκή θρησκεία, άλλοι ήταν μουσουλμάνοι και άλλοι ειδωλολάτρες. Με κάθε ομάδα συνομίλησαν ξεχωριστά και σε καθεμία οι δύο ιεραπόστολοι προσκόμιζαν διαφορετικά επιχειρήματα. Το αποτέλεσμα ήταν διακόσιοι ειδωλολάτρες να βαπτιστούν χριστιανοί.
στ) Το σημαντικότερο όμως ιεραποστολικό και εκπολιτιστικό έργο οι δύο αδελφοί ανέπτυξαν στην περιοχή της Μοραβίας μεταξύ των Σλάβων. Ο μοραβός ηγεμόνας Ραστισλάβ έστειλε το 862 μήνυμα προς τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’ (842-867) και ζητούσε σλαβομαθείς να διδάξουν στη γλώσσα του τη χριστιανική διδασκαλία. Πράγματι ο αυτοκράτορας ανέθεσε στον «φιλόσοφο» Κύριλλο και τον αδελφό του Μεθόδιο την αποστολή αυτή. Ο Θεός ύστερα από θερμή προσευχή αποκάλυψε στον άγιο Κύριλλο τη γλαγολιτική γραφή, στην οποία μεταφράστηκαν το Ευαγγέλιο, η θεία Λειτουργία και άλλες ακολουθίες. Αργότερα ο άγιος Μεθόδιος μετέφρασε την Παλαιά Διαθήκη.
ζ) Το έργο όμως αυτό συνάντησε αντιδράσεις στη Ρώμη και τη Βενετία. Λατίνοι επίσκοποι, ιερείς και μοναχοί είπαν ότι γνωρίζουν τρεις γλώσσες, με τις οποίες δοξάζεται ο Θεός: την εβραϊκή, την ελληνική και τη λατινική. Ευτυχώς ο πάπας Αδριανός υποστήριξε τους δύο αδελφούς και απέκρουσε τους τριγλωσσίτες. Ο Κύριλλος πέθανε στη Ρώμη και τον έθαψαν στον ναό του αγίου Κλήμεντος. Ο Μεθόδιος, έπειτα από διώξεις και φυλακίσεις εξαιτίας των βαυαρών επισκόπων, έγινε αρχιεπίσκοπος Μοραβίας, συνέχισε το ιεραποστολικό έργο και πέθανε ειρηνικά, ενώ ο λαός τον τίμησε με πάνδημη κηδεία. Οι δύο άγιοι, που η μνήμη τους τιμάται στις 11 Μαΐου, εκφράζουν το πνεύμα της ορθόδοξης εκκλησίας, η οποία αφενός οριοθετεί την ορθόδοξη πίστη, αφετέρου τη μεταφέρει ατόφια με όποιο μέσο κρίνει πρόσφορο σε κάθε άνθρωπο και σε κάθε μέρος της Γης.