Το τζαμί αναμένει τη νέα κυβέρνηση
Η μελέτη προβλέπει μονώροφα κτίσματα με μέγιστη κάλυψη 800 τ.μ. και περίκλειστη αυλή με κρήνη στο μέσον
Ετοιμο προς παράδοση θα ήταν αυτές τις ημέρες το ισλαμικό τέμενος των Αθηνών στον Βοτανικό εάν ο υπουργός Υποδομών κ. Μ. Βορίδης είχε δώσει το «πράσινο φως» για τη δημοπράτηση και την έναρξη της κατασκευής του την περίοδο του διορισμού του στην κυβέρνηση του κ. Λ. Παπαδήμου. Τα τεύχη του διαγωνισμού ήταν έτοιμα και οι απαιτούμενοι πόροι, ύψους 750.000 ευρώ, θα προέρχονταν από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων του υπουργείου Παιδείας. Η κατασκευή του όμως «πάγωσε».
Αυτό επισημαίνουν κύκλοι κοντά στην υπόθεση, οι οποίοι σημειώνουν ότι ο κ. Βορίδης, ο οποίος είχε ψηφίσει στο Κοινοβούλιο ενάντια στη δημιουργία του τζαμιού, απέφυγε να ασχοληθεί με το ζήτημα του τεμένους «όπως ο διάολος το λιβάνι» και μάλιστα προτίμησε να αφήσει αναπάντητη σχετική γραπτή ερώτηση στη Βουλή, κάτι που αποτελεί για τον ίδιο εξαίρεση, αφού απαντούσε αφότου ανέλαβε υπουργός σε όλες τις ερωτήσεις των βουλευτών.
«Τεράστια καχυποψία»
Ενδεικτικό των προθέσεών του ήταν πως όταν κατά τη διάρκεια της ψήφισης του νομοσχεδίου είχε γίνει η σχετική συζήτηση στο Κοινοβούλιο σημείωνε ότι «η ελληνική κοινωνία βλέπει με τεράστια καχυποψία και αντίρρηση αυτό το εγχείρημα». Παρέπεμπε, δε, σε ψήφισμα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΟΑΣΕ που αναγνωρίζει «επιθέσεις εναντίον των χριστιανών και των εκκλησιών και καλεί τα κράτη να λάβουν μέτρα για την προστασία πλέον των χριστιανών».
Δεδομένου ωστόσο ότι η ανέγερση του τεμένους προβλέπεται από τον νόμο, αλλά και ότι όλα είναι έτοιμα προκειμένου να δημοπρατηθεί το έργο, το «μπαλάκι» ούτως ή άλλως θα περάσει στην κυβέρνηση που θα αναδείξουν οι σημερινές κάλπες. Αλλωστε, όπως εκτιμούν οι ίδιες πηγές, η δημιουργία του τεμένους θα αποτελέσει και πολιτική «βαλβίδα αποσυμπίεσης» της διεθνούς εικόνας της χώρας για το αντιμεταναστευτικό κλίμα των ημερών και θα αναδείξει θετικά τη χώρα μας στον μουσουλμανικό κόσμο, ιδίως σε εύπορες και «αναδυόμενες» χώρες, από τις οποίες προσμένουμε οικονομική συνεργασία.
«Το Βήμα της Κυριακής» εξασφάλισε ολόκληρη τη μελέτη του έργου, καθώς και τις μακέτες που απεικονίζουν την τελική μορφή που θα έχει ο υπό σχεδιασμό θρησκευτικός χώρος στον Βοτανικό. Η κατασκευή του τζαμιού, το οποίο θα είναι προσωρινό αφού (θεωρητικά) έχει προγραμματιστεί η δημιουργία ενός κανονικού τεμένους μελλοντικά, θα είναι απλή, λιτή και συμβατή με το βιομηχανικό περιβάλλον της περιοχής, ενώ θα έχει χωρητικότητα 350 ατόμων. Το υπάρχον κτίριο που θα χρησιμοποιηθεί είναι ένα παλαιό και βιομηχανικού τύπου υπόστεγο, επιφάνειας 1.017 τετραγωνικών μέτρων, που αντιμετωπίζει αρκετά προβλήματα.
Σύμφωνα με την τεχνική περιγραφή του Γραφείου Μελετών Αλέξανδρου Τομπάζη, «το υπάρχον κτίριο του πρώην Συνεργείου του Πολεμικού Ναυτικού, που θα στεγάσει το τέμενος, διατηρείται μόνο ως προς τους πλαϊνούς τοίχους». Αυτό γίνεται διότι η στέγη του υπάρχοντος κτιρίου είναι σε κακή κατάσταση, δεν ανταποκρίνεται σε αντισεισμικούς κανονισμούς και απαιτείται η καθαίρεση και η αντικατάστασή της.
Επίσης, ο προσανατολισμός του κτιρίου δεν είναι ακριβής ως προς την κατεύθυνση της Μέκκας και δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες των πιστών. «Είναι προφανές ότι η καθαίρεση όλου του κτιρίου και η εκ νέου ανέγερση ενός μικρότερου κατάλληλου για τη νέα χρήση θα ήταν ταχύτερη και οικονομικότερη. Ομως λόγοι αδειοδότησης και όρων δόμησης απαιτούν τη διατήρηση του υπάρχοντος κελύφους έστω και κατά ένα τμήμα του και τη συμπλήρωσή του με νέες, ελαφριές κατασκευές» σημειώνεται στην τεχνική περιγραφή της μελέτης.
«Συνεπώς, μέσα στο υπάρχον πλαίσιο δημιουργείται στραμμένος προς τη σωστή κατεύθυνση της Μέκκας ο κύριος λατρευτικός χώρος των ανδρών και τα βοηθητικά αυτού (χώροι υγιεινής και καθαριότητας), καθώς και ο χώρος του ιμάμη με τον προθάλαμο της εισόδου. Ο λατρευτικός χώρος των γυναικών και τα αντίστοιχα βοηθητικά αυτού προτείνονται εκτός περιγράμματος, προς τον χώρο των υφιστάμενων tolls που θα καθαιρεθούν. Οι κλειστοί χώροι είναι μονώροφα κτίσματα με μέγιστη συνολική κάλυψη 800 τ.μ.» αναφέρεται.
Η νέα κατασκευή
«Στη συνέχεια της εισόδου δημιουργείται μια περίκλειστη αυλή, που αποτελεί τη συνέχεια του κλειστού χώρου του τεμένους και η οποία περιβάλλεται από τοίχους ύψους 3 μέτρων και υπόστεγο σκιασμένο χώρο για ξεκούραση και συναναστροφή. Στο κέντρο της αυλής προτείνεται υδάτινη διαμόρφωση για λειτουργικούς, αλλά και βιοκλιματικούς λόγους» προβλέπεται στη μελέτη.
«Η νέα κατασκευή θα έχει φέροντα μεταλλικό σκελετό. Οι εξωτερικοί νέοι τοίχοι θα ενσωματώνουν τον μεταλλικό σκελετό και εξωτερικά θα έχουν πανέλα αλουμινίου με μόνωση, ενώ εσωτερικά θα καλύπτονται με διπλή γυψοσανίδα. Από γυψοσανίδα θα είναι και η ψευδοροφή των λατρευτικών χώρων και χώρων υγιεινής. Οι εξωτερικοί τοίχοι της αυλής θα είναι από διάτρητη κατασκευή, η οποία θα καλύπτει και την οριζόντια στέγη της πέργκολας για τη σκίαση» σημειώνεται. Σύμφωνα με τη μελέτη, έχει προβλεφθεί και κάποια κατακόρυφη σύνθεση σε ανάμνηση του παραδοσιακού μιναρέ.
Αττική
120 ημιπαράνομοι χώροι προσευχής
120 ημιπαράνομοι χώροι προσευχής
Στην Αττική λειτουργούν ατύπως ως τεμένη περισσότεροι από 120 χώροι, η πλειονότητα των οποίων δεν διαθέτει τους όρους και τις προϋποθέσεις γι' αυτόν τον σκοπό. Σύμφωνα με τα ως σήμερα γνωστά στοιχεία, στην πρωτεύουσα ζουν περίπου 30.000 νόμιμοι μετανάστες, οι οποίοι προέρχονται από μουσουλμανικές χώρες, και δεκάδες χιλιάδες παράνομοι, ενώ υπάρχει και μια μικρή κοινότητα ελλήνων μουσουλμάνων, οι οποίοι στην πλειονότητά τους προέρχονται από τη Θράκη.
Μετά την ολοκλήρωσή του το τέμενος θα παραχωρηθεί δωρεάν στο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία Διοικούσα Επιτροπή Ισλαμικού Τεμένους Αθηνών, που συστάθηκε με νόμο του 2006, ενώ θα λειτουργεί υπό την εποπτεία του υπουργείου Παιδείας.
Το κόστος του έργου θα ανέλθει σε 750.000 ευρώ, ενώ με τις αμοιβές των συμβούλων και τον ΦΠΑ θα αγγίξει το 1 εκατ. ευρώ. Παράλληλα μελετώνται και κυκλοφοριακές ρυθμίσεις, καθώς στο συγκεκριμένο σημείο η προσβασιμότητα των πεζών είναι προβληματική. Για την υλοποίηση του έργου αρμόδια είναι η Ειδική Υπηρεσία Δημοσίων Εργων Κτιριακών του υπουργείου Υποδομών, όμως οι δαπάνες μετασκευής θα βαρύνουν το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων του υπουργείου Παιδείας.