Τα θρησκευτικά και οι θεολόγοι
Μέσα στο καυτό πρόβλημα επιβίωσης,που αντιμετωπίζουν όλο και περισσότεροι Έλληνες, τα άλλα ζητήματα έχουν περάσειστο περιθώριο και είναι λογικό αυτό. Ένα από αυτά είναι η διδασκαλία των θρησκευτικώνστα σχολεία. Συνάδελφος μου παρατήρησε ότι δεν έχω έως τώρα ασχοληθεί με τοθέμα και μου είπε ότι είναι ευκαιρία να το κάνω μετά το άρθρο του επ.Αντιπροέδρου του ΣτΕ κ. Αν. Μαρίνου, που δημοσιεύθηκε σε αθηναϊκή εφημερίδα καιαναδημοσιεύτηκε σε blogs.Ο κ. Μαρίνος περιέγραψε το πώς αντιμετωπίστηκε το μάθημα των Θρησκευτικών στις Κυβερνήσεις από το 1974 έως σήμερα καιτις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Στο πώς πρέπει να διδάσκεται στασχολεία το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι εύκολο να απαντήσει κανείς. Είναιένα δύσκολο θέμα. Χρειάζεται παιδαγωγικό ταλέντο, ικανότητα στα ελληνικά, βαθιάγνώση της Ορθόδοξης Θεολογίας, αντίληψη της σημερινής πραγματικότητας. Είναι ηαπόδοση του δυσκολότερου μαθήματος, γιατί δεν απευθύνεται στη λογική τουμαθητή, αλλά στην ψυχή και στη λογική του.
Το ένα λοιπόν ζήτημα είναι ηαντιμετώπιση του μαθήματος των θρησκευτικών από την εκάστοτε κυβέρνηση. Το άλλοζήτημα είναι η αντιμετώπιση του ζητήματος από τους θεολόγους, είτε είναι οιΘεολογικές σχολές, είτε είναι η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, είτε είναι οι κατάτόπους Ενώσεις Θεολόγων, είτε είναι ομάδες που εκφράζουν τάσεις ως προς τηνπαρουσία της Θεολογίας στη σύγχρονη κοινωνία. Πριν όμως από το ζήτημα τωντάσεων των θεολόγων είναι το τί θεολόγοι βγαίνουν από τα Πανεπιστήμια και ποιοείναι το μέλλον των Θεολογικών Σχολών. Σχετικό είναι το ερώτημα αν οι σημερινοίδιδάσκοντες είναι άξιοι συνεχιστές των μεγάλων προσωπικοτήτων που πέρασαν απόαυτές και αν οι φοιτητές τους εισήλθαναπό πόθο προς την ιερά επιστήμη, ή λόγω του εκπαιδευτικού συστήματος. Δυστυχώς αν εισέλθει κανείς στα ενδότερα τωνΘεολογικών Σχολών απογοητεύεται.
Στη σημερινή δυσάρεστη κατάσταση γιαΘεολογικές Σχολές και θεολόγους για τομάθημα των θρησκευτικών έχει προβληθεί η άποψη του κ. Σταύρου Γιαγκάζογλου, οοποίος ορίστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο διευθυντής συντάξεως τουεπιστημονικού περιοδικού της Εκκλησίας της Ελλάδος "Θεολογία". Από τη θέση αυτή στοπαρελθόν έχουν περάσει σπουδαίοι καθηγητές πανεπιστημίου. Οι απόψεις του κ.Γιαγκάζογλου και όσων τις υποστηρίζουν δεν είναι απλή, ούτε πρέπει νααντιμετωπίζεται με αφορισμούς, που δείχνουν αδυναμία επιχειρημάτων. Ο κ.Γιαγκάζογλου και οι άλλοι θεολόγοι του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου υποστηρίζουνότι στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο πρέπει το μάθημα να γίνει "ανοικτό,πλουραλιστικό, με γνωσιακό και παιδαγωγικό χαρακτήρα, που θα ανοίγεται στιςμεγάλες χριστιανικές παραδόσεις (Ρωμαιοκαθολικισμός, Προτεσταντισμός) και στιςμεγάλες θρησκείες που μας ενδιαφέρουν για το σήμερα (Ισλάμ, Ιουδαϊσμός) […] Όλααυτά θα πρέπει να περάσουν στο μαθητή, αλλά με έναν χαρακτήρα παιδαγωγικό καιγνωσιακό και όχι χαρακτήρα μύησης στη πίστη, διότι αυτή η υπόθεση είναι πάραπολύ σοβαρή, αλλά η κατήχηση δεν μπορεί να είναι έργο της πολιτείας και του σχολείου,καθώς ξεκάθαρα αποτελεί υπόθεση και έργο της Εκκλησίας". Είναι σαφές ότιυποστηρίζεται η μετατροπή του μαθήματος σε θρησκειολογικό.
Ως προς το Λύκειο ο κ. Γιαγκάζογλουπροτείνει "ένα νέο, εναλλακτικό μάθημα, το οποίο θα λέγεται ΦιλοσοφικήΗθική, το οποίο θα βαθμολογείται κανονικά και θα είναι απολύτως ανοικτό στουςπάντες και κανένας μαθητής - ακόμη και ετερόδοξος ή αλλόθρησκος - δεν θα μπορείνα έχει επιχειρήματα να μην το παρακολουθήσει". Δηλαδή δέλεαρ ή κίνητρο για την μετατροπή του θρησκευτικού μαθήματος σε φιλοσοφικόαποτελεί ότι αυτό θα είναι υποχρεωτικό για όλους τους μαθητές, ενώ τοομολογιακό είναι προαιρετικό.
Οι απόψεις του κ. Γιαγκάζογλουταιριάζουν με αυτές του καθηγητού κ. Γ.Χ. Σωτηρέλη, συμβούλου του πρ.Πρωθυπουργού κ. Κ. Σημίτη, και άλλων καθηγητών, όπως των κ.κ. Μιχ. Σταθόπουλουκαι Νικ. Αλιβιζάτου, με τις οποίες πάντως διαφωνεί ο καθηγητής και αντιπρόεδροςτης σημερινής κυβερνήσεως κ. Ευάγγελος Βενιζέλος. Ο κ. Σωτηρέλης θέλοντας ναενισχύσει την άποψη του περί της μετατροπής του μαθήματος των θρησκευτικών σεθρησκειολογικό αναφέρει ότι τέτοιο είναιτο μάθημα σε χώρες, όπως η Αγγλία, η Δανία και η Σουηδία, οι οποίες έχουνπαρεμφερή δεδομένα ( σ.σ. με την Ελλάδα) τόσο σε συνταγματικό επίπεδο, με τηναναγνώριση "επίσημων" θρησκειών, παραδοσιακά και πολλαπλάδιασυνδεδεμένων με το κράτος, όσο και σε αριθμητικό επίπεδο, με τη συντριπτικήυπεροχή των οπαδών (σ.σ. sic)αυτών των θρησκειών.
Η άποψη των κ.κ. Γιαγκάζογλου,Σωτηρέλη κ.λ.π. είναι, κατά τη γνώμη μου, λανθασμένη από άποψη ουσίας, καιδημοκρατικής τάξεως. Από άποψη ουσίας, γιατί δεν είναι δυνατό να μεταφέρονταιστην Ελλάδα μοντέλα άλλων χωρών με τελείως διαφορετικές παραδόσεις. Δεν είμαστειθαγενείς για να παίρνουμε ως παράδειγμα αυτό των "εκπολιτιστών" μας,αγνοώντας αν ταιριάζει ή όχι στην ιδιοπροσωπία μας. Ο ιδεολογικός φανατισμόςκαι η διάθεση δικαιολόγησης του δημιουργούν χάσματα λογικά. Έτσι λ.χ. η σχέσητης Πολιτείας με την Εκκλησία στην Αγγλία δεν έχει καμία σχέση με αυτήν πουέχει αναπτυχθεί στην Ελλάδα. Η Αγγλικανική Εκκλησία προέκυψε μετά απόπραξικοπηματική ενέργεια του Ερρίκου του Η' κατά του Βατικανού και ανέλαβε οίδιος αρχηγός της Εκκλησίας, κάτι που ακολουθούν και οι διάδοχοί του. ΣτηνΕλλάδα μέσα από τη σκλαβιά και τους αγώνες για την ανεξαρτησία και την απελευθέρωσηζυμώθηκε η σχέση και έγινε συστατικό της ταυτότητας μας. Οι ίδιοι οι αγωνιστέςγια την ελευθερία της χώρας ζήτησαν ναυπάρχει αυτή η σχέση και ο πρώτος τηςΚυβερνήτης την καθιέρωσε. Γράφει σχετικά ο Ευάγγελος Βενιζέλος: "Συζητούμε για τη σχέση ( σ.σ. στην Ελλάδα) του κράτους με μία εκκλησία που δενπροέκυψε ως προϊόν αντίθεσης της κοινωνίας προς μία κατεστημένη εκκλησιαστικήτάξη, περιβεβλημένη μάλιστα και με πολιτειακό μανδύα εξουσίας, όπως συνέβη μετις προτεσταντικές εκκλησίες, που προέκυψαν μέσα από την αντίθεση τους με τορωμαιοκαθολικισμό και επηρεάστηκαν εκ του λόγου τούτου, ως προς τον τρόπο τηςοργάνωσης τους".
Επί της ουσίας πάλι, αν ο κ.Σωτηρέλης θέλει να ακολουθηθεί οπωσδήποτε ένα ξένο μοντέλο, γιατί να μην είναιαυτό του Βελγίου, της Αλσατίας στη Γαλλία, της Ιταλίας, ή της Γερμανίας; Γιατίκάνει την επιλογή που τον συμφέρει ιδεολογικά; Στο Βέλγιο το μάθημα τωνθρησκευτικών είναι ομολογιακό. Το Βέλγιο είναι πολυεθνική και πολυπολιτισμικήχώρα, αλλά τα παιδιά δεν στερούνται του ομολογιακού τους μαθήματος. Οιμαθήτριες και οι μαθητές έχουν να επιλέξουν τη διδασκαλία του μαθήματος τωνθρησκευτικών ανάλογα με το πού θρησκευτικά ανήκουν, σε μια από τις γνωστέςθρησκείες, Καθολικισμό, Προτεσταντισμό, Ορθοδοξία, Ιουδαϊσμό, Ισλάμ και, ανδηλώνουν ότι δεν ανήκουν σε κάποια από τις θρησκείες αυτές, διδάσκονται γενικήηθική. Στην Αλσατία υποχρεωτικά διδάσκεται το ομολογιακό μάθημα ξεχωριστά στουςμαθητές και μαθήτριες στον Καθολικισμό, στον Λουθηρανικό Προτεσταντισμό, στονΜεταρρυθμισμένο Προτεσταντισμό και στον Ιουδαϊσμό. Στην Ιταλία το μάθημα είναιυποχρεωτικά ομολογιακό και παρόμοιες προτάσεις με αυτές του κ. Γιαγκάζογλου καιτων κ.κ. Σωτηρέλη, Αλιβιζάτου κ.λ.π. δεν έχουν περάσει έως σήμερα. Στη Γερμανίατο μάθημα έχει "φιλοσοφικο - θρησκευτική" διάσταση και είναιεγγυημένο από το Σύνταγμα. Από όσα προαναφέρθηκαν το ερώτημα που προκύπτειείναι αν αυτές οι χώρες δεν είναι "δημοκρατικές" και καταπιέζουν τουςαθέους και όσους δεν θέλουν ναπαρακολουθήσουν το μάθημα των θρησκευτικών…
Σημειώνω πως αν τομάθημα καταστεί θρησκειολογικό - φιλοσοφικό θα πρέπει να αλλάξει η δομή και τοπρόγραμμα των θεολογικών σχολών. Για να μπορούν οι απόφοιτοι τους να διορίζονται στα σχολεία, μόνη τους επαγγελματικήδιέξοδο, θα πρέπει να παύσουν να είναι θεολογικές και να καταστούνανθρωπιστικών και φιλοσοφικών σπουδών, με υπαρκτό πλέον τον κίνδυνο τηςαυτοκατάργησης και της αφομοίωσης τους από τις φιλοσοφικές σχολές. Αυτή θαείναι η ταφόπλακα των θεολογικών σπουδών στην Ελλάδα. Ίσως αυτό να επιδιώκεταιαπό κάποιους, θεολόγους και μη, που είναι κοντά στην εξουσία.
Ως προς την πρόταση του κ.Γιαγκάζογλου για το θρησκειολογικό καιφιλοσοφικό μάθημα, που πιστεύει πως θα είναι υποχρεωτικό και αποδεκτό από τους Ορθοδόξους και τους αθέους, τουςΕβραίους και τους Μουσουλμάνους. η άποψη μου είναι πως έχει έλλειψηδημοκρατικής ευαισθησίας και μάλλον ως ουτοπιστική ακούγεται. Περισσότεροπιθανό είναι το μάθημα να αποχρωματιστεί θεολογικά, να καταπιέζονται οι Έλληνες Ορθόδοξοι, να υποχωρήσει η Παράδοση τους και να μετατραπείσε κάτι που κανένα δεν θα ικανοποιεί, εκτός, ίσως, των αθέων. Αντί για τέτοιους ιδεολογικούς πειραματισμούς καιακροβατισμούς δεν θα ήταν πιο δημοκρατικό να διατηρήσει το μάθημα για τουςΟρθοδόξους Έλληνες τον ομολογιακό του χαρακτήρα και να επεκταθεί αυτός οχαρακτήρας στους μαθητές που δεν είναι Ορθόδοξοι, κάτι που ήδη γίνεται στη Σύροκαι στη Θράκη; Δημοκρατική πράξη είναι ηεπέκταση σε όλους του μαθήματος του θρησκευτικών και όχι η κατάργηση του.Γιατί, πέραν όλων των άλλων, η θρησκεία είναι παράγων πολιτισμού και ιδιαίτεραστην Ελλάδα η Ορθοδοξία αποτελεί την ψυχή και την ανάσα της, ιδιαίτερα στιςκρίσιμες τούτες ώρες. Όσοι θέλουν να την περιθωριοποιήσουν θέλουν ο λαόςμας να χάσει την ψυχή του.-
- Ευάγγελος Βενιζέλος " Οι σχέσεις Κράτους καιΕκκλησίας", Εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 2000.
- Γιώργος Χ. Σωτηρέλης " Θρησκεία και Εκπαίδευση",Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα, 1998.
- Παν. Δημητρόπουλος " Κράτος και Εκκλησία: Μια δύσκολησχέση", Εκδ. Κριτική, Αθήνα, 2001.
- Αντ. Μανιτάκης " Οι σχέσεις της Εκκλησίας με το κράτος- έθνος". Εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2000.
- Μιχ. Σταθόπουλου " Σχέσεις πολιτείας καιεκκλησίας", Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα, 1993
- "Τα θρησκευτικά ως μάθημα ταυτότητας καιπολιτισμού", Εισηγήσεις σεμιναρίου, Βόλος, 15-17 Μαϊου 2004.
- MireilleEstivalezes " Les religions dans l' enseignement laique", Ed. PUF,Paris, 2005.
- Νικ. Κομνηνός Χλέπας - Παν. Η. Δημητρόπουλος " Ζητήματαθρησκευτικής ελευθερίας στο χώρο της εκπαίδευσης", Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα,1997.