ΛΟΓΟΣ... ΤΗΣ ΕΣΧΑΤΗΣ ΩΡΑΣ «ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΩΤΗΡΙΑ...»
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρών κ.κ. Χρυσοστόμου
Ἡ χώρα ὁδηγήθηκε γιά μιά ἀκόμα φορά σέ ἐκλογές, προκειμένου νά προκύψῃ Κυβέρνηση σ’ αὐτό τόν τόπο, ὥστε ὁ Λαός νά βρῇ; τόν δρόμο του καί νά συνεχίσῃ μέ τίς ὅποιες δυσκολίες, τήν κοπιώδη πορεία του. Μιά πορεία πού δέν θά μοιάζῃ καθόλου μέ ὅσα ἔζησε στό παρελθόν, ἀφοῦ πολλά πράγματα πλέον ἔχουν ἀλλάξει. Ὁ Λαός πρέπει νά ξεχάσῃ πλέον τήν εὐμάρεια, τήν καλοπέραση καί ὅ,τι ἄλλο, πιθανῶς, ἀπελάμβανε μέχρι σήμερα.
Δέν γνωρίζει κανείς τί θά προκύψῃ ἀπό αὐτές τίς ἐκλογές. Δέν εἴμαστε βέβαιοι πῶς αὐτός ὁ ταλαιπωρημένος κόσμος θά ἐκφρασθῇ καί ποιές δυνάμεις θά ἐπηρεάσουν τό εἶναι του. Αὐτή ἡ ἀβεβαιότητα εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν ὅσων προηγήθηκαν ἀπό ὅσους εἶχαν, στά χέρια τους, τίς τύχες τῆς χώρας μας, μέχρι τώρα. Εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν λαθῶν, τῶν ἐπιπολαιοτήτων, τῆς ἀποϊεροποίησης τῆς ζωῆς, τῆς ἐξυπηρέτησις ξένων συμφερόντων καί τῆς ἔλλειψης ἀγάπης γι’ αὐτόν τόν τόπο.
Οἱ ἀναλύσεις ἔχουν γίνει. Οἱ αἰτίες γνωστές, τά ἀποτελέσματα χειροπιαστά. Προεκλογικά δόθηκαν πολλές συνεντεύξεις, ἀκούστηκαν ὅπως πάντοτε ὑποσχέσεις, ἔγιναν τηλεοπτικές συζητήσεις κλπ. Δέν γνωρίζω, ἄν μπόρεσαν οἱ ὁμιληταί νά πείσουν γιά τά προγράμματα, τά ὁποῖα θέλουν νά ἐφαρμόσουν γιά «τήν σωτηρία τῆς χώρας καί τήν ἔξοδό της ἀπό τήν κρίση». Φοβοῦμαι πώς ὅχι.
Εἶναι ἀλήθεια ὅμως, ὅτι τά ἑπόμενα χρόνια, ὅπως καί νά ἔχουν τά πράγματα, θά περάσωμε δύσκολες ἡμέρες καί θά γνωρίσωμε πρωτόγνωρες καταστάσεις.
Γνωρίζομε ὅλοι, ὅτι πολλά κακά συνέβησαν στό ἄμεσο ἤ ἀπώτερο παρελθόν. Ὅμως τό μεγαλύτερο ἀπ’ ὅλα ἦταν αὐτό πού προῆλθε ἀπό τίς ἑξῆς παραμέτρους.
α) Δόθηκε ὁ Ἕλληνας μέ πάθος στήν ὕλη. Πίστεψε, ὅτι ἦταν ἡ σωτηρία του. Τόν ἔσπρωξαν ἐπίτηδες, στήν εὐμάρεια, στήν ψεύτικη χαρά καί ἀπόλαυση. Τοῦ ἔταξαν ἀπατηλούς παραδείσους καί τόν ὁδήγησαν στόν ἐκτροχιασμό τῆς πορείας του.
β) Τόν ἔπεισαν, δυστυχῶς, ὅτι τά κοσμικά πράγματα ἀξίζουν περισσότερο ἀπό ὁ,τιδήποτε ἄλλο καί τόν μετέτρεψαν σέ κυνηγό τῶν κοσμικῶν ἡδονῶν.
γ) Τόν ὁδήγησαν μέ μαθηματική ἀκρίβεια καί μεθοδικότητα στήν παθιασμένη ζωή καί τόν ἔρριξαν μέ σύστημα στήν πνευματική καταστροφή, ἀφοῦ τόν ἔπεισαν ὅτι εἶναι ὅ,τι τρώει (ὡς ἔλεγε ὁ τραγικός Γερμανός φιλόσοφος Φόυερμπαχ). Γέμισαν τήν Ἑλλάδα μέ κέντρα διαφθορᾶς καί ἀποπροσανατόλισαν τήν πορεία τῶν νέων μας.
δ) Τόν ξέκοψαν ἀπό τίς πνευματικές του ρίζες, ρήμαξαν τήν ψυχή του, τόν «μαστούρωσαν» μέ τίς ἐξαρτησιογόνες οὐσίες, τόν νάρκωσαν ἠθικά, διέλυσαν τήν οἰκογένεια του, τόν ἔκαναν ἄπατρι. Κατέστρεψαν τήν οἰκονομία, ρήμαξαν τήν ὕπαιθρο, ἀλλοίωσαν τόν πληθυσμό. Γκρέμισαν τά ὁράματά του καί κάλυψαν μέ ἀπαίσιο σύννεφο κονιορτοῦ τόν οὐρανό πάνω ἀπό τό κεφάλι του.
ε) Τόν πέταξαν στά καταγώγια τῆς ἐρημιᾶς, μαζί μέ τά τρωκτικά τῆς καταστροφῆς. Τόν ἔσπρωξαν ἀπό τό φῶς στό ἀπαίσιο σκοτάδι, μέ τήν μυρωδιά τοῦ θανάτου νά σαπίζῃ τά πνευμόνια του καί νά κατατρώγῃ τήν ὕπαρξή του.
στ) Τά δροσερά πρόσωπα, πού ἦταν σάν τό ἀστέρι τῆς αὐγῆς, χλώμιασαν καί φόρεσαν τήν κατήφεια. Τά μάτια ἔχασαν τήν λαμπρότητά τους καί μέσα ἀπό τό σκοτεινό πλέον βλέμμα τους, προδίδουν τό πεσμένο ἠθικό καί τήν ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στόν ἴδιο μας τόν ἑαυτό.
Ἔτσι αὐτός ὁ ξεχωριστός Λαός ἔχασε:
α) Τήν χαρά του, ἡ ὁποία ἦταν ζωγραφισμένη στά πρόσωπα καί ἐχαρακτήριζε ὅλες τίς πτυχές τῆς ζωῆς του.
β) Τήν ἐλπίδα, ἡ ὁποία τοῦ ἔδινε τήν δυνατότητα νά ἐργάζεται, νά παράγῃ, νά δημιουργῇ, νά ἀξιοποιῇ τίς δυνατότητές του καί τά τάλαντα μέ τά ὁποῖα τόν ἔχει προικίσει ὁ Δημιουργός.
γ) Τήν αἰσιοδοξία, μέ τήν ὁποία ἔκανε ὄνειρα γιά τό μέλλον, ξεπερνοῦσε τίς φουρτοῦνες τῆς ζωῆς, ἔσπαε τά κύματα καί ἔβγαινε νικητής στήν ἀντίπερα ὄχθη, ἀτενίζοντας πλέον ἀνοικτούς τούς δρόμους γιά τήν ἐπιτυχία.
Ὅλοι φωνάζουν: «Πρέπει νά δώσουμε ὅραμα στόν Λαό». Σέ συζητήσεις πού εἴχαμε αὐτό τό διάστημα μέ πολιτικούς, τούς ἄκουσα νά μοῦ ἐπαναλαμβάνουν κάτι πολύ γνωστό πλέον. «Ὁ Λαός ἔχασε τό ἠθικό του, πρέπει νά τόν βοηθήσουμε. Νά τονώσουμε τόν ψυχισμό του». Ναί, εἶπα, αὐτό εἶναι ἀλήθεια. Ὁλοι μας πρέπει νά βοηθήσωμε πρός αὐτήν τήν κατεύθυνση. Καί αὐτό κάνομε «μέ νύχια καί μέ δόντια», ὅπως λέγει πολύ σοφά ὁ ἴδιος ὁ Λαός. Ἐργαστῆτε, πρόσθεσα, ὅσο εἶναι ἀκόμα καιρός ὅλοι σας, μέ τό χέρι στήν καρδιά, ὄχι γιά τίς καρέκλες, ὄχι γιά τήν δόξα, ὄχι γιά τήν ἐξουσία, ἀλλά γιά τήν διακονία. Ἀγωνιστῆτε νά σώσετε ὅ,τι ἀπέμεινε. Μιλῆστε μέ τήν γλῶσσα τῆς ἀλήθειας, ἡ ὁποία σώζει, ὅσο σκληρή καί πικρή καί ἄν εἶναι.
Ὅμως φοβᾶμαι, ὅτι θά ἰσχύσῃ τό, «οὐκ ἄν λάβοις παρά τοῦ μή ἔχοντος».
Οἱ λόγοι τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι σκληροί, ὅμως ἀληθινοί καί ἐπίκαιροι.
«Μή πεποίθατε ἐπ’ ἄρχοντας ἐπί υἱούς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία» (Ψαλμ. 145).
Αὐτόν τόν τόπο δέν θά τόν σώσῃ κανείς πολιτικός καί κανένα πολιτικό σύστημα. Αὐτό τόν τόπο θά τόν σώσῃ ὁ Θεός. Σήμερα τό βράδυ θά πληροφορηθοῦμε τά ἀποτελέσματα τῶν ἐκλογῶν. Δέν γνωρίζομε, ποιά θά εἶναι αὔριο ἡ κατάσταση στήν χώρα μας, ἤ μετά ἀπό λίγο καιρό. Δυνάμεθα ὅμως νά ἐπαναλάβωμε μέ παρρησία, αἰσιοδοξία καί βεβαιότητα ἀναγέννησης οὐσιαστικῆς, τόν Κυριακό λόγο.
«Μείνατε ἐν ἐμοί...» (Μείνατε ἑνωμένοι μαζί μου). «Μείνατε ἐν ἐμοί, ἵνα βότρυν φέρητε, ἐγώ γάρ εἰμί τῆς ζωῆς ἡ ἄμπελος» ( Μείνατε ἑνωμένοι μαζί μου, γιά νά φέρετε οἶνον γλυκύν (καρπόν δηλαδή) διότι εἶμαι ἡ ἄμπελος τῆς ζωῆς). (Ἀπό τήν Ὑμνολογία τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος)
Ἡ ἕνωση μας μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα, ἡ μόνη ὁδός, εἶναι ἡ σωτηρία μας. Οἱ κοσμικοί ἄρχοντες ἐπρόδωσαν καί πιθανόν νά προδώσουν καί πάλι τίς ἐλπίδες τοῦ Λαοῦ. Διαχειρίσθηκαν κακῶς τίς τύχες του, μή λαμβάνοντας ὑπ’ ὄψη τους τά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά του, τίς βαθειές του ἀναζητήσεις, τήν πίστη του, τήν παράδοσή του, τήν ἱστορία του, τίς ἀνάγκες του, τό θέλημά του. Τό ἴδιο, ἴσως, κάνουν καί πάλι.
· Ὅμως σ’ αὐτή τήν χώρα ὑπάρχει εὐτυχῶς κάτι πού μένει σταθερό, ἀνέπαφο μέ τήν φθορά τοῦ χρόνου, ξένο μέ τήν ὅποια ἐγκατάλειψη τοῦ Λαοῦ. Ὑπάρχει ἡ ρίζα, πού δίνει χυμούς γιά νά μήν ξεραθῇ τό δέντρο. Ὑπάρχει ἡ πηγή, πού δέν στερεύει ποτέ, ἀλλά ἀρδεύει τόν τόπο καί δροσίζει τούς ἀνθρώπους. Ὑπάρχει τό φῶς, πού διασχίζει τά φοβερά σκοτάδια. Ὑπάρχει τό βάλσαμο, πού θεραπεύει τίς πληγές. Ὑπάρχει ἡ παρηγοριά, πού σφογγίζει τά δάκρυα καί δίδει νόημα στήν ζωή.
Θέλησαν νά ξεράνουν τήν ρίζα, νά στερέψουν τήν πηγή, νά σβήσουν τό φῶς, νά σκοτώσουν τήν παραμυθία. Χρησιμοποίησαν, ἀνέκαθεν, ποικίλα τεχνάσματα. Ἀπό τήν συκοφαντία μέχρι τήν ὅποια ἄλλη ἀπειλή (Εἴμαστε ἕτοιμοι νά ἀντιμετωπίσωμε πάλι ἄν χρειασθῆ ὅμοιες ἤ χειρότερες καταστάσεις). Ποτέ ὅμως δέν κατάφεραν τίποτε. Γιατί αὐτή ἡ ρίζα, εἶναι πολύ βαθειά καί ἀνίκητη. Ἡ πηγή εἶναι ἀστείρευτη, ὁ ἥλιος λαμπρός, ἡ ἀγάπη μεγάλη, ἡ ἀγκαλιά ἀτελείωτη καί γιά τοῦτο ἡ θεραπεία καί ἡ παρηγοριά δεδομένη.
Μιλάω γιά ὅ,τι ἀπέμεινε ὄρθιο σ’ αὐτό τόν τόπο. Γι αὐτό πού ποτέ δέν θά λυγίσῃ, γιατί δέν εἶναι ἀνθρώπινο, ἀλλά θεϊκό. Δέν εἶναι ψεύτικο, ἀλλά ἀληθινό. Ποτέ δέν ἀπεγοήτευσε, ἀλλά ἀντίθετα μέ τήν θυσιαστική ἀγάπη ἐγοήτευσε. Ποτέ δέν εἶπε ψέματα, ἀλλά μέ τήν γλῶσσα τῆς ἀλήθειας ἔσωσε. Ποτέ δέν ἐγκατέλειψε, ἀλλά μάζεψε πάντοτε τά κομμάτια αὐτοῦ τοῦ τόπου καί τοῦ Λαοῦ καί συναρμολόγησε τόν σκελετό του, στόν ὁποῖο ἐνεφύσησε πνοή ζωῆς.
Μετέτρεψε τό ρημαδιό σέ παράδεισο, ξαναχτίζοντας ὅ,τι ἡ ἀσύνετη καί σπάταλη δύναμη τοῦ κακοῦ, ἔρριξε σέ ἐρείπια.
Εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ὅσο θά ὑπάρχῃ Ἐκκλησία, αὐτός ὁ τόπος δέν θά χαθῆ. Καί ἐφ’ ὅσον ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό ἀναστημένο Σῶμα τοῦ νικητοῦ τοῦ θανάτου Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, αὐτός ὁ τόπος καί ὁ Λαός θά ζήσῃ ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος.
Ἀπό αὔριο αὐτή τήν ἀλήθεια πρέπει νά τήν συνειδητοποιήσωμε ἀκόμη περισσότερο. Πρῶτοι οἱ πολιτικοί καί ἡ ὅποια κυβέρνηση καί ἄν προκύψῃ. Καί ὕστερα ὅλοι οἱ Ἕλληνες.
Ὅποιος καί ἄν κυβερνήσῃ αὐτή τήν χώρα ἀπό αὔριο, ἄν δέν ἔχῃ ὑπ’ ὅψη του ὅλα τά παραπάνω, πού εἶναι διαπιστώσεις τοῦ ἴδιου τοῦ Λαοῦ, θά ἀκούσῃ στίς παρειές του τό ἠχηρό καί ἐπώδυνο «ράπισμα» τῆς ἱστορίας, ἡ ὁποία εἶναι ἀδέκαστη καί διδάσκει μέσα ἀπό πάθη καί λάθη. Ἄν κάνῃ τό λάθος καί προδώσῃ τήν ρίζα, τήν δροσιά καί τήν ἀπαντοχή αὐτοῦ τοῦ Λαοῦ, ἄν παραθεωρήσῃ τήν ἱστορία του, τότε εἶμαι βέβαιος, ὅτι ὁ Λαός, ὅσο καί ἄν παρασυρθῇ σέ πρόσκαιρες καταστάσεις, θά ἀποδειχθῇ ὁ σκληρότατος τιμωρός, γιά νά ἐπιτύχῃ τήν σωτηρία του.
Ἀγαπητοί μου,
Ἔχετε ἐλπίδα, ἔχετε πίστη, βαδίσατε μέ αἰσιοδοξία παρά τίς ὅποιες δυσκολίες. Μή χάνετε τό θάρρος σας. Ἡ ψυχή ἔχει μεγάλη δύναμη καί ἀντοχή, γιατί ἔχει θεία τήν καταγωγή. Ἀρκεῖ νά εἶναι ἑνωμένη μέ τόν Θεό. Ἄν εἴμαστε ἑνωμένοι μέ τόν Θεό, εἴμαστε ἑνωμένοι καί μεταξύ μας. Αὐτό ἔχομε ἀνάγκη σήμερα, παρά ποτέ. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀντηχεῖ στά αὐτιά μας ὡς φωνή ὑδάτων πολλῶν, ὡς δρόσος Ἀερμών, ὡς αὔρα λεπτή, ὡς εὐλογία, ὡς παρηγοριά καί βεβαιότητα σωτηρίας.
«Μείνατε ἐν ἐμοί...ἐγώ γάρ εἰμί τῆς ζωῆς ἡ ἄμπελος». (Ἀπό τήν Ὑμνολογία τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος)