Quantcast
Channel: ΑΚΤΙΝΕΣ
Viewing all articles
Browse latest Browse all 35855

Κυριακή Θ΄ Λουκά. Του άφρονος πλουσίου

$
0
0

Τουάφρονος πλουσίου
ΤουΠρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Είπε δε ο Θεός: Άφρων…»
α. Αν η προηγουμένη Κυριακήπρόβαλε ως πρότυπο ζωής προς ένταξη στη Βασιλεία του Θεού τον εύσπλαχνοΣαμαρείτη, τον ανιδιοτελή άνθρωπο της έμπρακτης αγάπης, η σημερινή Κυριακήπροβάλλει το αρνητικό κακέκτυπο: τον άφρονα πλούσιο, τον άνθρωπο που η μόνηέγνοια του ήταν πώς να έχει και να κατέχει τα υλικά του αγαθά, πώς να αυξάνειτα γεννήματά του, σε βαθμό τέτοιο, που τελικώς να δυστυχεί μέσα στηνυποτιθέμενη «ευτυχία» του: η καρποφορία των χωραφιών του τον κάνει να γεμίζειαπό άγχος και στενοχώρια. Μέχρις ότου εμφανίζεται από το «πουθενά» ο παράγωνΘεός, για να βάλει τέλος στους προβληματισμούς και τις λύσεις του: «σήμερα θαπεθάνεις! Ζητάνε την ψυχή σου!» Κι ο θάνατος έρχεται ως το όριο που φωτίζει την ποιότητα της όληςπρογενέστερης ζωής του, που του ανοίγει τα μάτια για να δει ότι τελικώς όλα ταχρόνια που πέρασαν ήταν ενώπιον του Θεού μία ανοησία. «Είπε δε ο Θεός: Άφρων

β. 1. Δεν πρόκειται γιαεκτίμηση και αξιολόγηση ενός ανθρώπου, που θα μπορούσε κανείς να αμφισβητήσειτο περιεχόμενό της. Ποιος άνθρωπος μπορεί να κατέχει το αλάθητο; «Ο νόμος του ανθρωπίνου μυαλού είναι η πλάνη»σημειώνουν οι άγιοι Πατέρες μας. Ούτε πρόκειται για μία κρίση,  που μπορεί να κινείται στο επίπεδο τηςκατάκρισης, καρπού ζηλοφθονίας και εμπάθειας. Μία τέτοια εμπαθής κρίση δενεπιτρέπεται από τον ίδιο τον νόμο του Θεού, διότι υφαρπάζει δικαίωμα που ανήκειμόνον σ’  Εκείνον. Ο ίδιος ο Κύριος τοεπισημαίνει: «Μη κρίνετε, ίνα μηκριθήτε». «Εάν δε κάποιος χαρακτηρίσει τον αδελφό του «ανόητο» είναι ένοχοςενώπιον της κρίσεως του Θεού».
Εδώ, στο περιστατικό πουπεριγράφει ο Κύριος για τον πλούσιο, έχουμε την κρίση του ίδιου του Θεού,δηλαδή Εκείνου  που η κρίση Του είναιαπολύτως δίκαιη, διότι «γυμνά καιτετραχηλισμένα τα πάντα ενώπιόν Του», συνεπώς ανοίγει τα μάτια του ανθρώπου, ώστε να δει κι αυτός τοαποτέλεσμα των επιλογών και των συμπεριφορών της ζωής του. Κι είναι η μόνηαληθινή κρίση, διότι πηγάζει από Εκείνον που η αγάπη Του προς τα πλάσματά Τουείναι άπειρη και συνεπώς έχει πάντοτε γνήσιο ενδιαφέρον γι’ αυτά. Μόνον εκείνοςπου αγαπά μπορεί και να κρίνει ορθά, πέρα από στρεβλώσεις των εμπαθών κινημάτωντης καρδιάς  του. Όπως το λέει και πάλι οΚύριος: «Μη κρίνετε κατ’  όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνατε».Και δικαία κρίση είναι αυτή που πηγάζει από καρδιά που αγαπά. Η άπειρη αγάπηλοιπόν του Θεού αποδεικνύει και την αληθινότητα της κρίσεώς Του.
2. Κι ακόμη περισσότερο: ηκρίση αυτή του Θεού, όπως φαίνεται στο περιστατικό της παραβολής, ηχεί πολύπένθιμα, σαν καμπάνα που σημαίνει τον θάνατο κάποιου, διότι όχι μόνον είναιαληθινή, αλλά και τελεσίδικη και αμετάκλητη: λέγεται την ώρα του θανάτου, που οάνθρωπος δεν έχει άλλο περιθώριο αλλαγής του. Ο θάνατος συνιστά το απόλυτοόριο, μετά το οποίο ο άνθρωπος απλώς κρίνεται για όλο το περιεχόμενο της ζωήςτου, για ό,τι έπραξε, για ό,τι είπε, για ό,τι σκέφτηκε ακόμη. «Απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, καιμετά τούτο κρίσις» κατά τον απόστολο. Ό,τι διάφορες φιλοσοφίες καιθρησκείες έχουν διδάξει περί μεταλλαγής του ανθρώπου, περί μετενσάρκωσης ήμετεμψύχωσής του σε άλλες καταστάσεις, μέσα στον κόσμο τούτο, αποτελούνφληναφήματα και ανοησίες, που προέρχονται από τον σκοτισμένο λόγω της αμαρτίαςκαι των παθών νου του ανθρώπου. Η αλήθεια που απεκάλυψε ο Κύριος είναικρυστάλλινη: ο άνθρωπος με τον θάνατό του κρίνεται από τον Θεό, κατά μερικόπρώτα τρόπο, λόγω της συνέχειας μόνο της ψυχής του, κι έπειτα, κατά τη ΔευτέραΠαρουσία του Κυρίου, θα κριθεί και γενικά, διότι τότε με την Παρουσία αυτή τουΚυρίου θα αναστηθεί και το σώμα του, ώστε ενωμένο με την ψυχή να σταθεί ενώπιοντου φοβερού βήματός Του. Η γενική αυτή όμως κρίση δεν θα είναι διαφορετική απότην πρώτη. Απλώς θα είναι επιτεταμένη, διότι θα συνυπάρχει μαζί με την ψυχή καιτο σώμα. Και βεβαίως η κρίση αυτή οδηγεί είτε στην αιώνια ζωή είτε στην αιώνια κόλαση, με την έννοια του πώς«εισπράττει» ο άνθρωπος τη μία και ενιαία αγάπη του Θεού προς όλους: είτεθετικά, αν φεύγει από τη ζωή αυτή εν μετανοία είτε αρνητικά, αν φεύγειεναντιωμένος προς τον Θεό ή με αδιαφορία προς Αυτόν.
3. Ποια ήταν τα γνωρίσματατης ζωής του άφρονος πλουσίου, που οδήγησαν στον χαρακτηρισμό του ως άφρονοςκαι ανοήτου; Πότε συνεπώς κάποιος ζει ανόητα, κατά την κρίση του ίδιου τουΘεού;
(α) Όχι ασφαλώς επειδή «ευφόρησεν η χώρα του». Η ευφορία αυτήτων χωραφιών του υπήρξε μία ευλογία που του δόθηκε από τον Θεό – δεν φαίνεταινα κοπίασε γι’ αυτήν ο πλούσιος∙ ο Θεός απλώς επέτρεψε να συμβεί, προφανώς γιανα του δώσει ευκαιρία να ανοιχτεί στον συνάνθρωπο.  Αλλά εκείνος πώς την αντιμετώπισε; Μ’ έναναπόλυτα εγωιστικό τρόπο. Πέντε «μου»της προσωπικής αντωνυμίας μετράμε στον προβληματισμό του: «πού συνάξω τους καρπούς μου;..Καθελώ μου τας αποθήκας…και συνάξω εκείπάντα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου, και ερώ τη ψυχή μου». Τα πάνταπεριστρέφονται γύρω από τον εαυτό του. Δεν υπάρχει ίχνος προβληματισμού για τονοποιονδήποτε συνάνθρωπό του, έστω και συγγενή του. Έτσι η αφροσύνη του ήταν οεγωιστικός τρόπος σκέψεως και ζωής του.
 (β) Αυτός ο εγωισμός του, ως νοσηρή στροφήμόνον στον εαυτό του, δεν περιέχει ίχνος αναφοράς και προς τον Θεό. Συνήθως,ακόμη και σε ασχέτους προς την πίστη του Θεού ανθρώπους, σε στιγμές ευτυχίαςτους ακούμε και ένα «δόξα τω Θεώ».Εδώ, δεν υπάρχει τίποτε τέτοιο: καμία δοξολογική ενατένιση του Θεού, για κάτιπου εξώφθαλμα σχετιζόταν μ’  Εκείνον:είπαμε ότι η ευφορία της γης του  δενείχε να κάνει με καμία από τις δικές του προσπάθειες. Ήταν μία δωρεά του Θεού.Τι σημαίνει αυτό; Ότι η αφροσύνη του δεν έχει αποκλείσει μόνον τον συνάνθρωπο,αλλά και τον ίδιο τον Θεό, τον χορηγό του πλούτου του. Κι είναι τούτο πράγματιπου επισημαίνει ο λόγος του Θεού: «είπενάφρων εν τη καρδία αυτού∙ ουκ έστιν Θεός». Μπορεί θεωρητικά να μηνακούγεται στην παραβολή η αθεΐα του πλουσίου, διαπρυσίως όμως καταγγέλλεταιαυτή στο επίπεδο της ζωής του. Κι αυτό είναι το πιο καθοριστικό.
(γ) Η διαγραφή του Θεού καιτου ανθρώπου όμως φέρνει άγχος. Αντί ο πλουτισμός να του δίνει χαρά – ωςευκαιρία, είπαμε, προσφοράς χαράς σε άλλους – του προσθέτει θλίψη καιστενοχώρια. Αλλά πάντοτε αυτό είναι το τίμημα του επιλέγοντος τον εγωιστικό,δηλαδή τον αμαρτωλό,  τρόπο ζωής. Τοσημειώνει ο απόστολος Παύλος: «θλίψις καιστενοχωρία παντί τω εργαζομένω το κακόν». Ο άφρων πλούσιος, δηλαδή, ήδη απότη ζωή αυτή ζούσε με στοιχεία κόλασης. Η πορεία του ήταν προδιαγεγραμμένη,εφόσον δεν έδειχνε σημεία μετάνοιας. Κι επιπλέον: το άγχος του για το «έχει»του, σαν του «έκλεβε» και το μυαλό του: τον έκανε να αδυνατεί να σκεφτεί το αυτονόητο, ότι δηλαδή τα γεννήματάτου, κλεισμένα σε αποθήκες, θα σάπιζαν. Συνήθως ο εγωιστής άνθρωπος χάνει καιτην όποια «εξυπνάδα» του.
(δ) Η αφροσύνη του όμωςέγκειται και στην ψευδαίσθηση της αληθινής ζωής. Ο πλούσιος δεν ελάμβανε υπόψητου το πιο βέβαιο γεγονός της ζωής: την ύπαρξη του θανάτου. Ο προβληματισμόςτου, βλέπουμε, κινείται σε επίπεδο σχεδόν «αιωνιότητας» γι’ αυτόν της παρούσαςζωής. «Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά, κείμεναεις έτη πολλά». Πράγματι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι κυριολεκτικά «πετάειστα σύννεφα». Το φαντασιακό επίπεδο είναι ο χώρος της ζωής του. Γι’  αυτό και η «προσγείωση» έρχεται τόσο απότομακαι «ανώμαλα» γι’ αυτόν.
4. Τα κύρια αυτά στοιχείατης αφροσύνης του πλουσίου, που οδηγούν, όπως είπαμε, σ’ ένα τέλος τραγικό –όχι μόνον έρχεται ο θάνατος, αλλά έρχεται με μία συνοδεία «δυνάμεων» ξένων προςτον Θεό: «την ψυχήν σου απαιτούσιν απόσου», άρα δείχνουν και την αιώνια συνέχεια εκτός Θεού – μας οδηγούν εκ τουαντιθέτου στην επισήμανση των στοιχείων που επαινούνται από τον Θεό και μπορούννα χαρακτηριστούν ως εμφροσύνη και σωφροσύνη. Πρόκειται για τον «πλουτισμόν κατά Θεόν», που λέει ο Κύριοςστην κατακλείδα της παραβολής, που κάνει τον άνθρωπο που τον έχει να βρίσκεταιμε τον Θεό και να χαίρεται αενάως τη χαρά της παρουσίας Του. Πώς λοιπόν πρέπεινα ζει ο άνθρωπος, ώστε στο τέλος του να ακούσει με χαρά ότι ευαρέστησε τονΘεό; Μα, ασφαλώς, πρώτον, να στέκεταικαλά έναντι του συνανθρώπου του, δηλαδή με ανιδιοτελή αγάπη και ειλικρινέςενδιαφέρον, έστω κι αν τούτο μπορεί να σημαίνει και θυσία γι’ αυτόν. Τοπαράδειγμα του καλού Σαμαρείτη, όπως είπαμε, συνιστά καθοδηγητικό στοιχείο επ’αυτού. Δεύτερον, να πιστεύει και νααγαπά τον Θεό. Για τον σώφρονα άνθρωπο, ο Θεός δεν είναι αμελητέα ή ανύπαρκτηκατάσταση, αλλά το κέντρο της ζωής του. Προτεραιότητά του συνεπώς είναι το πώςθα θεμελιώνει αδιάκοπα τη ζωή του, τις σκέψεις του, τα λόγια του, τησυμπεριφορά του, στο θέλημα Εκείνου. Με αποτέλεσμα να νιώθει ως το παιδί στηναγκαλιά του Πατέρα του. Ο σώφρων άνθρωπος, έτσι, τρίτον,  δεν ζει με άγχη καιανασφάλειες, αλλά η πάντα νουν υπερέχουσα ειρήνη του Χριστού βραβεύει τον νουκαι την καρδιά του. Και βεβαίως, τέλος,ο σώφρων, στον οποίο ευαρεστείται ο Θεός, έχει συναίσθηση της προσωρινότηταςκαι της φθαρτότητάς του. «Καθ’  ημέραν αποθνήσκει», όπως λέει και οαπόστολος, με την έννοια ότι δεν τρέμει τον θάνατο, αλλά τον προσδοκά με χαρά,γνωρίζοντας ότι ο ίδιος ο Θεός θα παραλάβει την ψυχή του και όχι κάποιοι που τομόνο που επιζητούν είναι η δυστυχία του.
γ. Τι άραγε επιθυμούμε ναακούσουμε και εμείς στο τέλος της ζωής μας ως κριτική γι’ αυτήν από τον Θεό;«Άφρων» ή «σώφρων και έμφρων;» Το ερώτημα μεταφράζεται: θησαυρίζουμε για τονεαυτό μας ή πλουτίζουμε κατά Θεόν; Κι είναι τούτο η καθημερινή και αδιάκοπηπρόκληση επιλογής μας σε κάθε κίνηση της ύπαρξής μας. Στη μία περίπτωση, τοκέντρο βάρους είναι ο κόσμος με τη φθαρτότητά του και τη διαρκή ταραχή του, υπότην κυριαρχία του διαβόλου, του άρχοντος του κόσμου τούτου. Στην άλλη, τοκέντρο βάρους είναι ο Θεός και το άγιο θέλημά Του, με όλες τις χαρές και τηδόξα που συνοδεύουν την παρουσία Του. Ο Χριστιανός βεβαίως δεν προβληματίζεται:επιλέγει πάντοτε το θέλημα του Θεού. Επιλέγει δηλαδή όχι μόνον το αιώνιο, αλλάκαι του κόσμου τούτου αληθινό συμφέρον του.

Ακολουθείν


Viewing all articles
Browse latest Browse all 35855

Trending Articles



<script src="https://jsc.adskeeper.com/r/s/rssing.com.1596347.js" async> </script>