ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΙΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ
(Π.Ε.Θ)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ν. ΗΛΕΙΑΣ
Ιούλιος 2012
Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ν. ΗΛΕΙΑΣ
ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΕΝΩΣΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ
ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ (ΠΙΛΟΤΙΚΟ) ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ
ΣΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
Το Παράρτημα Ηλείας της Π.Ε.Θ. μετά ἀπό ἀπαίτηση μελών και φίλων καθώς και παρακλήσεως της Α.Μ. του Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ΄ Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου Β΄, ως Προέδρου της Ι.Σ.Ι.Ε., έχει να παραθέσει τις παρακάτω εισαγωγικές, γενικές απόψεις ως συνιστώσες, που μπορούν να τεθούν ως προϋποθέσεις για το νέο διάλογο μεταξύ των θεολογικών, παιδαγωγικών, πολιτειακών και εκκλησιαστικών φορέων, για την ανασύνταξη του Προγράμματος Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών.
1. Η μορφή που δίνεται σ’ ένα Πρόγραμμα Σπουδών για το μάθημα των Θρησκευτικών, μέρος του προγραμματισμού για την παιδεία του τόπου, προφανώς πρέπει να συνοψίζει από τους συντάκτες του στοιχεία ταυτότητας και συλλογικής συνείδησης τόσο του γηγενούς πολιτισμού όσο και του κλάδου των θεολόγων καθώς και ό,τι διαλαμβάνει η σχέση Εκκλησίας και Πολιτείας ως προς τη στρατηγική της Παιδείας.
2. Πρέπει να τεθούν προϋποθέσεις για την επιλογή του είδους του «θρησκευτικού γραμματισμού», όπως επινοήθηκε, αντί του παιδαγωγικά ευκταίου «θρησκευτική παιδεία». Το μορφοϊστορικό πλαίσιο του Ευαγγελίου, προσεγγίσιμο στην παιδική ηλικία με το αφηγηματικό και διδακτικό υλικό, χωρίς θρησκευτική πολυμορφία, διαμορφώνει ηθική συνείδηση και αποκλείει σύγχυση από την παροχή πολύπλευρης συγκριτιστικής, θρησκειολογικής ηθικής. Η βιωματική σύγχυση είναι «επι θύραις» με την προσφερόμενη θρησκειολογική οργάνωση του μαθήματος από το Δημοτικό Σχολείο, που προξενείται από το θρησκειολογικό χαρακτήρα του μαθήματος, ο οποίος ευνοεί προσωπικές τοποθετήσεις των εκπαιδευτικών και επιτείνεται από τις διάφορες "ενδεικτικές δραστηριότητες" και άλλες βιωματικές ενέργειες στις οποίες καλούνται να συμμετάσχουν οι μαθητές.
3. Ένα μάθημα Θρησκευτικών μη εξατομικευμένο παιδαγωγικά για κάθε ηλικία, απορρυθμίζει την καθολικότητα ως αξία θεολογικοπαιδαγωγική της ανθρώπινης υπόστασης. Ένα μάθημα Θρησκευτικών θρησκειολογικό για την παιδική ηλικία, που αγνοεί παιδαγωγικές αρχές γίνεται αντιθεολογικό αφού συνθλίβει τη σύνδεση παιδαγωγικής και θεολογίας. Παραγκωνίζει το βίωμα και την εμπειρία, παράγοντες που συμβάλλουν στη διαμόρφωση ήθους και στερεί ενοειδές νόημα ζωής. Σε εποχή που συσσωρεύεται γνώση από θετικιστικές και ανθρωπολογικές επιστήμες αναζητείται από το γηγενή και εμφανή θρησκευτικό πολιτισμό συγκεκριμένη πρόταση ήθους και βιώματος. Η βιωματική παιδαγωγική σημαίνει μάθημα που θα κατευθύνει το μαθητή σε πρόταση ενοποιητικής ηθικής που εκπηγάζει από τον ενοποιητικό σαρκωθέντα Λόγο, πηγή του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Το μάθημα των Θρησκευτικών δεν μπορεί να προκύπτει από ατομικές ιδεοληψίες μεταξύ νεωτερικότητας και μετανεωτερικότητας που ισχύουν στα διάφορα θεολογικά ρεύματα, αγνοώντας, κριτικά, το ζητούμενο στην παιδική και εφηβική ηλικία, εν μέσω παγκόσμιας πνευματικής παρακμής.
4. Ένα άκριτο Πρόγραμμα Σπουδών, που διαμορφώνεται χωρίς θεολογικούς, γνωσιολογικούς, πνευματικούς, ψυχολογικούς (ασυνείδητο, συνείδηση) και άλλους όρους και παράγοντες, μπορεί να υπηρετήσει το μονισμό και το μονοθελητισμό στη λειτουργία της ανθρώπινης φύσης. Ένα γνωσιολογικό, μονομερώς, θρησκευτικό μάθημα είναι διχαστικό τόσο της ανθρώπινης ζωής όσο της αρχής της καθολικότητας στην παιδαγωγική επιστήμη, άσκηση και πράξη. Η γνωσιολογική, ιδεοληπτική προσέγγιση της θρησκείας, χωρίς την Αποκάλυψη και την παιδαγωγική στην ομοήθεια της Χριστοήθειας, ως θεμέλιο και βάση του Προγράμματος Σπουδών μπορεί να οδηγήσει το μάθημα σ’ ένα ανεξέλεγκτο προσηλυτισμό των μαθητών στον ορθολογισμό.
5. Να εξεταστούν οι σύγχρονες έννοιες, προσδιοριστικές του πολιτισμού, «πολυπολιτισμικότητα», «διαπολιτισμικότητα», «κουλτούρα» κ.ά. που σχετίζονται με τη μορφή ενός παιδαγωγικού, θρησκευτικού – θεολογικού – μαθήματος. Η έννοια της ετερότητας, που σχετίζεται με τη μοναδικότητα και τη διαφορετικότητα των πολιτισμών, χρειάζεται αναφορική πνευματικότητα και είναι σύστοιχη με την παιδαγωγική στοχοθεσία για τη διαμόρφωση προσώπου και ενεργούσας ατομικής και συλλογικής συνείδησης.
Ειδικότερα:
Α.
Θεωροῦμε κατ᾽ ἀρχήν ὅτι κάθε διδακτική καινοτομία, πού συμβάλλει στή βελτίωση τοῦ μαθήματος, πρέπει νά γίνεται ἀποδεκτή καί νά καταβάλλεται προσπάθεια ὥστε να ὑποστηρίζεται, μέ αὐτονόητη τή σχετική ἐπιμόρφωση τῶν διδασκόντων, καθώς και τόν ἐπιτυχῆ σχεδιασμό ἐφαρμογῆς, στά ὁποῖα ὑπάρχουν προβλήματα.
Β.
Ἀπό παιδαγωγική θεώρηση :
1) Παρουσιάζουν ἀναντιστοιχία τοῦ προσφερόμενου παιδευτικοῦ ὑλικοῦ πρός την πνευματική ἡλικία καί ὡριμότητα τῶν μαθητῶν - καί στό Δημοτικό- καί στό Γυμνάσιο
2) Παρουσιάζουν συσσώρευση θρησκειολογικοῦ ὑλικοῦ, πού εἶναι ἐν πολλοῖς ἑτερόκλητο καί μέ ἄγνωστο περιεχόμενο σέ παιδιά μικρῆς ἡλικίας, πού θά ἀπαιτεῖ πλήθος ἀναλύσεων μέ ἀποτέλεσμα τή σύγχυση καί ἐν συνεχεία τήν ἀδιαφορία.
3) Διαμορφώνουν τό ΜτΘ σέ ἁπλῆ γνώση καί τό ἀπογυμνώνουν ἀπό τήν μετάδοση τῆς πίστης σέ ἀξίες θρησκευτικῆς ζωῆς, ἐγκαταλείποντας ἔτσι τήν ὅποια προσπάθεια καλλιέργεια τῶν ἀξιῶν αὐτῶν στούς μαθητές. Παρά τό ὅτι ἡ καλλιέργεια ἀξιῶν εἶναι ἀπ᾽ τούς πιό σημαντικούς στόχους καί τῶν παλαιοτέρων καί τῶν σύγχρονων παιδαγωγῶν.
Γ.
Ἀπό ἄποψη οὐσίας τοῦ περιεχομένου τά νέα Π.Σ. :
1) Μεταβάλλουν τό χαρακτῆρα τοῦ ΜτΘ. ἀπό Ὀρθόδοξο Χριστιανικό θεολογικό (ὁμολογιακό τῆς πίστης μας) σέ θρησκειολογικό καί ἱστορικό-πολιτιστικό.
2) Τοποθετοῦν τήν ὀρθόδοξη χριστιανική διδασκαλία περί Θεοῦ καί ἀνθρώπου, δηλ. την ὀρθόδοξη πίστη καί παράδοση, στήν ἴδια βαθμίδα ἐκτιμήσεως καί ἀποδοχῆς με ὅλες τίς ἄλλες θρησκευτικές ἀντιλήψεις μέ ἀποτέλεσμα: α) νά ἀγνοεῖται ἡ θεία ἀποκάλυψη ὡς πηγή τῆς ὀρθόδοξης πίστεως καί νά καλλιεργεῖται (χωρίς ρητῶς να καθορίζεται) ἡ ἰδέα τῆς ἀνθρώπινης προέλευσης κάθε θρησκευτικῆς πίστεως και διδασκαλίας ὅλων τῶν θρησκειῶν, δηλ. και τῆς ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς.__
3) ῾Οδηγεῖται ἔτσι τό ΜτΘ σέ καθαρά καί ἀπολύτως μάθημα γνώσεως (ἱστορικῆς, θρησκειολογικῆς, πολιτιστικῆς κτλ), καί δέν ἀποσπᾶται ἀπ᾽ αὐτό μόνον ἡ διδασκαλία τῆς πίστεως (πού μπορεῖ νά ὑποστηριχθεῖ ὅτι εἶναι ἔργο τῆς Ἐκκλησίας) ἀλλά καλλιεργεῖται σαφῶς και ἐντόνως, καί μάλιστα στά παιδιά πού στήν ἡλικία αὐτή διαμορφώνουν τήν προσωπικότητά τους, ἡ ἀδιαφορία γιά ὅποια θρησκευτική πίστη καί προσπάθεια γιά ἀγῶνες ἠθικῆς και πνευματικῆς ζωῆς.
4) Παρουσιάζουν πράγματι σέ μεγαλύτερη ἔκταση στοιχεῖα τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παραδόσεως ἀπ᾽ ὅση τά τῶν ἄλλων θρησκειῶν. Τοῦτο εἶναι λογικά και πρακτικά τό μόνο δυνατό. Ἡ ποσοτική αὐτή ὅμως παρουσία δέν καλύπτει κατά κανένα τρόπο τήν ἀξιολογική ἐξίσωσή τους, ἡ ὁποία εἶναι ἔκδηλη σ᾽ ὅλες τίς βαθμίδες (ἤ τάξεις τῶν Σχολείων). Σημειώνουμε μάλιστα ὅτι καταβάλλεται ἰδιαίτερη προσπάθεια γι᾽ αὐτή τήν ἐξίσωση.
5) Ἔχουν ἀφαιρεθεῖ ἀπό τούς σκοπούς καί στόχους καί ἀπό τά θέματα ὅλων τῶν θεματικῶν ἑνοτήτων κεφαλαιώδεις ὀρθόδοξες θρησκευτικές διδασκαλίες, με ἀποτέλεσμα τή διαγραφή ἀπό τή συνείδηση τῶν μαθητῶν ὄχι μόνο τῆς πίστης, ἀλλά καί τῆς γνώσης πολύ σημαντικῶν στοιχείων τῆς ὀρθόδοξης διδασκαλίας καί ζωῆς.
6) ‘Η μέθοδος τῆς διαθρησκειακῆς διδασκαλίας ὁρισμένων θεμάτων καταλήγει στη δημιουργία σύγχυσης γιά τό τί ἀκριβῶς διδάσκει καί πιστεύει ἡ κάθε θρησκεία, ὅπως γίνεται π.χ. μέ τήν ἔννοια τοῦ “ ἁγίου ἀνθρώπου”, ὅπου ἕνας καθαρά χριστιανικός θεολογικός ὅρος ἀποδίδεται ὄχι μόνο σέ μή χριστιανούς, ἀλλά καί σέ μυθικά πρόσωπα.
Δ.
Μέ τά νέα αὐτά Π.Σ. τό ΜτΘ φαίνεται νά ἀρνεῖται (καί πράγματι ἀρνεῖται) τό καθῆκον πού ἔχει νά διδάσκει στά νέα παιδιά τή θρησκευτική πίστη τῶν πατέρων τους.
Καθῆκον πού ὁρίζεται καί διακηρύσσεται καί ἀπό τήν Εὐρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (Σύμβαση τῆς Ρώμης τοῦ 1950) καί ἀπό ἀποφάσεις τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων καί ἀπό τό ‘Ελληνικό Νομικό Πλαίσιο (Σύνταγμα, Νόμοι, Νομολογία ΣτΕ). ᾽Αντίθετα πρός τά παραπάνω, μέ τά νέα Π.Σ. τό ΜτΘ φαίνεται νά ἐναρμονίζεται πρός τις ὑποδείξεις τῆς ἐπιτιθέμενης ἀθεϊας. Η ΠΕΘ μέ σημαντικό ἀριθμό ἐργασιῶν, πού ὑπάρχουν στό <ιαδίκτυο, λεπτομερῶς ἀναλύει, δείχνει καί ὑπογραμμίζει πάρα πολλά εἰδικά σημεῖα τῶν νέων Π.Σ. μέ τά ὁποῖα, ὅπως ἀποδεικνύεται καθημερινά, θεωροῦμε ὅτι δέν συμφωνεῖ ὁ σύγχρονος Ἕλληνας.
Ε.
Γιά ὅλα τά παραπάνω εἴμαστε ἀντίθετοι πρός τά νεά Π.Σ. τά ἤδη “πιλοτικῶς” ἐφαρμοζόμενα.Τό κύριο θέμα εἶναι ἡ μεταβολή τοῦ χαρακτῆρα τοῦ μαθήματος, ὄχι ἡ δομή τῶν θεματικῶν ἐνοτήτων τους, καί ἡ ὅποια διδακτική μέθοδος. Σημαντική ὅμως εἶναι καί ἡ ἀντίθεσή μας πρός τή δομή τοῦ περιεχομένου τῶν κατά σχολική τάξη θρησκευτικῶν διδασκαλιῶν.
Γι᾽ αὐτό καί ζητοῦμε τήν ἀπ᾽ ἀρχῆς πλήρη καί οὐσιαστική ἀναμόρφωσή τους, στήν ὁποία θά πρέπει νά ληφθοῦν ὑπόψη ὅλα τά παραπάνω.
Ο Ο
Πρόεδρος Γραμματέας
Γεώργιος Κομιώτης Παύλος Παγκράτης