Α΄ Κορινθίους δ΄ 9-16
ΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΛΟΓΙΚΗΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΥΜΒΑΙΝΟΝΤΑ
Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, κατά τόν θεῖο ἀπόστολο Παῦλον δέν ἔχουν τήν ἴδια λογική μέ τούς ἀνθρώπους τῆς ἁμαρτίας. Διαφέρει ἡ λογική τους. Διαφέρει ἡ συμπεριφορά τους. Διαφέρει ὁ τρόπος ἐνεργείας τους. Καί ὄχι μόνο διαφέρει ἀλλά εἶναι καί ἀντίθετος. Ἀναιρεῖ τήν λογική τῶν ἁμαρτωλῶν ἡ ἀνθρώπινη λογική τοῦ Θεοῦ.
Μερικά τέτοια παραδείγματα μᾶς ὑπενθυμίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα.
Κατά τήν λογική τοῦ κόσμου τῆς ἁμαρτίας ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἔχει δύναμη. Θαυμάζονται οἱ ἄνθρωποι πού διαθέτουν ἐξουσία, πού εἶναι οἱ ἀξιωματοῦχοι τῆς κοινωνίας, μιᾶς διεφθαρμένης κοινωνίας. Θεωροῦνται ἐπιτυχημένοι ὅσοι ἔκαναν περιουσία, ὅσοι ἀπέκτησαν ὑλικά ἀγαθά, ὅσοι ἔκαναν ἐπιχειρήσεις. Δόξα καί πλοῦτος. Ἐξουσία καί δύναμη. Σοφία καί ἔπαρση. Αὐτά εἶναι τά ἀγαθά πού θαυμάζουν καί ὀρέγονται οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου τῆς ἁμαρτίας.
Κι ὅμως κατά τήν λογική τοῦ Θεοῦ ὅλα αὐτά εἶναι τιποτένια, μηδαμινά, ἀσήμαντα ἴσως καί ἐπιζήμια. Γιά τόν Θεό ἡ ταπείνωση εἶναι ἡ ἀληθινή δύναμη. Γιά τόν Θεό σοφία θεωρεῖται ἡ γνώση τῶν μυστηρίων τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γιά τόν Θεό θεωρήσαι ἀσήμαντος, ἄγνωστος, ἀδύναμος, ἀνίσχυρος, δέν εἶναι ὑποτιμητικό.
Γιά τό Θεό περιφρόνηση θεωρεῖται ἡ ἁμαρτία, ὁ ἐγωϊσμός θεωρεῖται ἀδυναμία, ὁ πλοῦτος δυσκολία, ἡ κοσμική ἐξουσία τυραννία, τά ἀξιώματα μάταια.
Γιά τόν Θεό θεωρεῖται ἄτιμο ἡ κλοπή, ἡ πλεονεξία, ἡ ματαιοδοξία, ἡ χλιδή, ἡ ἐπίδειξη δυνάμεως καί πλούτου. Ἀποστρέφεται τούς τρυφώντες στίς ἠδονές καί ἀπολαύσεις. Τό ἀληθινό μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου κατά τοῦ Θεοῦ βρίσκεται στήν δύναμη τοῦ ἀνθρώπου νά ἀγαπᾶ, νά ταπεινώνεται, νά θυσιάζεται, νά μακροθυμεῖ.
Ὁ κόσμος τῆς ἁμαρτίας θεωρεῖ ντροπή τήν πείνα, τήν δίψα, τήν στέρηση. Δέν θέλει νά εἶναι κακοντυμένος. Δέν ἀνέχεται νά τόν περιφρονοῦν, νά τό ποδοπατοῦν. Θεωρεῖ ἀνωτέρους του ἐκείνους πού κερδίζουν χωρίς νά κοπιάζουν. Εἶναι οἱ ἔξυπνοι, οἱ καπάτσοι, οἱ καταφερτζῆδες πού ξέρουν νά ἐλίσσονται μέσα στό βοῦρκο τῆς ζωῆς αὐτῆς. Κι ὅμως ὅλα αὐτά εἶναι βδελυκτά κατά τόν Θεό. Γιά ὅλα αὐτά πρέπει νά ντρέπεται ὁ ἄνθρωπος. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν ντρεπόταν ὅταν ἔγραφε στούς Κορινθίους «Ἕως αὐτή τήν στιγμή καί πεινᾶμε καί διψᾶμε. Εἴμαστε κακοντυμένοι, δεχόμαστε ραπίσματα, διάγομεν βίον πλανώδιον, κοπιάζουμε ἐργαζόμενοι μέ τά ἴδια μας τά χέρια».
Ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι τῆς ἁμαρτίας ἀπέχουν ἀπ’ αὐτήν τήν λογική βασανίζονται στήν ζωή τους, ταλαιπωροῦνται γιατί δέν εἶναι συμβιβαζόμενοι μέ τήν στέρηση, τήν ἐγκράτεια, τήν λιτότητα τοῦ βίου, τόν τόπο τῆς ἐργασίας.
Κι ὅμως αὐτά εἶναι ἐπαινετά ἀπό τόν Θεό καί ἀξιοζήλευτα. Ὅσοι μπόρεσαν καί τά ἐπέτυχαν δοξάσθηκαν ἀπό τόν Θεό καί τιμήθηκαν πλήρως καί ὑψώθηκαν στήν βασιλεία του.
Ὁ κόσμος τῆς ἁμαρτίας θεωρεῖ λογικό καί φυσικό νά ἀνταποδώσει στήν ὕβρη, ὕβρη· στόν διωγμό, διωγμό· στήν συκοφαντία, πόλεμο· στήν περιφρόνηση, περιφρόνηση· στήν κακία, κακία. Ὅποιος δέν μπορέσει νά συμπεριφερθεῖ ἔτσι θεωρεῖται ἀδύναμος, βλάκας, ἀνίσχυρος, παιχνίδι στά χέρια τῶν ἔξυπνων. Ὅποιος δέν ἀκολουθεῖ τήν τακτική τῆς πιό πάνω λογικῆς γιά τούς ἀνθρώπους τῆς ἁμαρτίας δέν ἀξίζει νά ζεῖ ἀνάμεσά τους.
Κι ὅμως οὔτε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, οὔτε οἱ Ἀπόστολοι ἀκολούθησαν αὐτήν τήν τακτική, αὐτήν τήν λογική. Ἐμεῖς γράφει ὁ Ἀπόστολος καί τό ἀκούσαμε σήμερα ὅταν μᾶς βρίζουν εὐλογοῦμεν, ὅταν μᾶς διώκουν δείχνουμε ἀνοχή, ὅταν μᾶς συκοφαντοῦν, μιλᾶμε εὐγενικά.
Μιά τέτοια συμπεριφορά οἱ ἄνθρωποι τῆς ἁμαρτίας τήν θεωροῦν ἀσήμαντη. Κι ὅμως γιά τόν Θεό πιό μεγάλο κατόρθωμα πιό δύσκολο πρᾶγμα θεωρεῖται νά νικᾶς τήν κακία μέ τό ἀγαθό. Γι’ αὐτό καί ὁ Θεός ὑπερύψωσε πρῶτον ἀπ’ ὅλους τόν Ἰησοῦ Χριστό γιατί κατόρθωσε αὐτά τά δύσκολα καί θαυμαστά ἔργα καί ἔπειτα ὅλους ὅσους ἀκολούθησαν τήν λογική αὐτή καί τό παράδειγμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Κανείς δέν θεωρήθηκε σπουδαῖος καί ἄξιος νά τιμηθεῖ ἀπό ἐκείνους πού στό μῖσος ἀπάντησαν μέ μῖσος, στήν συκοφαντία μέ συκοφαντία στήν ἀπάτη μέ ἀπάτη. Ἀντίθετα θεωρήθηκαν μεγάλοι ὅσοι ὑπέμειναν διωγμούς, ὅσοι ἀνέχθηκαν τήν προπέτεια καί τό θράσος, ὅσοι ἐσυγχώρησαν, ὅσοι ξέχασαν ὅ, τι κακό τούς ἔκαναν οἱ συνανθρωποί τους.
Ἀδελφοί μου
Σήμερα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς ἐδίδαξε μέ ποιό πνεῦμα ζοῦν οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Αὐτό τό Πνεῦμα ἀναδεικνύει τούς κατά Θεόν μεγάλους δυνατούς σοφούς ἀνθρώπους πού ἀξίζουν τόν ἔπαινο του καί τά ἀγαθά του.
Ἄς ἀποκτήσουμε αὐτό τό πνεῦμα καί ἄς ζήσουμε μέ αὐτό. Εἶναι τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.