Η ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
1. Τά κυριακάτικά μας κηρύγματα τῆς νέας αὐτῆς Σειρᾶς πού κάνουμε, ἀδελφοί μου χριστιανοί, ἔχουν τόν γενικό τίτλο ΑΡΡΩΣΤΙΑ καί ΥΓΕΙΑ. Ὅπως ἀρρωσταίνει τό σῶμα μας καί πηγαίνουμε στόν γιατρό, ἔτσι ἀρρωσταίνει καί ἡ ψυχή μας καί πηγαίνουμε στήν Ἐκκλησία, γιά νά βροῦμε τήν θεραπεία καί τήν ὑγεία μας. Ἔτσι να βλέπετε τήν Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου. Σάν ἕνα νοσοκομεῖο πού ἔχει φάρμακα για κάθε πνευματική ἀρρώστια. Θεράποντες δέ γιατροί στό ἱερό αὐτό νοσοκομεῖο εἴμαστε ἐμεῖς οἱ Ἱερεῖς, πού ἐννοεῖται ὅτι ξέρουμε πῶς θεραπεύονται τά ψυχικά πάθη. Τό ξέρουμε ἀπό τήν σπουδή μας στά πατερικά κείμεμα, πού μιλᾶνε γιά τήν θεραπευτική τῶν ψυχικῶν νοσημάτων, ἀλλά τό ξέρουμε καί ἀπό τήν δική μας πεῖρα· γιατί ἐννοεῖται ὅτι ἐμεῖς πρέπει νά εἴμαστε θεραπευμένοι, , γιά νά μποροῦμε νά θεραπεύσουμε.
2. Ὁ ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου, βγῆκε καθαρός ἀπό τά χέρια τοῦ Δημιουργοῦ του. Δηλαδή δημιουργήθηκε ὑγιέστατος. Αὐτό θέλει νά πεῖ ἡ Ἁγία Γραφή ὅταν λέει ὅτι ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε κατά τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ναί! Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε κοσμημένος μέ ἀρετές. Ἔσφυζε καί ἔλαμπε ἀπό ὑγεία. Ἀλλά σέ αὐτό πού εἶπα ὅτι ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε κατά τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, θέλω νά σταματήσω γιά λίγο καί νά το ἐπεξηγήσω. Γιατί ἀπό τήν ἐπεξήγηση αὐτή θά μάθουμε κάτι τό πολύ σπουδαῖο και πολύ ἀναγκαῖο γιά τήν πνευματική μας πορεία.
Λέμε, λοιπόν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε κατά τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ὁ Θεός δέν ἔχει σῶμα. Πῶς, λοιπόν, λέμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος, πού ἔχει σῶμα, εἶναι πλασμένος κατά τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, πού δέν ἔχει σῶμα; Γιά νά λέμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πραγματικά εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά μοῦ βρεῖτε Θεό μέ σῶμα! Ὑπάρχει Θεός με σῶμα; Ναί, ἀδελφοί μου, ὑπάρχει! Εἶναι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός! Εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πού σαρκώθηκε στήν Κοιλία τῆς Παναγίας μας γιά ᾽μᾶς. Γιά ᾽μᾶς ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος κανονικός. Ἄνθρωπος μέ σάρκα, μέ κόκκαλα, με αἷμα, μέ καρδιά! Ἄνθρωπος σάν και ᾽μᾶς, ἐκτός βέβαια ἀπό τήν ἁμαρτία. Ὥστε, λοιπόν, νά μή λέμε γενικά ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά νά τό λέμε καλύτερα ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ σαρκωθέντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ὄχι τοῦ Θεοῦ γενικά, τό λένε ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες. Ἀλλά τό λέει καί αὐτή ἡ ἴδια ἡ Γραφή καί μάλιστα ἀπό την ἀρχή της. Λέει ἡ Γένεση, τό πρῶτο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, στό πρῶτο της κεφάλαιο, στόν 27ο στίχο: «Ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο κατά τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ». Εἶναι περίεργα τά λόγια αὐτά. Περίεργα, γιατί μιλᾶνε γιά δυό Θεούς: «Ὁ Θεός ἔκανε τόν__ ἄνθρωπο κατά τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ»! Καί ρωτᾶμε: Κατά τήν εἰκόνα ποιοῦ Θεοῦ ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο; Ἀλλά, μέ βάση αὐτά πού σᾶς εἶπα, ἀπαντᾶμε: Ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο κατά τήν εἰκόνα τοῦ Υἱοῦ Του, πού ἐπρόκειτο νά ἐνανθρωπήσει. Κατά τήν εἰκόνα δηλαδή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
3. Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, εἶναι ἀπό τήν ἀρχή θεόμορφος ἤ, γιά νά τό πῶ καλύτερα, ὁ ἄνθρωπος εἶναι χριστοειδής, ἀφοῦ εἶναι πλασμένος κατά τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Κανένα ἁμαρτωλό πάθος δέν τάραζε στήν ἀρχή τόν ἄνθρωπο, γιατί ἀπό τά χέρια τοῦ Δημιουργοῦ του βγῆκε κοσμημένος μέ ἀρετές καί μόνο μέ ἀρετές. Αὐτό ἦταν μιά τέλεια ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου, πού τήν εἶχε ὅσο χρόνο ζοῦσε στόν παράδεισο. Τήν εἶπα «τέλεια» αὐτή τήν ὑγεία, ἀλλά δέν ἦταν ἀκριβῶς τέλεια. Γιατί κάθε τόσο γινόταν καί πιό τέλεια.
Αὐτό θέλει νά πεῖ τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ὄχι μόνο «κατ᾽ εἰκόνα», ἀλλά καί «καθ᾽ὁμοίωσιν Θεοῦ». Τί σημαίνει αὐτό; Ἀκοῦστε: Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε μέ θεϊκά χαρίσματα. Αὐτό σημαίνει ὅτι εἶναι «κατ᾽ εἰκόνα Θεοῦ». Ἀλλά τά χαρίσματα αὐτά, δηλαδή τίς ἀρετές πού πῆρε ὁ ἄνθρωπος κατά τήν δημιουργία, ἔπρεπε νά τίς αὐξήσει καί να τίς πληθύνει. Ἔτσι ἑρμηνεύουν μερικοί ἅγιοι Πατέρες τό «αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε».
Καί μέ τήν πατερική αὐτή ἑρμηνεία τό «αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε» εἶναι μιά ὑποχρεωτική ἐντολή γιά τόν κάθε ἄνθρωπο· γιατί κάθε ἄνθρωπος πρέπει νά «αὐξάνεται» ἐν Χριστῷ καί νά μήν παραμένει σέ νηπιώδη ἡλικία. Καί κάθε ἄνθρωπος πάλι πρέπει να «πληθύνει» τίς ἀρετές του, πού ἔλαβε «ἐν σπέρματι» κατά τήν δημιουργία.
Καί πραγματικά ὁ ἄνθρωπος στήν ἀρχή, στήν πρώτη του κατοικία, στόν παράδεισο, ἔκανε συνεχῶς αὐτή τήν αὔξηση καί αὐτή τήν πλήθυνση τῶν ἀρετῶν του. Σ᾽ αὐτή τήν κατάστασή του, πού οἱ θεολόγοι τήν λένε «ἀρχέγονη» κατάσταση, ὁ ἄνθρωπος στόν παράδεισο εἶχε πλήρη κοινωνία μέ τόν Θεό καί ὅ,τι ἔβλεπε καί ἄκουγε στόν κῆπο τοῦ παραδείσου τό ἀνήγαγε μέ τόν νοῦ του στόν Θεό. Ἔτσι, λοιπόν, ὅλο καί περισσότερο ὁ ἄνθρωπος μέ τά χαρίσματα πού τοῦ ἔδινε τό «κατ᾽ εἰκόνα Θεοῦ» πού εἶχε γινόταν «καθ᾽ ὁμοίωσιν Θεοῦ». Δηλαδή οἱ ἀρετές του, ἡ πνευματική του ὑγεία, ὅπως τήν εἴπαμε, γινόταν ὅλο καί πιό δυνατή, ὅλο καί πιό τέλεια. Ἕως ὅτου ἦρθε μία μέρα, μιά στιγμή, καταραμένη μέρα καί στιγμή, πού «ἀρρώστησε». Δηλαδή ἀποκόπηκε ἀπό τόν Θεό. Παρέβηκε τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός τοῦ εἶπε νά μήν τό κάνει και αὐτός τό ἔκανε.
Γιά τήν θεραπεία τώρα αὐτοῦ τοῦ ἄρρωστου ψυχικά ἀνθρώπου σαρκώθηκε, ἀδελφοί μου, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί ἦρθε κοντά του, γιά νά τόν γιάνει καί νά τόν θεραπεύσει και νά τόν κάνει ὅπως πρῶτα, καί πιό καλά ἀπό πρῶτα. Ὅλα αὐτά, ἀγαπητοί μου, γίνονται στό θεραπευτήριο τοῦ Χριστοῦ πού λέγεται Ἐκκλησία. Ἀλλά θά συνεχίσουμε τό θέμα μας στό προσεχές κήρυγμά μας.
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας