Α΄ Κορινθίους ιε΄ 1-11
Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΗΡΥΓΜΑΤΟΣ
«Ἀδελφοί σᾶς παρέδωκα ἐν πρώτοις ἐκεῖνο τό ὁποῖον καί παρέλαβον, ὅτι ὁ Χριστός ἐπέθανε διά τάς ἁμαρτίας μας σύμφωνα μέ τάς γραφάς, ὅτι ἐτάφη, ὅτι ἀναστήθηκε τήν τρίτην ἡμέρα σύμφωνα μέ τάς γραφάς»
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπό τῶν νεκρῶν εἶναι τό σημαντικότερο γεγονός τῆς Εὐαγγελικῆς Ἱστορίας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι ἡ ἐπισφράγησις τῶν λόγων καί τῶν ἔργων τοῦ Ἰησοῦ, τό ἔρεισμα τοῦ Εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ἡ ἀπόδειξη τῆς θεότητος αὐτοῦ, ἡ οὐσία τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Γι’ αὐτό καί σήμερα κατά τήν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας ἀναγνώσθηκε ἕνα μέρος ἀπό τό πιό ἔνδοξο κεφάλαιο τῆς Καινῆς Διαθήκης τό δέκατο πέμπτο τῆς πρώτης Πρός Κορινθίους ἐπιστολῆς, ἀναφερόμενον στήν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Περί αὐτῆς μᾶς τόνισε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δύο σημεῖα.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζει στούς Κορινθίους ὅτι τούς παρέδωσε αὐτό τό ὁποῖο παρέλαβεν ὡς ἀλήθεια, ὅτι δηλαδή ὁ Χριστός ὁ τοῦ Θεοῦ ἐνσαρκωθείς Λόγος ἀπέθανεν ὑπέρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν ἐπί τοῦ Σταυροῦ, καί ὅτι ἐτάφη καί ὅτι ἠγέρθη ἀπό τῶν νεκρῶν.
Ἀπ’ αὐτά τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου ἐξάγεται τό συμπέρασμα, ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐδίδαξε στούς Κορινθίους ἱστορικά γεγονότα καί ὄχι ἀνθρώπινες φαντασίες. Τά γεγονότα τοῦ πάθους, τοῦ θανάτου, τῆς ταφῆς καί τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου εἶναι γνωστά, διότι συνέβησαν ἐνώπιον αὐτήκοων καί αὐτοπτῶν μαρτύρων. Εἶναι γεγονότα τά ὁποῖα δέν εἶδαν μόνο οἱ Ἀπόστολοι, ἀλλά πολύς κόσμος, ὁ ὁποῖος ἦταν συγκεντρωμένος στήν πόλη τῆς Ἰερουσαλήμ. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εὔστοχα παρατηρεῖ, ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ἐπειδή προεγνώριζε, ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι καί μετά ἀπ’ αὐτούς πολλοί ἄλλοι θά ἀμφισβητοῦσαν τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, ἐνήργησε, ὥστε οἱ ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ νά βεβαιώνουν τά ἱστορικά αὐτά γεγονότα. Ἔτσι ὁ Πιλᾶτος καί τό Ἰουδαϊκό Συνέδριο ἐξέδωσε τήν θανατική καταδίκη. Ὁ εἰδωλολάτρης ἑκατόνταρχος πιστοποίησε τό θάνατο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπί τοῦ Σταυροῦ. Ἡ κουστωδία τῶν Ἰουδαίων φρουροῦσε τόν τάφο γιά νά μήν κλέψουν οἱ μαθητές τό Σῶμα τοῦ Κυρίου, ἄρα ἡ ταφή ἦταν πραγματική. Πάλι δέ οἱ τῆς κουστωδίας στρατιῶτες κήρυξαν πρώτοι τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ στό Ἰουδαϊκό Συνέδριο. Ὅλες αὐτές οἱ ἐνέργειες ἔγιναν καί ἦταν γνωστές σέ ὅλη σχεδόν τήν πόλη τῆς Ἰερουσαλήμ. Δέν ἔγινε τίποτα κρυφά, γιά νά μήν συκοφαντηθεῖ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας.
Ἑπομένως ὁ θάνατος, ἡ ταφή καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου εἶναι ἱστορικά γεγονότα τά ὁποῖα εἶδαν, ἄκουσαν, ἔζησαν ἐκτός ἀπό τούς Ἀποστόλους πού τά κήρυξαν καί πολλοί ἄλλοι.
Τό δεύτερο στοιχεῖο περί τῶν σωτηριωδῶν γεγονότων αὐτῶν τό ὁποῖο ἐπικαλεῖται ὁ Ἁπόστολος Παῦλος εἶναι ὅτι ὅλα αὐτά συνέβησαν «κατά τάς γραφάς». Ὁ Χριστός πέθανε, ἐτάφη καί ἀνέστη σύμφωνα μέ τίς προφητεῖες καί τίς μαρτυρίες τῶν Ἁγίων Γραφῶν. Ἡ παρατήρηση αὐτή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἔχει τό νόημα ὅτι ἐκτός ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ἔζησαν αὐτά τά κοσμοϊστορικά γεγονότα καί τά ἐπεβεβαιώνουν μέ τήν μαρτυρία τους, τά ἐπιβεβαιώνει καί ὁ Θεός μέ τήν δική του μαρτυρία, ἀφοῦ περί αὐτῶν τῶν γεγονότων μίλησαν οἱ Προφῆτες καί οἱ ἅγιες Γραφές. Ἀκόμη δέ διάφορα γεγονότα τῆς Ἰουδαϊκῆς Ἱστορίας προεμήνυαν τόν θάνατο, τήν ταφή καί τήν ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου.
Μάλιστα ἕνα ἀπό αὐτά τό χρησιμοποίησε καί ὁ Κύριος γιά νά βοηθήσει τούς ἀπιστοῦντες Ἰουδαίους νά πεισθοῦν ὅτι εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός καί ὅτι θά θανατωθεῖ, θά ταφεῖ καί τήν Τρίτη ἡμέρα θά Ἀναστηθεῖ. Εἶπε «ὅπως ὁ Ἰωνᾶς ἦταν στήν κοιλιά τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρες καί τρεῖς νύχτες ἔτσι θά μείνει καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου στήν καρδιά τῆς γῆς τρεῖς ἡμέρες καί τρεῖς νύχτες» (Ματθ. ιβ΄ 40).
Ἑπομένως ἔχουμε καί τήν μαρτυρία καί τήν ἐπιβεβαίωση τοῦ Θεοῦ περί τῆς ἀληθείας τοῦ κηρύγματος τοῦ θανάτου, τῆς ταφῆς καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Παρά τό γεγονός ὅτι ὑπάρχουν τόσες πολλές καί ἐπαρκεῖς μαρτυρίες περί τῶν γεγονότων αὐτῶν τῆς ζωῆς τοῦ Λυτρωτοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐν τούτοις ὑπάρχουν σήμερα ἄνθρωποι οἱ ὁποίοι διαβάλλουν, συκοφαντοῦν καί ἀμφισβητοῦν τήν ἱστορικότητα τους. Ὅλοι αὐτοί πού προσπάθησαν κατά τό παρελθόν καί προσπαθοῦν καί σήμερα νά ὑποστηρίξουν, ὅτι ὁ Χριστός δέν πέθανε, δέν ἐτάφη, δέν Ἀνέστη, ἔχουν διατυπώσει τίς πιό πολύπλοκες καί ἀπίθανες θεωρίες, οἱ ὁποῖες δέν ἀντέχουν στήν λογική ἐξέταση καί διερεύνηση. Πολλές μάλιστα ἀπ’ αὐτές ἔχουν μεγάλη δόση ἀφέλειας καί ὑπερβολές ἀναλόγως.
Τό θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό καί περί αὐτῆς μᾶς δόθηκαν οἱ μαρτυρίες τοῦ Θεοῦ, τῶν προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί πολλῶν ἄλλων μαρτύρων γιά νά μήν ἀμφιβάλλουμε γιά τήν ἱστορικότητά τους.
Ὅποιος δέν πιστεύει στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μάταια εἶναι Χριστιανός.
Πιστεύει σέ μία φαντασία, σέ ἕνα ψεῦδος, σέ μία ἀπάτη.
Ἀλλά ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ οὔτε φαντασία, οὔτε ψεῦδος, οὔτε ἀπάτη εἶναι. Εἶναι γεγονός τό ὁποῖο κηρύχθηκε καί πιστεύθηκε ἀπό ἑκατομμύρια ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων. Γι’ αὐτήν θυσιάσθηκαν οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Μάρτυρες. Αὐτήν ὑπερασπίσθηκαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτήν ἐπιβεβαιώνει ἡ Ἱστορία.
Σ’ αὐτήν τήν πίστη κι ἐμεῖς στηριζόμεθα ὄχι μόνο γιά τήν παροῦσα ζωή, ἀλλά κυρίως γιά τήν μέλλουσα.
Γι’ αὐτό ἄς ἔχουμε συνεχῶς μέσα στήν ψυχή τόν Ἀναστάσιμο χαιρετισμό «Χριστός Ἀνέστη» καί ἄς ἀγωνιζόμαστε συνεχῶς νά γίνει βίωμα.