Ο άνθρωπος πάντα αναζητά. Ποτέ δεν αρκέστηκε στην εφήμερη γνώση, αλλά διαρκώς άνοιγε πανιά για νέους κόσμους, μακρινούς, άγνωστους. Κατά τον Αριστοτέλη «Πάντες άνθρωποι φύσει ορέγονται του ειδέναι». Στην Εκκλησία λέμε ότι ο άνθρωπος είναι «εικόνα Θεού», και όπως ο Θεός είναι άπειρος και ατέλεστος έτσι απροσμέτρητη είναι η περιπέτεια του ανθρώπου να απαντήσει στα εναγώνια ερωτήματα για το «ποιος είμαι; από πού έρχομαι; πού πηγαίνω;». Γι΄ αυτό και η επιστήμη θεωρήθηκε ένα μεγάλο δώρο του Θεού στην ανθρωπότητα, καρπός των δυνατοτήτων που ο Δημιουργός έδωσε στον άνθρωπο για να αναπτύξει.
Ο Θεός εμφύσησε στον άνθρωπο τη δημιουργική πνοή Του, τον προίκισε με σκέψη, με τη δίψα της δημιουργίας, με την ικανότητα των ανακαλύψεων και εφαρμογών. Το 1954 ιδρύθηκε ο ευρωπαϊκός οργανισμός υπο-ατομικής έρευνας CERN (Conseil Européen pour la Recherche Nucléaire). Το 1981, και μετά από μερικά χρόνια σχεδιασμού και κατασκευής, έγιναν οι πρώτες συγκρούσεις αδρονίων στον επιταχυντή SPS του CERN στα γαλλο-ελβετικά σύνορα, επιχειρώντας να δώσουν οι επιστήμονες ικανοποιητικές απαντήσεις γύρω από τη φύση του κόσμου και τις πρώτες στιγμές του σύμπαντος αμέσως μετά τη δημιουργία του.Στο εργαστήριο οι επιστήμονες χρησιμοποιούν μικρά κομμάτια ύλης (σωματίδια) τα οποία συγκρούονται μεταξύ τους σχεδόν με την ταχύτητα του φωτός. Ανάλογα με τον τύπο των σωματιδίων και την ταχύτητα τους, είναι δυνατό να δημιουργηθούν συνθήκες στο εργαστήριο παρόμοιες με εκείνες κατά τις πρώτες στιγμές του σύμπαντος.
Κάπως έτσι διερευνώνται οι συνθήκες του πρώιμου σύμπαντος, μελετώντας τα θραύσματα των συγκρούσεων ανάμεσα στα σωματίδια, για να επαληθεύσουν ή να διαψεύσουν κάποιες θεωρίες που ήδη υπάρχουν. Ακόμα, οι επιστήμονες δημιουργούν στο εργαστήριο τις συνθήκες υπό τις οποίες πολύ σπάνια σωματίδια μπορούν να υπάρξουν. Τέτοια σωματίδια πιθανώς υπήρχαν κατά τη διάρκεια της εξέλιξης του σύμπαντος και έπαιξαν το δικό τους ρόλο στη διαμόρφωση του σημερινού κόσμου. Για παράδειγμα το σωματίδιο του Higgs (που καλείται επίσης μποζόνιο του Higgs).
Σύμφωνα με τη θεωρία του καθηγητή Peter Higgs (την πρωτοδημοσίευσε τον Οκτώβριο του 1964), τα σωματίδια αποκτούν μάζα εξ’ αιτίας της αλληλεπίδρασης τους με ένα ξεχωριστό σωματίδιο, που ονομάστηκε «σωματίδιο του Ηiggs». Εάν τα σωματίδια έχουν μάζα, μπορούν να συνδυαστούν σε ομάδες και να σχηματίσουν ύλη έτσι όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. Η ενδεχόμενη ανακάλυψη του «σωματιδίου του Ηiggs» θα σήμαινε ότι η θεωρία του καθηγητή Higgs είναι σωστή. Και έτσι για πρώτη φορά θα μάθουμε πώς τα σωματίδια απέκτησαν τη μάζα τους και συνδυάστηκαν (με πολύπλοκους τρόπους) στο σημερινό μας κόσμο.
Οι επιστήμονες ονόμασαν το υπό αναζήτηση σωματίδιο του Ηiggs «καταραμένο σωματίδιο» (Goddamn particle), καθώς ήταν τόσο «καταραμένα δύσκολο να το ανακαλύψουν». Το 1993 ο νομπελίστας φυσικός Leon Max Lederman, στο βιβλίο που έγραψε μαζί με τον καθηγητή Dick Teresi και με τον υπότιτλο «Εάν το σύμπαν είναι η απάντηση, Ποιά είναι η ερώτηση;», έδωσε στο «σωματίδιο του Ηiggs» το παρατσούκλι «σωματίδιο του Θεού», καθώς οι εκδότες του βιβλίου αρνήθηκαν να το τυπώσουν με το όνομα «καταραμένο σωματίδιο». Ο Lederman εξήγησε αργότερα πως αφ΄ ενός μεν η ονομασία «καταραμένο σωματίδιο» είναι ένας ακατάλληλος και μάλλον αισχρός όρος, που προσβάλλει και δυσαρεστεί, και αφ΄ ετέρου πως το σωματίδιο αυτό είναι τόσο κεντρικό και κρίσιμο στο να κατανοήσουμε τελικώς τη δομή της ύλης, η οποία είναι άπιαστη μέχρι σήμερα, που θα μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε «σωματίδιο του Θεού».Το πρωί της Τετάρτης 4 Ιουλίου 2012, το κέντρο ερευνών CERN ανακοίνωσε από τη Γενεύη ότι η προσπάθεια για τον εντοπισμό του «σωματιδίου Higgs» φτάνει προς το τέλος της, λέγοντας πως ανακάλυψαν ένα σωματίδιο συμβατό με το «σωματίδιο Higgs». Το σωματίδιο αυτό ζει μόνο για ένα χιλιοστό του δισεκατομμυριοστού του δισεκατομμυριοστού του δευτερολέπτου! Μένει πλέον να αποδειχθεί τελειωτικά αν το νέο σωματίδιο είναι όντως το πολυπόθητο «μποζόνιο Higgs», αλλά η ανακάλυψη θεωρείται δεδομένη από τους περισσότερους επιστήμονες. Λίγο αργότερα, ο ίδιος ο Peter Higgs, 83 χρονών σήμερα, από το μικρόφωνο του CERN και φανερά συγκινημένος δήλωνε ότι δεν πίστευε ποτέ πως η ανακάλυψη αυτή θα συνέβαινε στη διάρκεια της ζωής του, ενώ ζήτησε από την οικογένειά του να βάλει στο ψυγείο τη σαμπάνια, εννοώντας πως υπάρχουν ακόμα πολλά και σημαντικά βήματα που πρέπει να γίνουν.
Άλλωστε αρκετοί επιστήμονες ισχυρίζονται ότι «το μποζόνιο του Higgs ανοίγει τον δρόμο για να κατανοήσουμε περίπου το 4% του σύμπαντος».Πάντως, ο όρος «σωματίδιο του Θεού» ή πολύ περισσότερο ο όρος «σωματίδιο θεός» είναι μάλλον ανεπιτυχής. Ο ίδιος ο καθηγητής Higgs έχει δημόσια αποκαλέσει τον όρο «ενοχλητικό», καθώς η κακή χρήση του δυσαρεστεί και πολύ περισσότερο μπερδεύει τους ανθρώπους. Είναι ένας όρος παραπλανητικός, λένε οι φυσικοί, οι οποίοι δεν τον επικροτούν, καθώς δημιουργεί σύγχυση γύρω από την πραγματική φύση των ερευνών τους.Πολλοί φυσικοί θεωρούν πως και το σωματίδιο αυτό ανήκει στη δημιουργία του Θεού, όπως κάθετι που υπάρχει τριγύρω μας.
Ενώ όλοι οι φυσικοί –είτε πιστεύουν στον Θεό είτε όχι- ομολογούν ότι ένα σωματίδιο είναι μέρος της φύσης και όχι θεός, τουλάχιστον όχι περισσότερο από όσο θα μπορούσε να είναι «θεός» ο ήλιος ή μία πέτρα. Αλήθεια, πόσο αφελές είναι να πιστεύουμε ότι η Εκκλησία «φοβάται» την ανακάλυψη του «σωματιδίου Higgs»! Όσο αφελές είναι να φοβόμαστε τις «συγκρούσεις» μεταξύ επιστήμης και θεολογίας. Ο L. Pasteur συνήθιζε να λέει: «Η ολίγη επιστήμη μάς απομακρύνει από τον Θεό, η αληθινή επιστήμη μάς πλησιάζει κοντά Του». Η Εκκλησία ευλογεί την επιστήμη, όταν εκείνη σέβεται τον άνθρωπο και δεν τον συνθλίβει. Στις Γραφές διαβάζουμε ότι «Κύριος έκτισεν ιατρικήν και πάσαν επιστήμην». Οι μεγάλοι Πατέρες και Άγιοι της ορθόδοξης παράδοσής μας ήσαν πανεπιστήμονες. Το έργο του Μεγάλου Βασιλείου «εις την Εξαήμερον», ένας υπομνηματισμός στα πρώτα κεφάλαια της Γένεσης, αποτελεί σήμερα πολύτιμο εντρύφημα για αστρονόμους, γεωλόγους, ιατρούς και άλλους επιστήμονες. Η διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης περί δημιουργίας του κόσμου, τον 4ο αι. μ.Χ., θεωρείται ότι αποτελεί πρόγονο της θεωρίας της «μεγάλης έκρηξης» (Big-Bang), την οποία όμως ερμηνεύει μέσα από την ενέργεια του Θεού. Ο κατάλογος θα μπορούσε να είναι ατελείωτος. Η επιστήμη προσπαθεί να δώσει μία ερμηνεία για τη δημιουργία και τη σύσταση του κόσμου –αν και πολλοί εκπρόσωποί της το θεωρούν αυτό μία εξαιρετικά επικίνδυνη έκφραση! Η ορθόδοξη θεολογία –και αυτή ακριβώς είναι η δική της αποστολή- διακηρύσσει ότι εκείνο που έχει μεγάλη σημασία είναι ποιός δημιούργησε τον κόσμο και τον άνθρωπο. Όπως πολύ σωστά έχει επισημανθεί, η επιστήμη απαντά στο πώς, η θεολογία απαντά στο Ποιός!
Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος σημειώνει πολύ χαρακτηριστικά: «Η επιστήμη προχωρεί σε διάφορες ανακαλύψεις οι οποίες πρέπει να ωφελούν και να μη βλάπτουν τους ανθρώπους, και η ορθόδοξη θεολογία δίνει απαντήσεις στις πνευματικές αναζητήσεις του ανθρώπου και στο πώς θα αποκτήσει ανιδιοτελή αγάπη προς τον Θεό και τους συνανθρώπους του, σε μια εποχή μάλιστα που όχι μόνον κηρύσσεται «ο θάνατος του Θεού», αλλά και «ο θάνατος του πλησίον». Τελικά, όσες ανακαλύψεις και αν κάνει η επιστήμη, ο άνθρωπος πεινά και διψά για τον προσωπικό Θεό, για ανιδιοτελή αγάπη, εσωτερική ειρήνη και ελευθερία, για πληρότητα πνευματική, θέλει να μάθει τί υπάρχει πέρα από την κτίση, τί γίνεται μετά το θάνατο, τί είναι η αιώνια ζωή κ.ά.»
Η Εκκλησία μάς λέει πως ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο από αγάπη. Πως η θεϊκή αγάπη είναι εκστατική, δημιουργική. Ο Θεός δεν είναι ιδέα ούτε ύλη, είναι Πρόσωπο, είναι αγάπη. Με το λόγο Του, που είναι η άκτιστη ενέργειά Του, δημιουργεί κτιστά όντα. «Τίποτε δεν ανάγκασε τον Θεό να δημιουργήσει. Κίνητρο του Θεού για δημιουργία είναι η αγάπη του. Αντί να πούμε ότι δημιούργησε το σύμπαν από το μηδέν, θα ‘πρεπε να πούμε ότι το δημιούργησε από τον ίδιο τον εαυτό Του, που είναι αγάπη. Η δημιουργία δεν είναι τόσο μια πράξη της ελεύθερης θέλησής Του, όσο της ελεύθερης αγάπης Του.» (Μητροπ. Κάλλιστος Ware, Ο ορθόδοξος δρόμος).
Ο Θεός ευτυχώς δεν είναι μηχανικός ή τεχνίτης ή εργολάβος. Ο Θεός είναι πρωτίστως Πατέρας! Γι΄ αυτό και ο κόσμος είναι το ξεχείλισμα της αγάπης Του, για τον οποίο νοιάζεται. Και ο άνθρωπος είναι η κορωνίδα της δημιουργίας, που καλείται, σε μια διαρκή κίνηση χαράς και ευγνωμοσύνης προς τον Δημιουργό, να συμπαρασύρει την κτίση προς την ατέλεστη τελειότητα.Από όλα τα παραπάνω μπορούμε αβίαστα να συμπεράνουμε πως η αγάπη είναι το αληθινό «σωματίδιο» του Θεού.
Κάθετι –και κυρίως η ζωή μας- αποκτά νόημα και βαθύτερο περιεχόμενο όταν έρχεται σε αλληλεπίδραση με το ξεχωριστό αυτό «σωματίδιο», τη μονάκριβη φανέρωση της θεϊκής «ουσίας», που δικαιώνει αλλά και που ξεπερνά κάθε ανθρώπινη γνώση. Καθώς, όπως πολύ απλά μάς βεβαιώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: ο Θεός αγάπη εστί!
π. Συμεών Βενετσιάνος - Άγιος Βασίλειος Πειραιώς