ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ:
Σημεία των «Καιρών» - Ανειδίκευτοι «εξειδεικευμένοι», ειδικά επί ύβρεων
Την 15.09.2012 δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της εφημερίδας «Χριστιανική» κείμενο των κ. Δ. Μόσχου και Γ. Παπαδόπουλου με τίτλο “Το νέο Πρόγραμμα Σπουδών Θρησκευτικών και οι στόχοι του... Μια απάντηση” (http://www.xristianiki.gr/arkheio-ephemeridas/876/to-neo-ppogpamma-spoydon-thphskeytikon-kai-oi-stoxoi-toy-mia-apantese.html, ανακτήθηκε την 05.10.2012), το οποίο υπερασπίζεται το προτεινόμενο Πρόγραμμα Σπουδών (ΠΣ) για το Μάθημα των Θρησκευτικών (ΜτΘ) στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο, με αφορμή τη δημοσιευθείσα Επιστολή του Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Ηγουμένου της Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους με τίτλο “Οδηγός προς την πανθρησκεία το νέο Πρόγραμμα Σπουδών για το Μάθημα των Θρησκευτικών” (http://www.impantokratoros.gr/ CF74140A.el. aspx, ανακτήθηκε την 05.10.2012).
Η υπεράσπιση του ΠΣ από τα ίδια τα μέλη της επιτροπής “εμπειρογνωμόνων” που το συνέταξαν, όπως εν προκειμένω οι κ. Δ. Μόσχος και Γ. Παπαδόπουλος, είναι συνήθης. Συνήθης είναι, επίσης, και η χρησιμοποιούμενη παραπλανητική μέθοδος, η αόριστη επιχειρηματολογία, αλλά και το απαξιωτικό ύφος εναντίον όσων έχουν αντίθετες απόψεις. Αυτή τη φορά, προστέθηκε επιπλέον και μια προσωπική επίθεση εναντίον μιας σπουδαίας προσωπικότητας της σύγχρονης ορθοδοξίας, του Αρχιμ. κ. Γεωργίου Καψάνη, η οποία προκαλεί ευθέως το θρησκευτικό συναίσθημα, ιδιαίτερα όσων έχουν καταστεί κοινωνοί της πνευματικότητάς του.
Παρακάτω, παρατίθεται σχολιασμός σε επιμέρους αναφορές της δημοσίευσης των κ. Μόσχου και Παπαδόπουλου:
1. “... Eίναι πραγματικά οδυνηρό μια εμβληματική μορφή του σύγχρονου αγιορείτικου Mοναχισμού, να εκφέρει θεολογικές κρίσεις με τόσο αφοριστικό τρόπο σε θέματα διδακτικής μεθοδολογίας, που, σημειωτέον, αποτελούν αντικείμενο συζήτησης μεταξύ εξειδικευμένων επιστημόνων ... Τέτοιο ειδικό θέμα είναι το θέμα του «θρησκευτικού γραμματισμού» ...”.
Οδυνηρό είναι, οι συντάκτες της δημοσίευσης να αυτοπροσδιορίζονται ως “εξειδικευμένοι επιστήμονες” σε θέματα “διδακτικής μεθοδολογίας” και “θρησκευτικού γραμματισμού”, (παρότι λέκτορας εκκλησιαστικής ιστορίας ο πρώτος και θεολόγος μέσης εκπαίδευσης ο δεύτερος) και να ασκούν κριτική στο περιεχόμενο και τον τρόπο έκφρασης γνώμης ενός ανθρώπου με το εγνωσμένο κύρος και τη θεολογική κατάρτιση του Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, ο οποίος, άλλωστε, πραγματεύεται το θέμα της θρησκευτικής εκπαίδευσης ολιστικά, από εθνικής, ιστορικής, θεολογική, εκκλησιαστικής και κοινωνικής πλευράς, και όχι μόνο από την πλευρά της “διδακτικής μεθοδολογίας” και του “θρησκευτικού γραμματισμού”, όπως παραπειστικά παριστάνουν οι συντάκτες της δημοσίευσης.
2. “...χαρακτηρίζει (σ.σ. ο Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης) το νέο προτεινόμενο Πρόγραμμα Σπουδών (Π.Σ.) για τα Θρησκευτικά ως «αντίχριστη θρησκευτική αγωγή» και «δημόσια μύηση στην επερχόμενη Πανθρησκεία»...”.
Λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο της έννοιας “μύηση”(εισαγωγή, προσέγγιση) σε συνδυασμό με το περιεχόμενο του προτεινόμενου ΠΣ, συνάγεται ότι ο χαρακτηρισμός “δημόσια μύηση στην πανθρησκεία” που αποδίδει ο Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης, αποτυπώνει επακριβώς τη “γραμμή” και το περιεχόμενο του ΠΣ. Αξίζει να αναφερθεί, ενδεικτικά, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μέσα από το ΠΣ:
Στην ενότητα (2) της Γ' Δημοτικού με το «χριστιανικότατο» (!) τίτλο “Κυριακή: Μια σημαντική ημέρα της εβδομάδας” και συγκεκριμένα στα “Προσδοκώμενα Μαθησιακά Αποτελέσματα”, αναφέρεται κατά λέξη: «Οι μαθητές (να) μπορούν να: Περιγράφουν και αξιολογούν τη σημασία της Κυριακής ως μιας ξεχωριστής μέρας (σ.σ.: αυτός είναι κατά τους συντάκτες του ΠΣ, ο «χριστιανικός» - μη αντίχριστος ορισμός της Κυριακής). Αναγνωρίζουν τις “ειδικές” μέρες του Ισλάμ και του Ιουδαϊσμού και συνειδητοποιούν τη σημασία τους για τους Εβραίους και τους Μουσουλμάνους. Αναγνωρίζουν σύμβολα και ιερούς τόπους του Χριστιανισμού (σ.σ.: γενικά, όχι του ορθόδοξου), του Ιουδαϊσμού και του Ισλάμ” (ΠΣ Γ’ Δημοτικού, σελ. 31). Αν, μάλιστα, ληφθούν υπόψη και συγκεκριμένες, φανερά στοχευμένες, «δραστηριότητες» που υποδεικνύει το ΠΣ, καθίσταται εμφανές ότι όχι απλά πληρούται, αλλά και επιδιώκεται μεθοδευμένα η «μύηση στην πανθρησκεία», όπως εύστοχα σημειώνει ο Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης.
3. “...Bεβαίως, ο ίδιος ο π. Γεώργιος δηλώνει ότι η ενημέρωσή του προέρχεται από τον καθηγητή κ. Hρ. Pεράκη, άρα από έναν μόνο εκπρόσωπο της ακαδημαϊκής θεολογικής κοινότητας και, επομένως, μπορούμε να δεχθούμε ότι η γνώση αυτή είναι αποσπασματική, ώστε να επιχειρήσουμε μια απάντηση με το μέγιστο απόθεμα καλής θέλησης...”.
Ο Καθηγητής Χριστιανικής Παιδαγωγικής της Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ κ. Ηρακλής Ρεράκης, ως καθ' ύλην αρμόδιος πανεπιστημιακός, συνέταξε και κοινοποίησε στο θεολογικό και εκκλησιαστικό κόσμο το από 02.07.2012 Επιστημονικό Υπόμνημά του σχετικά με το προτεινόμενο ΠΣ (http://thriskeftika.blogspot.gr/2012/07/blog-post_5924.html, ανακτήθηκε την 05.10.2012). Αντί οι συντάκτες της δημοσίευσης να αντιτάξουν επ' αυτού συγκεκριμένα επιστημονικά επιχειρήματα ως “εξειδικευμένοι επιστήμονες”απέναντι στα θεμελιακά προβλήματα που εντοπίζει ο Καθηγητής κ. Ρεράκης στο ΠΣ, προβαίνουν σε ευλαβική εφαρμογή της λαϊκής ρήσης “στρίβειν διά του αρραβώνος” και επιδίδονται σε μια απρόσφορη επιχείρηση “αποσπασματοποίησης” της γνώμης του, δοθέντος ότι η γνώμη αυτή δε συνιστά “απόσπασμα” ως προς το ΜτΘ. Πέρα όμως από τον Καθηγητή κ. Ρεράκη, πολλοί πανεπιστημιακοί έχουν εκφραστεί δημόσια κατά του προτεινόμενου ΠΣ, ενώ παράλληλα σύσσωμος σχεδόν ο θεολογικός κόσμος (Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων - ΠΕΘ, τα περισσότερα Παραρτήματα Θεολόγων ανά την Ελλάδα, ο Σύνδεσμος Θεολόγων Μακεδονίας – Θράκης καθώς και πλήθος μεμονωμένων θεολόγων), με επανειλημμένες δημόσιες τοποθετήσεις – καταγγελίες τους ασκούν δριμεία κριτική κατά του ΠΣ και ζητούν την απόσυρσή του. Επίσης, πλήθος Μητροπολιτών έχει δημόσια τοποθετηθεί ευθέως κατά του ΠΣ και της, μέσω αυτού, μετατροπής του ΜτΘ σε θρησκειολογία.
Είναι επομένως παιδαριώδες να μιλούν οι συντάκτες της δημοσίευσης για «αποσπασματική» ενημέρωση, συνιστά δε κακοβουλία, ή εθελοτυφλία, ή ευήθεια, να θεωρούν ότι ο Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης δεν είχε γνώση ή δεν έλαβε υπόψη του το πρωτοφανές κύμα αντιδράσεων του θεολογικού κόσμου.
4. “...O θρησκευτικός γραμματισμός και γενικότερα το πλαίσιο του νέου Π.Σ. Θρησκευτικών είναι μια προσπάθεια να οργανωθεί ένα μάθημα για όλους τους μαθητές κάθε θρησκείας και κοσμοθεωρίας, χωρίς φυσικά να μετατρέπεται σε ένα εγκυκλοπαιδικό μάθημα θρησκειολογίας...”.
Στο ζήτημα του “θρησκευτικού γραμματισμού”έχει αναφερθεί αναλυτικά ο καθ' ύλην αρμόδιος Καθηγητής κ. Ρεράκης στο Υπόμνημα που προαναφέρθηκε, δίνοντας μία τελείως διαφορετική προσέγγιση και ερμηνεία, ως προς τη έννοια και τη σκοπιμότητά του θρησκευτικού γραμματισμού” στο ΠΣ, οπότε παρέλκει οποιαδήποτε άλλη αναφορά, ιδιαίτερα από ασχέτους με αυτό το επιστημονικό αντικείμενο, όπως οι συντάκτες της δημοσίευσης.
Παραπέρα, προκαλεί απορία η αναφορά των συντακτών της δημοσίευσης σε “μαθητές κάθε θρησκείας και κοσμοθεωρίας”. Πέραν των ορθοδόξων, μαθητές άλλης θρησκείας στην Ελλάδα που συνιστούν υπολογίσιμο ποσοστό στο σύνολο των μαθητών, είναι μόνο οι μαθητές σχολείων της Θράκης (όπου άλλωστε λαμβάνεται ιδιαίτερη εκπαιδευτική μέριμνα εδώ και πολλά χρόνια) και ορισμένων σχολείων της ελληνικής επικράτειας, όπου και συναντάται αυξημένος αριθμός μουσουλμανοπαίδων. Περαιτέρω, οι μαθητές που ασπάζονται π.χ. το θρήσκευμα του Ιουδαϊσμού, ή του Ινδουισμού, η του Βουδισμού, ή του Ταοϊσμού είναι απειροελάχιστοι, ώστε να επηρεάζεται η θρησκευτική εκπαιδευτική πολιτική ενός Κράτους και να συνιστά αναγκαία την εκτενέστατη αναφορά του ΠΣ στα θρησκεύματα αυτά και τη διδασκαλία τους.
Επιπλέον, η αναφορά των ίδιων των συντακτών της δημοσίευσης σε «μάθημα για όλους τους μαθητές κάθε θρησκείας και κοσμοθεωρίας» συνιστά σε απλά -ή καλύτερα καθαρά- ελληνικά, επαλήθευση της εύστοχης αναφοράς του Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη σε «δημόσια μύηση στην πανθρησκεία».
5. “...H έμφαση, βέβαια, είναι κυρίως στα του Ορθόδοξου Χριστιανισμού, γιατί αυτή είναι και θρησκεία και πολιτιστική κληρονομιά και ιστορία του τόπου μας...”.
Από την επισκόπηση των στόχων του ΠΣ παρατηρείται ότι οι αναφορές σε θέματα ορθόδοξης διδασκαλίας είναι εξαιρετικά ελάχιστες, συγκριτικά με το μέγεθος του συνόλου των ΠΣ. Περαιτέρω, οι όποιες αναφορές στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό γίνονται μόνο μέσα από αφηρημένες θρησκειολογικές – κοινωνιολογικές προσεγγίσεις και μάλιστα όλων των χριστιανικών ομολογιών μαζί, με κυρίαρχο το στοιχείο του συγκριτισμού ανάμεσα σ' αυτές. Είναι χαρακτηριστική, επ' αυτού, η δραστηριότητα που προτείνεται στην ενότητα (4) της Α' Γυμνασίου: “Debate ή “δύο καρέκλες”: “Εφόσον η πίστη είναι ελεύθερη, κανένας δεν χρειάζεται τα δόγματα! (sic)” (ΠΣ Α' Γυμνασίου, σελ. 33). Είναι επομένως πρόδηλο ότι δεν δίνεται καμία έμφαση “στα του ορθόδοξου χριστιανισμού”, συνιστά δε ο εν λόγω ισχυρισμός μία από τις σοβαρότερες παραπλανήσεις που περιέχει η δημοσίευση.
6. “...Δεν επιδιώκεται σύγκριση μεταξύ των θρησκειών (παρά μόνο σε πολύ ειδικά θέματα και ανάλογα με την ανάπτυξη των παιδιών) και φυσικά, δεν διδάσκεται ούτε η εξομοίωση, ούτε η μίξη των διαφόρων θρησκευτικών παραδόσεων, αλλά αντίθετα, τονίζονται οι διαφορές τους...”.
Αιφνιδιάζει, πραγματικά, ο τρόπος με τον οποίο οι συντάκτες της δημοσίευσης προβάλλουν ανερυθρίαστα αυτή την ωμή αναλήθεια, προκαλώντας μάλιστα την κοινή λογική, δεδομένου ότι αρκεί μία απλή ανάγνωση για να καταφανεί ότι σύνολη η φιλοσοφία του ΠΣ, καθώς και όλες οι παράμετροί του, θεραπεύουν κατεξοχήν το αντικείμενο της συγκριτικής αλλά και συγκρητικής θρησκειολογίας. Το σύνολο σχεδόν του ΠΣ και των επιμέρους προβλέψεών του συνιστά εμφανή προσπάθεια αμαγαλματοποίησης στοιχείων από διάφορες θρησκείες και ομολογίες. Όχι απλά δεν τονίζονται διαφορές, όπως ισχυρίζονται, αλλά εξαίρεται η σημασία των ομοιοτήτων μεταξύ των θρησκειών, ιδίως δε μεταξύ των χριστιανικών ομολογιών. Είναι χαρακτηριστική η “δραστηριότητα” που προτείνεται στην ενότητα (4) της Ε' Δημοτικού: “Οι μαθητές προετοιμάζουν μια παρουσίαση συμβόλων της Εκκλησίας, με εικόνες από μνημεία και δικά τους σκίτσα, ζωγραφιές. Συλλέγουν σύμβολα από άλλες θρησκείες (ο τροχός της ζωής, Μαντάλα (ινδουισμός), γιν και γιανγκ (Κίνα). Βρίσκουν πολλών ειδών Μαντάλα” (ΠΣ Ε' Δημοτικού, σελ. 51).
Σχετικά με τα παραπάνω, αξίζει επίσης να αναφερθούν ενδεικτικά ορισμένοι χαρακτηριστικοί “στόχοι” του ΠΣ: Οι μαθητές “να γνωρίσουν σύμβολα, εικόνες, γιορτές, τελετουργίες και έθιμα άλλων θρησκειών, καθώς και τη σημασία τους στη ζωή των ανθρώπων” (ΠΣ Γ' Δημοτικού, σελ. 29), “να προσεγγίσουν σε ένα πρώτο επίπεδο βασικά θέματα του Χριστιανισμού και άλλων θρησκειών και να συνειδητοποιήσουν τη σημασία τους για τη ζωή των ανθρώπων” (ΠΣ Δ' Δημοτικού, σελ. 37), “να κατανοήσουν τις απαντήσεις του Χριστιανισμού σε θεμελιώδεις διαστάσεις των ανθρωπίνων σχέσεων και να διερευνήσουν σχετικές απαντήσεις άλλων θρησκειών” (ΠΣ Ε' Δημοτικού, σελ. 47), “να εντοπίσουν στοιχεία που ενώνουν τους χριστιανούς όλου του κόσμου” (ΠΣ ΣΤ' Δημοτικού, σελ. 54), “να προσεγγίσουν ποικίλες διδασκαλίες, αναζητήσεις και εμπειρίες από τις μεγάλες θρησκείες του κόσμου” (ΠΣ Α' Γυμνασίου, σελ. 29), “να αντιληφθούν τη διάδραση ανάμεσα στις θρησκευτικές πεποιθήσεις” (ΠΣ Β' Γυμνασίου, σελ. 38), “να συνειδητοποιήσουν την οικουμενική σημασία των σύγχρονων διαθρησκειακών και διομολογιακών διαλόγων” (ΠΣ Γ' Γυμνασίου, σελ. 49). Οι αναφορές αυτές είναι ενδεικτικές πλην αρκούντως αντιπροσωπευτικές ως προς το πνεύμα και τη πανθρησκειακή φιλοσοφία του προτεινόμενου ΠΣ.
7. “...Oι διάφορες απόψεις για το αντίθετο έχουν ήδη απαντηθεί αρκετά σε υπομνήματα, που έχουν γραφεί από τους συντάκτες του Π.Σ. σε διάφορες ευκαιρίες, τους προηγούμενους μήνες...”.
Είναι γεγονός ότι μέχρι σήμερα έχουν δοθεί από τους συντάκτες του ΠΣ απαντήσεις στις συνεχείς διαμαρτυρίες του θεολογικού κόσμου της χώρας. Εντούτοις οι περισσότερες από αυτές δεν απαντούν επί της ουσίας, δεν προβάλλουν σοβαρά επιχειρήματα, ούτε χρησιμοποιούν κριτήρια επιστημονικά. Αντίθετα, περιορίζονται σε γενικόλογες πομπώδεις διατυπώσεις, συνήθως επαναλήψεις από το κείμενα του ίδιου του ΠΣ καθώς και σε απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς σε όσους αντιτίθενται σ' αυτό.
8. “...Το Π.Σ. βρίσκεται αναρτημένο στο Διαδίκτυο και μπορεί να το μελετήσει οποιοσδήποτε, αρκεί να το διαβάσει σωστά, όχι δηλαδή επιλέγοντας αποσπασματικά από τις στήλες στόχων, θεμάτων και δραστηριοτήτων ό,τι του κάνει εντύπωση, αλλά μελετώντας πρώτα τους στόχους και τις επάρκειες στην αρχή και το τέλος κάθε τάξης...”.
Η ανάγνωση, είτε των στόχων, είτε των επαρκειών, είτε των τίτλων των θεματικών ενοτήτων, είτε των προτεινομένων δραστηριοτήτων, είτε των βασικών θεμάτων, είτε των προσδοκώμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων του ΠΣ, οδηγεί ευθέως στο συμπέρασμα ότι η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών απομειώνεται επικίνδυνα και αντικαθίσταται από την παροχή θρησκειολογικών γνώσεων και την καλλιέργεια της πανθρησκείας, αντί να καλλιεργείται η “πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης”, όπως κατά λέξη ορίζει ο Ν. 1566/1985 (άρθρο 1 παρ. 1 εδαφ. α'), τον οποίο οι συντάκτες του ΠΣ παρανόμως και σκοπίμως αντιπαρέρχονται. Είναι δε ιδιαίτερα εύστοχος ο ιστορικός στοχασμός του Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, ότι “οι αρχιτέκτονες του νέου Προγράμματος Σπουδών έχουν κατά νουν να αποδομήσουν ό,τι δεν πρόλαβαν να γκρεμίσουν οι Βαυαροί της Αντιβασιλείας του Όθωνος”.
9. “...H βυζαντινή παράδοση διακρινόταν από την έντονη συζήτηση για επιστημονικά ή φιλολογικά ζητήματα...”.
Οφείλουν οι συντάκτες της δημοσίευσης να μην παριστάνουν πως αγνοούν, ότι συζήτηση και διάλογος υπάρχει επί μη τετελεσμένων θεμάτων και πριν τη λήψη σχετικών αποφάσεων. Επί τετελεσμένων θεμάτων, υπάρχει κριτική, θετική ή αρνητική. Διαφορετικά, ο διάλογος συνιστά εμπαιγμό εκείνων που “διαλέγονται” από εκείνους που “αποφάσισαν”, όπως εν προκειμένω, όπου οι ίδιοι οι “εμπειρογνώμονες” φρόντισαν να προχωρήσουν στη σύνταξη του ΠΣ κρυφά και χωρίς να διαβουλευτούν με κανένα από τα αρμόδια πρόσωπα ή φορείς. Είναι λοιπόν αναμενόμενη η άσκηση κριτικής, αλλά και ιδιαίτερα χρήσιμη, διότι συνιστά τη μόνη προσπάθεια ενάντια στην αυθαίρετη επιβολή ενός ΠΣ για το ΜτΘ από μια ομάδα θεολόγων χωρίς καμία νομιμοποίηση.
10. “...εκείνοι που ξεκινούσαν να εγκαλούν τους αντιπάλους τους για αίρεση (όπως ο Bαρλαάμ τους ησυχαστές μοναχούς, μιας και ο Bαρλααμισμός αναφέρεται στο κείμενο), ήταν αυτοί που πολλές φορές αποδείχθηκαν στην πραγματικότητα αιρετικοί οι ίδιοι...”.
Σημειώνεται, σ' αυτό το σημείο, ότι συνιστά απρεπέστατη ύβρι να αναφέρονται οι συντάκτες της δημοσίευσης σε αιρετικούς παράλληλα και δίπλα στο όνομα του Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, του οποίου την ιστορία και τη συμβολή στη σύγχρονη ορθοδοξία ενδεχομένως να κληθεί να μελετήσει στο μέλλον, ως Λέκτορας εκκλησιαστικής ιστορίας, ο κ. Μόσχος.
11. “...Oι Πατέρες και οι βυζαντινοί θεολόγοι (όπως και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς) χρησιμοποιούσαν επιχειρήματα και γνώσεις της εποχής τους, για να διατυπώσουν το περιεχόμενο της πίστης...”.
Από την ανάγνωση της Επιστολής του Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη προκύπτει ότι αυτή περιέχει πλήθος επιστημονικών, ιστορικών και θεολογικών επιχειρημάτων. Αντιθέτως, από την ανάγνωση της δημοσίευσης προκύπτει ότι αυτή περιέχει μόνο αοριστίες, γενικεύσεις, αναληθή παραθέματα αλλά και εμπάθεια. Εξάλλου, αν οι ίδιοι οι συντάκτες χρησιμοποιούσαν γνώσεις της εποχής τους, θα αλίευαν πολύτιμα στοιχεία από την πνευματική ένδεια της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας πριν συντάξουν το απορριπτέο ΠΣ.
12. “...Yπάρχουν, συνεπώς, δύο δρόμοι: ή οργάνωση του μαθήματος από την Ορθόδοξη Εκκλησία για τους Ορθόδοξους (και φυσικά από κάθε άλλη θρησκευτική ομάδα για τους δικούς της μέσα στο χώρο του Σχολείου)...”.
Ουδέποτε ζητήθηκε, ούτε και από την ίδια την Εκκλησία, να οργανωθεί το ΜτΘ από αυτήν, είναι δε παραπλανητική -και αυτή- η σχετική αναφορά. Το αίτημα του θεολογικού κόσμου ήταν και παραμένει ο ορθόδοξος χαρακτήρας του ΜτΘ, κατ' ακολουθίαν των αναγκών και συνθηκών ανάπτυξης της θρησκευτικής συνείδησης της συντριπτικής πλειοψηφίας των μαθητών που φοιτούν στο ελληνικό σχολείο, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον Ν. 1566/1985, χωρίς -αυτονόητα- να παραβλέπονται επιμέρους ανάγκες μαθητών άλλων θρησκευμάτων ή ομολογιών.
13. “...ένα μάθημα για όλους τους μαθητές, που θα διδάσκει, χωρίς να προδίδει και να σχετικοποιεί την πίστη τους, θα τους παρέχει τα εφόδια, για να προσεγγίσουν τα της θρησκευτικής τους παράδοσης, ώστε να μπορούν να απαντούν στα προσωπικά τους ερωτήματα και επιπρόσθετα, για τους επήλυδες στον τόπο αυτό να μάθουν και να κατανοήσουν την πολιτιστική του ταυτότητα...”.
Είναι πραγματικά ακατάληπτη η λογική των συντακτών της δημοσίευσης, σύμφωνα με την οποία οι μαθητές θα “απαντούν στα προσωπικά τους ερωτήματα” και “θα μάθουν και θα κατανοήσουν την πολιτιστική τους ταυτότητα”, μέσα π.χ. από την εκμάθηση θεμάτων όπως: “το γιν και το γιανκ, το ωμ, ο τροχός της διδασκαλίας, του Βούδα (ντάρμα), ο λωτός, το σύμβολο της μη βίας (αχιμζά)” (ΠΣ Γ' Δημοτικού, σελ. 31), “το Βέδες, Σούτρες, Ταό & τα βιβλία του Κομφουκίου” (ΠΣ Δ' Δημοτικού, σελ. 44), “το Χαντίθ των μουσουλμάνων & η αφοσίωση των εβραίων στον νόμο” (ΠΣ Ε' Δημοτικού, σελ. 49), “το μαουλίντ (γενέθλια του Μωάμεθ), το Πουρίμ των Εβραίων, το Diwali των ινδουιστών, τις θρησκευτικές μέρες του βουδισμού & το χορό του δράκου (Κίνα)” (ΠΣ ΣΤ' Δημοτικού, σελ. 59), τον “Τζελαλαντίν Ρουμί: ο υμνητής του Αγαπημένου” (ΠΣ Α' Γυμνασίου, σελ. 34), τον “Άγιο Σέργιο του Ραντονέζ & τον Φραγκίσκο και την Κλάρα της Ασίζης” (ΠΣ Β' Γυμνασίου, σελ. 41), “το έσχατο τέλος (Νιρβάνα): το τέλος των θανάτων και των επαναγεννήσεων (ΠΣ Γ' Γυμνασίου, σελ. 56).
14. “...Αλλά πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι καταλαβαίνουμε ότι είναι το Δημόσιο Σχολείο και ποιος ο ρόλος του θεολόγου εκεί, προτού τον λιθοβολήσουμε ως Nεοβαρλααμίτη ή δυτικόφερτο, αποδίδοντάς του αντιχριστιανικές ή αντιεκκλησιαστικές προθέσεις...”.
Από την ανάγνωση του κειμένου του Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη ουδόλως προκύπτουν χαρακτηρισμοί εναντίον θεολόγων. Είναι, άρα, κακόβουλη και παραπλανητική η σχετική αναφορά, στην οποία οι συντάκτες της δημοσίευσης προφανώς προβαίνουν, για να παραστήσουν ότι δήθεν ο Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης στρέφεται κατά των θεολόγων της δημόσιας εκπαίδευσης. Και πάντως, δεν είναι χριστιανική -ή μη αιρετική- η παρουσίαση του Χριστού ως απλού Δασκάλου, δίπλα και ισότιμα με την παρουσίαση των «μεγάλων δασκάλων των θρησκειών του κόσμου» Μωάμεθ, Κομφουκίου και Βούδα (ΠΣ Ε’ Δημοτικού, σελ. 48), ούτε είναι χριστιανική -ή μη αιρετική- η παρουσίαση ως «Αγίων» του Βούδα, Κομφουκίου, Βισνού (Κρίσνα), Δαλάι Λάμα, Γκάντι κλπ (ΠΣ ΣΤ’ Δημοτικού, σελ. 57).
Συνοψίζοντας, από την ανάγνωση τόσο της Επιστολής του Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, όσο και της δημοσίευσης των κ. Δ. Μόσχου και Γ. Παπαδόπουλου επ' αυτής, προκύπτουν τα εξής:
Απέναντι στο ΠΣ και την επικίνδυνη ατραπό στην οποία επιχειρείται να εισαχτεί η θρησκευτική εκπαίδευση στην Ελλάδα, ο Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης με την Επιστολή του εμβάθυνε σε όλες στις πτυχές του προβλήματος, σε εθνικό, ιστορικό, θεολογικό, εκκλησιαστικό και κοινωνικό επίπεδο, προβάλλοντας επιχειρήματα με συγκεκριμένες αναφορές και εκφράζοντας τίποτα παραπάνω από την αληθινή, πατρική ανησυχία του για την ελληνική θρησκευτική παιδεία.
Απέναντι στην Επιστολή αυτή, οι συντάκτες της δημοσίευσης και παράλληλα μέλη της Επιτροπής “Εμπειρογνωμόνων” του ΠΣ για το ΜτΘ επέλεξαν για άλλη μια φορά τη γνωστή μεθοδολογία και την προσωπική επίθεση, αντί να απαντήσουν με την αρμόζουσα επιστημοσύνη και με συμπεριφορά ψύχραιμη και απαλλαγμένη από στοιχεία εμπάθειας και “προοδευτικόστροφης” ειρωνίας απέναντι σε μια προσωπικότητα που αγωνίζεται διαχρονικά για τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Τέτοια συμπεριφορά πραγματικά απαιτεί προχωρημένο θράσος, ή αλλιώς «μετα-θράσος».
Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΠΤΥΧ. ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ