ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ «ΟΧΙ»
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, ὁμοτίμου καθηγητοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
1. Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος - ἡγεσία καὶ σῶμα - συντάχθηκε ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ μὲ τὴν ἀρνητικὴ ἀπάντηση τοῦ τότε πρωθυπουργοῦ (πού, μολονότι δικτάτορας, τὴν ἱστορικὴ ἐκείνη στιγμὴ ἐξέφραζε τὸ συλλογικό μας φρόνημα) στὴν ἰταμὴ ἀλαζονεία τῆς φασιστικῆς Ἰταλίας καὶ τῶν δυνάμεων τοῦ Ἄξονα. Ἡ ἱστορικὴ ἔρευνα ἔχει ἤδη καταγράψει τὴ συμμετοχὴ τοῦ Ἱ. Κλήρου στὸν πόλεμο, μὲ πολλὰ θύματα, ἀλλὰ καὶ στὴ συνέχειά του, τὴν ἐπάρατη Κατοχὴ (γερμανικὴ–ἰταλικὴ–βουλγαρική), μὲ θυσίες αἱμάτων (ἐκτελέσεις κληρικῶν), ἀλλὰ καὶ προσωπικῆς ἀναλώσεως γιὰ τὴν ἐπιβίωση τοῦ Λαοῦ (παραστάσεις συνεχεῖς στὶς ἡγεσίες τῶν κατοχικῶν δυνάμεων – ὀργάνωση συσσιτίων – περίθαλψη ἀσθενῶν καὶ ἀναξιοπαθούντων) τόσο ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας (ἀρχιεπίσκοποι Χρύσανθος καὶ Δαμασκηνός, ὁ τότε Ἰωαννίνων καὶ μετὰ Ἀρχιεπίσκοπος Σπυρίδων κ.π.ἄ.), ὅσο καὶ ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ ἁπλοῦ παπᾶ, ποὺ σήκωσαν γιὰ μία ἀκόμη φορά, μὲ καθαρὰ ἐθναρχικὴ συνείδηση, σὲ καιροὺς καθολικῆς ἀρρυθμίας, τὸ σταυρὸ τοῦ Γένους/Ἔθνους μας. Ὁ ὀρθόδοξος Ἑλλαδικὸς Κλῆρος φάνηκε πάλι ἄξιος τῆς ἀποστολῆς του.
Ἔχει γι᾽ αὐτὸ κάθε δικαίωμα ἡ Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία νὰ συμμετέχει στὸν πανηγυρισμὸ τῆς ἐθνικῆς νίκης ἀπέναντι στὶς ὀρδὲς τοῦ νεο–φραγκικοῦ Ἀττίλα, ποὺ δίκαια καθιέρωσε τὸ Ἔθνος ὡς γιορτή του καὶ ἀφορμὴ συλλογικῆς μνήμης καὶ αὐτοπαιδαγωγίας. Καὶ δὲν συμμετέχει μόνο μὲ τὴν Πανηγυρικὴ Δοξολογία στὶς 28Ὀκτωβρίου, ἡμέρα ἐνάρξεως τοῦ ἔπους, ἀλλὰ καὶ μὲ μία σημαίνουσα ἀπόφαση, δηλωτικὴ τῆς ταυτίσεως τῆς Ἐκκλησίας, ὡς Σώματος, μὲ τὸ ἔπος τοῦ ᾽40–41 καὶ τῆς λειτουργικῆς καταξίωσής του. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Σπυρίδων εἰσηγήθηκε (17.10.1952) καὶ ἔγινε συνοδικὰ δεκτή, την μετάθεση τῆς Ἑορτῆς τῆς Ἁγ. Σκέπης (Παναγίας) ἀπὸ τὴν 1η Ὀκτωβρίου στὶς 28, γιὰ νὰ ἐκφράζεται λειτουργικὰ–ἐκκλησιαστικὰ ἡ παλλαϊκὴ σύνδεση τῆς Ἐθνικῆς Νίκης μὲ τὴν Ὑπέρμαχο τοῦ Γένους μας Στρατηγό. Ὁ μεγάλος ἁγιορείτης Ὑμνογράφος, μοναχὸς Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης (†1991) καὶ ὁ μητροπ. Κερκύρας καὶ Παξῶν Μεθόδιος (†1972) συνέταξαν εἰδικὲς Ἀκολουθίες. Τὸ ἐκκλησιαστικὸ δὲ μήνυμα τῆς Ἑορτῆς, στὴ νέα μορφή της, προσφέρει καὶ ἡ εἰδικὰ συντεταγμένη «Δοξολογία» τῆς 28ης Ὀκτωβρίου καὶ ἰδιαίτερα ἡ σχετικὴ Εὐχή, κείμενο ἀν τάξιο τῆς πατερικῆς εὐχογραφικῆς παραδόσεως.
2. Ὁ Ἑλλαδικὸς Κλῆρος, καταφάσκοντας τὸ μήνυμα τοῦ «ΟΧΙ» καὶ ἐνσαρκώνοντάς το στὶς ὑπὲρ τοῦ Ἔθνους νεώτερες θυσίες του, ἐκφράζει συνάμα τὶς συνιστῶσες τῆς ἐθνικῆς μας συνειδήσεως, ποὺ ξεστόμισε τὸ ΟΧΙ τοῦ ᾽40:
α) Ἡ ἀγάπη στὴν ἐλευθερία. Ἡ ἐλευθερία εἶναι γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία τὸ φυσικὸ κλίμα ἀναπτύξεως καὶ πραγματώσεως τοῦ ἀνθρώπου ὡς προσώπου, κοινωνικοῦ δηλαδὴ ὄντος. Ἡ ἐλευθερία, στὴν «ἀτομικὴ» καὶ συλλογικὴ – κοινωνικὴ ἐκδοχή της, πηγάζει ἀπὸ τὸ θεῖο θέλημα γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν κοινωνία του. Χριστιανισμὸς καὶ Ἑλληνισμός, πέρα τῶν ἄλλων, συνέπεσαν καὶ στὴ θρησκευτικὴ νοηματοδότηση τῆς ἐλευθερίας («Ἐλευθερία ἐστι τὸ τῆς ἀρετῆς ὄνομα» κατὰ τὸν Στοβαῖο). Ἡ ἐναρμόνιση τῶν ἐπὶ μέρους προσωπικῶν ἐλευθεριῶν κατασφαλίζεται μὲ τὴν Πατρίδα, τὴν «κοινὴν πάντων μητέρα» κατὰ τὸν Ἅγ. Γρηγόριο τὸ Θεολόγο (4ος αἰ.). Ἡ ἀποστολὴ τοῦ ὀρθοδόξου Κλήρου δὲν εἶναι πρωταρχικὰ θρησκευτικὴ (ἐπιτέλεση λατρειακῶν πράξεων), ἀλλ᾽ ἀπελευθερωτική, ἐκφραζόμενη ὡς θεραπευτικὴ ποιμαντικὴ ἐσωτερικῆς ἀπελευθερώσεως (ἀπὸ τὴ δουλεία τῶν παθῶν, καρπὸς τῆς ὁποίας εἶναι καὶ ἡ ἐξωτερικὴ δουλεία) καὶ ὡς ἀγώνας γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη συνέχιση τῆς ἐθνικῆς ἐλευθερίας ἢ τὴν ἀποκατάστασή της (ἀπελευθερωτικὸς ἀγώνας). Μόνο μία μορφὴ ἔνοπλου ἀγώνα μπορεῖ νὰ βρεῖ δικαίωση στὴν ὀρθόδοξη παράδοση (καὶ αὐτὴ λόγῳ τῆς πτωτικῆς ἀκαταστασίας τοῦ κόσμου μας), ὁ ἀπελευθερωτικός.
β) Ἡ ἀστασίαστη ἀπόρριψη τοῦ πολέμου: Ὁ πόλεμος (χρήση βίας γιὰ ὑποδούλωση λαῶν καὶ προσώπων) θεωρεῖται ὀρθόδοξα καρπὸς τῆς ἀποστασίας ἀπὸ τὴ θεόνομη ἀλήθεια τῆς ὑπάρξεως. Ἡ εἰρήνη μεταξὺ ἀνθρώπων καὶ λαῶν εἶναι τὸ διαρκὲς μήνυμα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος στὸν κόσμο («ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου»). Τὴν ἄμυνα καὶ ἀπόκρουση τῶν ἐχθρῶν, ὡς ὑψίστη μορφὴ αὐτοθυσίας ὑπὲρ τῶν ἄλλων (πρβλ. Ἰω. 15,13), θεωρεῖ ὁ Μ. Ἀθανάσιος «ἔννομον καὶ ἐπαίνου ἀξίαν», ἀφοῦ πρόκειται γιὰ ἄμυνα «ὑπὲρ σωφροσύνης καὶ εὐσεβείας» (Μ. Βασίλειος). Διότι εἶναι, πράγματι, ἡ μεγαλύτερη εὐσέβεια ἡ θυσία γιὰ τὴ διάσωση τῆς ἐλευθερίας τῆς Πατρίδος, τὴν ὁποία ἀπειλεῖ ὁ πραγματικὰ αἴτιος τοῦ πολέμου εἰσβολέας.
γ) Ἡ ἀπόκρουση τῆς ἀλλοτριωμένης Εὐρώπης: Τὸ ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικὸ σῶμα ἔχει μακρὰ πεῖρα τῆς ἐπιβουλῆς ἐναντίον του, ὅπως καὶ ἐναντίον τῆς ἀνθρωπότητος, ἀπὸ τὶς δυνάμεις τοῦ εὐρωπαϊκοῦ χώρου, ποὺ ἐνσαρκώνουν τὴν ἀλλοτριωμένη ἔκφρασή του. Οἱ ἰδεολογίες τοῦ Φασισμοῦ καὶ Ναζισμοῦ, κορύφωση μακρόσυρτης δυτικοευρωπαϊκῆς διαλεκτικῆς διαδικασίας, δὲν ἦταν παρὰ ἀπόληξη τοῦ ἐπεκτατισμοῦ τοῦ Καρλομάγνου, τοῦ μεγαλύτερου ἐχθροῦ τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τῶν Φράγκων τοῦ 1204, τῶν δυτικῶν προπαγανδῶν τῆς ἑνετοκρατίας καὶ τουρκοκρατίας, ὡς καὶ ἐκείνων μετὰ τὸν 19ο αἰώνα, ποὺ ἀποσκοποῦν στὴν πνευματικὴ ἅλωση αὐτοῦ τοῦ τόπου καὶ τὴν πλήρη ἀποσύνθεσή του. Ἡ ἀντίσταση στοὺς ἀπογόνους τοῦ Καρλομάγνου τὸ 1940 δὲν ἦταν παρὰ φανέρωση τῆς ζωντανῆς, ἀκόμη, συνείδησης τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Ἔθνους μας γιὰ τὴν ὕπαρξη, ἀκόμη, δυνάμεων στὴν Εὐρώπη, πού, ὅταν οἱ συγκυρίες ἐπιτρέψουν νὰ πάρουν τὴ δύναμη στὰ χέρια τους, συνιστοῦν τὴ μεγαλύτερη ἀπειλὴ γιὰ τὴν Εὐρώπη καὶ σύνολη τὴν ἀνθρωπότητα.
3.Ὁ Ὀρθόδοξος ἐκκλησιαστικὸς χῶρος, στὴν συντριπτική του πλειονοψηφία, διασώζει καὶ σήμερα αὐξημένη φιλοπατρία, ἕτοιμη νὰ φανερωθεῖ, ὅπως καὶ τὸ 1940, ἂν οἱ σημερινὲς συγκυρίες τὸ ἀπαιτήσουν. Τὰ πρόσφατα ἐθελούσια θύματα τῆς Ἑλληνικῆς Κύπρου, οἱ ἥρωες Ἰσαὰκ καὶ Σολομοῦ, δὲν εἶναι θύματα μόνο τῆς τουρκικῆς ἀδιαλλαξίας, ἀλλὰ καὶ δυτικῶν δυνάμεων, ποὺ συντηροῦν τὸ πνεῦμα τοῦ Καρλομάγνου καὶ τῶν φασιστικῶν καὶ ναζιστικῶν συνεχιστῶν τῆς πολιτικῆς του, μὲ ἄλλα ὀνόματα καὶ ἀνανεωμένες μεθόδους. Ὁ Ὀρθόδοξος Ἑλληνισμός, ποὺ διασώζει τὴν ἱστορική του μνήμη, γιὰ νὰ εἶναι πάντα θωρακισμένο τὸ Ἔθνος σὲ κάθε νέα ἐπιβουλὴ καί, κυρίως, γιὰ τὴν ἀναγνώριση ἐπιβουλῶν, ποὺ καλύπτονται μὲ τὸ προσωπεῖο τῆς φιλίας καὶ συμμαχίας, ἀναθερμαίνει συνεχῶς καὶ τὴ συνείδηση, ποὺ ἐξέφρασε τὸ ΟΧΙ τοῦ ᾽40. Αὐτὸ διατυπώνεται μὲ ἀπόλυτη σαφήνεια στὴν «Εὐχὴ» τῆς Δοξολογίας γιὰ τὴν «εὔσημον ἡμέραν» τῆς 28ης Ὀκτωβρίου. Ἡ στάση τοῦ Ἔθνους (τότε) χαρακτηρίζεται «ἔργον θαυμαστὸν καὶ μέγα», ποὺ «εἰργάσατο ἡ Δεξιὰ» τοῦ Θεοῦ, ἀποδεικνύοντας ὅτι ὑπάρχει «ἡμέρα Κυρίου ἐπὶ πάντα ὑβριστὴν καὶ ὑπερήφανον καὶ ἡμέρα πτώσεως ἐπὶ πάντα ὑψηλὸν καὶ μετέωρον». Ὁ Θεὸς «τοὺς ἐνδόξους συνετάραξε μετὰ ἰσχύος καὶ τοὺς ὑψηλοὺς τῇ ὕβρει συνέτριψε μετὰ δυνάμεως». Ἡ ψηλάφηση ὅμως τῆς θείας παρουσίας στὸν πόλεμο τοῦ ᾽40 δὲν ὁδηγεῖ σὲ ἐφησυχασμό, ἀλλὰ σὲ πανεθνικὴ ἐγρήγορση: «Νομοθέτησον ἡμᾶς ἐν τῇ ὁδῷ σου καὶ ὁδήγησον πάντας, τοὺς Ἄρχοντας καὶ τὸν Λαόν, ἐπὶ τὴν ἀλήθειάν σου, ὅτι πολλοὶ κυκλόθεν (ὁλόγυρά μας) οἱ ἐχθροὶ ἡμῶν...». Ὁ ἐκκλησιαστικὸς λόγος λειτουργεῖ πάντα ἀφυπνιστικά, ἀλλὰ μακάριοι ὅσοι ἔχουν «ὦτα ἀκούειν»! Ὅσοι μποροῦν (καὶ θέλουν) νὰ τὸν ἀκούουν…
Ορθόδοξος Τύπος, 02/11/2012