ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ
Μέ ἄξονα τήν πίστη
«Νά ξέρετε πώς ἄν τρέξουμε νά σώσουμε τή Μακεδονία, ἡ Μακεδονία θά μᾶς σώσει», ἐκλιπαροῦσε ὁ Δυτικομακεδόνας Ἴων Δραγούμης. Τή φωνή τῆς Μακεδονίας ἄκουσαν οἱ πρόγονοί μας τό 1912 -1913 νά τούς καλεῖ ἐπιτακτικά καί ἀψηφώντας κινδύνους καί θυσίες ξεκίνησαν τούς ἀπελευθερωτικούς ἀγῶνες, μέ ἀποτέλεσμα σέ δέκα μῆνες νά διπλασιασθεῖ ἡ Ἑλλάδα.
Ὁ λαός μας κατά τήν ἡρωική ἐκείνη ἐποχή, ἑνωμένος καί ἀγαπημένος, ἐπέδειξε ὕψιστες ἀρετές κι ἔγραψε λαμπρές σελίδες δόξας. Ἰδιαιτέρως ὅμως θά πρέπει νά ὑπογραμμίσουμε ὅτι σύσσωμος ὁ Ἑλληνισμός, ἀπό τόν τελευταῖο Ἕλληνα μέχρι καί τόν βασιλιά, ἐμπνεόταν καί ἐμφοροῦνταν ἀπό τήν πίστη στόν Θεό. Ὅλοι στόν Θεό εἶχαν τήν ἀναφορά τους, τή δική του βοήθεια ἐπικαλοῦνταν καί σ᾽ Αὐτόν ἀνέπεμπαν τή δοξολογία τους.
ΤόπνεῦμααὐτόἀποτυπώνεταιπολύκαθαράστότηλεγράφηματοῦβασιλιᾶτῶνἙλλήνωνΓεωργίουΑ΄πρόςτούςσυμμάχουςβαλκανικούςλαούς: «ΟἱὈρθόδοξοιἡμῶνλαοίἐνκοινῇἐξεγέρσειἑνοῦνταιδι᾽ἀρρήκτωνδεσμῶνσυμφωνίαςκαίθυσίας, αἱδέπροσευχαίτῶνστενῶςσυνδεδεμένωντεσσάρωνἐθνῶνἀνέρχονταιπρόςτόνὝψιστονἐνθερμῇἱκεσίᾳἀπεκδεχόμενοιτήνεὐλογίανΑὐτοῦἐντῇνέᾳταύτῃσταυροφορίᾳ. Εἴθε ὁ Κύριος ἐν τῇ εὐσπλαγχνίᾳ αὐτοῦ νά ἐνισχύσῃ τήν σύγχρονον προσπάθειαν τῶν Στρατῶν ἡμῶν καί νά ἐπιστέψῃ διά νίκης τό Ἅγιον ἔργον τῆς Ὀρθοδοξίας διά τῆς ἀπελευθερώσεως τῶν τυραννουμένων ἡμῶν ἀδελφῶν... Μέ τά βλέμματα δέ προσηλωμένα εἰς τό σύμβολον τοῦ Σταυροῦ, ἄς ἔχωμεν ἔμβλημα τό: “Ἐν τούτῳ Νίκα”».
Ἀλλά καί στό διάγγελμά του πρός τόν ἑλληνικό λαό, ἀναγγέλλοντας στίς 5 Ὀκτωβρίου 1912 τήν κήρυξη τοῦ πολέμου κατά τῆς Τουρκίας, μεταξύ τῶν ἄλλων ἔγραφε: «Αἱ ἱεραί ὑποχρεώσεις πρός τήν φιλτάτην πατρίδα, πρός τούς ὑποδούλους ἀδελφούς μας καί πρός τήν ἀνθρωπότητα ἐπιβάλλουσιν εἰς τό κράτος… ὅπως διά τῶν ὅπλων θέσῃ τέρμα εἰς τήν δυστυχίαν, ἥν οὗτοι ὑφίστανται ἀπό τόσων αἰώνων… ἐπικαλούμεθα δέ τήν ἀρωγήν τοῦ Ὑψίστου ἐν τῷ δικαιοτάτῳ τούτῳ ἀγῶνι τοῦ πολιτισμοῦ».
Τό ἀποτέλεσμα εἶναι γνωστό. Ἐμφανέστατη ὑπῆρξε ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ πρός τό ἑλληνικό ἔθνος.
Ὅταν ξεκινοῦσε ὁ ἑλληνοβουλγαρικός πόλεμος (20 Ἰουνίου 1913) -δεύτερος Βαλκανικός- ὁ βασιλιάς Κωνσταντῖνος, ἀρχιστράτηγος τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, ἀπευθυνόμενος πρός τό λαό ἔλεγε: «Εἶναι καί ὁ ἀγών οὗτος εὐλογητός παρά τοῦ Θεοῦ, ὅσον καί ὁ πρῶτος, καί τήν εὐλογίαν Αὐτοῦ ἐπικαλούμενοι ἀνακράζομεν· Ζήτω ἡ μεγαλυνθεῖσα Ἑλλάς!».
Μετά τή νικηφόρο ἔκβαση καί τοῦ πολέμου αὐτοῦ ὁ Κωνσταντῖνος τηλεγράφησε πρός τόν πρωθυπουργό Ἐλευθέριο Βενιζέλο καί πρός τό Ὑπουργικό Συμβούλιο ἀναγγέλλοντας: «Ὁ Θεός πλουσιοπαρόχως ηὐλόγησε τάς προσπαθείας ἡμῶν ... Εὐχαριστῶ τόν Παντοδύναμον Θεόν Ὅστις ηὐλόγησε τά ὅπλα μας».
Αὐτή ἡ φλογερή πίστη συντέλεσε ὥστε οἱ πρόγονοί μας νά ὑψωθοῦν τό 1912-1913 στίς κορυφές τῆς ἱστορίας καί νά ξαναγράψουν τό νέο 1821.
«Ἐμπρός, ἀδέλφια, ἀτρόμαχτοι!
Κι ἄν πέφτη ἀστροπελέκι,
... Ἐμπρός! ἡ Ἑλλάδα λάμπει,
ἀχολογᾶν οἱ κάμποι,
καῖνε οἱ καρδιές. Ἐμπρός!»,
Κι ἄν πέφτη ἀστροπελέκι,
... Ἐμπρός! ἡ Ἑλλάδα λάμπει,
ἀχολογᾶν οἱ κάμποι,
καῖνε οἱ καρδιές. Ἐμπρός!»,
παιάνιζε ὁ Κωστῆς Παλαμᾶς. Χωρίς νά λογαριάσουν οὔτε τίς οἰκογένειές τους οὔτε τή ζωή τους, μέ ἐφόδιο τή Μεγάλη Ἰδέα καί μέ τά ἡρωικά τραγούδια στά χείλη, ρίχτηκαν ἀκάθεκτοι στή μάχη καί περιβλήθηκαν τήν πορφυρή δόξα τοῦ Βαλκανομάχου.
Παραθέτω ἕνα περιστατικό· τό ζωντάνευε μάλιστα μέ μεγάλη παραστατικότητα ὁ μακαριστός π. Αὐγουστῖνος.
Πρίν ἀπό τή μάχη τοῦ Κιλκίς, τό 1913, ὅπου κρινόταν τό μέλλον τῆς Ἑλλάδας στά Βαλκάνια, εἶχαν συγκεντρωθεῖ νύχτα στή σκηνή τοῦ βασιλιᾶ ὅλοι οἱ ἀνώτεροι ἀξιωματικοί γιά τίς τελευταῖες ὁδηγίες.
- Αὔριο τό Κιλκίς πρέπει νά πέσει! ἀνακοίνωσε ὁ βασιλιάς.
Οἱ ἀξιωματικοί ἀμίλητοι εἶχαν πάρει τήν ἀπόφασή τους. Ἐκ μέρους ὅλων, ὁ Ἀντώνιος Καμπάνης ἀπάντη- σε:
- Μεγαλειότατε, ἀφοῦ τό διατάσσει ἡ Ἑλλάς, τό Κιλκίς θά πέσει. Καλή ἀντάμωση στήν αἰωνιότητα!...
Τήν ἑπομένη τό Κιλκίς ἔπεφτε, ἀλλά οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ὑπερασπιστές του δέν ὑπῆρχαν πλέον στή ζωή.
Ἀνάμεσα σέ ἐκείνους πού πρόσφεραν τό αἷμα τους γιά νά ᾽ρθει ἡ λευτεριά στό Κιλκίς ὑπῆρξε καί ὁ ἀντι- συνταγματάρχης Καμάρας. Γιά νά ἐμψυχώσει τούς ἄνδρες του, οἱ ὁποῖοι κατά τή διάρκεια τῆς μάχης ἀποδεκακατίζονταν ἀπό τά βλήματα τῶν βουλγαρικῶν πυροβόλων, ἀνέσυρε τό ξίφος του κι ἄρχισε νά τρέχει στούς λόχους του φωνάζοντας:
«Θάρρος, παιδιά μου. Δέστε ἐμένα πού εἶμαι ὄρθιος. Θάρρος, θά τούς τσακίσουμε». Δέν τελείωσε τά λόγια του καί ἕνα βλῆμα τόν τραυμάτισε θανάσιμα. Λίγο πρίν περάσει στήν ἀθανασία ἀπηύθυνε τόν τελευταῖο χαιρετισμό στούς στρατιῶτες του: «Θάρρος παιδιά. Θάρρος γενναῖοι μου.
Σᾶς χαιρετῶ, καλά μου παλληκάρια· ὅλοι ἐμπρός νά δοξάσετε τήν τιμημένη Πατρίδα μας».
Ἀπό τά ἀναρίθμητα ἐπίσης παραδείγματα πίστεως στόν Θεό καί ἀγάπης πρός τήν πατρίδα τῶν ἀξιωματι- κῶν μας ἀναφέρω τόν Κωνσταντῖνο Βεντήρη. Ὑπῆρξε πρότυπο ἀξιωματικοῦ καί ἄνθρωπος βαθειᾶς πίστεως. Καθημερινά ξυπνοῦσε -ἐάν κοιμόταν- πολύ νωρίτερα ἀπό τούς ἄλλους, γιά νά προσευχηθεῖ.
Κάποτε παραβρέθηκε σέ ἕνα γάμο. Γνώριζαν ὅτι ὁ Βεντήρης ἦταν ἄγαμος καί τοῦ εὔχονταν ὅλοι: «Καί στά δικά σου!». Καί ὁ Βεντήρης συγκινημένος ἀπαντᾶ:
- Ἐγώ εἶμαι παντρεμένος ἀπό τά 17 μου χρόνια.
- Καί ποιά εἶναι ἡ γυναίκα σου; τόν ρώτησαν μέ ἀπορία.
Σηκώθηκε ὄρθιος ἔφερε τό χέρι στό γεῖσο καί εἶπε:
- Ὀνομάζεται Ἑλλάς.
Ἀπό 17 ἐτῶν ἦταν ἐθελοντής.
- Μητρός τε καὶ πατρὸς καὶ τῶν ἄλλων προγόνων ἁπάντων τιμιώτερόν ἐστιν πατρὶς καὶ σεμνότερον καὶ ἁγιώτερον», λέγει ὁ Πλάτων, συμπλήρωσε, δημιουργώντας σέ ὅλους βαθειά συγκίνηση. Μέ τέτοια πρότυπα- φωτεινά μετέωρα- ὁ στρατός μας παρά τίς δύσκολες συνθῆκες μεγαλούργησε.
Ἔτσι ἡ χρεωκοπημένη Ἑλλάδα τοῦ 1893 καί ἡ ἡττημένη τοῦ ἀτυχοῦς πολέμου τοῦ 1897 μπόρεσε μετά ἀπό 15 μόλις χρόνια ν᾽ ἀνορθωθεῖ οἰκονομικά, ἠθικά καί στρατιωτικά καί μέσα σέ δέκα μῆνες νά διπλασιαστεῖ.
Ὅμως «μέ τοῦ καιροῦ τ᾽ ἀλλάγματα» φτάσαμε στή σημερινή δραματική γιά τήν πατρίδα μας κατάσταση. Κρίσιμο τό παρόν, κρισιμότερο τό μέλλον. Ὅπως κι ἄν ἔχουν τά πράγματα, ἡ πατρίδα μας πρέπει νά ζήσει. Καί θά ζήσει, «γιατί σκέπει την ᾽πού τ᾽ ἅψη ὁ Θεός μου», γιατί ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι τό μεγάλο ἔρεισμά μας καί ἡ διέξοδος στά ἀδιέξοδά μας. Γιά τό θαῦμα πού περιμένουμε νά δοῦμε στίς μέρες μας, δυνατή καί ἐπίκαιρη ἀκούγεται ἡ φωνή τοῦ Παλαμᾶ:
«Κι ἄν πέσαμε σέ πέσιμο πρωτάκουστο
καί σέ γκρεμό κατρακυλήσαμε,
πού πιό βαθύ καμιά φυλή δέν εἶδε ὥς τώρα, εἶναι, γιατί, μέ τῶν καιρῶν τό πλήρωμα, ὅμοια βαθύ ἕν᾽ ἀνέβασμα μᾶς μέλλεται πρός ὕψη οὐρανοφόρα».
Περιοδικό Απολύτρωσις, Νοέμβριος 2012