(Λουκ. ιη΄18-27) (Γαλ. Γ΄23-δ΄5)
Κληρονομιά αιώνια
Στις φοβερές συνέπειες της υπερεκτίμησης και απολυτοποίησης των υλικών αγαθών, αλλά και στην αλαζονεία που κυριεύει τον άνθρωπο, εστιάζεται η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Κάποιος Ιουδαίος άρχοντας ρώτησε τον Χριστό: «Διδάσκαλε τι να πράξω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;». Ο Κύριος γνωρίζοντας τι είναι εκείνο που κρατά τον άνθρωπο προσδεδεμένο στη γη, απαντά: «Ένα μονάχα σού απομένει. Πώλησε όλα τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς. Θα έχεις τότε θησαυρό κοντά στον Θεό. Ύστερα ακολούθησέ με».
Ύστερα από την υπόδειξη αυτή κατέλαβε στενοχώρια τον Ιουδαίο άρχοντα γιατί δεν θα μπορούσε να την ακολουθήσει. Ήθελε πραγματικά να κατακτήσει την αιώνια ζωή. Η τήρηση των κανόνων του Μωσαϊκού Νόμου τού έδινε τη σιγουριά αλλά και την ικανοποίηση ότι βρισκόταν στην τροχιά αυτή. Αδυνατούσε όμως να κατανοήσει ότι ο Νόμος της Παλαιάς Διαθήκης βρίσκει την ολοκλήρωσή του στον Χριστό. Ακριβώς, ο Χριστός ζητεί την αυτοπαράδοση του ανθρώπου στη δική του αγάπη. Όταν ακριβώς καλείται να κάνει την επιλογή του ανάμεσα στον Θεό και στα υλικά αγαθά που τον κρατούσαν δέσμιο στη γη, εκείνος ο Ιουδαίος άρχοντας δεν θυσίαζε αυτά που είχε. Έδινε μεγαλύτερη σημασία στο «έχειν» και όχι στο «είναι», που μετουσιώνεται σε «εύ είναι» μέσα στην αγάπη και κοινωνία του Χριστού.
Η ψευδαίσθηση
Ύστερα από την υπόδειξη αυτή κατέλαβε στενοχώρια τον Ιουδαίο άρχοντα γιατί δεν θα μπορούσε να την ακολουθήσει. Ήθελε πραγματικά να κατακτήσει την αιώνια ζωή. Η τήρηση των κανόνων του Μωσαϊκού Νόμου τού έδινε τη σιγουριά αλλά και την ικανοποίηση ότι βρισκόταν στην τροχιά αυτή. Αδυνατούσε όμως να κατανοήσει ότι ο Νόμος της Παλαιάς Διαθήκης βρίσκει την ολοκλήρωσή του στον Χριστό. Ακριβώς, ο Χριστός ζητεί την αυτοπαράδοση του ανθρώπου στη δική του αγάπη. Όταν ακριβώς καλείται να κάνει την επιλογή του ανάμεσα στον Θεό και στα υλικά αγαθά που τον κρατούσαν δέσμιο στη γη, εκείνος ο Ιουδαίος άρχοντας δεν θυσίαζε αυτά που είχε. Έδινε μεγαλύτερη σημασία στο «έχειν» και όχι στο «είναι», που μετουσιώνεται σε «εύ είναι» μέσα στην αγάπη και κοινωνία του Χριστού.
Η ψευδαίσθηση
Ο άνθρωπος αυτός σίγουρα δεν θα ανέμενε αυτή την εξέλιξη των πραγμάτων. Ζούσε σ’ ένα κόσμο πνευματικής ψευδαισθησίας. Οι ευγενείς προθέσεις του για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή συγκρούονταν φοβερά με τις εγωκεντρικές επιδιώξεις του. Τελικά δεν ήταν και τόσο ανιδιοτελείς οι διαθέσεις του. Ο άρχοντας εκείνος μπορεί να επιθυμούσε να φθάσει στην τελειότητα, αλλά έστηνε το οικοδόμημά της πάνω στην περιουσία του. Στο βάθος, η όλη επιθυμία του για την εξασφάλιση και της αιώνιας ζωής εκδήλωνε την πρόθεσή του να απολαμβάνει αιώνια όσα κατείχε, τα αγαθά που είχε μαζέψει γύρω από τον εαυτό του. Η θρησκευτικότητά του έφερε τον μανδύα της νοσηρότητας. Στηριζόταν σ’ αυτό που φαινόταν εξωτερικά και όχι στο πλήρωμα της αγάπης που εγκαινίασε ο Κύριος, η οποία αναποδογύρισε τέτοιου είδους τυπολατρικές προσεγγίσεις. Γι’ αυτό στο πιο κρίσιμο σημείο της ζωής του, όταν δηλαδή ο Χριστός τού έδωσε την ευκαιρία να φτιάξει τον εαυτό του και να τον απαλλάξει από την παθογένεια που υπέφερε, εκείνος έφυγε λυπημένος.
Καινή ύπαρξη
Η πνευματική μας προσπάθεια σίγουρα δεν εξαντλείται στην τυπική εφαρμογή ορισμένων εντολών. Προβάλλεται και διευκρινίζεται σαν μια βαθύτερη διαδικασία και δημιουργία μιας «καινής ζωής». Το θέμα λοιπόν δεν είναι να καλυτερεύσουμε την εικόνα που δείχνουμε πολλές φορές μόνο εξωτερικά αλλά να εγκολπωθούμε τη δυνατότητα υπέρβασης που μάς προσφέρει η αγάπη του Χριστού ώστε να βιώσουμε την καλή αλλοίωση και να αφήσουμε τον εαυτό μας να μεταβληθεί σε «καινή ύπαρξη». Το δρόμο αυτό άλλωστε ακολούθησαν και όλες εκείνες οι άγιες μορφές που κοσμούν σήμερα το οικοδόμημα της Εκκλησίας και το καθιστούν φωτεινότερο και λαμπρότερο. Αυτό μας έδειξε και η αγία και μεγαλομάρτυς Αικατερίνη, της οποίας τη μνήμη τιμά σήμερα η Εκκλησία μας. Το άγιο παράδειγμά της, όπως αυτό αναδύεται μέσα από το συναξάριό της, ρίχνει φώς στην πορεία που πρέπει να ακολουθήσει στη ζωή του ο άνθρωπος.
Αγαπητοί αδελφοί, η αυθεντικότητα της πίστης μας δεν επιτρέπει οποιουσδήποτε συμβιβασμούς στη ζωή μας. Το ολοκληρωτικό δόσιμο του ανθρώπου στην αγάπη του Χριστού σημαίνει ταυτόχρονο και απαγκίστρωσή του από τη δουλεία των υλικών αγαθών. Μια τέτοια ευλογημένη θεώρηση, όχι μόνο δεν τον καθιστά φτωχότερο, αλλά τον κάνει πολύ πιο πλούσιο ως προς την εσωτερική πληρότητά του. Σ’ αυτή την προοπτική ο άνθρωπος μπορεί να αισθάνεται ότι έχει και κατέχει τα πάντα εν Χριστώ. Αυτή την αίσθηση απεκόμισαν και οι άγιοι της Εκκλησίας, όπως η Αικατερίνη η Μεγαλομάρτυς, τις πρεσβείες της οποίας επικαλούμαστε.
Χριστάκης Ευθσταθίου (Θεολόγος)–Εκκλησία Κύπρου