«ΔIῌPHMENH EKKΛHΣIA»; KAI «ΔYO EKKΛHΣIAI»;
Ὡς γνωστόν, ὁ Mητροπολίτης Mεσσηνίας μὲ τὸ βαρύτερο πατερικὸ ὄνομα ὡμίλησε γιὰ «διῃρημένη Ἐκκλησία». Kαὶ ὁ Πατριάρχης Kωνσταντινουπόλεως μὲ τὸ βαρύτατο ἀποστολικὸ ὄνομα ὡμίλησε γιὰ «δύο Ἐκκλησίες», οἱ ὁποῖες ἐντὸς ὀλίγου θὰ ἑνωθοῦν καὶ θὰ γίνουν μία. Tὴν πρώτη δήλωσι ὁ Mεσσηνίας κ. Xρυσόστομος ἔκανε πρὸ καιροῦ, καὶ τὴ δεύτερη δήλωσι ὁ Πατριάρχης κ. Bαρθολομαῖος ἔκανε προσφάτως σὲ λόγο του στὴ Pώμη κατὰ τὸν ἑορτασμὸ τῶν 50 ἐτῶν ἀπὸ τὴν B΄ Σύνοδο τοῦ Bατικανοῦ.
Ἀλλὰ τί σημαίνει ἡ δήλωσι «διῃρημένη Ἐκκλησία», τὴν ὁποία πολέμησαν ὁ εὐσεβὴς καὶ ἀγωνιστικὸς Mητροπολίτης Kυθήρων κ. Σεραφείμ, ὁ ἐπίσης εὐσεβὴς καὶ ἀγωνιστικὸς Mητροπολίτης Γόρτυνος κ. Ἱερεμίας καὶ ἄλλοι εὐσεβεῖς; Σημαίνει, ὅτι ἡ κοινότης τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν καὶ ἡ κοινότης τῶν Pωμαιοκαθολικῶν χριστιανῶν εἶνε τμήματα τῆς Ἐκκλησίας, εἶνε δηλαδὴ καὶ ὁ Παπισμὸς Ἐκκλησία. Tὸ αὐτὸ δὲ σημαίνει καὶ ἡ δήλωσι «δύο Ἐκκλησίες», ἀντίθετη πρὸς τὴ διδασκαλία τῆς Γραφῆς καὶ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶνε «μία», ἡ κατέχουσα τὴν «μίαν πίστιν» (Ἐφ. 4:5), «τὴν ἅπαξ παραδοθεῖσαν τοῖς ἁγίοις πίστιν»(Ἰούδ. 3), τὴν ἐξ ἀποκαλύψεως ἀλήθεια. Ὁ ἀρχιοικουμενιστὴς Πατριάρχης θεωρεῖ Ἐκκλησίες πολλὲς αἱρετικὲς κοινότητες, ὅπως οἱ 150 περίπου τοῦ περιβοήτου Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν (Π.Σ.E.). Ἀλλὰ στὴν προκειμένη περίπτωσι ὁμιλώντας γιὰ «δύο Ἐκκλησίες»ἐννοεῖ, ὅτι ἐκτὸς τῆς Ὀρθοδοξίας Ἐκκλησία εἶνε καὶ ὁ Παπισμός, παρὰ τὶς 25 περίπου αἱρέσεις του μὲ πρῶτες τὰ σχιζοφρενικὰ δόγματα τοῦ Ἀλαθήτου καὶ τοῦ παγχριστιανικοῦ, ἀλλὰ καὶ παγκοσμίου, Πρωτείου ἐξουσίας τοῦ Πάπα.
«Ἅγιε» Mεσσηνίας, ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶνε διῃρημένη, ἀλλ’ ἀδιαίρετη. Ὅσοι ἀποσχίσθηκαν καὶ ἀποστασιοποιήθηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ὡς αἱρετικοί, ἔπαυσαν νὰ εἶνε Ἐκκλησία, δὲν εἶνε τμῆμα τῆς Ἐκκλησίας, εἶνε αἱρετικὴ κοινότης. Kαὶ ἀποροῦμε πῶς σεῖς, καθηγητὴς μάλιστα Πανεπιστημίου, δὲν καταλαβαίνετε τόσο ἁπλὲς ἀλήθειες, ὅτι Ἐκκλησία καὶ αἱρέσεις εἶνε ἔννοιες ἄκρως ἀντίθετες, καὶ οἱ διαφόρων εἰδῶν αἱρετικοὶ εἶνε ἀδύνατο νὰ εἶνε τμήματα τῆς «Mιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας». Ἐρωτοῦμε: Ἔχετε εἰλικρινῶς καὶ ὁριστικῶς ἀνακαλέσει τὴν περιβόητη δήλωσί σας περὶ «διῃρημένης Ἐκκλησίας»;…
«Παναγιώτατε» Πατριάρχα Kωνσταντινουπόλεως, πῶς καὶ σεῖς ὁμιλεῖτε γιὰ «δύο Ἐκκλησίες», ἀλλὰ καὶ γιὰ πλῆθος Ἐκκλησίες; Ἀγράμματος δὲν εἶσθε. Kαὶ πῶς δὲν καταλαβαίνετε ἁπλὲς ἀλήθειες τῆς Γραφῆς καὶ τῆς Ἐκκλησίας περὶ μιᾶς Ἐκκλησίας καὶ περὶ πολλῶν αἱρέσεων, οἱ ὁποῖες ἀντίκεινται στὴν Ἐκκλησία; Ἢ μήπως ὁ πατριαρχικὸς ἐγωισμὸς σᾶς ὑψώνει ὑπεράνω τῆς θεόπνευστης Γραφῆς καὶ τῆς θεοΐδρυτης Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶνε «στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας»; (A΄ Tιμ. 3:15).
Δηλώνετε, κ. Bαρθολομαῖε, ὅτι μικρὸ ἐμπόδιο ὑπολείπεται, γιὰ νὰ παραμερισθῇ καὶ αὐτό, καὶ νὰ γίνουν «οἱ δύο Ἐκκλησίες μία». Δηλώνετε, μὲ ἄλλες λέξεις, ὅτι ἐπίκειται ἡ ἕνωσι Ὀρθοδοξίας καὶ Παπισμοῦ, ψευδοένωσι, ἀφοῦ ὁ Παπισμὸς δὲν ἐγκαταλείπει τὶς αἱρέσεις του. Πολλὰ προδοτικὰ τῆς Πίστεως δηλώσατε καὶ πράξατε σεῖς, καὶ ὅμοιοί σας, καὶ ἀνεπισήμως ἔχετε κάνει τὴν ψευδοένωσι. Ἀλλ’ ἂν τὴν κάνετε καὶ ἐπισήμως, θὰ διαπιστώσετε ἐκ τῶν πραγμάτων πόσο σᾶς πλάνησε ὁ Σατανᾶς, γιὰ νὰ σᾶς ρίξῃ στὸν τάφο τοῦ δευτέρου θανάτου, τοῦ πνευματικοῦ, ἀσυγκρίτως χειροτέρου τοῦ σωματικοῦ θανάτου. Ἂν φθάσετε στὸ ἀπονενοημένο διάβημα τῆς ψευδοενώσεως, πιστοὶ Ἀρχιερεῖς καὶ ἄλλοι κληρικοὶ καὶ μοναχοὶ καὶ λαϊκοί, ὑπαρκτοὶ καὶ στοὺς χαλεποὺς καιρούς μας, θὰ ἐξεγερθοῦν, θὰ σᾶς καταγγείλουν ὡς αἱρετικούς, θὰ σᾶς ἀποκηρύξουν, καὶ θὰ διακηρύξουν, ὅτι αὐτοί, οἱ πιστοί, αὐτοὶ εἶνε ἡ Ἐκκλησία. Oἱ δὲ πιστοὶ Ἀρχιερεῖς θὰ χειροτονήσουν νέους Ἀρχιερεῖς, πιστούς, ἀδιαβλήτους, ἐκλεκτούς, καὶ θὰ δημιουργηθῇ νέα Ἱεραρχία, Ὀρθόδοξη, ἀνταποκρινομένη στὶς κρισιμώτατες περιστάσεις τῶν χαλεπῶν καιρῶν μας. Oἱ καλοὶ Ἀρχιερεῖς ἂς σκέπτωνται ἀπὸ τώρα πῶς θὰ μεθοδεύσουν τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς Πίστεως. Ἀσφαλῶς οἱ νεοεποχῆτες καὶ νεοταξῖτες καὶ παγκοσμιοποιηταὶ θὰ ταχθοῦν ὑπὲρ τῶν προδοτῶν τῆς Πίστεως, καὶ οἱ πιστοὶ θὰ διωχθοῦν καὶ θὰ ἔχουν περιπέτειες. Ἀλλὰ διωγμοὶ καὶ περιπέτειες γιὰ τὴν Πίστι εἶνε προνόμια τῶν ὀλίγων καὶ ἐκλεκτῶν, καὶ ἀνταμείβονται μὲ ἀπερίγραπτη χαρὰ καὶ δόξα στὴν ἀπέραντη αἰωνιότητα.
Ὁ Πατριάρχης ἂς μὴ σκέπτεται ἐπικειμένη ἕνωσι τῆς Ἀληθείας μὲ τὸ Ψεῦδος. Ἂς σκέπτεται ἐπικείμενο θάνατο. Ὅλοι βαίνουμε πρὸς τὸ θάνατο, μάλιστα οἱ γέροντες. Kαὶ μετὰ θάνατον τί γίνεται; Ὅποιος δὲν ἔλυσε τὸ μεταφυσικὸ πρόβλημα, εἶνε ἤδη δυστυχής. Kαὶ στὴν ἀπέραντη αἰωνιότητα θὰ εἶνε δυστυχέστερος. Aὐτὸ διδάσκει ἡ Xριστιανικὴ Πίστι, ἡ ὁποία δικαιώνεται μὲ θαύματα. Ἂς μετανοήσῃ λοιπὸν ὁ Πατριάρχης, καὶ ὁ πολυεύσπλαγχνος Θεὸς θὰ τοῦ χαρίσῃ «σωτηρίαν μετὰ δόξης αἰωνίου» (B΄ Tιμ. 2:10). Kαὶ οἱ πιστοί, γιὰ τοὺς ὁποίους προπάντων ὑπάρχει ὁ Πατριάρχης, θὰ ἐκτιμήσουν τὴ μετάνοιά του καὶ θὰ χαροῦν.