Το Ισλάμ και ο σύγχρονος κόσμος
π.Σωτήριος Αθανασούλιας,Εφημέριος Μητροπολιτικού Ιερού Ναού Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως («Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, τεῦχ. 17, Νοέμβριος. 2001).
1. Εἰσαγωγικά. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Ἰσλάμ καί ὁ Μωάμεθ
Μετά τά τραγικά γεγονότα τῆς 11ης Σεπτεμβρίου 2001 ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα εἶναι στραμμένη στόν Ἰσλαμικό κόσμο καί στή θρησκεία, πού (δικαιολογημένα ἤ ἀδικαιολόγητα) θεωρήθηκε ὑπεύθυνη γιά τή μεγαλύτερη ἴσως τρομοκρατική ἐνέργεια στήν Ἱστορία. Ἀνταποκρινόμενοι στό ἐνδιαφέρον τοῦ κοινοῦ νά πληροφορηθεῖ γιά τή θρησκεία αὐτή, ἀφιερώνουμε τό παρόν τεῦχος στό Ἰσλάμ, παρά τό γεγονός ὅτι αὐτό δέν ἀποτελεῖ αἵρεση, ἀλλά μία ἀπό τίς μεγαλύτερες θρησκεῖες τοῦ κόσμου, καί μάλιστα μονοθεϊστική.
Τό Ἰσλάμ ἐμφανίστηκε μεταξύ τῶν Ἀράβων στίς ἀρχές τοῦ 7ου μ.Χ. αἰώνα. Ἱδρυτής καί «προφήτης» του εἶναι ὁ Μωάμεθ (γεννήθηκε στή Μέκκα γύρω στό 571 μ.Χ.), ἄνθρωπος ὄχι μορφωμένος, ἀλλά ἀρκετά ἔξυπνος καί μέ ἔντονο ἐνδιαφέρον γιά τά θρησκευτικά ζητήματα. Ὅμως ἡ πίστη τῶν συμπατριωτῶν του δέν τόν ἰκανοποιοῦσε. Οἱ Ἄραβες τήν ἐποχή ἐκείνη ἦσαν πολυθεϊστές, χωρισμένοι σέ διάφορες φυλές, κάθε μιά ἀπό τίς ὁποῖες λάτρευε τούς δικούς της θεούς καί εἶχε τά δικά τῆς εἴδωλα. Κέντρο λατρείας γιά ὅλους ἦταν τό ἱερό τῆς Κάαμπα στή Μέκκα μέ τόν Μαῦρο Λίθο, πού πίστευαν ὅτι εἶχε ἔλθει ἀπό τόν οὐρανό. Στήν Κάαμπα, δίπλα στόν «ἱερό» Μαῦρο Λίθο, φυλάσσονταν καί τά εἴδωλα τῶν ἐπιμέρους ἀραβικῶν φατριῶν.
Ὁ Μωάμεθ ταξιδεύοντας ἦλθε σέ ἐπαφή μέ Ἑβραίους, ἀπό τούς ὁποίους γνώρισε στοιχεῖα τῆς Βίβλου (Παλαιᾶς Διαθήκης) καί μέ αἱρετικούς Χριστιανούς μοναχούς (νεστοριανούς καί μονοφυσίτες), ἀπό τούς ὁποίους γνώρισε τόν Χριστιανισμό, ὄχι ὅμως στήν αὐθεντική του (ὀρθόδοξη) μορφή. Τό 596 νυμφεύθηκε μιά πολύ πλούσια Ἑβραία χήρα (15 χρόνια μεγαλύτερή του), μέ ἀποτέλεσμα ἀπό ἁπλός ὁδηγός καραβανιῶν νά γίνει πάμπλουτος ἐπιχειρηματίας. Τήν ἐποχή ἐκείνη ὁ Μωάμεθ ἰσχυρίστηκε ὅτι ἄρχισε νά βλέπει ὁράματα καί νά δέχεται ἀποκαλύψεις, τά ὁποῖα πολλοί ἑρμήνευσαν ὡς παραισθήσεις, παροξυσμούς καί κρίσεις ἐπιληψίας. Πράγματι ὁ «προφήτης», σέ τέτοιες περιπτώσεις «κατελαμβάνετο ὑπό τρόμου καί ἔπιπτεν εἰς ἀναισθησίαν σπασμῶν· ἐνῶ δέ τό μέτωπόν του ἵδρωνεν ὁσονδήποτε ψυχρός καί ἄν ἦτο ὁ καιρός καί ἀπό τοῦ στόματός του ἐξήρχετο ἀφρός, αὐτός δέ ἔμενε μέ κλειστούς τού ὀφθαλμούς, ἐκβάλλων ἀνάρθρους κραυγάς» (Washington I., Ὁ Μωάμεθ. Ὁ βίος καί τό ἔργον αὐτοῦ, ἐν Ἀθήναις 1930, σ. 45 - 46). Ἐκεῖνος πάντως ἰσχυρίστηκε ὅτι τοῦ ἐμφανιζόταν ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ (ἕνας ἄγγελος μέ 700 φτεροῦγες!), μεταφέροντάς του μηνύματα τοῦ Θεοῦ καί ἀποκαλύπτοντάς του σταδιακά τό Κοράνιο (ἄς λάβουμε ἐδῶ ὑπ' ὄψιν ὅτι, σύμφωνα μέ τή Ἁγ. Γραφή, ὁ διάβολος ἔχει τήν δυνατότητα νά μετασχηματίζεται σέ ἄγγελο φωτός).
Οἱ λίγοι, πού πίστεψαν ἀρχικά στή θεία προέλευση τῶν ὀραμάτων τοῦ Μωάμεθ, τόν ἐνθάρυναν νά συνεχίσει τήν «προφητική» του ἀποστολή. Ἐπειδή ὅμως τό περιβάλλον στή Μέκκα ἦταν μᾶλλον ἐχθρικό, ἐξαναγκάστηκε νά μετοικήσει τό ἔτος 622 μ.Χ. (πού θεωρεῖται καί ἡ ἀρχή τῆς χρονολογίας γιά τόν μωαμεθανικό κόσμο) στήν Μεδίνα, ὅπου κατάφερε νά συνενώσει τίς ἀραβικές φυλές κάτω ἀπό τή νέα θρησκεία καί νά τίς ὀργανώσει πολιτικά καί στρατιωτικά. Στήν προσπάθειά του αὐτή υἱοθέτησε ἀνεπίτρεπτες μεθόδους: χρησιμοποίησε τή βία καί τή λεηλασία (ράτζια) καί συμπεριφέρθηκε μέ ἀφάνταστη σκληρότητα στούς αἰχμαλώτους τοῦ πολέμου. Παράλληλα συνέχιζε νά δέχεται «ἀποκαλύψεις», οἱ ὁποῖες καταγράφονταν, γιά νά σχηματίσουν λίγο ἀργότερα τό Κοράνιο, τό ἱερό βιβλίο τοῦ Ἰσλάμ. Τό 630 ἐπισκέφθηκε θριαμβευτικά τή Μέκκα, ὅπου κατέστρεψε ὅλα τά εἴδωλα, πού ἦσαν γύρω ἀπό τό ἱερό τῆς Κάαμπα, ἐκτός ἀπό τόν Μαῦρο Λίθο, πού ἀποτελεῖ μέχρι σήμερα τό ἱερότερο προσκύνημα τῶν ὁπαδῶν του.
Ὅταν ὁ Μωάμεθ πέθανε τό 632 μ.Χ., ἄφησε ἕνα ὀργανωμένο κράτος καί μιά θρησκεία μέ ἔντονα τά στοιχεῖα τοῦ φανατισμοῦ καί μέ τήν τάση νά ἐπεκταθεῖ μέ κάθε μέσο. Ἡ θρησκεία αὐτή ἔμελε νά βάλει ἔντονη τή σφραγίδα της στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος καί τοῦ πολιτισμοῦ.
2. Διδασκαλία
Κέντρο τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰσλάμ (συνοθυλεύματος ἀπό εἰδωλολατρικές, ἑβραϊκές καί χριστιανικές δοξασίες) εἶναι ἡ ἀντίληψη ὅτι ὑπάρχει ἕνας καί μόνο θεός, ὁ ὕψιστος θεός τοῦ οὐρανοῦ, τόν ὁποῖο ἤδη τά ἀραβικά φῦλα ὀνόμαζαν Ἀλλάχ. Ἄλλος θεός ἀπ' αὐτόν δέν ὑπάρχει. Κανείς δέν μοιράζεται τόν θρόνο του καί δέν ἔχει υἱό ἤ θυγατέρα. Δημιούργησε τόν κόσμο σέ ἕξι ἡμέρες καί ἔδωσε ζωή στόν ἄνθρωπο. Ὁ θεός αὐτός ἔστειλε στόν κόσμο προφῆτες καί ἀποστόλους γιά νά φανερώσουν τό θέλημά του καί νά ὁδηγήσουν τούς ἀνθρώπους στήν ἀλήθεια. Οἱ σημαντικότεροι ἀπ' αὐτούς ἦσαν ὁ Νῶε, ὁ Ἀβραάμ, ὁ Μωυσῆς καί ὁ Ἰησοῦς, τόν ὁποῖο ὀνομάζουν Μεσσία, υἱό τῆς Μαριάμ, ἀπόστολο καί λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὁ τελευταῖος ὅμως καί μεγαλύτερος ἀπ' ὅλους τούς προφῆτες εἶναι ὁ Μωάμεθ, ἡ σφραγίδα ὅλων τῶν προφητῶν.
Ὅποια σχέση ἔχει ὁ Μωάμεθ πρός τούς ἄλλους προφῆτες, ἔχει καί τό Κοράνιο πρός τά βιβλία τῶν προφητῶν. Τό Ἰσλάμ δέχεται ὡς ἱερά βιβλία τήν Πεντάτευχο, τούς Ψαλμούς καί τό Εὐαγγέλιο, πιστεύοντας ὅτι τό πρῶτο ἀποκαλύφθηκε στόν Μωϋσῆ, τό δεύτερο στόν Δαβίδ καί τό τρῖτο στόν Ἰησοῦ. Ἰσχυρίζεται ὅτι οἱ Ἑβραῖοι καί οἱ Χριστιανοί «ἀλλοίωσαν» τά ἱερά κείμενα καί «ἀφαίρεσαν» ἀπ' αὐτά τίς μαρτυρίες γιά τόν Μωάμεθ. Τό Κοράνιο θεωρεῖται τό ἐπιστέγασμα τῶν ἱερῶν βιβλίων. Εἶναι ὁ αἰώνιος, ἀμετάβλητος καί ἄκτιστος λόγος τοῦ θεοῦ, πού συνυπάρχει μέ τόν θεό πρό τῶν αἰώνων. Μάλιστα, αὐτό πού ἔχουν οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀντίγραφο τοῦ πρωτοτύπου, πού ὑπάρχει στόν οὐρανό. Στό Κοράνιο μιλάει ὁ Ἀλλάχ, ἄρα ὁ Μωάμεθ δέν εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ Κορανίου.
Τό Ἰσλάμ ἀποδέχεται τήν ὕπαρξη τῶν ἀγγέλων καί τοῦ σατανᾶ, καθώς καί τῶν τζίν, ἐνδιάμεσων ὄντων μεταξύ ἀγγέλων καί ἀνθρώπων, πού εἶναι εἴτε καλά εἴτε κακά. Ἀποδέχεται τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, τή μέλλουσα κρίση, τήν τιμωρία τῶν ἀδίκων καί «ἀπίστων» στήν κόλαση καί τή ζωή τῶν δικαίων στόν παράδεισο. Ὁ παράδεισος περιγράφεται σάν ἰδανικός τόπος μέ ὑλικές καί σαρκικές ἀπολαύσεις, ὅπως θά τόν φανταζόταν ἕνας βεδουΐνος τοῦ 7ου αἰῶνος. Ἄλλωστε, ἡ ἔμφαση στίς σαρκικές ἠδονές καί στήν ἀπόλυτη ἀνδροκρατία χαρακτηρίζει κατ' ἐξοχήν τό ἰσλαμικό δόγμα. Ἡ ἰδέα ὅτι ὁ θεός καθορίζει τά πάντα καί κανείς δέν μπορεῖ νά μεταβάλει ὅ,τι ἐκεῖνος ἀποφάσισε, εὐνοεῖ τήν ἀνάπτυξη στό Ἰσλάμ τῆς ἀντίληψης τοῦ κισμέτ (μοίρας, πεπρωμένου), δηλ. τοῦ ἀπόλυτου προορισμοῦ καί τῆς κατάργησης τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου.
3. Σχίσματα καί αἱρέσεις
Τό Ἰσλάμ σήμερα δέν εἶναι ἀπόλυτα ἑνωμένο. Ἐμφανίζεται μέ ἐπιμέρους αἱρέσεις, σχίσματα καί παρατάξεις, οἱ σημαντικότερες ἀπό τίς ὁποῖες εἶναι:
α) Οἱ Σουνίτες μουσουλμάνοι, πού ἀποτελοῦν τό ὀρθόδοξο τμῆμα τοῦ Ἰσλάμ καί ἀνήκουν σ' αὐτό τά 9/10 τῶν πιστῶν του. Εἶναι οἱ πιστοί στήν παράδοση καί ἀποδέχονται τούς τέσσερις πρώτους χαλίφες - διαδόχους τοῦ Μωάμεθ (Ἀβού Βάκρ, Ὀμάρ, Ὀθμάν καί Ἀλή). Σουνίτες εἶναι σήμερα κατά τό πλεῖστον οἱ Ἄραβες, οἱ Μουσουλμάνοι τῆς Συρίας καί οἱ Τοῦρκοι. Διαπνέονται ἀπό κοινοτικό πνεῦμα, ἀνέχονται τήν ἐξουσία καί ὑποτάσσονται στίς πολιτικές ἀρχές τῶν κρατῶν τους.
β) Οἱ Σιΐτες μουσουλμάνοι, πού ἀποτελοῦν τό φανατικό τμῆμα τοῦ Ἰσλάμ, καί πιστεύουν ὅτι πηγαίνουν ἀπ' εὐθείας στόν παράδεισο, ἄν πέσουν στό πεδίο τῆς μάχης. Εἶναι ὁπαδοί τοῦ ἰμάμη Ἄλη, συζύγου μιᾶς κόρης τοῦ Μωάμεθ, ὁ ὁποῖος δέν κατόρθωσε νά ἀνακηρυχθεῖ πρῶτος χαλίφης μετά τόν θάνατό του. Οἱ Σιΐτες θεωροῦν τόν Ἄλη «ἅγιο τοῦ θεοῦ» καί νόμιμο διάδοχο τοῦ «προφήτη». Πιστεύουν ὅτι αὐθεντικός ἐξηγητής τοῦ Κορανίου εἶναι ὁ ζωντανός ἰμάμης (ὁ ἐπί κεφαλῆς τῆς προσευχῆς), πού θεωρεῖται ἀλάθητος, ἐκλεγμένος ἀπό τόν θεό καί ὁδηγός στή σωτηρία. Ἐπίσης θεωροῦν σημαντικό τόν ρόλο τῶν κληρικῶν (μουλάδων καί μουτζνταχιδῶν) καί γενικά τοῦ ἱερατείου (οὐλάμα). Οἱ Σιΐτες ἀναμένουν τόν ἰμάμη πού θά νομιμοποιήσει τήν ἰσλαμική ἐξουσία, γι' αὐτό στήν οὐσία δέν δέχονται τήν νομιμότητα κανενός καθεστῶτος. Καλλιεργοῦν τήν ἀμφισβήτηση πρός τήν ἐξουσία καί εὐνοοῦν κατά διαστήματα ἐπαναστατικές κινητοποιήσεις γιά τήν ἀνατροπή τῶν μή αὐστηρά σιϊτικῶν καθεστώτων. Κέντρο τους εἶναι ἡ Μεσοποταμία καί τό Ἰράκ, ἐνῶ ὅλοι σχεδόν οἱ Πέρσες εἶναι Σιΐτες. Μεταξύ Σιιτῶν καί Σουνιτῶν ὑπάρχει αἰώνιο μίσος.
Ἐκτός ἀπό τίς δύο αὐτές βασικές παρατάξεις ὑπάρχουν καί ἄλλες, ὅπως οἱ Μαχντιστές, οἱ Δροῦσσοι (πολιτικοποιημένοι μαχητές τῆς Συρίας καί τοῦ Λιβάνου), οἱ Σούφι (μυστικιστές μουσουλμάνοι) κ.ἄ. Ὅλες αὐτές τίς παρατάξεις ἑνώνει ἡ ἔντονη ἐχθρότητα γιά τούς «ἀπίστους», δηλ. γιά ὅσους ἀρνοῦνται τόν Μωάμεθ, τό Κοράνιο καί τή διδασκαλία του.
4. Ὁ ἱερός πόλεμος (τζιχάντ)
Ἡ στάση ἔναντι τῶν «ἀπίστων» (τῶν μή μουσουλμάνων) διαφωτίζεται καί ἀπό μιά ἄλλη βασική ἀντίληψη τοῦ Ἰσλάμ, τήν ἀντίληψη γιά τόν ἱερό πόλεμο (τζιχάντ). Σύμφωνα μέ αὐτήν, κάθε μουσουλμάνος ἔχει ὑποχρέωση νά συμμετέχει στόν ἱερό πόλεμο κατά τῶν «ἀπίστων». Γιατί κάθε «ἄπιστος» δέν πρόκειται νά κληρονομήσει ἁπλῶς τήν κόλαση, ἀλλά πρέπει καί νά ἐξοντωθεῖ ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς. Ἤ θά ἀσπασθεῖ τό Ἰσλάμ ἤ θά ἐξοντωθεῖ. Ὁ ἱερός αὐτός πόλεμος δέν εἶναι προσωρινός, ἀλλά διαρκής καί μόνιμος (μόνο δεκαετής ἀνακωχή ἐπιτρέπεται), δέν ἴσχυε μόνο γιά τήν ἐποχή τοῦ Μωάμεθ, ἀλλά καί γιά τήν μετέπειτα πορεία τοῦ Ἰσλάμ. Σκοπός του εἶναι ἡ ὑπαγωγή ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας στόν Ἰσλαμισμό. Ἐνδεχόμενο ἐξαίρεσης ἀπό τίς συνέπειες τοῦ ἱεροῦ πολέμου (ὄχι ἀπό τόν ἴδιο τόν πόλεμο) ὑπάρχει μόνο γιά τούς λαούς πού κατέχουν τίς Γραφές (Ἑβραίους καί Χριστιανούς), στούς ὁποίους δίνεται μερικές φορές ἡ δυνατότητα νά διατηροῦν τήν πίστη τους, καταβάλλοντας κεφαλικό φόρο.
Ἔτσι οἱ χῶρες πού βρίσκονται ἔξω ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ Ἰσλάμ ὀνομάζονται «Οἶκος Πολέμου», ἐνῶ οἱ Ἰσλαμικές ὀνομάζονται «Οἶκος τοῦ Ἰσλάμ». Ὁ ἱερός πόλεμος εἶναι ὑποχρέωση ὁλόκληρης τῆς μουσουλμανικῆς κοινότητος, εἰδικά ὅταν ἐπί κεφαλῆς τεθεῖ ἕνας ἰμάμης (ἔτσι ὁ πνευματικός ἡγέτης τοῦ Ἀφγανιστάν μουλάς Ὀμάρ κάλεσε τούς ἀπανταχοῦ πιστούς τοῦ Ἰσλάμ σέ ἱερό πόλεμο ἐναντίον τῶν Ἀμερικανῶν). Στήν περίπτωση αὐτή κανείς δέν εἶναι δυνατό νά μήν ἀκολουθήσει, γιατί εἶναι σάν νά ἀρνεῖται τόν ἴδιο τόν θεό καί τόν λόγο τοῦ «προφήτη». Ἐξ ἄλλου οἱ κίνδυνοι ἀπό τόν πόλεμο καί τό ἐνδεχόμενο τοῦ θανάτου δέν πρόκειται νά ἀποθαρρύνουν τούς πιστούς, γιατί ἁπλούστατα θά τούς φέρουν πιό κοντά στόν «προφήτη» καί στούς ἰμάμηδες καί θά τούς ὁδηγήσουν στόν παράδεισο.
Τήν βασική αὐτή θέση τοῦ Ἰσλάμ φαίνεται ἀγνοοῦν συνήθως οἱ ἄνθρωποι τῆς Δύσης, νομίζοντας ὅτι ἀποτελεῖ θέση κάποιων ἀκραίων ὀργανώσεων καί ὁμάδων, καί ὄχι ὅλου γενικά τοῦ μουσουλμανικοῦ κόσμου. Ἐξ αἰτίας τῆς θέσεως αὐτῆς, ἄλλωστε, ἐπεκτάθηκε τόσο πολύ ἀνά τήν ὑφήλιο ὁ μουσουλμανισμός.
5. Ἰσλάμ καί Ὀρθόδοξη πίστη
Εἶναι φανερό ὅτι τό Ἰσλάμ, ἄν καί ἔχει ἐνσωματώσει στή διδασκαλία του κάποια χριστιανικά στοιχεῖα (πίστη στόν ἕνα Θεό, σεβασμός στόν Ἰησοῦ καί στήν Παρθένο Μαρία), διακρίνεται ἀπό τήν Ὀρθόδοξη πίστη μέ ἀγεφύρωτα χάσματα καί τεράστιες διαφορές, πού δικαιολογοῦν ἀπόλυτα τήν στάση καί τό μαρτύριο τόσων Νεομαρτύρων Ἁγίων τήν ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας καί ἄλλοτε. Τό Ἰσλάμ ἀπορρίπτει τήν βασικότερη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, τήν διδασκαλία γιά τήν Ἁγ. Τριάδα. Τήν διδασκαλία αὐτή καταπολέμησε ἔντονα, ἐπειδή δέν μπόρεσε νά κατανοήσει λεπτές θεολογικές διακρίσεις, πού ὁ Θεός φανέρωσε διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἤ ἀπεκάλυψε στούς Ἁγίους καί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες ὁ ἕνας Θεός εἶναι τρία ἰσότιμα καί ὁμοούσια πρόσωπα: Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιο Πνεῦμα. Ἰσχυρίστηκε ὅτι ὁ Θεός δέν ἔχει υἱό ἤ θυγατέρα καί ἀρνήθηκε τήν βασική χριστιανική ἀντίληψη ὅτι ὁ Θεός εἶναι «Πατέρας», ἀποξενώνοντάς Τον ὄχι μόνο ἀπό τόν ὁμοούσιο Υἱό Του, ἀλλά καί ἀπό μιά βασική Του «ἰδιότητα», τήν ἀγάπη. Ὅντως ἡ ἰδιότητα τῆς ἀγάπης δέν φαίνεται νά διακρίνει τό Ἰσλάμ σέ καμία ἀπό τίς ἐπιμέρους ἐκδηλώσεις του.
Ἐπίσης τό Ἰσλάμ ἀπέρριψε καί τήν ἄλλη βασική ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας μας, τήν ἀλήθεια ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Θεός. Κατά τό Ἰσλάμ, ὁ Ἰησοῦς εἶναι μόνο ἀπόστολος καί προφήτης, δηλ. ἁπλός ἄνθρωπος καί κτίσμα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀντίληψη αὐτή εἶναι διδασκαλία τοῦ αἱρετικοῦ Ἀρείου τοῦ δ' αἰώνα, ἀπό τόν ὁποῖο τήν ἄντλησε ὁ Μωάμεθ. Τό Κοράνιο ἐπιμένει ἰδιαίτερα στό ὅτι ὁ Ἰησοῦς δέν εἶναι Θεός. Ἔτσι Τόν ἐμφανίζει ὡς ἁπλό πρόδρομο τοῦ Μωάμεθ καί ὁπωσδήποτε κατώτερο ἀπ' αὐτόν. Γιά μᾶς ὅμως ἡ διδασκαλία ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγ. Τριάδος, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό καί ἔγινε ἄνθρωπος, εἶναι τό κέντρο τῆς πίστης μας. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι, ὅλα ὅσα ἔχει γράψει στό Εὐαγγέλιό του, τά ἔγραψε γιά νά πιστέψουμε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, καί ἔχοντας αὐτή τήν πίστη νά ἀντλοῦμε ζωή μέ τό ὄνομά Του. Τό Ἰσλάμ δέν δέχεται ἐπίσης τήν πραγματικότητα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (παρ' ὅλο πού ὁ ἴδιος ὁ Μωάμεθ διακήρυττε ὅτι εἶναι προφήτης τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ὁ ἴδιος ὁ Θεός), καθώς καί τίς σωτηριολογικές προεκτάσεις τῆς Ἀναστάσεώς Του.
6. Τό Ἰσλάμ καί ὁ σύγχρονος κόσμος
Τό Ἰσλάμ σήμερα ἀποτελεῖ θρησκεία πού διατηρεῖ ἀμείωτη τή ζωτικότητά της στίς παραδοσιακά ἰσλαμικές χῶρες, καί ἀντιστέκεται σθεναρά στήν ἐπέκταση τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ καί στίς τάσεις γιά παγκοσμιοποίηση, ἑνοποίηση πολιτισμῶν θρησκευτικῶν ἀντιλήψεων, κ.τ.λ. Παράλληλα διεισδύει ἀθόρυβα ἀλλά σταθερά στίς δυτικές χῶρες καί στά λεγόμενα πολιτισμένα κράτη. Ἔτσι οἱ μουσουλμάνοι στήν Εὐρώπη καί τήν Ἀμερική συνεχῶς πληθαίνουν καί τεράστια τζαμιά ἱδρύονται σέ εὐρωπαϊκές πρωτεύουσες καί ἄλλες πόλεις.
Τά αἴτια αὐτοῦ τοῦ φαινομένου (καί ἄλλων ἀκόμη παρόμοιων φαινομένων) εἶναι πολλά. Τό σημαντικότερο ὅμως εἶναι ὅτι ὁ δυτικός πολιτισμός, ὁ ὁποῖος πήγασε ἀπό τίς αἱρετικές χριστιανικές ἀντιλήψεις τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ, καί ἰδιαίτερα τοῦ προτεσταντισμοῦ, καί κατέληξε στήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καί στή δημιουργία τοῦ σύγχρονου καταναλωτικοῦ τρόπου ζωῆς, ἀδυνατεῖ νά ἰκανοποιήσει τίς βαθύτερες πνευματικές ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ σύγχρονος κόσμος συνειδητοποιεῖ ὅτι «οὐκ ἐπ' ἄρτῳ μόνον ζήσεται ἄνθρωπος» καί ἀναζητεῖ νέες μορφές πνευματικότητος. Τό Ἰσλάμ εἶναι ἕνας ἄλλος πολιτισμός καί προσφέρει ἐδῶ ἕναν ἐντελῶς διαφορετικό τρόπο ζωῆς, πού πολλές φορές θέλγει ἀκόμη καί ἀνθρώπους τῆς Δύσης, κάνοντάς τους νά ἐγκαταλείπουν δικές τους ἀξίες καί ἀντιλήψεις, συνδυάζοντας ὑλικοχοϊκές ἀπολαύσεις καί ἐπιτρέποντας τήν ἔκλυση ζωωδῶν ἐνστίκτων τοῦ καταπιεσμένου αὐτοῦ ἀνθρώπου.
Ὅμως καί ἡ Ὀρθόδοξία εἶναι κάτι ἐντελῶς διαφορετικό σέ σχέση μέ τόν δυτικό πολιτισμό. Ἄν ἡ Δύση φοβᾶται τήν ἀναμέτρηση μέ τό Ἰσλάμ, ἡ Ὀρθοδοξία δέν τή φοβᾶται. Γιατί ἔχει τά πνευματικά ἐφόδια γιά νά ἀνταπεξέλθει στήν ἀναμέτρηση μέ τέτοια φαινόμενα. Ἄλλωστε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει καί ἄλλοτε συνυπάρξει μέ τό Ἰσλάμ (Τουρκοκρατία, κ.ἄ), χωρίς νά θιγεῖ οὔτε στό ἐλάχιστο ἡ οὐσία της. Ἀντίθετα πολλές φορές αὐτή ἡ συνύπαρξη τήν ὁδήγησε σέ στιγμές δόξας καί θριάμβου. Καί δόξα καί θρίαμβος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Σταυρός, ἡ θυσία καί τό μαρτύριο. Εἶναι τό πλῆθος τῶν Νεομαρτύρων πού ἔδωσε π.χ. ἡ περίοδος τῆς Τουρκοκρατίας. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σέβεται ἀπόλυτα τίς θρησκευτικές ἀντιλήψεις τῶν ἄλλων, ὅπως ἄλλωστε τίς σέβεται καί ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Γι' αὐτό ποτέ δέν θά υἱοθετοῦσε τήν ἀνόητη ἀντιπαράθεση μέ τόν ἰσλαμικό κόσμο, πού ἐπιπλέον ἐξάπτει τόν φανατισμό. Οὔτε εἶναι δυνατό νά ἀποδεχθεῖ ἐντυπωσιακές πολεμικές ἐπιχειρήσεις ἤ βομβαρδισμούς ἀμάχων σάν λύση γιά προβλήματα πού ὄντως ὑπάρχουν. Ὅμως ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν θά πάψει ποτέ νά ὁμολογεῖ ἁπλά καί ἀθόρυβα τήν πίστη της στόν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος καί μόνον σώζει, καί ἡ ὁμολογία της αὐτή θά εἶναι ταυτόχρονα ἔλεγχος γιά τίς πεπλάνημένες ἀντιλήψεις καί ἐνέργειες κάθε ἄλλης θρησκείας ἤ ἰδεολογίας.