Μια ξεχασμένη επέτειος
Οι επέτειοι είναι για να μην ξεχνάμε. Γιατί δεν έχει μέλλον όποιος ξεχνάει το παρελθόν και δεν διδάσκεται από αυτό. Η Εκκλησία της Ελλάδος στη συνεδρίαση της 7ηςΙουλίου 1998 αποφάσισε να καθιερώσει την τελευταία Κυριακή του μηνός Νοεμβρίου κάθε έτους ως ημέρα μνήμης και τιμής της προσφοράς της Εκκλησίας προς τον Ελληνικό Λαό και του σημαντικού ποιμαντικού, κοινωνικού και εθνικού έργου που επιτέλεσε κατά την περίοδο της κατοχής της Ελληνικής Πατρίδας από τα χιτλερικά στρατεύματα. Δυστυχώς η συγκεκριμένη επέτειος έχει ξεχαστεί.
Η Εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, με ημερομηνία 20 Ιουλίου 1998, σημειώνει πως ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος και οι Συνοδικοί Ιεράρχες αναφέρθηκαν στην όλη στάση και δράση των μακαριστών Αρχιεπισκόπων της κατοχής Χρυσάνθου και Δαμασκηνού και τόνισαν τη μεγάλη προσφορά τους, όπως και των άλλων Ιεραρχών. Όπως σημειώνεται στην Εγκύκλιο, όλοι τους ανέπτυξαν "γιγαντιαίαν δραστηριότητα προς κάλυψιν των αναγκών σιτίσεως και περιθάλψεως του Λαού κατά τις δυσχείμερες περιστάσεις εκείνες". Επίσης υπήρξε αναφορά στην πλειάδα των κληρικών και των λαϊκών εθελοντών συνεργατών, οι οποίοι έχοντας βιώσει το πνεύμα της φιλαδελφείας και της φιλοπατρίας επιδόθηκαν σε έργα ηρωισμού και αυταπαρνήσεως "διαβαίνοντες εν μέσω παγίδων πολλών, υπό καθεστώς εχθρικόν, υπό τον φόβον και την απειλήν του κατακτητού".
Η ΔΙΣ του 1998 για να λάβει την απόφαση της, να υπάρχει κάθε χρόνο μνεία της προσφοράς της Εκκλησίας κατά την κατοχή, κατέγραψε:
Α) Τη διοργάνωση συσσιτίων για να τραφούν οι πεινώντες Έλληνες, ελεύθεροι και φυλακισμένοι. Χιλιάδες άνθρωποι σώθηκαν από τον από πείνα θάνατο, χάρη στα συσσίτια, τα οποία διοργάνωσαν οι ενορίες της Αρχιεπισκοπής και των κατά τόπους Μητροπόλεων. "Ένας ηρωικός στρατός ειρήνης και διακονίας καθημερινώς παρασκεύαζε τροφή για τους πεινασμένους".
Β) Τη σύσταση οργανισμών, όπως του Ε.Ο.Χ.Α. στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών, που φρόντιζαν τους δοκιμαζόμενους Έλληνες, ανεξάρτητα από θρήσκευμα, και κάλυπταν εκτός από την τροφή, και άλλες ανάγκες τους, σε ένδυση, θεραπεία και προστασία.
Γ) Την ανάπτυξη από τους Ιεράρχες πρωτοβουλιών και τη διαμεσολάβηση τους στις Αρχές κατοχής για την αποτροπή αντιποίνων και ομαδικών εκτελέσεων, καθώς και για την προστασία των αμάχων και ανυπεράσπιστών γυναικοπαίδων.
Δ) Τη διάσωση καταδιωκομένων από τα στρατεύματα κατοχής ή οδηγούμενων από αυτά σε εκτέλεση.
Ε) Τη διευκόλυνση και ποικίλη υποστήριξη των αγωνιζομένων πατριωτών υπέρ της εθνικής ελευθερίας.
Η πρωτοβουλία της Εκκλησίας είχε τότε άμεσο θετικό αντίκτυπο. Ενδεικτική είναι η επιστολή, την οποία απέστειλε στον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο ο εκδότης Λεωνίδας Παπαθανασόπουλος (Σημ. Συνωνυμία με τον υπογράφοντα) αντιστασιακός και Γραμματέας της ΕΠΟΝ Σπουδαστών του "Παιδαγωγικού Φροντιστηρίου Στερεάς" και κατά τον Αντιπρύτανη του Παν. Αθηνών Αλκη Αργυριάδη "Πανεπιστημίου του Βουνού". Του έγραψε την ακόλουθη συγκινητική ιστορία, όπως ο ίδιος την έζησε:
Τον Φεβρουάριο του 1944 περίμεναν τον θάνατο τους δέκα (10) κατάδικοι πατριώτες, που είχαν μεταφερθεί από την Ήπειρο στις φυλακές Μεσολογγίου για εκτέλεση. Η οργάνωση ΕΘΝΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ αποφάσισε να φροντίσει την απόδραση των καταδικασθέντων δέκα πατριωτών. Ο μόνος τρόπος ήταν να περάσει στη φυλακή ένα σιδηροπρίονο. Ωραία η ιδέα, αλλά ποιος και πώς θα την υλοποιούσε;
Εδώ φάνηκε η μεγαλοσύνη του ράσου, όπως γράφει ο πρώην αντιστασιακός.
Ο παπά Μήτσος ( π. Δημήτριος Παπακωνσταντίνου), με πέντε ανήλικα παιδιά ( τέσσερα κορίτσια και ένα αγόρι), κάνει το Σταυρό του και λέγει με αποφασιστικότητα στον υπεύθυνο της οργάνωσης:
"Παιδί μου θα πάω εγώ το πριόνι στους μελλοθάνατους". Κι έτσι έγινε. Ο παπά Μήτσος είχε οικογένεια που αγαπούσε, αλλά πρώτα απ' όλα ήταν Χριστιανός και δεν δεχόταν το άδικο. Με τη μεθοδικότητα και την ανδρεία του οι μελλοθάνατοι πήραν το πριόνι μέσα σε ένα πήλινο κεσέ γεμάτο με γιαούρτη και ένα "δύσκολο", από κακοκαιρία, βράδυ έκοψαν τα σίδερα της φυλακής και πήδησαν από το παράθυρο προς την ελευθερία. Εν τω μεταξύ ο παπά Μήτσος με την οικογένεια του είχαν φύγει από το Μεσολόγγι….
Ο Λεων. Παπαθανασόπουλος αναφέρει κι ένα ακόμη παράδειγμα, του παπά Βαλή, από το Αγρίνιο, που, με άμεσο κίνδυνο για τη ζωή του μετέφερε μέσα σε νεκρόκασες και με τη συνοδεία "τεθλιμμένων συγγενών" όπλα στους αγωνιστές, που τα περίμεναν στο νεκροταφείο.
Ο Ελληνικός Λαός περνάει και σήμερα δύσκολες ημέρες και θέλει έμπρακτα τη στοργή, την προστασία, την αγκαλιά και την αγάπη της Εκκλησίας. Φτάνουν πια οι επικοινωνιακές δηλώσεις, οι δημόσιες σχέσεις, τα κέτερινγκ, η αφ' υψηλού ή εξ αποστάσεως αντιμετώπιση της κρίσης και η αμέριμνη και καλά τακτοποιημένη ζωή πολλών ποιμένων της. Ίσως η αναβίωση της επετείου για την ηρωική, εθελοντική και θυσιαστική προσφορά της Εκκλησίας κατά την περίοδο της κατοχής να ξυπνούσε κάποιες υπνώττουσες, ή στον κόσμο τους ευρισκόμενες επισκοπικές συνειδήσεις.-