Πατερικαί Διδαχαί
Ὁ ἀπόστολος Παῦλοςμᾶς λέει « Ὁ Χριστὸς σηκώθηκε ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ ἔγινε ἡ ἀρχὴ γιὰ ὅλους τούς νεκροὺς» καὶ « Ὅπως πεθαίνομε ὅλοι ἐξ αἰτίας τῆς συγγένειάς μας μὲ τὸν Ἀδάμ, ἔτσι χάρη στὴ συγγένειά μας μὲ τὸν Χριστὸ θὰ ξαναπάρουμε ὅλοι ζωή».1
Ὁ Θεοφύλακτος Βουλγαρίαςἑρμηνεύοντας τὴν παραβολὴ τοῦ μεγάλου Δείπνου γράφει: «Δεῖπνον δὲ μέγα, ἐκάλεσε τὴν οἰκονομίαν ταύτην (δηλ. τὴν κοινωνίαν τῆς σαρκὸς τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἐκ τοῦ ἀνθρώπου). Δεῖπνον μέν, ἐπειδὴ ἔγινεν εἰς τοὺς ὑστερινοὺς καιρούς, καὶ ὡσὰν ὅπου εἰς τὸ τέλος τοῦ αἰῶνος ἦλθεν ὁ Κύριος, μέγα δὲ εἶναι τὸ δεῖπνον τοῦτο, ἐπειδὴ καὶ ὁμολογουμένως μέγα εἶναι τὸ μυστήριον τῆς σωτηρίας ἡμῶν. Καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου, ποῖος εἶναι ὁ δοῦλος οὗτος; Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ὅπου ἔλαβε δούλου μορφήν, ἄνθρωπος γενόμενος, καὶ ὡς ἄνθρωπος ἀποσταλῆναι λεγόμενος. Στοχάζου δέ, πώς δὲν εἶπε δοῦλον, ἀλλὰ τὸν δοῦλον μετὰ τοῦ ἄρθρου, ἐκεῖνον αὐτὸν τὸν καθολικόν, ὅπου εὐηρέστησεν αὐτῷ, λέγει, κατὰ τὸ ἀνθρώπινον, καὶ δουλεύσαντα. Διότι ὄχι ὡσὰν ὅπου εἶναι Υἱὸς καὶ Θεός, εἶναι εὐάρεστος τῷ Πατρί, ἀλλὰ καὶ καθ᾽ ὅ ἄνθρωπος, αὐτὸς μόνος ἀναμαρτήτως ὑπηρετήσας πάσας τὰς βουλάς, καὶ τὰς ἐντολάς τοῦ Πατρός, καὶ πληρώσας πᾶσαν δκαιοσύνην, λέγεται πὼς ἐδούλευσε τὸν... Θεὸν καὶ Πατέρα».2
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός μᾶς λέει:«Στὸν παράδεισο ὑπῆρχε τὸ πολίτευμα τῆς παρθενίας. Λέγει λοιπὸν ἡ θεία Γραφὴ ὅτι “γυμνοὶ ἦσαν, ὅτε Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα, καὶ οὐκ ἠσχύνοντο”. Ὅταν ὅμως ἔγιναν παραβάτες, “ἔγνωσαν ὅτι γυμνοὶ ἦσαν” καὶ ἀφοῦ ντράπηκαν ἔραψαν γιὰ τὸν ἑαυτὸ τους περιζώματα. Καὶ μετὰ τὴν παράβαση (λέγεται) “ὅτι γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύση” καὶ ὅταν μὲ τὴν παράβαση εἰσῆλθε στὸν κόσμο ὁ θάνατος, τότε “ἔγνω Ἀδὰμ Εὔαν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ συνέλαβε καὶ ἐγέννησεν”. Ὥστε γιὰ νὰ μὴ θρυμματιστεῖ καὶ ἐξαφανιστεῖ τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὸν θάνατο, ἐπινοήθηκε ὁ γάμος».3
Ὁ ἅγιος Νεκτάριος μᾶς διδάσκει«Καθῆκον εἶχεν ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀνυψοῦται πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὸν νοῦν αὐτοῦ πρὸς μόνον τὸν Θεὸν νὰ ἀναφέρη καὶ οὐχὶ νὰ ἀναζητῆ τὴν τέρψιν ἐν ταῖς ἀπολαύσεσι τῶν δημιουργημάτων, ἡ προσήλωσις αὐτοῦ πρὸς τὰ γήινα ἐπέφερε τὴν ἀμέλειαν τοῦ πρὸς ἑαυτὸν καθήκοντος. Διά τῆς ἀμελείας ἐμακρύνθη ἤδη τοῦ Θεοῦ, ἀπώλεσεν ἤδη μέγα μέρος τῆς ἐνισχυούσης αὐτὸν θείας δυνάμεως, καὶ διὰ τοῦτο ἡττηθείς ἔπεσεν ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ. Ἐὰν ὁ Ἀδὰμ δὲν εἶχεν ἀπομακρυνθῆ ἤδη τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ ἡττᾶτο, διότι ἡ θεία δύναμις θὰ ἐνίσχυεν αὐτόν, ἡ ἐνατένισις πρὸς τὸ ξύλον τὸ ἀπηγορευμένον ἦτο ἔνδειξις τῆς προσηλώσεως πρὸς τὴν ὕλην».4
Ὁ μέγας Φώτιοςσὲ ἐρώτηση γιατί, ἐνῶ ὁ Ἀδὰμ δέχτηκε τὴν ποινὴ τοῦ θανάτου, πεθαίνει πρὶν ἀπὸ αὐτὸν ὁ Κάϊν, ἀπαντάει «Γιατί πράγματι κάθε ἀπειλή καὶ κάθε ἐπαπειλούμενη τιμωρία, τότε γίνεται πιὸ φοβερή, ὅταν συμβεῖ κάποτε οἱ ἔνοχοι νὰ γνωρίσουν τὰ δεινά. Οὔτε βέβαια ὁ Ἀδὰμ θὰ ἐρχόταν σὲ συναίσθηση ἂν δὲν ἔβλεπε νεκρὸ τὸ παιδί του καὶ δὲν ἔβλεπε μαζὶ καὶ ὅσα φριχτὰ ἔχει μαζί του ὁ θάνατος, τὸν πολὺ ἐκεῖνο ἀγώνα ποὺ δὲ δέχεται βοήθεια, τὴν ταραχὴ τῆς ψυχῆς καὶ τὸ χωρισμό της ἀπὸ τὸ σῶμα, οὔτε ὅσα ἄλλα ἀκολουθοῦν, τὴ διάλυση καὶ τὴ σήψη, τὴ δυσωδία, τὸ χῶμα, τὸ πύο, τὰ σκουλήκια. Βλέπει λοιπὸν σὲ ἄλλον ὁ Ἀδὰμ πόσο φοβερὴ εἶναι καὶ ἀνυπόφορη ἡ δική του ποινὴ, συναισθάνεται βαθύτερα τὸ μέγεθος τῆς παράβασής του καὶ ὁδηγεῖται σὲ μετάνοια». 5
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶςσημειώνει «Εἶναι ἡ νηστεία καὶ ἡ ἀκρασία ἀντίθετα μεταξύ τους, ὅπως ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος. Ἡ νηστεία εἶναι ἐντολὴ ζωῆς, ποὺ εἶναι συνομήλικη τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἀφοῦ δόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν Ἀδὰμ κατὰ τὴν ἀρχὴ στὸν παράδεισο, γιὰ διαφύλαξη τῆς ζωῆς καὶ τῆς θείας χάριτος, ποὺ εἶχε δοθεῖ σὲ αὐτὸν ἀπὸ τὸν Θεό. Ἡ δὲ ἀκρασία εἶναι συμβουλὴ γιὰ τὸν θάνατο σώματος καὶ ψυχῆς, ποὺ δόθηκε δολίως ἀπὸ τὸν Διάβολο στὸν Ἀδὰμ διὰ τῆς Εὔας γιὰ ἔκπτωση τῆς ζωῆς καὶ ἀπαλλοτρίωση τῆς ἀπὸ τὸν Θεὸ θείας χάριτος».
Ὑποσημειώσεις:
1. A´ Κορ. ιδ΄ 20,22
2. Θεοφυλάκτου Ἀρχιεπ. Βουλγαρίας, Ἑρμηνεία τοῦ κατὰ Λουκᾶ, ἐπιμέλεια Ἱερομ. Γαλακτίωνος Π. Γκαμίλη σελ.363
3. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις Ἀκριβής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, Ἔκδ. Πουρναρᾶσελ.433 4.Νεκταρίου Κεφαλᾶ, Μητροπολίτου Πενταπόλεως Ἅπαντα Τόμ. Ε´
5.Φωτίου Πατριάρχου Κων\πόλεως Ε.Π.Ε. Τόμ. 1 σελ. 129 6.Γρηγορίου Παλαμᾶ Ε.Π.Ε. Τόμ. 9 σελ.355
Ορθόδοξος Τύπος, 14/12/ 2012