ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2012
ΝΙΚΟΛΑΟΣ
ἐλέῳ Θεοῦ Μητροπολίτης τῆς Ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Φθιώτιδος
Πρός τόν εὐσεβῆ τῆς Ἐκκλησίας λαόν.
«Ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ, ὅς ἐστί Χριστός Κύριος».
Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί καί τέκνα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀνέτειλε καί πάλι ἡ Ἀνατολή τῶν Ἀνατολῶν, ἡ Μητρόπολις τῶν ἑορτῶν, ἡ κοσμοσωτήριος κατά σάρκα Γέννησις τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, αὐτή τή χρονιά μέσα σέ κλῖμα πνευματικῆς βαρυχειμωνιᾶς, τό ψῦχος καί τήν κατήφεια τῆς ὁποίας, ὅμως, διαλύει ὁ ἀνατείλας Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης. Φωτίζονται τά σύμπαντα μέ τό ἄστρο τῆς Βηθλεέμ καί οἱ ἀκτῖνες του διεγείρουν τίς κουρασμένες ψυχές νά σύρουν τά βήματά τους στή νέα Βηθλεέμ τῆς Χάριτος καί νά ἐναποθέσουν κάθε ἐλπίδα στό Κύριό μας ψελλίζοντας: «Ὁ τεχθείς ἐκ Παρθένου Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς».
Ἐάν θέλωμε νά εἴμαστε ρεαλισταί πρέπει νά ἀντιμετωπίζωμε τήν πραγματικότητα ὅπως εἶναι καί ὄχι ὅπως τήν θέλομε νά εἶναι. Καί ἡ πραγματικότητα σήμερα εἶναι, ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι θέτουν ἕνα ἐρώτημα βασικῆς σημασίας. Λένε, δηλαδή, ὅτι σήμερα, πού τόσο ὁ κόσμος ἔχει προοδεύσει καί ἔχει κατακτήσει τό πᾶν, σέ τί χρειάζεται ὁ Χριστός; Σέ τί μπορεῖ νά βοηθήσει ἤ μᾶλλον σέ τί τόν ἔχομε ἀνάγκη νά μᾶς σώσει; Τίς ἀσθένειες τίς ὑπερνικοῦμε μέ τά φάρμακα. Τήν ἄγνοια μέ τήν διεύρυνση τῆς μορφώσεως. Τήν πτωχεία μέ τή συστηματοποίηση τῆς παραγωγῆς καί κατανομῆς τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Σέ λίγο θά ἐξασφαλίσωμε καί αὐτόν τόν Παράδεισο. Θά ζοῦμε ὅλοι σέ ἕνα ἐπίγειο παράδεισο.
Καί ἐάν, ὅμως, ὑποτεθεῖ, ὅτι ὅλα ἦταν τόσο ὡραῖα καί ρόδινα καί ἐάν ἀκόμα εἶχαν κατανικηθεῖ ὅλες οἱ ἀσθένειες καί εἶχε λυθεῖ τό πρόβλημα τῆς φτώχειας καί εἶχαν κατατροπωθεῖ ἡ ἄγνοια καί ὅλα τά κακά, θά παρέμενε ἀκόμα στήν ἀνθρωπότητα ὡς ἀνοιχτή πληγή, πού χρειάζεται φάρμακα καί θεραπεία, ἡ ἁμαρτία.
Καί ἐάν, ὅμως, ὑποτεθεῖ, ὅτι ὅλα ἦταν τόσο ὡραῖα καί ρόδινα καί ἐάν ἀκόμα εἶχαν κατανικηθεῖ ὅλες οἱ ἀσθένειες καί εἶχε λυθεῖ τό πρόβλημα τῆς φτώχειας καί εἶχαν κατατροπωθεῖ ἡ ἄγνοια καί ὅλα τά κακά, θά παρέμενε ἀκόμα στήν ἀνθρωπότητα ὡς ἀνοιχτή πληγή, πού χρειάζεται φάρμακα καί θεραπεία, ἡ ἁμαρτία.
Ἡ ἁμαρτία σέ ὅλες τίς ἐκφράσεις της εἶναι μιά κατάσταση, πού κανείς δέν διαμφισβητεῖ. Ἀναδεύει μέσα μας. Ἡ μόρφωση καί γενικώτερα ἡ ἐκπαίδευση εἶναι δυνατόν νά ἀλλάξει τήν μορφή της καί τήν ἔκφρασή της, ὄχι ὅμως καί τήν οὐσία της. Ὁ Χριστός μᾶς ἔσωσε ἀπό τήν ἁμαρτία. Ξερίζωσε ἀπό τή σάρκα μας καί τήν ψυχή μας τήν ἁμαρτία καί καθάρισε τήν ὕπαρξή μας ἀπό κάθε μολυσμό. Μέ τή σάρκωσή Του ἀνακαίνισε τήν «παλαιωθεῑσαν φύσιν» καί μᾶς ἀνέπλασε χαρίζοντάς μας τή νέα πνοή ζωῆς, τό Πανάγιον Πνεῦμα. Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος:
«Πάντες γάρ ἥμαρτον καί ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ δικαιούμενοι δωρεάν τῇ αὐτοῦ χάριτι διά τῆς ἀπολυτρώσεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Ρωμ. 3,24). Δηλαδή, «ὅλοι ἁμάρτησαν καί στεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ καί παίρνουν τήν δικαίωση δωρεάν μέ τήν χάριν του διά τῆς λυτρώσεως, πού ἔγινε διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Γράφων ὁ ἴδιος στούς χριστιανούς τῆς Κορίνθου τονίζει: «εἴ τις ἐν Χριστῷ, καινή κτίσις τά ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδού γέγονε καινά τά πάντα» (Β΄ Κορινθ. 5, 17).
Μέ τήν ἐνανθρώπιση «ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις» (Τιτ. 2,11), ἡ ὁποία μᾶς διδάσκει νά ἀρνηθοῦμε τήν ἀσέβεια καί τίς κοσμικές ἐπιθυμίες καί νά ζοῦμε στόν παρόντα κόσμο μέ ἐγκράτεια, δικαιοσύνη καί εὐσέβεια ἀναμένοντες τήν εὐλογημένη ἐλπίδα μας, πού εἶναι ὁ Σωτήρας μας Ἰησοῦς Χριστός.
Ἀλλως τε καί τό μήνυμα τοῦ Ἀγγέλου πρός τόν φοβισμένο Ἰωσήφ ἦταν: «αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν» (Ματθ. 1, 21).
Τήν ἀλήθεια αὐτή διετράνωσε πάλι ὁ Ἀγγελος πρός τούς ἀγραυλοῦντες ποιμένες τῆς Βηθλεέμ, οἱ ὁποῖοι στή θέα του ἐφοβήθησαν φόβον μέγαν. Τούς εἶπε: «Ἰδού γάρ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαράν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντί τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ, ὅς ἐστί Χριστός Κύριος, ἐν πόλει Δαβίδ» (Λουκ. 2, 11).
Διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ γνωρίσαμε τήν ἀλήθεια καί εἴδαμε τό φῶς τό ἀληθινό. Αὐτό τό φῶς διέλυσε τό σκότος, πού μᾶς ἐμπόδιζε νά ἰδοῦμε τό φῶς. Ὁ Χριστός μᾶς ἔδωσε τήν ἀληθινή χαρά καί μᾶς ἀπήλλαξε ἀπό τήν πίκρα τῆς ἁμαρτίας. Κατέλυσε τό διάφραγμα, πού μᾶς ἐμπόδιζε νά πλησιάσωμε τόν Θεό. Ἐξουδετέρωσε τήν πηγή καί μητέρα τῶν κακῶν, τήν ἁμαρτία, πού παραλύει τήν ψυχή καί φέρνει τή φθορά στό σῶμα.
Μέ χαρά ὁ ἱερός ὑμνογράφος πανηγυρίζει καί τόν Θεό δοξολογεῖ γιά τήν σωστική του ἐπέμβαση στήν ἱστορία, διά τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου: «Δεῦτε ἀγαλλιασώμεθα τῷ Κυρίῳ, τό παρόν μυστήριον ἐκδιηγούμενοι. Τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ διαλέλυται, ἡ φλογίνη ρομφαία τά νῶτα δίδωσι, καί τά Χερουβίμ παραχωρεῖ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς κἀγώ τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς μεταλαμβάνω, οὗ προεξεβλήθην διά τῆς παρακοῆς». (Στιχηρό Ἰδιόμελο τοῦ Ἑσπερινοῦ τῶν Χριστουγέννων).
Παράδεισος δέν εἶναι τά μεγάλα κατορθώματα καί ἐπιτεύματα τοῦ ἀνθρώπου. Εὐτυχία δέν εἶναι ἡ ἐπάρκεια τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Πρόοδος δέν εἶναι ἡ ἀντιμετώπιση μερικῶν σοβαρῶν ἀσθενειῶν. Παράδεισος εἶναι ὁ Σωτήρας μας Ἰησοῦς. Διά τοῦ μυστηρίου τῆς Γεννήσεως «κἀγώ τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς μεταλαμβάνω» τονίζει ὁ ὑμνογράφος. Χωρίς τόν Χριστό δέν ὑπάρχει εἰρήνη καί εὐδοκία. Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νἀ φθάσει νά γίνει ρομπότ, νά γίνει ὑπεράνθρωπος ἤ ὑπάνθρωπος, ἀλλά ἄνθρωπος δίχως τόν Χριστό δέν μπορεῖ νά γίνει ποτέ.
Ἡ σημερινή κοινωνία χρειάζεται ἀνθρώπους. Ὅσοι παρουσιάζονται ὡς ὑπεράνθρωποι εἶναι εἰκονική πραγματικότητα. Κρύπτονται πίσω ἀπό τήν ὑποκρισία καί τό ψέμα. Τώρα, πού μέ τήν κρίση ἔπεσε ἡ αὐλαία τῶν ἰσχυρῶν καί ἀηττήτων ψευδοϋπερανθρώπων, οἱ ὁποῖοι μέ τά χρηματιστήρια καί τίς διεθνεῖς Τράπεζες ὑπέσχοντο τήν εὐημερία στά ἔθνη. Τά πολιτικά συστήματα καταρρέουν καί νέα ἐμφανίζονται σχήματα, ὁ Χριστός, ὅμως, μένει εἰς τούς αἰῶνας. Ἡ Ἐκκλησία Του μένει ἀσάλευτη καί δεδοξασμένη εἰς αἰῶνας αἰώνων, ὡς ἡ μόνη ἐγγύηση γιά τήν λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά δεινά καί τήν σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἄς ἀναζητήσωμε καί ἄς οἱκοδομήσωμε τόν ἄνθρωπο μέ τις ἀρχές καί τά ἰδανικά, μέ τήν ἀνθρωπιά καί τήν εὐαισθησία, «τόν κατά Θεόν κτισθέντα», ὅπως τόν μορφοποίησε μέ τή δική του σάρκα ὁ δι’ἡμᾶς Σαρκωθείς Θεός.
«Λαός, σκότει καθεζόμενος, ἰδέτω τό φῶς λάμψαν τό ἀνέσπερον» διακηρύττει ἡ Ἐκκλησία. Ὁ λαός, πού κάθεται στό σκοτάδι, ἄς ἰδεῖ τό ἀνέσπερο φῶς, πού ἔλαμψε. «Ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ σήμερον ἡνώθησαν, τεχθέντος τοῦ Χριστοῦ. Σήμερον ὁ Θεός ἐπί γῆς παραγέγονε καί ἄνθρωπος εἰς οὐρανούς ἀναβέβηκε». Γιά τήν ἀπέραντη αὐτή ἀγάπη καί ἀνεκτίμητη δωρεά ἄς ἑνώσωμε τή φωνή μας μέ τις Ἀγγελικές δοξολογίες, ψάλλοντες καί λέγοντες:«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία.»
«Τῷ δέ Σωτῆρι Χριστῷ δόξα καί προσκύνησις εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν».
Μετά πατρικῶν ἑορτίων εὐχῶν.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
†Ο ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ