Ευαγγελικό ανάγνωσμα: Λουκ. ΙΘ΄1-10
Μεγάλη και εξαιρετική φυσιογνωμία είναι, αγαπητοί μου αδελφοί, ο αρχιτελώνης Ζακχαίος, της σημερινής ευαγγελικής περικοπής. Παρ’ όλο ότι είναι πάμπλουτος και φέρει και το βαθμό του αρχιτελώνη, εν τούτοις αισθάνεται ανικανοποίητος. Του λείπει Εκείνος που ειρηνεύει και γεμίζει τις ψυχές, ο Κύριος. Γι’ αυτό και όταν ακούει ότι ο Κύριος θα επισκεφθεί την Ιεριχώ και ότι θα περάσει από την πόλη, κάμνει το παν για να Τον γνωρίσει. Τρέχει και αναρριχάται πάνω σ’ ένα δέντρο και συγκεκριμένα σε μια συκομορέα. Θέλει ο άνθρωπος αυτός ν’ αντικρύσει και να δεί από κοντά τον Κύριο. Κι επειδή το ανάστημα του δεν τον βοηθά, γιατί είναι κοντός, καταφεύγει σ’ αυτή την παράδοξη λύση. Τρέχει μπροστά και ανεβαίνει σε μια συκομορέα για να δεί τον Κύριο που θα περάσει απ’ εκεί. Και δεν Τον βλέπει απλώς. Έχει την τιμή, και την χαρά, να Τον υποδεχθεί μέσα στο σπίτι του και με τον τρόπο αυτό να αλλάξει όλη την μετέπειτα ζωή του. Από τότε μέχρι σήμερα, πέρασαν δύο χιλιάδες χρόνια και ο Ζακχαίος εξακολουθεί να δείχνει σ’ όλους εμάς τον τρόπο, με τον οποίο μπορούμε να συναντήσουμε τον Κύριο, το δρόμο δηλαδή που μας οδηγεί κοντά Του. Ποιος όμως είναι ο δρόμος αυτός και πως εμείς θα μπορούσαμε να Τον ακολουθήσουμε, είναι τα δυο ερωτήματα με τα οποία θ’ ασχοληθούμε σήμερα.
Όσο και να μας φαίνεται παράδοξο, ο δρόμος που οδηγεί και σήμερα κοντά στο Χριστό, δεν είναι άλλος απ’ αυτό που ακολούθησε και ο Ζακχαίος. Πρόκειται για δρόμο δύσκολο και οδυνηρό. Γιατί απαιτεί να ξεχωρίσει ο άνθρωπος από το πλήθος των πολλών και να εκτεθεί στα βλέμματα όλων. Όπως κάμνει ο Ζακχαίος. Δεν είναι ένας τυχαίος άνθρωπος. Είναι αρχιτελώνης και πολύ πλούσιος. Όλοι τον ξέρουν και τον δείχνουν με το δάκτυλο, σαν άνθρωπο του συμφέροντος και του χρήματος, σαν όργανο των Ρωμαίων που θησαυρίζει καταπιέζοντας το λαό. Σαν αρχιτελώνης, είναι ανώτατος υπάλληλος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, έχει δηλαδή θέση υψηλή στην κοινωνία της Ιεριχώ. Και όμως κάμνει αυτή την κίνηση, που μας αφήνει όλους έκπληκτους. Ανεβαίνει ψηλά στο δέντρο για να μπορέσει να δεί τον Κύριο. Δεν υπολογίζει τίποτε από αυτά που πιθανό να αντιμετωπίσει. Δεν υπολογίζει τις ειρωνείες των ανθρώπων, ούτε τις διαμαρτυρίες των συγγενών του, ούτε τα σχόλια των φίλων του, ούτε τους χλευασμούς των εχθρών του, αλλ’ ούτε και τις συνέπειες λόγω του ότι είναι ανώτατος υπάλληλος. Τα ξεπερνά όλα και ανεβαίνει.
Αυτός είναι λοιπόν ο δρόμος. Δρόμος δύσκολος, δρόμος μετ’ εμποδίων. Πολλά απ’ αυτά τα εμπόδια τα ορθώνει μπροστά μας ο μισόκαλος διάβολος, που δεν θέλει να βρούμε την αληθινή ευτυχία, που χαρίζει σ’ όλους μας ο Κύριος. Μάλιστα, ο παμπόνηρος αυτός εχθρός μας, χρησιμοποιεί ακόμα και συγγενικά και πολύ αγαπητά μας πρόσωπα σαν εμπόδιο για μια βαθύτερη επικοινωνία με τον Χριστό. Εκμεταλλεύεται ακόμα και τη δική μας φυσική νωθρότητα και ραθυμία και αδυναμία μας ή και τις συνθήκες της ζωής μας. Κι έτσι ορθώνει πνευματικά οδοφράγματα που φαίνονται ανυπέρβλητα και φράσσουν τον δρόμο προς τον Ιησού.
Εξ’ ίσου δύσκολος είναι και ο δρόμος από το φόβο της ειρωνείας. Ο φόβος αυτός συχνά μας παραλύει, μας κάμνει να μαζεύουμε τα πτερά μας και να συρόμαστε στη λάσπη μαζί με τους πολλούς. Μας κατεβάζει κάτω από το δέντρο της επικοινωνίας με το Χριστό και μας κάμνει ένα με το ανώνυμο πλήθος. Δηλαδή με δύο λόγια μας στερεί τη θέα του Χριστού και ουσιαστικά μας αποξενώνει επικίνδυνα από το Χριστό. Το ενδιαφέρον, λοιπόν, που χρειάζεται να δείχνουμε για τη γνωριμία με το Χριστό, πρέπει να είναι ζωηρότερο και θερμότερο από εκείνο που δεν χάνουμε για την υγεία μας ή και για άλλα θέματα της καθημερινής μας ζωής. Γιατί δεν πρόκειται για κάποιο ζήτημα που σχετίζεται με το φθαρτό και προσωρινό κόσμο. Πρόκειται για θέμα, που αφορά τη θέση της αθάνατης ψυχής μας μέσα στην ατελεύτητη αιωνιότητα. Το ενδιαφέρον αυτό πρέπει να μοιάζει σαν τη δίψα που ένοιωθε ο Δαβίδ, όταν έψαλλε προς το Κύριο και έλεγε: ¨Μονάχα στο Θεό βρίσκει η ψυχή μου γαλήνη και μόνο από Εκείνο έρχεται η σωτηρία μου¨. ( Ψαλμ. ΞΒ΄,2 ).
Για να φτάσει όμως η γνωριμία αυτή στο τέλειο σημείο της και να ολοκληρωθεί, χρειάζεται και η διακοπή κάθε σχέσης με την αμαρτία. Πρέπει να ξεχάσουμε κάθε τι που μας θυμίζει κόσμο και αμαρτία. Είναι ανάγκη να πετάξουμε από πάνω μας οτιδήποτε μας βαραίνει, όπως ακριβώς έκαμε και ο Ζακχαίος. Δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί εδώ ότι ο Κύριος πέρασε τότε από την Ιεριχώ για το Ζακχαίο. Γιατί ο Θεός αγαπά τον καθένα μας ιδιαίτερα και παρουσιάζει μπροστά μας πολλές ευκαιρίες για να Τον γνωρίσουμε και να γίνουμε ευτυχείς. Χρειάζεται όμως και ανάλογη ανταπόκριση από μέρους μας. Χρειάζεται να γίνει κάτι ανάλογο με αυτό που έκαμε ο Ζακχαίος που ανέβη στη συκομορέα. Επομένως πρέπει να αφήσουμε τα γήινα και να στραφούμε στα επουράνια. Προς αυτά που ικανοποιούν πράγματι τη ψυχή. Τότε ο Κύριος θα μας ελκύσει κοντά Του και θα μας προσφέρει τα ανέκφραστα αγαθά, που χαρίζει η γνωριμία Του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι περισσότεροι από εμάς, έχουμε μέσα στα βάθη της ψυχής μας τον ίδιο άγιο πόθο, που είχε ο Ζακχαίος. Επιθυμούμε κι εμείς με τη σειρά μας να δούμε τον Ιησού και θέλουμε κι εμείς να Τον γνωρίσουμε βαθύτερα, να Τον πλησιάσουμε περισσότερο και να συνδεθούμε πιο πολύ μαζί Του. Όμως ο πόθος δεν φτάνει. Αν ο Ζακχαίος είχε μείνει μόνο με τον πόθο, δεν θα γνώριζε τον Κύριο, δεν θα απολάμβανε την παρουσία Του στο σπίτι, δεν θα μετέβαλλε τόσο ριζικά τη ζωή του και δεν θα γινόταν άγιος. Γιατί ο Ζακχαίος έγινε μαθητής και Απόστολος του Κυρίου μας και είναι άγιος, που τη μνήμη του η Εκκλησία μας γιορτάζει στις 20 Απριλίου εκάστου έτους.
Αδελφοί μου. Για να φθάσουμε κοντά στο Χριστό και να Τον γνωρίσουμε απαιτείται, τόλμη, θάρρος και ομολογία. Είναι απαραίτητο να τολμήσουμε και να προχωρήσουμε μπροστά από το πολύ πλήθος των ανθρώπων και ν’ ανεβούμε κι εμείς ψηλά. Ν’ ανεβούμε κι εμείς στη δική μας συκομορέα. Να αδιαφορήσουμε για τα τυχόν ειρωνικά σχόλια των γνωστών και φίλων και συγγενών μας και να βαδίσουμε αποφασιστικά το δρόμο του Χριστού. Να μη σκεπτόμαστε ποτέ τι θα πουν οι άλλοι για μας, αλλά να σκεπτόμαστε πως και με ποιο τρόπο θα μπορέσουμε να συνδεθούμε περισσότερο με τον Χριστό. Ας γίνουμε, λοιπόν, τολμηρότεροι και ας μην δειλιάζουμε και ας μη λιποψυχούμε και ας μη φοβούμαστε προκειμένου, να κρατήσουμε θερμή την επικοινωνία μας με το Χριστό. Και ας ομολογήσουμε με θάρρος και στους συγγενείς και στους φίλους μας και στους οποιουσδήποτε άλλους την επικοινωνία μας αυτή με το Χριστό. Αμήν.
† Ηγούμενος Χρυσορροϊατίσσης κ. Διονύσιος – Μητρόπολη Πάφου