Ὄψεις θρησκευτικῆς μισαλλοδοξίας
Ἱστορικά παραδείγματα (2ον)
Ἰωάννης Χούς (1363-1415)
Ὁ Ἰωάννης Χούς (1363–1415) ὑπῆρξε μία ἐξέχουσα Τσεχική προσωπικότητα, ἡ ὁποία συναριθμεῖται στίς πλέον ἀντιπροσωπευτικές περιπτώσεις γιά τό ποῦ μπορεῖ νά ὁδηγήσει ἡ τυφλή θρησκευτική μισαλλοδοξία.
Πρόκειται γιά ρωμαιοκαθολικό κληρικό, καθηγητή καί πρύτανη τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Πράγας, ἐξαιρετικό καί ἐνθουσιώδη ἱεροκήρυκα, ὀξυνούστατο ἄνθρωπο, μαχητικό ὑπερασπιστὴ τῶν ἰδεῶν του, ὁ ὁποῖος, ἐπιπλέον, συνέβαλε καίρια μέ τή χρήση τῆς τσεχικῆς γλώσσας στά γραπτά καί στά κηρύγματά του στό νά θεωρηθεῖ πατέρας τῆς τσεχικῆς γλώσσας στό χῶρο τῆς φιλολογικῆς ἐξέλιξής της.
Αἰτία τοῦ διωγμοῦ του ὑπῆρξε ἡ κριτική του στήν ἀπολυταρχία τοῦ παπικοῦ θεσμοῦ, ἀρνούμενος ὅτι ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἦταν ἀρχηγός τῆς Ἐκκλησίας καί κατ᾽ ἐπέκταση, ὁ ὑποτιθέμενος διάδοχός του, ὁ ἑκάστοτε πάπας. Ὑποστήριζε ὅτι ἐάν ὁ πάπας εἶναι φιλάργυρος τότε εἶναι τοποτηρητής, ὄχι τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά τοῦ Ἰούδα τοῦ Ἰσκαριώτη.
Τό ἴδιο δριμύτατη ὑπῆρξε ἡ κριτική του καί στά λυσίποινα, πού τά θεωροῦσε ὡς σιμωνία. Στά ἀνωτέρω πρέπει, ἐπιπλέον, νά προστεθοῦν ἡ αὐστηρή κριτική του γιά τήν ἠθική διαφθορά τοῦ ρωμαιοκαθολικοῦ κλήρου τῆς ἐποχῆς του, τό αἴτημά του γιά ἐπιστροφή στήν ἀρχαία πράξη τῆς Ἐκκλησίας γιά μετάληψη τῶν πιστῶν καί ἀπό τά δύο εὐχαριστιακά εἴδη, ὅπως καί ἡ υἱοθέτηση ὁρισμένων θέσεων τοῦ Ἰ. Οὐΐκλιφ.
Τό ἴδιο δριμύτατη ὑπῆρξε ἡ κριτική του καί στά λυσίποινα, πού τά θεωροῦσε ὡς σιμωνία. Στά ἀνωτέρω πρέπει, ἐπιπλέον, νά προστεθοῦν ἡ αὐστηρή κριτική του γιά τήν ἠθική διαφθορά τοῦ ρωμαιοκαθολικοῦ κλήρου τῆς ἐποχῆς του, τό αἴτημά του γιά ἐπιστροφή στήν ἀρχαία πράξη τῆς Ἐκκλησίας γιά μετάληψη τῶν πιστῶν καί ἀπό τά δύο εὐχαριστιακά εἴδη, ὅπως καί ἡ υἱοθέτηση ὁρισμένων θέσεων τοῦ Ἰ. Οὐΐκλιφ.
Ἡ εὐρύτατη ἀπήχηση τῶν ἰδεῶν του, κάτι στό ὁποῖο συνέβαλε καί ἡ χρήση τῆς τσεχικῆς γλώσσας καί ἡ ρητορική εὐγλωττία του, θορύβησε τόσο τήν τοπική ρωμαιοκαθολική ἡγεσία ὅσο καί τή Ρώμη.Ἔτσι, ἄρχισαν τά μέτρα ἐναντίον του, ὅπως ἡ ἀπομάκρυνσή του ἀπό τό Πανεπιστήμιο, ἡ ἀπαγόρευση ὁμιλιῶν, τό κάψιμο τῶν ἔργων του καί ἡ κλήση του, γιά νά παρουσιαστεῖ σέ ἐκπρόσωπο τῆς Ἱερᾶς Ἐξέτασης.
Ἡ ἄρνησή του νά ἐμφανιστεῖ ἐνώπιον τοῦ ἱεροεξεταστῆ (τοῦ μετέπειτα πάπα Μαρτίνου Ε΄) ὁδήγησε στόν ἀφορι- σμό του ἀπό τόν πάπα. Ὁ ἀφορισμός του μάλιστα ἀνακοινώθηκε δημόσια στίς 15–5–1411 σέ ὅλους τούς ναούς τῆς Πράγας καί ἀκολούθησε ἡ ἀπόφαση ἐξορίας του ἀπό τόν ρωμαιοκαθολικό ἀρχιεπίσκοπο τῆς πόλης.
Λόγῳ τῆς ὑψηλῆς ἐκτίμησης πρός τό πρόσωπό του, εὑρισκόμενος ἐκτός Πράγας, πείστηκε ἀπό τόν αὐτοκράτορα Σιγισμοῦνδο, νά παρουσιαστεῖ στή σύνοδο τῆς Κωνσταντίας, τή 16η «Οἰκουμενική» τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, γιά νά δώσει ἀπαντήσεις καί διευκρινήσεις γιά τίς θέσεις του καί τίς ἐναντίον κατηγορίες του.
Ἔχοντας πειστεῖ ἀπό τίς διαβεβαιώσεις τοῦ αὐτοκράτορα, ὅτι ἐγγυᾶται αὐτός τή σωματική του ἀκεραιότητα καί τήν προσωπική του ἐλευθερία παρουσιάστηκε ἐνώπιον τῆς σύνοδου. Ἀρνούμενοι νά ἀποδεχθοῦν τίς ἀπαντήσεις του και ἀδιαφορώντας γιά τίς αὐτοκρατορικές ἐγγυήσεις, πού ἀποδείχθηκαν ἄνευ ἀντικρίσματος μέ ἐντολή τῆς σύνοδου συνελήφθη καί φυλακίστηκε. Στή φυλακή βασανίστηκε ἐπί μῆνες καί τοῦ ἀσκήθηκε ἀφόρητη ψυχολογική πίεση γιά νά ἀνακαλέσει τίς θέσεις του. Στήν τελευταία δημόσια κλήση πρός ἀπολογία ἐνώπιον τῆς συνόδου, ἀφοῦ γιά μία ἀκόμη φόρα ἀρνήθηκε νά ἀνακαλέσει, σέ μία ἐξόχως ἀτιμωτική καί εὐτελιστική διαδικασία ἀποφασίστηκε, ὡς ἀμετανόητος αἱρετικός, νά καεῖ ζωντανός.
Τά τελευταῖα λόγια τῶν παπικῶν ἐπισκόπων, πού ἄκουσε ἦταν: «Τώρα παραδίνουμε τήν ψυχή σου στό διάβολο». Μέ μία ἐπιβλητική πομπή, ὅπως ἀναφέρουν οἱ ἱστορικές πηγές, ὁδηγήθηκε γιά νά καεῖ ζωντανός πρό τῶν πυλῶν τῆς Πράγας, ἀρνούμενος γιά τελευταία φορά νά ἀνακαλέσει. Ἐνῶ οἱ φλόγες τύλιγαν πιά τό σῶμα του τά τελευταῖα λόγια του, πού ἀκούστηκαν ἦταν νά ψάλει: «Ἰησοῦ,Υἱέ τοῦ Δαυίδ, ἐλέησέ με».
Ἡ σκληρή καί εἰδεχθής πράξη τιμωρίας του ἀλλά καί τό ἡρωϊκό του φρόνημα ἐνίσχυσαν τούς ὀπαδούς του νά συνεχίσουν τήν ἀντίσταση ἐναντίον τῆς Ρώμης, ἡ ὁποία τόν φοβόταν καί νεκρό. Ἔτσι, ὅταν ἀναλώθηκε τό σῶμα του ἀπό τή φωτιά, συγκέντρωσαν τήν τέφρα καί τήν ἔριξαν στόν Ρῆνο, γιά νά μή τήν συλλέξουν οἱ πολυάριθμοι ὀπαδοί καί φίλοι του.
Ὁ ἀπόηχος τοῦ ἀγώνα καί τοῦ φρικτοῦ τέλους του ἔμεινε ἰσχυρός. Ἑκατό καί πλέον χρόνια ἀργότερα, ὁ Λούθηρος θά δηλώνει: «Εἴμαστε ὅλοι Χουσίτες». Τό κάψιμο καί τοῦ Ἰωάννη Χούς καταγράφηκε στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ ὡς μία ἀκόμη ἀποτρόπαια πράξη φανατισμοῦ καί θρησκευτικῆς μισαλλοδοξίας.
Τίθεται ὅμως ἐδῶ ἕνα ἐπιπλέον ἐρώτημα. Πῶς μπορεῖ νά θεωρεῖται «Οἰκουμενική» μία σύνοδος, πού λαμβάνει ὡς ἀπόφαση τό νά καεῖ ζωντανός ἕνας ἄνθρωπος; Ἡ ἀπάντηση στό ἐρώτημα, πιστεύουμε, εἶναι εὔκολη.
Ορθόδοξος Τύπος, 5/04/2013