Η Παιδεία των ΤριώνΙεραρχών
Ομιλία τηςΕκπαιδευτικού Νίκα –Μάνου Αικατερίνης
Τιμούμε σήμερα τη μνήμη των Τριών Ιεραρχώνκαι οικουμενικών διδασκάλων, του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγουκαι του Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Η γιορτή αυτή ξεκίνησε ως γιορτή τηςεκκλησίας, όταν ο Ιωάννης Μαυρόπους, Επίσκοπος Ευχαϊτων της Μ. Ασίας, συνέταξεακολουθία τον 11ο αιώνα με σκοπό να τιμηθούν και οι τρεις μαζί μεγάλοι άνδρες,ως κήρυκες του μυστηρίου της Αγ. Τριάδος. Δεν ξεκίνησε ως γιορτή της παιδείας.
Πώς όμως μια γιορτή καθαρά εκκλησιαστικήκαθιερώθηκε στην Ελλάδα ως γιορτή ταυτόχρονα των γραμμάτων, της γνώσης, τηςπνευματικής καλλιέργειας;
Ποιο είναι αυτό το ιδιαίτερο στοιχείο πουνοηματοδοτεί τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία; Πώς πραγματώνεται μέσα στηνιστορία η συμπόρευση αυτή στα πρόσωπα των Τριών Μεγάλων Ιεραρχών;
Κατά τη διάρκεια των νεοτέρων Βυζαντινώνχρόνων και ιδιαίτερα της Τουρκοκρατίας, επικράτησε η γιορτή ως γιορτή τωνγραμμάτων, διότι οι τρεις αυτοί άνδρες, υπήρξαν από τη μια μεριά με τη ζωή τουςκαι τη δράση τους εκφραστές της γνήσιας Ευαγγελικής αλήθειας και ενσάρκωναν τηνπαράδοση όλων των Αγίων και από την άλλη υπήρξαν γνώστες, εντρυφητές καισυνεχιστές των ελληνικών γραμμάτων. Είχαν όπως συνήθιζε να λέει ο Μακρυγιάννηςκαι τα δύο πόδια γερά, είχαν δηλαδή πληρότητα παιδείας και πληρότητααγιοπνευματικής παραδόσεως. Ο Μακρυγιάννης, συνειδητοποιούσε το δυναμισμό αυτήςτης ενότητας, που σήμερα, αποξενωμένοι από τις ρίζες και τις πηγές μας, ηχεί σεμας τους Νεοέλληνες ως διάσταση και διάσπαση. Ζούσε την υπέρβαση της ελληνικήςαρχαιότητας και συγχρόνως την συνέχειά της μέσα στην ορθοδοξία των ΑγίωνΠατέρων, βλέποντας στην πορεία αυτή να εξασφαλίζεται η συνέχεια του Γένους μας,αφού όταν μιλάμε για ταυτότητα , για συνείδηση, όλα αυτά εξαρτώνται από τονόημα που λαμβάνει η παιδεία μας.
Το 1826, ο Άγγλος ευγενής ΔημήτριοςΦρειδερίκος Γκίλφορντ, βαπτισμένος Ορθόδοξος από το 1791, ιδρυτής της ΙονίουΑκαδημίας, του Α΄ Ελληνικού Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα , καθιέρωσε μαζί με τονκαθηγητή Κωνσταντίνο Τυπάλδο, τον μετέπειτα ιδρυτή της Θεολογικής Σχολής τηςΧάλκης , από κοινού, τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών, ως γιορτή της Ελληνικής καιΕπτανησιακής παιδείας.
Ο Γκίλφορντ, όπως χαρακτηριστικά λέει οΚαθηγητής της Οξφόρδης π. Κάλλιστος Γουέρ δεν τεμάχισε τον Ελληνισμό, δενανακήρυξε προστάτες των γραμμάτων κάποιους αρχαίους φιλοσόφους, που θα μπορούσενα το κάνει ως ξένος, αλλά θέλησε να γνωρίσει τον Ελληνισμό στην συνέχεια του,σ’ όλη την ιστορική του πορεία , τον Ελληνισμό του μέλλοντος, αυτόν πουδιασώθηκε χάρη στην ορθοδοξία , αφού οι μεγάλοι Πατέρες, ήταν αυτοί που προήγαντη γλώσσα, δημιούργησαν γραμματεία εφάμιλλη της Αρχαίας Ελληνικής και πέρασανστα συγγράμματά τους τα αγαθά της ελληνικής παιδείας αφού την αποκάθαραν απότην κατάπτωση της θρησκευτικής και ηθικής ζωής των αρχαίων Ελλήνων, όπωςφαίνεται αυτό σαφώς στο γνωστό Λόγο του Μ. Βασιλείου « Προς τους νέους».
Οι Άγιοι κινούνται προς τα εμπρός, δενλειτουργούν ισοπεδωτικά, προσλαμβάνουν από τον Ελληνισμό τη ζήτηση της αλήθειαςστην κοινωνία, στο δίκαιο, στην τέχνη, σ’ όλες τις μορφές της ζωής καιαφομοιώνουν το κάθε τι δημιουργικά, παρουσιάζοντας μέσα από αυτά το περιεχόμενοτης Θείας Αποκάλυψης.
Το 1842-43 το πανεπιστήμιο των Αθηνώνμιμούμενο το παράδειγμα του Γκίλφορντ, καθιέρωσε για το ελεύθερο πια Ελληνικόκράτος τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών ως γιορτή της παιδείας.
Η ζήτηση λοιπόν της αλήθειας της ελληνικήςφιλοσοφίας, έρχεται να απαντηθεί από το Χριστιανισμό και να λάβει ιστορικήσάρκα με τη θεανθρώπινη αποκάλυψη. Έτσι πραγματοποιείται η σύζευξη Ελληνισμούκαι Ορθοδοξίας, που λαμβάνει πια οικουμενικές διαστάσεις στην χωρίς σύνορααυτοκρατορία που προσέλαβε και οικειοποιήθηκε την αλήθεια χάρη στις μεγάλεςμορφές των Αγ. Πατέρων που ενσαρκώνουν και μεταδίδουν τη νέα πραγματικότητα.
Μέσα σ’ αυτήν τη ενότητα κινείται η παιδείαπου μας παρέδωσαν οι τρεις ιεράρχες.
Ποιά είναι λοιπόν τα στοιχεία που τη χαρακτηρίζουν; Η παιδεία, λέει ο Μ.Βασίλειος, πρέπει να εξυπηρετεί τον προορισμό του ανθρώπου. Η παιδεία πουμορφώνει τον όλον άνθρωπο, που διακρατεί την ιδιοπροσωπεία και τηνιδιαιτερότητά μας είναι αυτή που αντλεί το περιεχόμενό της, από την βεβαιότητατης παρουσίας του Θεανθρώπου στη γη και από τη δυνατότητα του ανθρώπου ναπροσλάβει μέσα από την ελευθερία του το Θεό και να γίνει δεκτικός της χάριτόςτου.
Ποιά είναι λοιπόν τα στοιχεία που τη χαρακτηρίζουν; Η παιδεία, λέει ο Μ.Βασίλειος, πρέπει να εξυπηρετεί τον προορισμό του ανθρώπου. Η παιδεία πουμορφώνει τον όλον άνθρωπο, που διακρατεί την ιδιοπροσωπεία και τηνιδιαιτερότητά μας είναι αυτή που αντλεί το περιεχόμενό της, από την βεβαιότητατης παρουσίας του Θεανθρώπου στη γη και από τη δυνατότητα του ανθρώπου ναπροσλάβει μέσα από την ελευθερία του το Θεό και να γίνει δεκτικός της χάριτόςτου.
Κινείται και αναπτύσσεται μέσα σ’ αυτήν τηδυαδική σχέση ζωής που εξισορροπεί τις φυσικές δυνάμεις του ανθρώπου και τοναναγάγει στο άκτιστο. Αυτό είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ταυτότητας τουελληνορθόδοξου Ρωμιού. Η παιδεία των Τριών Ιεραρχών δεν είναι λοιπόνανθρωπιστική αλλά συνιστά υπέρβαση του ανθρωπισμού. Το αρχέτυπο δεν είναισύμφωνα με τους μεγάλους δασκάλους ο καλός και ηθικός άνθρωπος που όσο τέλειοςκαι αν είναι δεν μπορεί από μόνος του να υπερβεί τα τραγικά αδιέξοδα της φύσεώςτου, αλλά ο κατά χάριν Θεάνθρωπος που μεταμορφώνεται συνεχώς από δόξα σε δόξαμιμούμενος «εν πάσι» τον κατά φύσιν Θεό που συγκαταβαίνει και γίνεται άνθρωπος«καθ`ημέραν» στη γη, για να μπορεί ο άνθρωπος να γίνει Θεός. Ένα ακόμηχαρακτηριστικό γνώρισμα της παιδείας τους είναι ότι καλλιεργεί τοαυτοσυναίσθημα , την ορθή γνώση του εαυτού μας. «Μικρός ειμί και μέγας», έγραφεο Ελύτης, «ταπεινός και υψηλός , θνητός και αθάνατος , επίγειος και ουράνιος».Οι λόγοι αυτοί που φαινομενικά δείχνουν αντίθεση , εναρμονίζονται και γίνεταισύνθεση μέσα στην παιδεία των Τριών Ιεραρχών, ως έκφραση και συνειδητοποίησηαπό τη μια μεριά της ασημαντότητας και μικρότητας που πρέπει να αισθάνεται οάνθρωπος λόγω της φθαρτότητας και θνητότητάς του και από την άλλη ως πεποίθησηότι μπορεί να γίνει μέγας, ταμείο αγιότητας. Αυτή είναι η αυτοσυνειδησία πουμας κληροδότησαν οι Τρεις Ιεράρχες.
Η παιδεία τους είναι ακόμη, ένα είδοςποιμαντικής αγωγής . Ο δάσκαλος είναι ποιμένας , κατευθύνει , οδηγεί, μεταδίδειζωή, όχι μόνο γνώσεις. Έτσι παραδίδει μια σκυτάλη στους μαθητές του. Η παιδείαμας δεν είναι “ξηρή πολυμάθεια”, αλλά κατά τον Βασίλειο, «ανατροφή μετ’ευλαβείας και μετάληψις αγιότητος».
Πέρασαν δεκαεφτά περίπου αιώνες στην Ιστορίατης ανθρωπότητας για να φτάσει η σύγχρονη Παιδαγωγική επιστήμη να προσεγγίσειτις βασικές βιωματικές αρχές πάνω στις οποίες θεμελίωσαν οι Τρεις Ιεράρχες ταπαιδαγωγικά τους αξιώματα.
Ο δάσκαλος, λέει ο Χρυσόστομος, πρέπει ναδιαθέτει απέραντο σεβασμό για την προσωπικότητα του παιδιού και όπως οιδάσκαλοι της κιθάρας, αφού πιάσουν τα δάχτυλα των μαθητών τους τα πλησιάζουν μεηρεμία στις χορδές και τα διδάσκουν να χτυπούν με προσοχή, το ίδιο ακριβώςπρέπει να κάνουν και οι παιδαγωγοί, σ’ όλες τις ηλικίες. Τα τελευταία διδάγματατης Παιδαγωγικής που αναφέρονται στην ποσότητα της ύλης και την αφομοίωσή τηςαπό τους μαθητές, δεν είναι ασφαλώς καθόλου καινούργια. Αυτό φαίνεται σαφέσταταστα κείμενα του Γρηγορίου, ο οποίος χρησιμοποιώντας εικόνες από την γεωργικήζωή, λέει πως δεν είναι ωφελιμότερη η ραγδαία βροχή από την ήρεμη, γιατί εκείνηπαρασύρει το έδαφος ενώ αυτή μπαίνει βαθιά και το κάνει γόνιμο. Η διδασκαλίαστην τάξη λέει ο Βασίλειος, πρέπει να γίνεται ευχάριστα γιατί μόνο τότε η γνώσηπαραμένει μόνιμη. Για αυτό και τα μαθητικά βιβλία θα πρέπει να είναι σαφή καιεπαγωγικά. Κατά τον Γρηγόριο το να επιχειρεί κανείς να εκπαιδεύει άλλους προτούο ίδιος εκπαιδευτεί ικανοποιητικά είναι τολμηρό και ανόητο. Ή να μη διδάσκεις ήνα διδάσκεις με το παράδειγμά σου τονίζει, διαφορετικά ότι κτίζεις με το δεξί,το γκρεμίζεις με το αριστερό. Το να φιλοσοφεί κανείς μόνο με τους λόγους, είναιχαρακτηριστικό του υποκριτή και όχι του δασκάλου.
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του αληθινούδασκάλου, είναι να δείχνει στους μαθητές του πατρική αγάπη και στοργή, που ναξεπερνά πολλές φορές κι αυτή των φυσικών τους γονιών.
Σε τελική ανάλυση η παιδεία των ΤριώνΙεραρχών είναι ένα έργο ανόρθωσης του όλου ανθρώπου ως προσώπου. Μέσα από τηναξία του προσώπου πηγάζει ο κοινοτισμός που αποτελεί αίτημα της σύγχρονηςεποχής μας. Ο Μ. Βασίλειος πριν δεκαεφτά αιώνες περιγράφει με χαρακτηριστικότρόπο τη σημερινή οδυνηρή πραγματικότητα και τα λόγια του αποκτούν προφητικήσημασία.«Γεγεννήμεθα καθάπερ η ψάμμος, διηρημένοι, ού συνημμένοι αλλήλοις».Έχουμε φτάσει δηλαδή εξαιτίας της ατομικότητας μας να είμαστε κλεισμένοι στονεαυτό μας, όπως η άμμος, φαίνεται από μακριά σαν κάτι ενιαίο, αλλά από κοντάείναι κόκκοι διηρημένοι. Λείπει η κατακόρυφη κίνηση κοινωνίας με το Θεό απόόπου αντλείται η οριζόντια, με τον κάθε άνθρωπο. Αυτή είναι η παιδεία μας, ηπαράδοση των Τριών Ιεραρχών. Από την Ενορία, που είναι η σύναξη γύρω από τηνΑγία Τράπεζα όπου πραγματώνεται το μυστήριο της ζωής και της ενώσεως των πιστώνμε τον Έναν και μεταξύ τους, στην ευρύτερη ενορία που είναι η οικογένεια, τοσχολείο, η κοινότητα. Αυτή η παράδοση θα συνεχιστεί ακόμη και κατά την περίοδοτης Τουρκοκρατίας και μόνο κατά τον 19ο αιώνα θα επιχειρηθεί το ξεθεμελίωμα τηςαπό τους απεσταλμένους δυτικούς που στάλθηκαν να αναμορφώσουν τα σχολεία μας.
Ο Γ. Τυπάλδος – Ιακωβάτος ομολογεί με πικρίαπως «μήτε εικόνες μήτε σταυρό αφήνουν στα σχολεία μας». Και ο Μακρυγιάννηςαγανακτεί με τις ύπουλες επεμβάσεις τους στα ιερά και όσια της φυλής μας και μεπολύ πόνο γράφει στα Απομνημονεύματά του: « Όλοι οι προκομμένοι άνδρες τωνπαλαιών Ελλήνων, οι γοναίγοι όλης της ανθρωπότης, ο Λυκούργος, ο Σωκράτης, οΑριστείδης, ο Θεμιστοκλής, … και οι επίλοιποι πατέρες, κόπιαζαν καιβασανίζονταν μέρα και νύχτα μ’ αρετή και λικρίνειαν να φωτίσουνε την ανθρωπότη,νάχη αρετή και φώτα , γενναιότητα και πατριωτισμό. Κάνουν και οι μαθητές τουςοι Ευρωπαίοι την ανταμοιβή τους εις τους απογόνους τους εμάς, γύμναση τηςκακίας και παραλυσίας… Τέτοια αρετή έχουν, τέτοια φώτα μας δίνουν. Το παιδίόταν γεννιέται δεν γεννιέται με γνώση. Οι προκομμένοι άνθρωποι το αναστήνουνκαι το προκόβουν».
Η παιδεία μας υπέστη μεγάλο πλήγμα που τοπλήρωσε ακριβά ολόκληρος ο νεοελληνικός πολιτισμός όπως εκτιμά σήμερα ηαμερόληπτη ιστορική επιστήμη.
Αναγνωρίζει, πως η παιδεία των Τριών Ιεραρχώνδεν είναι απόκοσμη ή φιλόκοσμη, αλλά μια προσπάθεια ορθής γνώσης, θέασης καιεκτίμησης του κόσμου. Κινείται στο παρόν μεταμορφώνοντας συνεχώς τον άνθρωποκαι προσβλέπει στα έσχατα, όχι σαν μια παθητική αναμονή ενός ιδεατού κόσμου,αλλά ως φυσική κατάληξη και « πλήρωση » της συνεχούς επί γης μεταμόρφωσής του.Δεν είναι σκοταδιστική, δεν κάνει διάκριση μεταξύ υλικών και πνευματικών,ανοίγεται σ’ όλους τους τομείς, όλος ο άνθρωπος και όλη η ζωή γίνεται δεκτή,εφόσον μπορεί να ενταχθεί στην καινή πραγματικότητα του Χριστού, στη νέαλυτρωτική πορεία . Είναι χαρακτηριστικό πως όταν ο Ιουλιανός ο Παραβάτηςστέρησε από τους χριστιανούς τη δυνατότητα να μαθαίνουν Ελληνικά, για να πάψειη συνέχεια της Ελληνικής παιδείας, ο Γρηγόριος Θεολόγος, έγραψε στην Ομηρικήδιάλεκτο ποιήματα για να διατηρηθεί η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας .
Ο Μ. Βασίλειος υπήρξε κάτοχος όλων τωνεπιστημών της εποχής του, όπως ομολογεί ο Έρασμος της Αναγέννησης , υπήρξεανώτερος του Αριστοτέλη.
Κουβαλούσε τον Ελληνισμό στη σάρκα του. Δεντον βρήκε και τον κατέστρεψε, όπως συνέβηκε στη δύση, όπου κατά τα σκοτεινάχρόνια του μεσαίωνα από τον 6ο –11ο αιώνα καταργήθηκαν στην Γαλλία και στηνΙσπανία τα γράμματα και μόλις στον 13ο – 14ο αιώνα γνώρισαν τον Αριστοτέλη καιτον Όμηρο.
Διαβάζοντας κάποτε ο μεγάλος εθνικός ρήτοραςΛιβάνιος επιστολή που του έστειλε ο Μ. Βασίλειος, ενώ βρισκόταν μεταξύ φίλωνκαι μαθητών του , φώναξε «νενικήμεθα», εντυπωσιασμένος από την αρτιότητα τηςεπιστολής . Ο ίδιος ο Λιβάνιος, εκφράζει σε άλλη περίπτωση τη λύπη του πουκέρδισε ο Χριστιανισμός τον Χρυσόστομο, γιατί διαφορετικά θα τον άφηνε διάδοχότου.
Κάτοχοι λοιπόν όλης της εγκόσμιας σοφίας οι τρεις δάσκαλοι που σήμερα τιμούμε,ανοίχτηκαν άφοβα σ’ όλους τους τομείς , μα αυτή η πολλαπλότητα και πολυμερότηταστην κατάρτισή τους, ιεραρχήθηκε και εντάχθηκε στον αγώνα για τον σκοπό τηςζωής. Δεν θεωρήθηκε ποτέ αυτοσκοπός ή αιτία καυχήσεως. Ήταν φυσικό λοιπόν ναπηγάσει μέσα από όλο τους το είναι ένα εξαιρετικό ήθος.
Ο Χρυσόστομος, λέει ο Παπαρηγόπουλος , ήταν αγαθότατος, πραότατος , ο πιοεπιεικής από τους ανθρώπους, όσες φορές όμως βρισκόταν μπροστά στην πωρωμένηκακία, την αγέρωχη αμαρτία, την οργανωμένη αδικία, την πονηρή υποκρισία, είχετη δύναμη να μη σιωπά, αλλά να ελέγχει. «Αν ο Θεός σου έδωσε βασιλικό σκήπτρο»,γράφει στην αυτοκράτειρα Ευδοξία, «σου το έδωσε για να απονέμει παντούδικαιοσύνη. Χώμα και στάχτη, χόρτος και σκόνη, σκιά και καπνός και όνειρο είναιο άνθρωπος ακόμα κι αν είναι ισχυρός άρχοντας». Ασυμβίβαστες προσωπικότητες οιΤρεις Ιεράρχες , δεν ταυτίστηκαν ποτέ με την αδικία για να επιβιώσουν και νακρατήσουν τη θέση τους. Γι’ αυτό πλήρωσαν το αγέρωχο φρόνημά τους με πικρίες,εξορίες, διωγμούς. «Μ’ άλλο τίποτα φοβέριξέ με» , είπε ο Βασίλειος στον ΈπαρχοΜόδεστο, όταν αρνούμενος να αποδεχθεί την πλάνη του αρειανισμού που άπλωνε ταδίχτυα της παντού, τον φοβέριξε με δήμευση περιουσίας , εξορία, θάνατο. «Αυτάδεν με φοβίζουν». Ο Έπαρχος απορεί. «Κανείς μέχρι τώρα δεν μίλησε με τέτοιοθάρρος μπροστά μου», λέει και ο Βασίλειος που υπήρξε πάντα ταπεινός , στηνιστορική αυτή στιγμή δεν διστάζει να πει. «Γιατί δεν συνάντησες ποτέ σουαληθινό Επίσκοπο. Αλλιώς θα σου μιλούσε με τον ίδιο τρόπο , αφού θα αγωνίζοντανγια τόσο υψηλά πράγματα».
Κάτοχοι λοιπόν όλης της εγκόσμιας σοφίας οι τρεις δάσκαλοι που σήμερα τιμούμε,ανοίχτηκαν άφοβα σ’ όλους τους τομείς , μα αυτή η πολλαπλότητα και πολυμερότηταστην κατάρτισή τους, ιεραρχήθηκε και εντάχθηκε στον αγώνα για τον σκοπό τηςζωής. Δεν θεωρήθηκε ποτέ αυτοσκοπός ή αιτία καυχήσεως. Ήταν φυσικό λοιπόν ναπηγάσει μέσα από όλο τους το είναι ένα εξαιρετικό ήθος.
Ο Χρυσόστομος, λέει ο Παπαρηγόπουλος , ήταν αγαθότατος, πραότατος , ο πιοεπιεικής από τους ανθρώπους, όσες φορές όμως βρισκόταν μπροστά στην πωρωμένηκακία, την αγέρωχη αμαρτία, την οργανωμένη αδικία, την πονηρή υποκρισία, είχετη δύναμη να μη σιωπά, αλλά να ελέγχει. «Αν ο Θεός σου έδωσε βασιλικό σκήπτρο»,γράφει στην αυτοκράτειρα Ευδοξία, «σου το έδωσε για να απονέμει παντούδικαιοσύνη. Χώμα και στάχτη, χόρτος και σκόνη, σκιά και καπνός και όνειρο είναιο άνθρωπος ακόμα κι αν είναι ισχυρός άρχοντας». Ασυμβίβαστες προσωπικότητες οιΤρεις Ιεράρχες , δεν ταυτίστηκαν ποτέ με την αδικία για να επιβιώσουν και νακρατήσουν τη θέση τους. Γι’ αυτό πλήρωσαν το αγέρωχο φρόνημά τους με πικρίες,εξορίες, διωγμούς. «Μ’ άλλο τίποτα φοβέριξέ με» , είπε ο Βασίλειος στον ΈπαρχοΜόδεστο, όταν αρνούμενος να αποδεχθεί την πλάνη του αρειανισμού που άπλωνε ταδίχτυα της παντού, τον φοβέριξε με δήμευση περιουσίας , εξορία, θάνατο. «Αυτάδεν με φοβίζουν». Ο Έπαρχος απορεί. «Κανείς μέχρι τώρα δεν μίλησε με τέτοιοθάρρος μπροστά μου», λέει και ο Βασίλειος που υπήρξε πάντα ταπεινός , στηνιστορική αυτή στιγμή δεν διστάζει να πει. «Γιατί δεν συνάντησες ποτέ σουαληθινό Επίσκοπο. Αλλιώς θα σου μιλούσε με τον ίδιο τρόπο , αφού θα αγωνίζοντανγια τόσο υψηλά πράγματα».
Οι Τρεις Ιεράρχες δεν υπήρξαν απλώς ποιμένες,δάσκαλοι ή καθοδηγητές.
Πολέμησαν το ψεύδος , όχι από μίσος στουςαιρετικούς, αλλά από αγάπη και πόθο γιατην αλήθεια . Υπήρξαν πρώτα και κύρια άνθρωποι που πόνεσαν βαθιά τον άνθρωπο.Έζησαν έντονα τα ανθρώπινα πράγματα, αλλά ταυτόχρονα βίωσαν έντονα τον Θεό, όχισαν μια αφηρημένη ιδέα, αλλά ως τη μόνη καθημερινή αλήθεια που έδινε νόημα καιπεριεχόμενο στη ζωή τους. Γι’ αυτό χαρακτηρίζονται Οικουμενικοί, δάσκαλοι όληςτης οικουμένης, που πρόσφεραν ελεύθερα και αβίαστα, χωρίς καμία επιβολή, μετρόπο θεοπρεπή, όχι μια ιδέα, αλλά ένα τρόπο ζωής σ’ Ανατολή και Δύση.
Τη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης, οιτρεις μεγάλοι δάσκαλοι που τιμούμε, μας δίνουν το μήνυμα, πως μπορούμε ναεπιβιώσουμε στην χωρίς σύνορα εποχή μας, όπως τυπικά ανάλογη υπήρξε η εποχή τωνΤριών Ιεραρχών, μιμούμενοι το ήθος, την αγωνιστικότητα τους, τον τρόπο της ζωήςτους, συνδεόμενοι με το νήμα που μας δένει μαζί τους. Η σύνδεσή μας με τηνπαράδοση των Τριών Ιεραρχών και άλλων μεγάλων μορφών του Γένους μας αποτελείίσως τη μόνη ελπίδα για την διατήρηση της ταυτότητας μας, αλλά και τηναναμόρφωση του δυτικού κόσμου, ο οποίος κουρασμένος από τα αδιέξοδα τουσύγχρονου πολιτισμού προσβλέπει με πόθο στην Ανατολή, αναζητώντας γνήσιες καιαυθεντικές εμπειρίες.
Βιβλιογραφία π . Γεώργιος Μεταλληνού : Ομιλία στους Τρεις Ιεράρχες.
π. Γεωργίου Μεταλληνού : Ελληνισμός μετέωρος.
Στυλλιανού Παπαδοπούλου : Η ζωή ενός μεγάλου.
Αγγελικής και Αλέξανδρου Καριώτογλου : Ζωντανό σχολείο.
Π. Θεοδώρου Ζήση : Φραγκέψαμε.
Μακρυγιάννη : Απομνημονεύματα.
Πηγή Ζωής