ΚυριακήΙΖ΄ Ματθαίου (Χαναναίας)
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Ω, γύναι, μεγάλη σου η πίστις! Γενηθήτω σοιως θέλεις»
α. Μία«ανατροπή» του τρίτου αιτήματος της Κυριακής προσευχής καταγράφει το σημερινόπεριστατικό της συνάντησης του Κυρίου με τη Χαναναία γυναίκα. Αντί να γίνεταιτο θέλημα του Θεού στη ζωή του ανθρώπου – ό,τι ακριβώς μας δίδαξε ο Κύριος ναζητάμε στην προσευχή μας: «γενηθήτω το θέλημά Σου» - γίνεται το θέλημα τουανθρώπου από τον Θεό: «γενηθήτω σοι ως θέλεις». Κι είναι το περιστατικό επίσηςπου καταγράφει τη μία από τις δύο περιπτώσεις, κατά τις οποίες ο Κύριοςεπαίνεσε την πίστη των ανθρώπων – και στις δύο με πρόσωπα εκτός του Ισραήλ καιμε πρόβλημα που δεν ήταν άμεσα δικό τους (τον Ρωμαίο εκατόνταρχο πουπαρακαλούσε για τον δούλο του, τη Χαναναία σήμερα που παρακαλούσε για τηδαιμονισμένη κόρη της) – και πραγματοποίησε αυτό που ζητούσαν: «Μεγάλη σου ηπίστις! Γενηθήτω σοι ως θέλεις». Πώς εξηγείται τούτο;
β. 1.Καταρχάς, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι στην προκειμένη περίπτωση ο Κύριος δενεπικαλείται τον Θεό Πατέρα Του για την εκπλήρωση του αιτήματος του ανθρώπουούτε παραπέμπει κάπου αλλού. Ο Ίδιος με το αρχικό Του θέλημα ως Θεός που είναι,επιτάσσει το γεγονός. Κι είναι σαν να βρισκόμαστε στην αρχή της Δημιουργίας τουκόσμου, όταν ως άσαρκος Υιός και Λόγος του Θεού, από κοινού βεβαίως με τα άλλαπρόσωπα της Αγίας Τριάδος, έδινε την παρόμοια εντολή: «γενηθήτω…». Καιόπως τότε το αποτέλεσμα του λόγου Του ήταν η δημιουργία: «και εγένετο…»,έτσι κι εδώ ο λόγος Του, το «γενηθήτω σοι», φέρνει αμέσως την ίαση τηςκόρης της γυναίκας: «Και ιάθη η θυγάτηρ αυτής από της ώρας εκείνης».
2. Ηικανοποίηση του θελήματος της γυναίκας από τον Κύριο – η «ανατροπή» του «γενηθήτωτο θέλημά Σου» - φαίνεται ως «ήττα» του Κυρίου. Η γυναίκα νίκησε τον Κύριο καιπήρε το έλεός Του γι’ αυτήν και την κόρη της. Πρόκειται για τις «ήττες» τουΘεού εκ μέρους του ανθρώπου, οι οποίες αποτελούν τη χαρά Του και την επιδίωξήΤου. Δεν υπάρχει ίσως μεγαλύτερη ευφροσύνη για τον Κύριο να βλέπει ταδημιουργήματά Του να «παλεύουν» μ’ Αυτόν και να φθάνουν στο σημείονα Τον κάμπτουν. Κι αιτία γι’ αυτό βεβαίως είναι, όπως όλοι καταλαβαίνουμε, ηαγάπη του Κυρίου απέναντί μας. Με την πρώτη αντίστασή Του στα αιτήματά μαςπροκαλεί τη φανέρωση του αληθινού περιεχομένου της καρδιάς μας, αν δηλαδή αυτόπου ζητάμε είναι όντως αυτό που μας διακατέχει, αν συνιστά πράγματι τον πόνο μας.Κι όταν βλέπει την επιμονή μας, όταν βλέπει ότι μπροστά σ’ αυτό που ζητάμεκάνουμε πέρα οτιδήποτε «κουρελιάζει» τον εγωισμό μας, όταν βλέπει ότι έχουμεεξαρτήσει όλη την ύπαρξή μας από Εκείνον, τότε ναι, υπακούει σε εμάς καιτροποποιεί το θέλημά Του.
Έτσιδεν έγινε και με την περίπτωση του Ιακώβ – κάτι που ήδη έχει επισημανθεί απότους ερμηνευτές της Εκκλησίας μας - όταν έφυγε από το σπίτι του,φοβούμενος την οργή του αδελφού του Ησαύ, λόγω της κλοπής των πρωτοτοκίων; Στηνπορεία του προς τον θείο του, καθώς ξάπλωσε κάπου να κοιμηθεί, δεν μας λέει ηΠαλαιά Διαθήκη ότι όλη τη νύκτα «πάλεψε» με τον άγγελο του Κυρίου, τον ίδιο τονΘεό, και στο τέλος Τον «νίκησε»; Και η «ήττα» του Κυρίου Τον έκανε να δώσειστον Ιακώβ το όνομα του «Ισραήλ», του ισχυρού, αυτού που νίκησε και τον Θεό.Αλλά επίσης, για να θυμηθούμε και αυτό από πολλές άλλες ακόμη περιπτώσεις, τοίδιο δεν έγινε και όταν απεστάλη ο προφήτης Ιωνάς να κηρύξει μετάνοια στουςειδωλολάτρες Νινευίτες; Είχε αποφασίσει την εξολόθρευσή τους λόγω των αμαρτιώντους. Κι όμως, με τη μετάνοια που επέδειξαν μετά το κήρυγμα του προφήτη, οΚύριος κάμφθηκε, άλλαξε την απόφασή Του, «νικήθηκε».
Στηνπροκείμενη περίπτωση με τη Χαναναία τα πράγματα παρουσιάζονται πολύ καθαρά: οΚύριος «υποκρίνεται», παίζει το ρόλο ενός εθνικιστή Ιουδαίου, και παρουσιάζεταισκληρός, χωρίς να δίνει καμία σημασία στη γυναίκα. Κι όχι μόνο δεν της δίνεισημασία, αλλά στη συνέχεια και την προσβάλλει, χαρακτηρίζοντάς την «κυνάριον»,σκυλί του σπιτιού. Με διπλό σκοπό: αφενός, όπως φαίνεται έπειτα, ναδιδάξει τους μαθητές Του, οι οποίοι και αυτοί ήταν εθνικιστές, δηλαδή μεαπολυτοποίηση του δικού τους έθνους και περιφρόνηση των άλλων εθνών, αφετέρουνα οδηγήσει τη Χαναναία, μέσω της συνεχούς αρνήσεώς Του, στο σημείονα αποκαλυφθεί η μεγάλη της πίστη. Και ο Κύριος, ο Οποίος ως καρδιογνώστηςέβλεπε το διαρκές ανέβασμα της πίστεως της γυναίκας, την επιμονή της, τηνταπείνωσή της, ξεσπάει σε εγκωμιασμό προς αυτήν: «Γυναίκα, είναι μεγάλη η πίστησου!»
3.Ποια στοιχεία συνθέτουν τη μεγάλη πίστη της γυναίκας; Τι μας αποκαλύπτει το όλοπεριστατικό; (1) Η γυναίκα «εξήλθε από των ορίων αυτής». Η Χαναναία, μίαειδωλολάτρισα δηλαδή αλλά καλοπροαίρετη, μόλις ακούει ότι ο Κύριος προσεγγίζειτα όρια της περιοχής της, εξέρχεται από αυτά για να Τον συναντήσει. Κάνει αυτόπου έκανε και ο Ίδιος ο Κύριος, ο Οποίος και Αυτός «εξήλθε εις τα μέρη Τύρουκαι Σιδώνος». Με άλλα λόγια η συνάντηση του Θεού και του ανθρώπου προϋποθέτειτην έξοδο και των δύο: ο Θεός εξέρχεται, «κενώνει Εαυτόν» – ο Κύριος βγαίνειέξω από τα όρια που επιτρεπόταν για έναν Ιουδαίο, όπως βγήκε και από τα όριαπου «επιτρεπόταν» για τον Θεό, δηλαδή να έλθει στον κόσμο – η γυναίκα βγαίνεινα συναντήσει έναν Ιουδαίο, μολονότι ειδωλολάτρισσα. Σαν την περίπτωση με τονΖακχαίο: και ο Ζακχαίος έκανε κάτι που δεν επιτρεπόταν για τη θέση του, δηλαδήνα ανέβει σε ένα δένδρο. Κι η πίστη της αυτή να πλησιάσει τον Χριστόσυμπληρώνεται με την κραυγή της να την ελεήσει ο Κύριος: «Ελέησόν με Κύριε, υιέΔαυίδ». (2) Η Χαναναία επιμένει. Η πίστη της είναι αποφασιστική: την καίει τοπρόβλημα του παιδιού της. Όχι μόνο δεν κάμπτεται από την περιφρόνηση του Κυρίουκαι τα προσβλητικά Του λόγια, αλλά αντιθέτως γίνεται περισσότερο «επιθετική»:ενώ ακολουθούσε τον Κύριο και κραύγαζε, στη συνέχεια έρχεται μπροστά Του και μεβαθύ σεβασμό, προσκυνώντας Τον, επιμένει στο αίτημά της. Η πίστη της λοιπόνμεγαλώνει με την επιμονή της. (3) Ο Κύριος, είπαμε, την περιφρονεί στην αρχή –ήλθα μόνον για τα «απολωλότα οίκου Ισραήλ» - και έπειτα την προσβάλλει – «δενείναι καλό να πάρω το ψωμί των παιδιών και να το ρίξω στα σκυλιά». Κι όμως ηΧαναναία όχι μόνον δεν προσβάλλεται, αλλά επιτείνει ακόμη περισσότερο τηνπροσβολή: όχι το ψωμί, αλλά τα ψίχουλα τουλάχιστον ας πάρω. Η πίστη της,κοσμημένη με την επιμονή της, γίνεται έκλαμπρη με την ταπείνωσή της. Κι αυτόήταν που ήθελε ο Κύριος. Για τον Κύριο, το σημείο που ο άνθρωπος έχει τη μεγάληπίστη, εκείνη που Τον κάνει να υπακούει ο Ίδιος στον άνθρωπο, είναι ακριβώς ημεγάλη του ταπείνωση. Διότι προφανώς συνιστά το έδαφος για να μπορεί να έλθειστον άνθρωπο η χάρη του Θεού και να λειτουργεί ο άνθρωπος σαν τον Θεό. «Ταπεινοίςο Θεός δίδωσι χάριν». (4) Κι ένα στοιχείο της μεγάλης αυτής πίστεως τηςγυναίκας, που μάλλον έκανε τον Κύριο να συγκινηθεί ιδιαίτερα, ήταν ότι βίωνε τοπρόβλημα του παιδιού της σαν προσωπικό της πρόβλημα. «Ισοπέδωσε» τον εαυτό της,έκανε τα πάντα, διότι πήρε πάνω της τον πόνο του παιδιού της. «Ελέησε εμένα,Κύριε» κραυγάζει. Όχι το παιδί μου, εμένα. Ό,τι έκανε ο ίδιος ο Θεός, ο Οποίοςπήρε επάνω Του τις δικές μας αμαρτίες και τις έκανε δικές Του, κατά τον ίδιοσχεδόν τρόπο και εδώ: η γυναίκα νιώθει υπεύθυνη για την κατάντια της κόρης της.Κι αυτό σημαίνει: τότε ο άνθρωπος δείχνει την πραγματική και μεγάλη του πίστηστον Θεό, όταν και επιμένει βεβαίως, και ταπεινώνεται, αλλά και αγαπά σωστά,προσλαμβάνοντας τους άλλους μέσα στον δικό του εαυτό. «Αγαπήσεις τον πλησίονσου ως σεαυτόν».
γ. ΗΧαναναία - Ιούστα στο όνομα, κατά κάποια εκκλησιαστικά κείμενα - έκρινε τηνπίστη του Ισραήλ με τη μεγάλη της πίστη, αλλά κρίνει και τη δική μαςτων Χριστιανών, ενόψει μάλιστα της εισόδου μας στο ευλογημένο Τριώδιο. Διότικαι εμείς πολλές φορές ενώπιον των προβλημάτων μας, ατομικών, οικογενειακών,κοινωνικών ακόμη, λιποψυχούμε, ολιγοπιστούμε, τα βάζουμε και με τον Θεό, πουδεν μας ακούει και δεν μας βλέπει. Ο φόβος και η ανασφάλεια συχνά μαςκαταβάλλουν. Κι αυτό δείχνει ακριβώς το έλλειμμα της πίστεώς μας. Ο Κύριος όμωςπεριμένει και από εμάς ό,τι περίμενε από τη Χαναναία: την ενεργοποίηση τηςμεγάλης πίστεως, να δει δηλαδή την ουσιαστική πίστη μας με την επιμονή μας, τηνταπείνωσή μας, την αγάπη μας. Τότε μας δίνει τη χάρη να γινόμαστε και εμείςπαντοδύναμοι: ό,τι ζητάμε να γίνεται. Συνήθως όμως εμείς θέλουμε τα μεγάλα: τηχάρη του Θεού και τις δωρεές Του, αλλά με τον λιγότερο κόπο. Αυτό όμως είναι ηυποκρισία και ο εγωισμός μας.