Στην Κοίμηση του Χριστόφορου, υιού τουπατρός Ευέλθοντος, που συνέβη στις 18-11-1995
Αποχαιρετισμός, επικήδειος.
Αποχαιρετισμός, επικήδειος.
Πολυαγαπημένεμου γυιέ Χριστόφορε,
Παλαίψαμεμε νύχια και με δόντια με το Θεό, και μας νίκησε. Κάναμε ό,τι ήταν ανθρωπίνωςδυνατό να σε κρατήσουμε κοντά μας. Όμως ή αγάπη του Θεού για σένα ήταν πιοδυνατή! Και σε πήρε κοντά του. «Ο Κύριος έδωκεν, ο Κύριος αφείλετο. Ως τω Κυρίω έδοξεν, ούτω και εγένετο.
Είη τοόνομα Κυρίου ευλογημένον εις τούς αιώνας» (Ιώβ α' 21), είναι εμπειρία φοβερή.Ένας νέος, όλο όνειρα, με μέλλον, που πάει στην Ελλάδα για σπουδές, στο τέταρτοέτος Ιατρικής, να φεύγει μέσα από τα χέρια μας με μαρτυρικούς πόνους από τη μίαστιγμή στην άλλη, είναι ασύλληπτο στην ανθρώπινη σκέψη.
Είμαστε,όμως, γυιέ μου, Χριστιανοί. Και πιστεύουμε πως «τα μεν ώδε πρόσκαιρα, τα δεεκείσε αιώνια». Και πιστεύουμε ακόμη πως ό,τι επιτρέψει ο Κύριος είναι για τοκαλό μας. Και γνωρίζουμε πόσο μας αγαπά ο Θεός. Και ποτέ δε θα αφήσει να μαςσυμβεί κάτι κακό. Επιτρέπει τις δοκιμασίες για να χαρίσει το στεφάνι.
Σαν τοχρυσάφι σε δοκίμασε στο καμίνι της ζωής Και του πόνου, γυιέ μου. Καιαποδείκτηκες άνθρωπος του Θεού σε μία εποχή απομάκρυνσης από το Θεό. Ως τηντελευταία σου στιγμή, στο κρεββάτι της δοκιμασίας και του πόνου, έμεινεςσυνεπής στις αρχές που ευσεβείς άνθρωποι του Θεού φύτεψαν στη ψυχή σου. Ποτέδεν πρόδωσες τις αρχές, που Πνευματικοί Πατέρες στην Ελλάδα, στο Άγιον Όρος Καιεδώ έβαλαν μέσα σου. Έζησες ενσυνείδητα τη μυστηριακή ζωή, παρά το νεαρό τηςηλικίας σου. Μόλις είκοσι δύο χρόνων, κι όμως «τελειωθείς εν ολίγω επλήρωσεςχρόνους μακρούς».
Μέσαστον αφόρητο πόνο ζήτησες επίμονα τον πνευματικό σου Πατέρα για εξομολόγηση καιθεία Κοινωνία. Πήρες στο χέρι το εισιτήριο για τη Βασιλεία του Θεού.
Μπροστάστο φέρετρό σου, δεν το κρύβουμε ότι πονάμε. Η μάνα που σε γέννησε, τα αδέλφιασου κι εγώ, σφαδάζουμε από οδύνη και πόνο στο χωρισμό. Μα στην ψυχή, έχουμεγαλήνη, άγγελέ μου, γιατί αποκτούμε εσένα πρεσβευτή δικό μας στους ουρανούς.Εκεί σε προπέμπουμε κι εκεί θα συναντηθούμε. «Ετοίμαζε μας ξενίαν». Εύχου ναέχουμε κι εμείς τα δικά σου τέλη, χριστιανά, έστω κι αν παραχώρησε ο Θεός, γιαεξαγνισμό της ψυχής σου, να μην είναι ανώδυνα.
Μαζί μαςσε προπέμπουν στον ουρανό ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπός μας, Άγιοι Αρχιερείς καιπλήθος αγαπητών σεβαστών Πατέρων, Ηγουμένων, Ιερομόναχων, Κληρικών, Μοναχών καιΛαϊκών από την Ελλάδα και εδώ, που τόσο συμπαραστάθηκαν στον πόνο μας και απότα βάθη της καρδιάς προσευχήθηκαν και προσεύχονται για σένα, παιδί μου. Προςόλους εκφράζουμε σαν οικογένεια ευγνώμονες ευχαριστίες. Η αγάπη σας μαςστηρίζει.
Μακαριώτατε,
Να μουεπιτρέψετε να θυμίσω κάτι στη γυναίκα μου, στα παιδιά μου και σε μένα.
Ανδρούλα, Χριστόφορε, Μαρία,Δημήτρη: «Πάντοτε χαίρετε, αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εν παντί ευχαριστείτε».Ναι, Χριστόφορέ μου, χαιρόμαστε. Μια χαρμολύπη μας συνεπαίρνει. Προσευχόμαστεγια την ψυχή σου. Ευχαριστούμε το Θεό για σένα.
Ανδρούλα, Χριστόφορε, Μαρία,Δημήτρη: «Πάντοτε χαίρετε, αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εν παντί ευχαριστείτε».Ναι, Χριστόφορέ μου, χαιρόμαστε. Μια χαρμολύπη μας συνεπαίρνει. Προσευχόμαστεγια την ψυχή σου. Ευχαριστούμε το Θεό για σένα.
Χριστόφορέ μου, άγγελέ μου, λεβέντη μου, αγάπη μου, στο καλό.
* * *
Αφιέρωση
Η φετινή χρονιά σφραγίστηκε, γιατην οικογένειά μας, με το θάνατο σου, λατρευτό μου παιδί, Χριστόφορε.
Η φετινή χρονιά σφραγίστηκε, γιατην οικογένειά μας, με το θάνατο σου, λατρευτό μου παιδί, Χριστόφορε.
Υπακούονταςστο κάλεσμα του Θεού και με εφόδια ακριβά και πολύτιμα την Εξομολόγηση και τηθεία Κοινωνία, αναχώρησες, γυιέ μου, για τους ουρανούς. Ημερομηνία αλησμόνητη:Δεκαοκτώ Νοεμβρίου 1995, μνήμη των αγίων μαρτύρων Πλάτωνος και Ρωμανού.
Αυτή ηαναχώρηση μας στοίχισε πάρα πολύ. Δακρύσαμε, κλάψαμε, πονέσαμε όλοι στο σπίτι.Η αγάπη, όμως, του Θεού, που εκδηλώθηκε πλούσια σε μας με την αγάπη των ανθρώπων,μας στήριξε πάρα πολύ. Κι έτσι η θλίψη μετατράπηκε σε χαρμολύπη· και στο βάθοςτου πικρού ποτηριού βρήκαμε και την παρηγοριά. Βρήκαμε ακόμη και τη δύναμη ναψιθυρίσουμε με Ιώβεια υπομονή «ο Κύριος έδωκεν, ο Κύριος αφείλετο. Ως τω Κυρίωέδοξεν, ούτω και εγένετο. Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον εις τους αιώνας». Μεαυτές τις σκέψεις σε προπέμψαμε στους ουρανούς και επαναβρίσκουμε ο καθένας τονεαυτό του και τη θέση του.
Όπωςγνωρίζεις, Χριστόφορέ μου, σαν κληρικός ανήκω στον ιερό χώρο της Εκκλησίας.Εκεί όπου δόθηκα όταν ήμουν περίπου στη δική σου ηλικία.
Είμαιλειτουργός του Θεού του Υψίστου. Η φυσική μου θέση, χάριτι Θεού, είναι προ τουιερού θυσιαστηρίου.
Ίσταμαιενώπιον της αγίας Τραπέζης για να προσφέρω την αναίμακτη θυσία. Προσεύχομαι εκβάθους καρδίας «υπέρ των ημετέρων αμαρτημάτων Και των του λαού αγνοημάτων...».Ο λειτουργικός χρόνος προχωρεί... «Υπέρ αφέσεως αμαρτιών, μακάριας μνήμης καιαιωνίου αναπαύσεως του κεκοιμημένου δούλου του Θεού Χριστοφόρου...». Βρίσκομαιεκτός τόπου και χρόνου...
Μπροστάμου η μορφή σου, πολυαγαπημένε μου Χριστόφορε. Με παίρνει το παράπονο. Ταδάκρυα κυλούν ανεξέλεγκτα. Λυγμοί συγκλονίζουν το είναι μου. Πηγαίος ο πόνος.Πάω να ψιθυρίσω το παράπονό μου. Όμως... Απέναντι μου ο Εσταυρωμένος.
Συγκρίνεταιο δικός μου πόνος με το δικό του πόνο; Συγκρίνεται η δική μου θλίψη με τη δικήτου θλίψη; Αυτός κι αν πόνεσε και πονά για μας! Ποιος ανθρώπινος σταυρός μπορείνα έχει τις διαστάσεις και το βάρος του δικού του Σταύρου;
Οιαγαθοί λογισμοί με ημερεύουν. Όμως ο πονηρός εργάζεται. Και με πειράζει με τοδικό του τρόπο: «Ναι, υπέφερε αυτός, αλλά αυτός είναι Θεός! Ενώ εσύ είσαι έναςμικρός, αδύναμος άνθρωπος. Πώς θα σηκώσεις τον πόνο του αναπάντεχου θανάτου τουπρωτότοκου;...».
Τότεεπεμβαίνει και πάλι ο Θεός «Για φέρε γύρω τη ματιά. Στους τοίχους παντού οιάγιοι Μάρτυρες. Και αυτοί άνθρωποι «περικείμενοι ασθένειαν» και υπέφεραν τόσακαι τόσα...
«Ελιθάσθησαν,επρίσθησαν, εν φόνω μαχαίρας απέθανον...». Και ιδού τώρα χαίροντες... Χαίροντεςεν τη ελπίδι....
Λυπάμαιγια την μόλις επιδειχθείσαν ολιγοπιστία μου. Ντρέπομαι... Σκύβω το κεφάλι...
Στην αγία Τράπεζα, μπροστά μου,το Ευαγγέλιο. Στο κέντρο του η εικόνα της Αναστάσεως. Προσηλώνω εκεί το βλέμμα.Αναπτερώνω την ελπίδα Και την πίστη.
Στην αγία Τράπεζα, μπροστά μου,το Ευαγγέλιο. Στο κέντρο του η εικόνα της Αναστάσεως. Προσηλώνω εκεί το βλέμμα.Αναπτερώνω την ελπίδα Και την πίστη.
«Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών...».
Τώρα τα δάκρυα δεν είναι πόνου και απελπισίας. Είναι δάκρυαμετάνοιας και προσευχής. Δόξα σοι ο Θεός!
Με τηδιάπυρη ευχή «καλήν ανάσταση» γυιέ μου, χρυσέ μου και λεβέντη μου, άγγελέ μουκαι αγάπη μου, σου αφιερώνω το φετινό τόμο του ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΛΙΜΝΗΝ, έστω κι ανείναι τόσο φτωχός, σε σύγκριση με το δικό σου μεγαλείο.
Με τιςευχές και την αγάπη μου ο πατέρας σου π. Ευέλθων