Διάλογοςπολιτισμών
του Πατριάρχη Μόσχας καιπάσης Ρωσίας κ. Κυρίλλου από το βιβλίο του «Ελευθερία και ευθύνη. Τα δικαιώματατου ανθρώπου και η αξιοπρέπεια του προσώπου»
***
Κατ' αρχήν θα ήθελα ναευχαριστήσω τους διοργανωτές, οι όποιοι συγκέντρωσαν στο Παρίσι εκπροσώπουςδιαφόρων θρησκευτικών κοινοτήτων, πολιτικών και κοινωνικών θεσμών, για νασυζητηθεί ένα τόσο ενδιαφέρον θέμα, όπως είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα. Εκτιμώιδιαίτερα την ευκαιρία πού παρουσιάζεται να μιλήσω σήμερα στον χώρο μιαςσεβαστής διεθνούς οργάνωσης, η οποία αντιπροσωπεύει το σύστημα του Ο.Η.Ε. καιασχολείται με ζητήματα επιστήμης, εκπαίδευσης και πολιτισμού στον κόσμο.Δεδομένου του τομέα των αρμοδιοτήτων της UNESCO,θα ήθελα να εξετάσω το προτεινόμενο θέμα από την προοπτική του πολιτισμού. Ωςγνωστόν, ο πολιτισμός μπορεί να έχει στενή και ευρεία ερμηνεία. Με τη στενήέννοια του όρου ως πολιτισμός εννοείται μια συγκεκριμένη μορφή αυτοέκφρασης,πού βασίζεται στην αισθητική αρχή της ανθρώπινης φύσης. Με την ευρεία έννοια,πολιτισμός ονομάζεται το σύνολο των αξιακών ορόσημων πού κατευθύνουν τη ζωή τουατόμου και της κοινωνίας. Συνεπώς, ο πολιτισμός έχει ουσιαστική επιρροή στηνπολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή της κοινωνίας.
Είναι γνωστό ότι αυτή τηστιγμή στον κόσμο υπάρχουν πολλά σταθερά πολιτισμικά συστήματα, πού βασίζονταισε διαφορετικές θρησκείες και διαφορετική ιστορική εμπειρία. Σε αυτό τονπολύμορφο κόσμο, βεβαίως, προκύπτει το πρόβλημα της αλληλοκατανόησης μεταξύ τωνπολιτισμών, διότι οι διαφορές μεταξύ τους μπορούν να οδηγήσουν όχι μόνο στησυνεργασία, αλλά και στη σύγκρουση.
Ωστόσο, ο κίνδυνος τηςσύγκρουσης δεν προέρχεται μόνο από το πεδίο των σχέσεων των αυτοφυώνπολιτισμών, οι όποιοι έχουν τη δική τους γεωγραφική περιοχή. Στις συνθήκες τηςπαγκοσμιοποίησης αναπόφευκτα σχηματίζεται ένας πολιτισμός κοινός για όλους τουςλαούς του κόσμου. Οι διεθνείς οργανισμοί είναι οι φορείς των κανόνων αυτού τουπαγκόσμιου πολιτισμού. Ο προορισμός τους συνίσταται στο να χρησιμεύσουν ωςγέφυρα μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και όχι στο να επιδιώξουν να τουςυποτάξουν με τα πρότυπα τους. Αντιθέτως, τα τελευταία χρόνια όλο καιπερισσότερο καθίσταται εμφανής η ένταση μεταξύ αυτών, πού έχει καθιερωθεί ναονομάζονται οικουμενικές αξίες, και των αυτοφυών πολιτισμών.
Σήμερα, ως τέτοιεςοικουμενικές αξίες αναγνωρίζονται τα δικαιώματα του ανθρώπου. Από την αρχή ταανθρώπινα δικαιώματα σκόπιμα διαμορφώθηκαν ως κοσμική αξία, η οποία θα μπορούσενα είναι κατανοητή και αποδεκτή από όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από τηνιδεολογική τοποθέτηση. Με τη σειρά του, ο κοσμικός χαρακτήρας της έννοιας αυτήςδίνει βάση σε κάποιες δυνάμεις να υποστηρίξουν ότι η θρησκεία δεν μπορεί έχεικαμία επιρροή επάνω της, αλλά θα πρέπει η ίδια να υπακούσει στους κανόνες της. Μπορώ με βεβαιότητα να πω ότι πολλέςθρησκευτικές παραδόσεις του κόσμου σήμερα δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση το ότι ωςγλώσσα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πρέπει να παραμείνει η κοσμική γλώσσα.Τουλάχιστον η ορθόδοξη παράδοση δεν το θέτει υπό αμφισβήτηση. Όμως, στο σώματων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την εφαρμογή τους η θρησκευτική κοσμοθεωρία έχειτο πλήρες δικαίωμα να ασκεί επιρροή, όπως και οποιαδήποτε άλλη κοσμοθεωρία.Αναφερόμενος στο σώμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εννοώ το σύνολο τωνσυγκεκριμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών. Είναι γνωστό ότι ο κατάλογος αυτόςδιαμορφωνόταν σταδιακά, ξεκινώντας από τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα, καιβρίσκεται ακόμα σε διαδικασία διαμόρφωσης.
Το σώμα των δικαιωμάτων καιελευθεριών δεν θα πρέπει να έχει δογματικό χαρακτήρα. Άν επαναλάβουμε το λάθοςτων μαρξιστών και θεωρήσουμε δόγμα οποιαδήποτε από τις κοινωνικοπολιτικέςθεωρίες, χαρακτηρίζοντας ρεβιζιονιστές όλους τους διαφωνούντες με αυτήν, αυτόδεν θα φέρει αλληλοκατανόηση στην κοινωνία. Η θεωρία των ανθρωπίνων δικαιωμάτωνεμφανίστηκε στη Δυτική Ευρώπη σε συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες και μπορείκαι πρέπει να εξελιχθεί μαζί με τον μεταβαλλόμενο κόσμο. Επιπλέον, μεγάλησημασία έχει η εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για παράδειγμα, η ελευθερίανα έχεις πυροβόλο όπλο μπορεί να χρησιμεύσει για αυτοάμυνα, αλλά και για ναεισβάλλεις στο σχολείο και να πυροβολήσεις τους συμμαθητές σου. Με άλλα λόγια,ταανθρώπινα δικαιώματα προσφέρουν ευκαιρίες, αλλά η χρήση τους εξαρτάται από τηνκοσμοθεωριακή τοποθέτηση σχετικά με το τί είναι καλό και τί κακό.
Όταν υποστηρίζω ότι οιθρησκευτικές οργανώσεις μπορούν να επηρεάσουν το σώμα και την εφαρμογή τωνανθρωπίνων δικαιωμάτων, θα ήθελα να διευκρινίσω προς ποια κατεύθυνση επιδιώκουννα το κάνουν αυτό και με ποια μέσα. Πέρυσι, το θέμα των δικαιωμάτων τουανθρώπου άρχισε να συζητείται ενεργά στη ρωσική κοινωνία. Τώρα η Ρωσίαβρίσκεται αντιμέτωπη με πολλές προκλήσεις και τώρα επανεξετάζονται πολλά απόόσα προηγουμένως φαίνονταν προφανή. Τον Απρίλιο του περασμένου έτους στη Μόσχαέλαβε χώρα το 10ο φόρουμ της Παγκόσμιας Ρωσικής Λαϊκής Συνόδου, αφιερωμένο στοθέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ειρήσθω εν παρόδω ότι η Παγκόσμια Ρωσική ΛαϊκήΣύνοδος είναι ένας διεθνής οργανισμός πού έχει συμβουλευτικό καθεστώς στο ECOSOS. Στον χώρο της Συνόδουσυζητούνται επίκαιρα προβλήματα της κοινωνικής ανάπτυξης από την οπτική τηςιδιαίτερης ταυτότητας του ρωσικού πολιτισμού. Οι ετήσιες εκδηλώσειςσυγκεντρώνουν εκπροσώπους των παραδοσιακών θρησκειών, των άρχων και τηςκοινωνίας της Ρωσίας, καθώς και της ρωσικής διασποράς από όλο τον κόσμο.Επικεφαλής της Συνόδου είναι ο πατριάρχης Μόσχας και πάσης Ρωσίας κ.κ. ΑλέξιοςΒ'. Η συζήτηση, η οποία ξεκίνησε στη Σύνοδο, στη συνέχεια ξεχύθηκε στη ρωσικήκοινωνία και ακόμη δεν έχει χάσει τη ζωτικότητα της.
Ένα από τα σημεία εκκίνησηςτου συλλογισμού της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας για το θέμα των ανθρωπίνωνδικαιωμάτων είναι η ελευθερία του ατόμου. Ως εκ τούτου, όταν σήμερα κάποιοςλέει ότι η Ρωσική Εκκλησία, η οποία είχε την πρωτοβουλία της συζήτησης για ταανθρώπινα δικαιώματα, προσπαθεί να εξαλείψει τα ανθρώπινα δικαιώματα ή ναεφεύρει κάποια νέα ερμηνεία τους, αυτό δεν είναι αλήθεια. Η ελευθερία είναιαναφαίρετη, διότι είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης πού δημιουργήθηκε από τονΘεό. Εάν η Ρωσική Εκκλησία κήρυττε κάτι άλλο, θα ήταν αντίθετη προς τη Θείαδιδασκαλία. Όμως η Εκκλησίαμας, καθώς και οι κοινωνικές δυνάμεις πού τη στηρίζουν, υποστηρίζουν την ανάγκητου συνδυασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με την υποστήριξη των παραδοσιακώνηθικών αξιών στην κοινωνία. Άλλατίθεται το ερώτημα: ποιες είναι οι αξίες αυτές; Πώς εμφανίζονται στην κοινωνία;Είναι αντικείμενο σύμβασης ή αυτές οι αξίες έχουν κάποιο οικουμενικό χαρακτήρα; Η Παγκόσμια Ρωσική Λαϊκή Σύνοδοςαπάντησε στα ερωτήματα αυτά, δηλώνοντας στη Διακήρυξη της ότι υπάρχουν ηθικέςαξίες, οι όποιες υποστηρίζονται από την απόλυτη πλειοψηφία των θρησκευτικώνπαραδόσεων του κόσμου, όπως και από τα κοσμικά ρεύματα σκέψης. Για να θέσει τα συμπεράσματα της στηνκρίση άλλων λαών και θρησκευτικών παραδόσεων του κόσμου, η Ρωσική Εκκλησίαδιεξήγαγε πέρυσι μια σειρά διαβουλεύσεων. Τον Μάιο έγιναν συνομιλίες με τηΡωμαιοκαθολική Εκκλησία και ανακαλύψαμε ότι οι Εκκλησίες μας μοιράζονται τοίδιο όραμα για πολλά προβλήματα. Τον Ιούλιο στη Μόσχα έλαβε χώρα η Σύνοδοςκορυφής των θρησκευτικών ηγετών, στην οποία συμμετείχαν αντιπρόσωποι πολλώνπαραδοσιακών θρησκειών του κόσμου από 49 χώρες. Το Συμβούλιο της Ευρώπης έχειεπίσης εκφράσει ενδιαφέρον για τη συζήτηση πού ήγειρε ή Ρωσική Εκκλησία. Υπότην αιγίδα του πραγματοποιήθηκαν οι συνδιασκέψεις στο Νίζνι Νόβγκοροντ και τοΣτρασβούργο. Έχουμε βεβαιωθεί ότι η πλειοψηφία των θρησκευτικών παραδόσεων τουκόσμου και ορισμένα κοσμικά ρεύματα σκέψης συμπίπτουν στον προσδιορισμό τωνπεριγραμμάτων των ηθικών αξιών. Τίθα γίνει, αν υπάρχουν άνθρωποι πού διαφωνούν με την παραδοσιακή ηθική, η οποίαυποστηρίζεται από την πλειοψηφία των ανθρώπων του πλανήτη; Αφού η δημοκρατίαείναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στο να μην υφίστανται διακρίσεις στην κοινωνία οιάνθρωποι διαφορετικών απόψεων, πώς θα οργανωθεί η κοινωνία έτσι, ώστε ηπλειοψηφία να ζει σύμφωνα με τις αξίες της, αλλά η μειοψηφία να μην υφίσταταιδιακρίσεις; Αυτά τα ερωτήματαμας ωθούν στο να εξετάσουμε την οπτική του Πατριαρχείου Μόσχας για τονμηχανισμό της επίδρασης της θρησκείας στη διαμόρφωση των διεθνών και εθνικώνκανόνων και αξιών.
Δυστυχώς, η ανάπτυξη τουσύγχρονου διεθνούς δικαίου συχνά ακολουθεί την οδό της επιβολής των απόψεων τωνδιαφόρων μειονοτήτων στην πλειοψηφία των κατοίκων του πλανήτη. Και σε αυτόβλέπουμε μια επικίνδυνη τάση πού απειλεί τις αρχές της δημοκρατίας. Για να εξασφαλιστεί η ελευθερία καιταυτόχρονα να λαμβάνονται υπ' όψιν οι αξίες της πλειοψηφίας, κατά τη γνώμη μας,είναι απαραίτητο να καθοριστεί σε ποια σφαίρα της κοινωνικής ζωής -τη δημόσια ήτην ιδιωτική- πρέπει να είναι παρούσες οι αξίες της πλειοψηφίας και τηςμειοψηφίας. Στην ιδιωτική ζωήη ελευθερία της ηθικής επιλογής πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πληρέστερη. Οάνθρωπος εδώ μπορεί να κάνει την ηθική επιλογή σύμφωνα με την κρίση του, ακόμακαι αυτή, η οποία είναι αντίθετη προς την κοινωνική ηθική. Με άλλα λόγια, οάνθρωπος δεν πρέπει να υφίσταται διακρίσεις, αν, για παράδειγμα, απατά τησύζυγο του. Αυτό συμφωνεί με τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «συ τις ει ο κρίνωναλλότριον οικέτην; τω ιδίω Κυρίω στήκει ή πίπτει, σταθήσεται δε, δυνατός γαρεστίν ο Θεός στήσαι αυτόν» (Ρωμ. 14:4). Στην ιδιωτική ζωή μπορεί να υπάρχειπεριορισμός αυτής της ηθικής επιλογής, η οποία συνδέεται με την πρόκληση βλάβηςσε άλλο μέλος της κοινωνίας. Όμως,στη δημόσια ζωή οποιουδήποτε κράτους θα πρέπει να επιτρέπεται η εξάπλωση και ηυποστήριξη μόνο εκείνων των αξιών, τις όποιες υποστηρίζει η πλειοψηφία τουλαού. Το σύγχρονο δημοκρατικό κράτος αναγνωρίζει αυτή την πρακτική. Για παράδειγμα, σε μια σειράδημοκρατικών χωρών υπάρχει απαγόρευση για τη δημιουργία ναζιστικού κόμματος.Επιπλέον, οι περιορισμοί αυτοί δεν εισβάλλουν στη σφαίρα των προσωπικώνπεποιθήσεων. Ο ίδιος ο άνθρωπος μπορεί να διατηρεί ναζιστικές πεποιθήσεις, αλλάποτέ δεν θα μπορέσει να τις κηρύξει στην κοινωνία.
Η δυνατότητα περιορισμών στηνάσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είχε οριστεί ήδη στις πηγές του διεθνούςδικαίου στον τομέα αυτό. Έτσι, στην Οικουμενική διακήρυξη των δικαιωμάτων τουάνθρωπου του 1948 γίνεται λόγος γι' αυτό στο άρθρο 29, παράγραφος 2: «Στην άσκησητων δικαιωμάτων του και στην απόλαυση των ελευθεριών του κανείς δεν υπόκειταιπαρά μόνο στους περιορισμούς πού ορίζονται από τους νόμους, με αποκλειστικόσκοπό να εξασφαλίζεται η αναγνώριση και ο σεβασμός των δικαιωμάτων και τωνελευθεριών των άλλων, και να ικανοποιούνται οι δίκαιες απαιτήσεις της ηθικής,της δημόσιας τάξης και του γενικού καλού, σε μια δημοκρατική κοινωνία». Έτσι,στη Διακήρυξη υπάρχει η ιδέα ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορεί να είναιαπόλυτο μέτρο, αλλά θα πρέπει να συνάδουν με μια σειρά παραμέτρων.
Σε ένα κανονικό δημοκρατικόκράτος το εκάστοτε σύστημα αξιών εδραιώνεται ως αποτέλεσμα συζήτησης, στηνοποία χωρίς περιορισμούς πρέπει να συμμετέχουν οι διάφορες ιδεολογικές ομάδες.Παρουσιάζουν την άποψη τους και η πλειοψηφία ή συμφωνεί μαζί της ή την απορρίπτει.Σήμερα, βρισκόμαστε συχνά αντιμέτωποι με τη στρέβλωση της αρχής αυτής, ιδίως σεεπίπεδο διεθνών οργανισμών. Άνθρωποι,οι όποιοι έχουν τις προσωπικές τους απόψεις, χαρακτηριστικές μιας μειονότητας,αγωνίζονται μέσω διεθνών και εθνικών μηχανισμών να επιβάλλουν την κοσμοθεωρίατους στην πλειοψηφία. Όταν εκτυλίσσεται η επόμενη μάχη υπέρ των δικαιωμάτων τωνμειονοτήτων, σε πολλές περιπτώσεις δεν πρόκειται για μια πραγματική απειλή κατάτης ζωής και της ευτυχίας των ανθρώπων αυτών, αλλά για την επιθυμία ναεπιβάλουν στην πλειοψηφία τον δικό τους τρόπο σκέψης και ζωής.
Σε αυτό το πλαίσιο, θα ήθελανα σημειώσω ορισμένα προβλήματα πού είναι κοινά για πολλές κοσμικές χώρες, οπούη πλειοψηφία ανήκει στον χριστιανικό πολιτισμό. Υπό την πίεση των απόψεωνθρησκευτικών μειονοτήτων ή κοσμικών κύκλων, πού αντιπροσωπεύουν μειονότητα,παρατηρείται απομάκρυνση των χριστιανικών συμβόλων από τους δημόσιους χώρους.Σε κάποιους δεν αρέσει το χριστουγεννιάτικο δέντρο, οι φάτνες, οι πλάκες με τιςδέκα Εντολές, οι σταυροί στις σημαίες πολλών ευρωπαϊκών χωρών. Άλλοιυποστηρίζουν την απαγόρευση της διδασκαλίας θρησκευτικών μαθημάτων στα σχολεία,όχι επειδή κάποιος τους ανάγκασε να τα διδαχθούν -σχεδόν παντού αυτά ταμαθήματα διδάσκονται κατ' επιλογήν- αλλά επειδή κάποιοι δεν βρίσκουν ησυχίαλόγω του ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων εκουσίως συνδέονται με τις βάσεις τουθρησκευτικού πολιτισμού τους. Στοίδιο πνεύμα, μερικοί άνθρωποι αγανακτούν, όταν αντιπρόσωποι των αρχώνσυναντώνται με ηγέτες του χριστιανισμού ή γενικά με θρησκευτικούς παράγοντες.Το κράτος, το οποίο καλείται να προστατεύσει και να διαφυλάξει την πολιτιστικήκαι πνευματική κληρονομιά της χώρας, εύκολα την αρνείται υπέρ της γνώμης τωνμειονοτήτων, οι οποίες εδώ και καιρό πια δεν αισθάνονται καταπίεση, αλλάεπινοούν νέες αφορμές για αγώνα κατά πλασματικών διακρίσεων.
Μια παρόμοια κατάστασηδημιουργείται όσον άφορα ζητήματα πού άπτονται της ηθικής, όταν χωρίςπεριορισμούς γίνεται προπαγάνδα του ανήθικου τρόπου ζωής. Βεβαίως, οι άνθρωποιμη παραδοσιακού γενετήσιου προσανατολισμού δεν θα πρέπει να υποβάλλονται σεύβρεις και επιθέσεις. Άλλα δεν είναι δυνατό να επιβάλλεται η θετική στάση προςτις ομοφυλοφιλικές σχέσεις μέσω του σχολείου και των μέσων μαζικής ενημέρωσης,να επιτρέπεται η δυνατότητα υιοθεσίας και η δυνατότητα διδασκαλίας σε αυτούςτους ανθρώπους. Διότι η διδασκαλίακαι η υιοθεσία δεν είναι μόνο δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, αλλά δικαιώματα καιτων άλλων ανθρώπων, τους οποίους θέλουν να υιοθετήσουν ή τους οποίουςπροτίθενται να διδάξουν. Τελευταίως,οι ενώσεις πού υπερασπίζονται τα δικαιώματα των σεξουαλικών μειονοτήτωνγίνονται όλο και πιο επιθετικές στα συνθήματα τους. Για ποιο λόγο σήμερα τόσοδυναμικά επιβάλλονται στους κατοίκους της πλειονότητας των ευρωπαϊκών πόλεων οιγκέι παρελάσεις, οι όποιες έρχονται σε σύγκρουση με την ηθική της πλειοψηφίαςτων ανθρώπων; Ποιο είναι το επόμενο βήμα; Επόμενη στη σειρά στέκεται ήδη ηαπαίτηση να επιτρέψουμε την παιδοφιλία. Θα την αντιμετωπίσουμε στο εγγύς μέλλονκαι θα μας πουν ότι και αυτό επίσης είναι δικαίωμα του ανθρώπου. Στην Ολλανδίαήδη υπάρχει πολιτικό κόμμα πού υποστηρίζει την ελευθερία αυτή.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία σήμεραπροτείνει να επιστρέψουμε στην αντίληψη του ρόλου των ανθρωπίνων δικαιωμάτωνστη δημόσια ζωή, όπως τέθηκε το 1948. Οιηθικοί κανόνες μπορούν να είναι ένα πραγματικό χαλινάρι για την εφαρμογή τωνανθρωπίνων δικαιωμάτων στη δημόσια ζωή. Βεβαίως, τέτοιοι περιορισμοί πρέπεινα είναι σαφείς και κατανοητοί για την κοινωνία. Εν τω μεταξύ, βρισκόμαστεαντιμέτωποι μόνο με το γεγονός ότι κάποιους πάστορες, πού εκφράστηκαν κατά τηςπροπαγάνδας της ομοφυλοφιλίας, τους έβαλαν στη φυλακή. Για τη δημιουργίατέτοιων περιορισμών χρειάζεται διάλογος με τις θρησκευτικές οργανώσεις πούυποστηρίζουν τους κανόνες της παραδοσιακής ηθικής, τόσο σε εθνικό, όσο καιδιεθνές επίπεδο. Συχνά στις θρησκευτικές οργανώσεις αρνούνται ακόμα και αυτό τοδημοκρατικό δικαίωμα. Ενίοτε αυτό συμβαίνει υπό απολύτως εύλογα προσχήματα. Μίααπό τις μεθόδους είναι το να υποβιβαστεί το θέμα του διαλόγου μεταξύ τωνπολιτισμών σε συζήτηση για τις διαθρησκειακές σχέσεις. Αυτό άρχισε να βγαίνειστο προσκήνιο ιδιαίτερα μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001.
Προκύπτει ότι το κύριοπρόβλημα της διαπολιτισμικής έντασης είναι η αδυναμία των θρησκευτικώνπαραδόσεων για να ζήσουν στον κόσμο σε συνθήκες ειρήνης και καλής γειτονίας.Βρίσκονται πολλοί διαμεσολαβητές, συν τοις άλλοις μεταξύ ανθρώπων μακριά απότην πίστη, οι όποιοι είναι πρόθυμοι να προσφέρουν συνταγές για την κοινήσυμβίωση των διαφόρων θρησκειών μέσα στην κοινωνία. Όλες αυτές οι ιδέες κατάκανόνα καταλήγουν στο ότι είναι αναγκαίο να ελαχιστοποιηθεί η επιρροή τηςθρησκείας στη σφαίρα της κοινωνίας και να μην της δοθεί το δικαίωμα ψήφου στουςδημόσιους διάλογους υπό το πρόσχημα της πολυπολιτισμικότητας του σύγχρονουκόσμου. Παρόμοια συμπεράσματα στα μάτια των εκπροσώπων των θρησκευτικώνπαραδόσεων θεωρούνται ως ιδεολογικές μέθοδοι πού στοχεύουν στην αιτιολόγηση τηςάρνησης ισοτίμου διαλόγου στις θρησκευτικές παραδόσεις του κόσμου όσον άφορα τηδιαμόρφωση των διεθνών κανόνων δικαίου.
Οι σύγχρονοι διεθνείςοργανισμοί θα πρέπει να προχωρήσουν σε σοβαρά βήματα για το άνοιγμα όχι μόνοπρος την κοσμική κοινωνία των πολιτών, αλλά και προς τις θρησκευτικέςοργανώσεις. Στο πλαίσιο του Ο.Η.Ε. ένα τέτοιο βήμα θα ήταν η δημιουργία ενόςΔιαθρησκειακού Συμβουλίου ή Συνέλευσης, όπου θα συζητούνται από τουςεκπροσώπους των κύριων θρησκευτικών κοινοτήτων του κόσμου ζητήματακοινωνικοπολιτικά και ζητήματα αξιών. Αυτό είναι αναγκαίο, ώστε μέσω διεθνώνοργανισμών να μη λάβει χώρα επιβολή των απόψεων της μειοψηφίας στην πλειοψηφίατου πληθυσμού του πλανήτη, η οποία εμμένει στην παραδοσιακή, θρησκευτικάθεμελιωμένη ηθική. Σε αντίθετη περίπτωση θα συμβεί περαιτέρω αποξένωση τωνπαραδοσιακών θρησκευτικών κοινοτήτων από την κοσμική ερμηνεία των δικαιωμάτωντου ανθρώπου.
Όλα τα προαναφερθένταμαρτυρούν ότι ο διάλογος των πολιτισμών δεν είναι απλά γενικολογίες, δεν είναιαπλά ένα ωραίο σύνθημα. Είναι μια σύνθετη υπόθεση, πού δεν περιορίζεται στο ναδιδάξουμε στους θρησκεύοντες ανθρώπους τους κανόνες της κοινής συμβίωσης. Εάν οκόσμος αρνηθεί την πατερναλιστική προσέγγιση στον διαθρησκειακό διάλογο, τοδικαίωμα να κρίνει τις θρησκείες, και καθίσουμε όλοι σε ένα στρογγυλό τραπέζιεπί ίσοις όροις, θα προκύψει ο πραγματικός διάλογος, χωρίς τον όποιο δεν είναιδυνατό να οικοδομήσουμε ένα δίκαιο και ασφαλή κόσμο εντός των συνθηκών τηςπαγκοσμιοποίησης.