ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣΑΡΣΕΝΙΟΥ
1. Σαςπαρακαλώ να μας ειπήτε κάτι από την ζωήν σας Γέροντα. Πού γεννηθήκατε, πούμεγαλώσατε;
Γεννήθηκαστις 15 Αυγούστου του έτους 1914 στο χωριό Μισλεάνου της κοινότητος Περιέτσι,του νομού Ιαλομίτσα και ήμουν το έβδομο παιδί της οικογενείας μας. Στον μοναχισμόεισήλθα στις 13 Ιανουαρίου του 1947, στο Μοναστήρι Κόζια, του νομού Ρίμνικου.Εκάρην μοναχός στις 26 Σεπτεμβρίου στο Μοναστήρι του αγίου Ανθίμου τουΒουκουρεστίου. Ο π. Πετρώνιος, ηγούμενος της Σκήτης του αγίου Ιωάννου τουΠροδρόμου στο Άγιον Όρος, ήτο, ανάδοχος της κούρας μου. Αυτός μου έδωσε τοόνομα Αρσένιος. Κατόπιν εστάλην στο Μοναστήρι Συχαστρία με εντολή τουπατριάρχου Ιουστινιανού. Με εξέλεξαν ηγούμενο της Μονής καιΓέροντας-Πνευματικός μας ήτο οπ. Κλεόπας. Εκείνητην εποχή ήμασταν στη Συχαστρία περί τα 120 άτομα.
Χειροτονήθηκαδιάκονος στο χωριό Καλαμφιντέτσι και ιερεύς στο γυναικείο μοναστήρι του οσίουΑγάθωνος πλησίον της πόλεως Μποντοσάνι. Με εχειροτόνησε ο μητροπολίτης ΙασίουΣεβαστιανός. Ιερεύς έγινα ακριβώς μετά ένα χρόνο από την κουρά μου, δηλαδή στις26 Σεπτεμβρίου 1950, ημέρα της μνήμης του αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού, τουΑποστόλου της Αγάπης. Το γεγονός αυτό με ενεθάρρυνε πολύ και δεν το θεωρούσαχωρίς σημασία στην μοναχική και ιερατική μου πορεία. Χειροθετήθηκα Πνευματικόςγια το μοναχικό Σεμινάριο του Νεάμτς μεταξύ των ετών 1950-52. Τότε ήμουν,μοναδικός Πνευματικός σ’ όλη τη Ρουμανία. Εξελέγην και ενθρονίστηκα ηγούμενοςγια την μονή Σλάτινα, του νομού Σουτσεάβα, όπου η Ιερά Σύνοδος με είχε στείλειεκεί με 30 μοναχούς από την μονή Συχαστρία.
Εκείστην Σλάτινα με παρέλαβε η Αστυνομία Sigurimi. Μ’ επήραν απ’ την ακολουθία τουΌρθρου στις δύο τα μεσάνυκτα. Εγώ ο ίδιος εκείνη τη στιγμή έκανα την Ακολουθία.Ενθυμούμαι ήλθαν 89 αξιωματικοί με τρία φορτηγά και δύο ιδιωτικά αυτοκίνητα.Όταν τους είδα να έρχωνται, τους είπα: «Σείσθηκε το βουνό και βγήκε έναποντίκι. Ημπορούσατε να με πάρετε ένα τηλέφωνο να έλθω μόνος μου. Γιατί εκάματετόσο κόπο, τόσα έξοδα για ένα καλόγερο! Τι χρειαζόταν αυτό το θέατρο;»
Μεμετέφεραν στο ανακριτήριο της Σουτσεάβας, πρωτεύουσας της Μολδαβίας. Μεκατηγορούσαν ότι έγραφα διάφορα πράγματα και δεν ξέρω τι άλλο. Εν τω μεταξύείχαν αρπάξει όλα τα βιβλία και τετράδιά μου. «Κύριοι», τους είπα, εάν μεκατηγορείτε για κάτι, εγώ δεν παραδέχομαι τίποτε. Εσείς εύκολα ημπορείτε να μεκαταδικάσετε διαστρέφοντας τα πράγματα. Εγώ όμως δεν αναγνωρίζω κανένα έγγραφοπου να μην έχη την υπογραφή μου».
Ήσανπεπεισμένοι ότι εγώ έκανα προπαγάνδα, χωρίς ποτέ να εχω αναμιχθεί με το κόμμα.Δεν είχα άλλο ιδεώδες μέσα μου, παρά μόνο να αγωνίζομαι για την πίστι, ναπεθαίνω για την πίστι και να πολεμώ με τις δυνάμεις του σκότους, για να έχω τηνευτυχία κοντά στον Δεσπότη Χριστό μας.
Στοτέλος μου εκάλυψαν τα μάτια με μαύρο πανί και μ’ έβαλαν σ' ένα δωμάτιο ενόςτετραγωνικού μέτρου και ύψους 5 μέτρων. Μέσα ήτο μία καρέκλα και τίποτε άλλο.Φορούσα μόνο το ζωστικό μου και εξάπλωνα πάνω στο τσιμέντο καθιστός, διότι δενυπήρχε αρκετός χώρος να ξαπλώσω ευθεία το σώμα μου κάτω.
Την νύκτα άκουσα ένα ελαφρό κτύπο στον τοίχο. «Ποιος είναι:»ερώτησα. Ήτο ο π. Μάρκος. Είχε συλληφθεί κι αυτός. Ευρισκόταν στο διπλανόκελλί, των ιδίων διαστάσεων με το ιδικό μου.
Δενημπορείτε να αντιληφθήτε μέσα στον πόνο μου, τι χαρά ένιωσα να έχω δίπλα μουκάποιον άνθρωπο ιδικό μου! Αυτός ήτο μεγάλος ασκητής και εραστής του Θεού. Για τη μεγάλη καρτερία του τονθεωρούσαν φακίρη. Τόσο πολύ υπέμενε τους πόνους και τα βάσανα για τον Χριστό,ώστε δεν έβγαζε λέξι όταν του εξερίζωναν τα νύχια των χεριών και ποδιών του. Έλεγε στους άλλους συγκρατουμένους του μεγενναιοψυχία και χριστιανική καύχησι: «Τους έκανα σκόνη τουςαστυνομικούς».
Κατόπινμε μετέφεραν με το τυφλοπάνι στα μάτια στο Βουκουρέστι για την συνέχισι τηςανακρίσεως, η οποία εκεί διήρκεσε 90 ημέρες. Ήτο η πιο βασανιστική περίοδος. Σ'έδερναν και σ' εσκότωναν μόνο και μόνο να συμφωνήσης με τις κατηγορίες τους.Τους έλεγα: Δεν είμαι ένοχος γι’ αυτό το πράγμα, κύριοι. Δεν ξέρω τον τάδε.Κόψτε μου το κεφάλι. Στο τέλος ευρήκαν αφορμή να με ενοχοποιήσουν με την«Φλεγόμενη Βάτο». «Φλεγόμενη Βάτος» ήτο μία ομάδα πνευματικών προσωπικοτήτωντου Βουκουρεστίου και των περιχώρων, οι οποίοι κάθε εβδομάδα συγκεντρώνοντο στοΜοναστήρι του αγίου Ανθίμου και ησχολούντο με την συζήτησι και την μελέτηπατερικών βιβλίων. Ακόμη συνομιλούσαν πώς θα αντιμετωπίσουν ένα ουνίτη ιερέα, οοποίος με τα κηρύγματά του τραβούσε πολλούς νέους κοντά του και είχε σταλεί απότον Πάπα σαν υπεύθυνος της νοτιο-ανατολικής Ευρώπης. Με κατηγόρησαν λοιπόν ότιεκάναμε εκεί συγκεντρώσεις εναντίον του καθεστώτος της Χώρας.
Μετά απόπολλές διαδικασίες ελευθερώθηκα από τις φυλακές, αλλά δεν γινόμουν δεκτός σεκανένα μοναστήρι, διότι οι ηγούμενοι και οι πατέρες εφοβούντο μήπωςενοχοποιηθούν ως συνεργάτες μου και κλεισθούν φυλακή. Ο πατριάρχης Ιουστινιανόςμου έδωσε την ιδέα να πάω στο Κλουζ, εφημέριος σε κάποια ενορία, διότι τότεπολλές θέσεις ήσαν κενές, λόγω της συλλήψεως των ιερέων. Υπηρέτησα ως εφημέριοςδύο χρόνια στην ενορία Κάτω και Άνω Φιλέα. Τότε εστάλην και ως ηγούμενος στομοναστήρι Κέϊα του νομού Πράχοβα. Μετά από 6 χρόνια μεταφέρθηκα στο μοναστήριΚαλνταρουσάνι, όπου υπηρέτησα ως μέγας οικονόμος και γραμματεύς. Από εκεί μεμετακίνησαν στο γυναικείο μοναστήρι Ντίντρου-Λεμν, όπου υπηρέτησα ωςΠνευματικός και λειτουργός. Κατόπιν επί ενάμισυ χρόνο εργάσθηκα σαν λειτουργόςστο Ανδρικό μοναστήρι Τσερνίκα, ενώ από το 1976 μεταφέρθηκα με εντολή τουπατριάρχου στο μικρό μοναστήρι της αγίας Θεοτόκου Μαρίας, που είναι στηνκωμόπολι Τέκιργκιολ της Κωνστάντζας. Εκεί υπηρετώ μέχρι τώρα ως Πνευματικός καιλειτουργός των μοναζουσών Αδελφών και πολλών ευλαβών χριστιανών.
2. Ενθυμείσθε τα πρώτα βήματα σας που εκάνατε στην μοναχική ζωή;
Αδελφέ μου, από την αρχή της μοναχικής μου ζωής ήμουν συνεχώς υπόδιωγμόν. Είχα πρόθεσι να επήγαινα στο μοναστήρι Φρασινέϊ, το οποίον είχε έναμετόχι στην πόλι Ρίμνικου-Βίλτσεα. Εκεί συνάντησα τον ηγούμενο της Μονής. Δενείχα ιδεί μοναστήρι στην ζωή μου μέχρι τότε και για το Φρασινέϊ είχα ακούσει.Δεν είχα πάει ποτέ. Δεν ήτο απών ο Θεός, αλλά έπρεπε να είσαι ικανός για νααντιληφθής την παρουσία του. Ήμουν μέσα στο τραίνο, τετάρτης θέσεως, με τοβαγόνι που μετέφεραν και ζώα. Εκεί μία ομάδα νέων έψαλλαν θρησκευτικούςύμνους.
Ήμουντότε πολύ ευτυχισμένος που τους άκουγα και έλεγα μέσα μου: «Άκου σαν άγγελοιψάλλουν...». Εκεί στο τραίνο συνάντησα και ένα περιηγητή, ο οποίος εγνώριζε όλατα μοναστήρια. Αυτός ο άνθρωπος με διευκόλυνε σε όλα. Ήτο ο φύλαξ άγγελός μου,διότι εγώ ήμουν ξένος σ' αυτά τα μέρη. Ο μητροπολίτης Σιμπίου Αντώνιος έλεγεότι αυτός ο άνθρωπος είναι ο μοναδικός στον κόσμο που γνωρίζει με λεπτομέρειεςκάθε τι που σχετίζεται με τα μοναστήρια της Ρουμανίας. Αυτός ο άνθρωπος τόσοπολύ εξετίμησε τον λογισμό μου για την μοναχική ζωή, ώστε με μετέφερε ο ίδιοςστο μοναστήρι Φρασινέϊ. (Το μοναστήρι αυτό κτίσθηκε από τον άγιο ΚαλλίνικοΤσερνίκας, επί-σκοπο του Ρίμνικου-Βίλτσεα το 1843.) Καθιερώθηκε άβατο από τονίδιον και έτσι παραμένει μέχρι σήμερα. Ευρίσκεται στα βουνά της ιδίαςπεριοχής.
ΟΓέροντας Συμεών, ηγούμενος της Μονής, μου είπε: «Δεν σε δέχομαι αδελφέ μου.Βλέπω ότι είσαι ολιγογράμματος και δεν θα ημπορέσης να εργασθής στο γραφείο.Και του είπαν τότε οι άλλοι πατέρες: «Κράτησέ τον αυτόν σαν βοηθό του γραφείουκαι εμάς δώσε μας ένα πιο δύσκολο διακόνημα». Ο ηγούμενος έσφαλε στιςεκτιμήσεις του, όμως εγώ δεν μπορούσα να ικανοποίησω την τρέλλα μου που είχαγια τον Χριστό.
Από τοΦρασινέϊ ανεχώρησα και επήγα στο Κόζια. Ευρίσκεται στην ίδια επαρχία. Τότε είχεπολύ χιόνι και ο Εσπερινός διαβαζόταν στην τράπεζα, όπου έκαιγε σόμπα.Συναντήθηκα με τον ηγούμενο, ο οποίος με δέχθηκε σαν άγγελο. Έλεγε στουςάλλους: «Ήλθε άγγελος, άγγελος στο μοναστήρι μας». Όσο καιρό έμεινα εκείεσκάλισα τις πόρτες της Ωραίας πύλης της εκκλησίας του γηροκομείου της Μονής.Σαν λαϊκός είχα ειδικευθεί στο τμήμα πυροτεχνίας και ξυλογλυπτικής τέχνης.Κατόπιν διωρίσθηκαν σαν δάσκαλος για τους μοναχούς της μονής Τούρνου, όπουωμίλησα στους εκεί μαθητές για τον Χριστό. Τους ωμιλούσα ο,τιδήποτε ήξερα απότο αιγυπτιακό Γεροντικό και την Αγία Γραφή, που τα είχα διαβάσει έξι χρόνιαπριν πάω για μοναχός. Έμεινα χρόνια στις φυλακές και ασχολούμην πολύ μεπνευματικά προβλήματα. Οι κομμουνιστές, οι οποίοι εζητούσαν στελέχη, με είδανμε γένεια και είπαν: «Κύριοι, αυτός είναι καλός να τον παραδώσετε σ' εμάς».Δηλαδή να μη προσφέρομαι πλέον στον Χριστό, αλλά στον διάβολό τους!
Έτσι μουέδωσαν παραίτηση. Εγώ ταπεινώθηκα, αλλά δεν έμεινα αβοήθητος από την πρόνοιατου Θεού. Μετά από εκεί με πήραν στο μοναστήρι Τισμάνα και μετά στην σκήτη(εξαρτηματικό μονύδριο) Τσιοκλοβίνα. Εκεί στην κορυφή του βουνού, εδιάβαζα κιεγώ κάποια ακολουθία. Μετά από αρκετό καιρό με διώρισαν δάσκαλο και Πνευματικόστην εκκλησιαστική σχολή του Μουφλένι. Όταν έμαθε η κρατική Ασφάλεια που ευρισκόμουν,διέταξε: «Να εξαφανισθή αμέσως αυτός από εκεί». Μετά από εκεί έφθασα στηνΣυχαστρία, όπου ήτο ηγούμενος ο π. Κλεόπας, ο οποίος με έστειλε να κατοικήσω σεμία τρώγλη στα δάση των Καρπαθίων ορέων. Ο π. Παΐσιος Ολάρου μου έδωσε 18κουταλιές ζάχαρη να πάρω μαζί μου. Εκείνη την χρονιά ο χειμώνας ήτο πολύ βαρύς.Αποκλείσθηκαν από τα χιόνια οι δρόμοι κι εγώ απομονώθηκα εκεί μέχρι την άνοιξιτου επομένου έτους. Οι πατέρες με θεωρούσαν πεθαμένο, όμως εγώ ήμουν πολύευτυχής που συναντήθηκα πάλι μαζί τους. Επιστρέφοντας στη Συχαστρία, υπηρέτησαεπί ένα μήνα στο μαγειρείο και ερωτούσα τους αδελφούς εάν τους άρεσαν τα φαγητάμου. Και αυτοί μου απαντούσαν: «Δεν μας αρέσουν αδελφέ Άγγελε, αλλά εσύ μαςείσαι πολύ αγαπητός». Μετά την σύντομη αυτή διακονία μου στο μαγειρείο, μουανέθεσε ο ηγούμενος να βγάζω πέτρες από το ποτάμι για την επανίδρυσι τουπαρεκκλησίου των αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης. Κατόπιν ο π. Κλεόπας μουανέθεσε να δέχωμαι τα προς μνημόνευσι ονόματα των προσκυνητών της Μονής.
3. Ενθυμείσθε πόσα χρόνια εκάνατε στις φυλακές;
3. Ενθυμείσθε πόσα χρόνια εκάνατε στις φυλακές;
Την πρώτη φορά φυλακίσθηκα έξι χρόνια. Τότε ήμουν λαϊκός. Μετά τηνείσοδό μου στον μοναχισμό φυλακίσθηκα ακόμη άλλα έξι χρόνια και τελευταία άλλαδύο. Συνολικά 14 χρόνια ήμουν φυλακισμένος για την πίστη του Χριστού μας!
4. Σε ποιες φυλακές εκάνατε;
Στις φυλακές του Αϊούντ (πόλις της δυτικής Ρουμανίας) έκανα τονπερισσότερο καιρό. Εκεί υπήρχε ένα τμήμα Ασφαλείας από Ούγγρους κομμουνιστέςπολύ σκληρό. Στο κρατητήριο με κράτησαν χρόνια και χρόνια. Περνούσαν από εμάςσυχνά πράκτορες του κόμματος να ιδούν τα αισθήματα και τα φρονήματά μας. Αυτέςοι φυλακές του Αϊούντ ήσαν το βασίλειο του θανάτου. Το έργο που εφήρμοζαν μεσκληρότητα ήτο ο αργός διά της λιμοκτονίας θάνατος.
Ότανάνοιγαν το κελλάκι σου για να σε πάρουν, δεν ήξερες, εάν θα επιστρέψης. Σεπερίπτωσι ασθενείας σου σε έπαιρναν και σε επήγαιναν σε άλλο χειρότερο τμήμαγια να συντομεύσουν τον θάνατό σου. Σε κρατούσαν απομονωμένο από όλους μέχρι ναπεθάνης.
5. Τι εκάνατε τον ελεύθερο χρόνο σας;
Κάθε ημέρα επαναλάμβανα στην μνήμη μου στιγμές από την ΘείαΛειτουργία. Είχα μια κανάτα νερό και 300 γραμμάρια ψωμί από κριθάρι. Θεωρούσατην κανάτα για Άγιο Ποτήριο και περνούσα απ’ όλες τις στιγμές της θείαςΛειτουργίας. Κατόπιν κοινωνούσα μ' αυτό το ψωμί τους άλλους κρατουμένους καιτους έλεγα: Δεν μπορώ να σας ειπώ τι είναι η Θεία Κοινωνία, επειδή δεν έχω εδώτα απαραίτητα στοιχεία να την τελέσω, αλλά συμβολικά σας δίνω αυτό το ψωμί, πουτο θεωρώ ανώτερο και απ’ αυτό το απλό αντίδωρο. Πολλοί κρατούμενοι εζητούσαν ναεξομολογηθούν επειδή δεν ήξεραν εάν θα ζουν μέχρι την επόμενη ημέρα. Μ' αυτά τασυμβολικά εϊδη τους κοινωνούσα ως μελλοθανάτους και τους έλεγα: «Αύριο το πρωίνα μείνετε στο τάδε μέρος και εκεί να ενθυμηθήτε τις αμαρτίες σας». Και ότανετελείωνα μ' αυτό τον τρόπο, ας πούμε, την θεία Λειτουργία, εδιάβαζα σ' όλουςκαι την συγχωρητική ευχή. Όμως με μία προϋπόθεσι: Εάν συναντούσαν κάποιονιερέα, να εξομολογηθούν όλα από την αρχή. Εάν όχι, εθεωρούσα έγκυρη τηνεξομολόγηση που τους είχα κάνει εγώ, χωρίς βέβαια να σταθούν μπροστά μου και ναεξομολογηθούν, αλλά μόνο να ενθυμούνται νοερώς και τρόπον τινά νοερώς να μου ταλέγουν. Το έργο αυτό συνέβαινε πολύ συχνά.
Σε μιαάλλη περίοδο, όπου ήμουν φυλακισμένος πάλι επί έξι χρόνια, εφιλοτέχνησα με τηντέχνη της ξυλογλυπτικής που ήξερα, ένα ξύλινο ομοίωμα της περικαλλούς εκκλησίαςτης Κοιμήσεως της Θεοτόκου, της πόλεως Άρντζες. Αυτό το ξυλογλυπτικό ομοίωμαείχε ύψος από την βάσι του μέχρι την κορυφή του σταυρού της εκκλησίας 65πόντους. Ημπορούσα να το βγάλω απ’ εκεί, αλλά οι ρώσσοι έβαλαν χέρι και μου τοεπήραν. Εσκάλισα ακόμη και ένα καντήλι, του οποίου ο σταυρός στη ρίζα του είναιτεθραυσμένος σαν σύμβολο ότι η αλήθεια του Ευαγγελίου στον κόσμο αυτόνδιώκεται. Επάνω από τον κενό χώρο, όπου μπαίνει το λάδι, έφτιαξα ένα σταυρό, ο οποίοςνα φωτίζεται από τις ακτίνες της φλόγας, όταν το καντήλι είναι αναμμένο καιαυτό σαν σύμβολο ότι ο σταυρός και πάλι θα νικήση. Στο μέρος απ’ όπου κρέμεταιτο καντήλι έφτιαξα ένα κέντημα που να συμβολίζη τον ουρανό, ενώ ο βυθός τουκαντηλιού να συμβολίζη την γη. Έτσι μου έλεγε η ψυχή μου να το αισθάνωμαι. Στομέσον του καντηλιού έκανα μία σκαλιστή ζώνη, η οποία συμβολίζει την δύναμι καιτην ενότητα που έχει με άλλες αξίες. Η ζώνη αυτή συμβολίζει ακόμη και τηνδύναμι που έχει η αμαρτία να μας περισφίγγη στην ζωή. Στο Γεροντικό κάποιοςέλεγε ότι εθανάτωσε την αμαρτία. Και τον ρώτησαν:
- Εάν ιδής ένανόμισμα κάτω τι θα κάνης;- Θα το ιδώ, αλλά δεν θα το πάρω.
- Εάν ιδής ένα άνδρα και μία γυναίκα ν' αμαρτάνουν;
- Θα τους ιδώ, αλλά δεν θα τους κρίνω.
- Ναι, αλλά, εάν πεθαίνη το πάθος, τότε ούτεθέλεις να βλέπης την αμαρτία.
Εν κατακλείδι, λέγω, ότι τα πάθη δεσμεύονται και δεν πεθαίνουν. Θεός να μαςφυλάξη να μη ξεσπάση κανένα πάθος, το οποίο θα μας ταλαιπωρεί σ' όλη την ζωήμας.
Ακόμη εσκάλισα και μικρούς επιστήθιους σταυρούς, τους οποίους εμοίραζα στονκόσμο.
Δεν αγιογράφησα μέσα στην φυλακή. Δεν ήτο δυνατόν. Όμως ασχολήθηκα αρκετά μ’αυτό το εργόχειρο. Ένα από τα αντιπροσωπευτικά έργα μου είναι ο ΑπόστολοςΠαύλος, ένας σταυρός και η Κυρία Θεοτόκος με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη.
Εν κατακλείδι, λέγω, ότι τα πάθη δεσμεύονται και δεν πεθαίνουν. Θεός να μαςφυλάξη να μη ξεσπάση κανένα πάθος, το οποίο θα μας ταλαιπωρεί σ' όλη την ζωήμας.
Ακόμη εσκάλισα και μικρούς επιστήθιους σταυρούς, τους οποίους εμοίραζα στονκόσμο.
Δεν αγιογράφησα μέσα στην φυλακή. Δεν ήτο δυνατόν. Όμως ασχολήθηκα αρκετά μ’αυτό το εργόχειρο. Ένα από τα αντιπροσωπευτικά έργα μου είναι ο ΑπόστολοςΠαύλος, ένας σταυρός και η Κυρία Θεοτόκος με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη.
Τον πόνοδεν είναι εύκολο να τον υπομένης, εάν δεν είσαι σε στενή σχέσι με τον Θεό. Δενημπορούσα να ειπώ: «Κύριε, δος μου πόνο», αλλά τον ευχαριστούσα με όλη τηνκαρδιά μου, διότι με εβοηθούσε και με εκρατούσε άγρυπνο. Υπάρχουν πράγματα γιατα οποία δεν ημπορείς να ομιλήσης-αποκαλύψεις και μιά ολόκληρη σειρά πραγμάτων,τα οποία υπερασπίζεις και για τα οποία δεν σου επιτρέπεται να ομιλήσης.
Υπήρχανστιγμές στις οποίες μόλις ημπορούσες να αναπνέης και τότε μου έφευγε η περιέργειαπου είχα πώς βγαίνει η ψυχή από το σώμα. Τόσο προχωρημένη ήτο η καταπίεσις.Προπαντός όταν σε έβαζαν σε ένα δωμάτιο με πολύ χαμηλή θερμοκρασία. Τότεενόμιζες ότι θα σταματήση η καρδιά σου και θα μείνης επί τόπου.
6. Εζήσατε και μερικά χρόνια στην έρημο, Γέροντα;
Δεν θα ήθελα να ειπώ ότι επήγα στην έρημο για να απόκτησω όνομαασκητού, αλλά έμεινα στο δάσος και έκραζα στον Θεό με απελπισία, διότι δεν ήτοτότε εύκολο να ζης ακόμη και να προσεύχεσαι. Έλεγα στον εαυτό μου και προς τονΚύριο: «Κύριε, εγώ δεν είμαι ερημίτης».
Στηνέρημο ημπορείς να πας αφού αναδειχθής ήρωας στο μοναστήρι. Εκεί στην έρημουπάρχουν δαίμονες πολύ άγριοι, οι οποίοι δεν σε λυπούνται ούτε για μια στιγμή.
Πρέπεινα είσαι μια θεωμένη ύπαρξι για να ημπορής να αντέξης στην ερημία. Δεν ζης εκείγια ν' ακούς την φωνή των δένδρων και το προσευχητικό τραγούδι των δασών.Πρέπει να βλέπης την μεγαλειότητα των μεγάλων δένδρων, πώς κινούνται, αλλά ναμην αναχωρήσης από τον τόπο σου.
Με άλλαλόγια να ξέρης να ζήσης συντροφιά με αυτά και την γύρω φύσι. Εάν θέλης να φύγηςγια τον κόσμο, σε παίρνουν με υποδοχή οι δαίμονες σαν ένα λιποτάκτη. Έχειδιαπιστωθεί στους δόκιμους μοναχούς και στις μοναχές το εξής: Αφ’ ότου μπαίνουνστο μοναστήρι, τους έρχεται η επιθυμία της ερήμου. Όσοι φεύγουν για την έρημο,σχεδόν όλοι απελπίζονται και επιστρέφουν στον κόσμο. Πιστεύουν ότι στην έρημοτους περιμένουν φωτεινοί άγγελοι. Ημπορεί να συμβεί και αυτό, αλλά το γεγονόςείναι ότι εκεί οι δαίμονες τους αρπάζουν και τους κάνουν σκόνη. Εάν είσαιάνθρωπος ειλικρινής και έχεις μία συναίσθηση των πράξεών σου, ωφελείσαι από τογεγονός ότι ο διάβολος σου επιτίθεται κατά μέτωπον και αντιλαμβάνεσαι ότι είσαιδειλός και αδύναμος. Ο διάβολος δεν ημπορεί να κάνη τίποτε, εάν είσαι ταπεινός.Όμως, εάν έχης και μία σταγόνα υπερηφανείας που σε ενοχλεί, αυτή είναι αρκετήνα σε χορέψη ο διάβολος όπως εκείνος θέλει. Στην έρημο είσαι στο χέρι του,έλεγε κάποιος.
Και τώραθα σας ειπώ ένα περιστατικό, παρότι αποφεύγω να λέγω τέτοιες ιστορίες.Ευρισκόμουν σε μία τρώγλη του δάσους και εκοιμώμουν επάνω σε μία χονδρή σανίδα.Ήμουν συνηθισμένος στην ζωή μου από μικρό παιδί. Εκείνη την νύκτα οι δαίμονεςεκτύπησαν με μία μεγάλη χιονόμπαλα την πόρτα της καλύβας μου και μου έδωσαν τηνεντύπωσι ότι κάποιος είναι. Αλλά δεν ήτο κανείς. Εχιόνιζε επί 13 ημέρες και νύκτεςκαι είχε καλυφθή εκεί το παν. Εκείνη την νύκτα δεν ημπόρεσα να κοιμηθώ. Είχατυλιχθή με ένα ράσο και με ένα γιλέκο δερμάτινο. Εξύπνησα για μια στιγμή προςτο πρωί και πάλι αποκοιμήθηκα. Δηλαδή δεν σηκώθηκα κατά την τάξι που είχα.
Τότε, μεετράβηξε κάτω και με κτυπούσε στο κεφάλι. Έπρεπε να αυτο-υπερασπισθώ και είπα:«Αποκοιμήθηκα και εγώ σαν κουρασμένος που ήμουν και ευρήκες εσύ την ευκαιρία ναδείρης ένα πονεμένο και ξένο άνθρωπο». Διεπίστωσα ότι δεν σου επιτίθεται, εάνδε σε έχη στο χέρι με κάποιο πρόβλημα. Με είχε εύρη και μένα με κάτι που είχα.Χαίρομαι με όλη μου την ψυχή, διότι μου απεκάλυψε τις αδυναμίες μου. Εάν σφάληςσε κάτι, σε εγκαταλείπει η Χάρις και ο Θεός σου επιτρέπει ένα πειρασμό για νασε συνετίση και να σε ταπεινώση. Μισθό εκκοπής θελήματος στην ερημία δενέχουμε, επειδή δεν μας διατάζει κανείς, αλλά μας σοφίζει με τους πειρασμούς τουο διάβολος! Νομίζετε ότι είναι ολίγη αυτή η σοφία; Αυτές είναι μερικέςδιαπιστώσεις που σε ωφελούν σε όλη την ζωή σου και αντιλαμβάνεσαι ότι πρέπει ναευρίσκεσαι σε συνεχή επαγρύπνησι.
Άλλη φορά, όταν επήγαινα σ' ένα δρόμο σχεδόν ψηλαφητά διότι ήτο σκοτάδι, άκουσαμια απαίσια κραυγή από απόστασι δέκα μέτρων από μένα και εξεπλάγην.Συγκρατήθηκα, έδωσα κουράγιο στον εαυτό μου και δεν ήξερα τι να κάνω. Επίστευαότι είναι πονηρά πνεύματα, όμως ήσαν κραυγές αετών.
Άλλη φορά, όταν επήγαινα σ' ένα δρόμο σχεδόν ψηλαφητά διότι ήτο σκοτάδι, άκουσαμια απαίσια κραυγή από απόστασι δέκα μέτρων από μένα και εξεπλάγην.Συγκρατήθηκα, έδωσα κουράγιο στον εαυτό μου και δεν ήξερα τι να κάνω. Επίστευαότι είναι πονηρά πνεύματα, όμως ήσαν κραυγές αετών.
Δενημπορείς να σταθής στην μοναξιά, εάν δεν έχης συνεχή επικοινωνία εξ ολοκλήρουμε τον Θεό. δεδομένου ότι ο διάβολος είναι ύπαρξις η οποία ημπορεί να σεσυνοδεύη και είναι ο μεγαλύτερος εχθρός σου.
Στηνέρημο εφώναζα και εκραύγαζα προς τον Θεό, όσο ήθελα και όπου ήθελα, και παρότικυνηγημένος από τους ανθρώπους, ήμουν με τον Θεό και Τον εφοβούμην. Ενώ στηνφυλακή δεν ημπορούσα πώς να προφυλαχθώ. Οι βασανιστές σου δεν φοβούνται τονΘεό.
Η έρημοςείναι ένα πράγμα εξαιρετικά σπουδαίο, διότι διά της προσευχής του ο ερημίτηςβοηθεί όλο τον κόσμο. Όμως ο παράδεισος δεν είναι μόνο για τους ερημίτες. Αυτοίοι ερημίτες είναι μία εξαίρεσις.
7.Εμείνατε στην έρημο πολλά χρόνια με τονπ. Κλεόπα. Τι πρόγραμμα προσευχής ακολουθούσατε;
Κανένα πρόγραμμα προσευχής δεν είχαμε. Το κάθε τι γινόταν συνεχώς.Εμέναμε στο δάσος και το βράδυ συναντιώμασταν στις καλύβες μας. Εγώ προσωπικάείμαι σύμφωνος ο καθένας να διαβάζη τα δικά του, διότι καθένας έχει το δικό τουστάδιο της πνευματικής ζωής, στο οποίο οφείλει ν' αγωνισθή.
Ο π.Κλεόπας επέμενε σε περίπτωσι θανάτου του να τον πάω στην Συχαστρία. Εγώ τουείπα: Πάτερ, η Συχαστρία έχει ανάγκη της ζωντανής παρουσίας σου και εκεί θαείσαι ωφέλιμος και για τους μοναχούς και τους λαϊκούς χριστιανούς. Η γνώμη τουήτο να παραμείνη οριστικά στην έρημο. Εγώ δεν ήμουν σύμφωνος μαζί του. Στηνσυνέχεια, επέστρεψε στην Συχαστρία και εδημιούργησε μία ζωντανή πνευματικήατμόσφαιρα. Είμαι σίγουρος ότι, όταν ανοιχθή η γη να «καταπιή» το σώμα του,τότε και ο ουρανός θα παραλάβη την ψυχή του. Δεν ημπόρεσα να πάω στην κηδείατου, διότι είμαι μόνος σαν ιερεύς στην μονή μου. Όμως την δεύτερη ημέρα πουελειτούργησα τον εμνημόνευσα και ο μόνος που με κατενόησε για την απουσία μουήτο ο ίδιος ο π. Κλεόπας.
8. Την δεκαετία του '50 εζήσατε με τον π. Κλεόπα μαζί στα δάσητης Μολδαβίας. Τι έχετε να μας πείτε;
Είναιπολύ ενδιαφέρον και τιμητικό για μένα διότι έζησα με τέτοιους αγίους ασκητέςστην έρημο. Με τον π. Κλεόπα εμείναμε στα δάση, κυνηγημένοι από το κομμουνιστικόκαθεστώς και πολλές φορές συζητούσαμε διάφορα ασκητικά θέματα και προγράμματα.Το συνηθισμένο αντικείμενο συζητήσεώς μας αλλά και αντιπαραθέσεως μας ήτο τοεξής: Αυτός έκλινε περισσότερο προς μία αυστηρή άσκηση με σκληρή νηστεία, μεπροσευχή και δάκρυα, ενώ εγώ προτιμούσα περισσότερο την νοερά εγρήγορση. Κιαυτή την άποψη μου την κρατώ μέχρι τώρα. Διότι αυτό που θέλει ο Θεός δεν είναιμιά αυτή καθ' εαυτή άσκηση, αλλά «καρδία συντετριμμένη και τεταπεινωμένη...»,δηλαδή συνεχή παρουσία του Θεού στην ζωή μας.
Έχω τηνεντύπωση ότι αυτός που επιδιώκει υπερβολική άσκηση, σύμφωνα με τις πεποιθήσειςτου π. Κλεόπα, κάποια στιγμή θα ειπή ότι ετελείωσε το ασκητικό του πρόγραμμακαι θα πάει στο κελλί του να ξαπλώση ήσυχος ότι εξώφλησε τα χρέη του. Ενώ η εγρήγορσιςείναι συνεχής κατάστασις της ψυχής. Λέγεται κάπου για κάποιον ότι «πολλά τουσυγχωρέθηκαν, διότι πολύ αγάπησε». Μα, όταν αγαπάς η ψυχή είναι σε εγρήγορσι,είναι παρούσα σε κάθε επιθυμία και νοερά κίνηση. Αυτό προσωπικά ενδιαφέρειεμένα σαν ιερεύς που είμαι απέναντι των ανθρώπων.
Αρχιμανδρίτου Ιωαννίκιου Μπάλαν -ΨΥΧΩΦΕΛΕΙΣ ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΜΕ ΤΟΝΡΟΥΜΑΝΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΑΡΣΕΝΙΟ Εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»