Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ἀφοῦ ὁ Κύριος βαφτίστηκε στὸν Ἰορδάνη ποταμό,πῆγε στὴν ἔρημο ὅπου ἔμεινε σαράντα μέρες. Ἐκεῖ προετοιμάστηκε μὲ προσευχὴ καὶνηστεία γιὰ τὸ μεγάλο του ἔργο ποὺ θ’ ἄρχιζε. Ἐκεῖ τὸν πείραξε ὁ διάβολος, ἀλλὰὁ Χριστὸς ἔμεινε ἀκλόνητος στὴν πίστη του.
Ἀπὸ τὴν ἔρημο ἔφυγε ὁ Χριστὸς καὶ πῆγε στὸνἸορδάνη ποταμό, ἐκεῖ ποὺ ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος βάφτιζε τοὺς ἀνθρώπους. Ὅταν τὸνεἶδε ὁ Ἰωάννης εἶπε: «Νὰ ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ».
Κείνη τὴν ὥρα ἦταν κοντά του δυὸ ἀπ’ τοὺςκαλούς του μαθητὲς ὁ Ἰωάννης ὁ γιὸς τοῦ Ζεβεδαίου καὶ ὁ Ἀντρέας, ὁ γιὸς τοῦἸωνᾶ. Ὅταν εἶδαν τὸν Ἰησοῦ, ἔνιωσαν μιὰν ἀκατανίκητη δύναμη νὰ τοὺς τραβάη κοντάτου κι ἔτρεξαν καὶ γίνηκαν μαθητές του καὶ ἀπὸ κείνη τὴν ὥρα δὲν τὸν ἄφησανποτὲ ἀπὸ κοντά τους. Ὁ Ἀντρέας ἔφερε καὶ τὸν ἀδελφό του τὸ Σίμωνα ποὺ πῆρε τὸὄνομα Πέτρος.
Μαζὶ μὲ τοὺς τρεῖς πρώτους μαθητές, ὁ Χριστὸςἀποφάσισε νὰ κάμη ἕνα ταξίδι στὴ Γαλιλαία.
Τὴ συνέχεια θὰ τὴ διαβάσωμε στὴ σημερινὴπερικοπὴ.
Εκ τουκατά Ιωάννην (κεφ.α΄, 44-52)
Κείμενο
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἤθελεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰςτὴν Γαλιλαίαν καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι.
Ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεωςἈνδρέου καὶ Πέτρου.
Εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγειαὐτῷ· ὅν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν, τὸν υἱὸντου Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ.
Καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ, ἐκ Ναζαρὲτ δύναταίτι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καὶ ἴδε.
Εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸςαὐτὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης, ἐν ὧ δόλος οὐκ ἔστι.
Λέγει αὐτῷ Ναθαναὴλ· πὸθεν με γινώσκεις;ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴνσυκῆν εἶδόν σε.
Ἀπεκρίθη Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ῾Ραββὶ σὺεἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ.
Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόνσοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψει.
Καὶ λέγει αὐτῷ· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ’ ἄρτιὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶκαταβαίνοντας ἐπὶ τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.
Ἐξήγηση
Ἐκεῖνον τὸν καιρὸ θέλησε ὁ Ἰησοῦς νὰ βγῆ στὴΓαλιλαία καὶ βρίσκει τὸ Φίλιππο καὶ τοῦ λέει, ἀκολούθα με.
Κι ὁ Φίλιππος ἦταν ἀπὸ τὴ Βηθσαϊδά, ἀπὸ τὴνπατρίδα τοῦ Ἀντρέα καὶ τοῦ Πέτρου.
Βρίσκει ὁ Φίλιππος τὸ Ναθαναὴλ καὶ τοῦ λέει.Ἐκεῖνον ποὺ ἔγραψε ὁ Μωϋσῆς μέσα στὸ νόμο καὶ οἱ προφῆτες, τὸν βρήκαμε, τὸνἸησοῦν, τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ ποὺ κατάγεται ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ.
Κι ὁ Ναθαναὴλ τοῦ εἶπε. Ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ μπορεῖνὰ γίνη κάτι καλό; Τοῦ λέει ὁ Φίλιππος· ἔλα καὶ δές.
Εἶδε ὁ Ἰησοῦς τὸ Ναθαναὴλ ποὺ πήγαινε κοντάτου καὶ λέγει. Νὰ ἀληθινὰ Ἰσραηλίτης στὸν ὁποῖο δὲν ὑπάρχει πονηριά.
Τοῦ λέει ὁ Ναθαναήλ, πῶς μὲ ξέρεις;Ἀποκρίθηκε ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπε. Πρὶν σὲ φωνάξη ὁ Φίλιππος, σὲ εἶδα ὅταν ἤσουνκάτω ἀπὸ τὴ συκιά.
Ἀποκρίθηκε ὁ Ναθαναὴλ καὶ τοῦ λέγειδιδάσκαλε, σὺ εἶσαι ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἐσὺ εἶσαι ὁ βασιλιὰς τοῦ Ἰσραήλ.
Ἀποκρίθηκε ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπε: Γιατὶ σοῦεἶπα πὼς σὲ εἶδα κάτω ἀπὸ τὴ συκιά, πιστεύεις; μεγαλύτερα ἀπ’ αὐτὰ θὰ δῆς.
Καὶ τοῦ λέει: ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέω, ἀπὸτώρα θὰ δῆτε τὸν οὐρανό, ἀνοιχτὸ καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ν’ ἀνεβαίνουν καὶνὰ κατεβαίνουν ἐπάνω στὸν υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου.
ΟΜΙΛΙΑ
Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας! Γιορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας, ἡἘκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας. Ἔχει σήμερα τὸ πανηγύρι της καὶ μᾶς καλεῖ μὲ τὶςκαμπάνες της νὰ τρέξωμε κοντά της, νὰ γιορτάσωμε τὴ νίκη της. Νὰ χαροῦμε τὴχαρά της. Νὰ χαροῦμε τὴν ἡμέρα τὴ χαρμόσυνη τὴ γεμάτη εὐφροσύνη, ὅπως λένε τὰὄμορφα τροπάριά της.
Γιορτάζει τὸ θρίαμβό της. Τί θρίαμβος στ’ἀλήθεια! Μπροστὰ ἀπὸ δυὸ χιλιάδες πάνω κάτω χρόνια ὁ Ἀρχηγός της, ξεκίνησε ἀπὸτὴ μικρὴ καὶ ἄσημη Ναζαρέτ, γιὰ νὰ ἱδρύση τὴν ἐκκλησία του. Κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιοτρία χρόνια, μέσα στὰ ὅρια τῆς Γαλιλαίας καὶ τῆς Ἰουδαίας καὶ μετὰ τὸ θάνατότου οἱ Ἀπόστολοι τὸ ἐκήρυξαν σ’ ὅλη τὴ γῆ. «Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγοςαὐτῶν καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς Οἰκουμένης τὰ ρήματα αὐτῶν».
Οἱ ἀλήθειες τῆς χριστιανικῆς θρησκείας ἔφερανἀναστάτωση στὴν ἀνθρωπότητα. Τὰ βάθρα τῶν εἰδώλων σείστηκαν κι ἔνιωσαν τὸνἑαυτό τους ἀδύνατο νὰ κρατήσουν τοὺς ψεύτικους θεούς των. Δὲν ἔπεσαν ὅμωςἀμέσως. Κράτησαν ὀρθωμένο τὸ ἀνάστημά τους αἰῶνες πολλοὺς καὶ στὰ πόδια τουςἔτρεχε πλῆθος αἷμα χριστιανικό.
Ἔφαγαν καὶ κατεσπάραξαν τὰ ἄγρια θηρία τῆςΡώμης τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Χριστοῦ. Χιλιάδες πολλὲς ἦταν οἱ μάρτυρες ποὺ κάηκανζωντανοί, ποὺ πέρασαν «ἐν στόματι μαχαίρας», ποὺ ὑπέφεραν μαρτύρια καὶ διωγμοὺςἀπὸ τοὺς αὐτοκράτορες τῆς Ρώμης καὶ ὅμως τίποτε δὲ στάθηκε ἱκανὸ νὰ σταματήσητὴν ἐξάπλωση τῆς νέας θρησκείας. Εἶναι ἡ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ θεμελιωμένη πάνωστὸ ἅγιο αἷμα καὶ στὰ κόκαλα ἀμέτρητων μαρτύρων, γι’ αὐτὸ «πύλαι Ἅδου οὐκατισχύσουσιν αὐτῆς». Τίποτε δὲ θὰ μπορέση νὰ τὴν γκρεμίση καὶ νὰ τὴν κλονίση.
Τοῦτο τὸ μεγάλο δέντρο, ποὺ ἅπλωσε τὰ μεγάλακαὶ πλατύσκια κλωνάρια του, γιγάντωσε καὶ θέριεψε μὲ τὸ αἷμα τῶν μαρτύρων καὶἁγίων τοῦ Χριστοῦ.
Ποιὰ ἦταν ἡ δύναμη ἡ ἀκατανίκητη ποὺ ἔσπρωχνετοὺς ὀπαδούς της στὸ θάνατο καὶ ὄχι στὴν ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ;
Ποιὸς ἦταν αὐτὸς ὁ τεράστιος μαγνήτης ποὺτραβοῦσε μὲ τὴν δύναμή του κοντά του τόσους ἀνθρώπους; Ἡ δύναμη τῶν λόγων τοῦΕὐαγγελίου. Σὲ ποιὰ θρησκεία ἀκούστηκε ποτὲ τέτοιο κήρυγμα ἀγάπης; Ποιὰθρησκεία ὡς τότε ἔχυσε βάλσαμο παρηγοριᾶς στὶς πληγὲς τῆς ἄρρωστης ἀνθρωπότητας;
«Ἔλθετε πρός με οἱ κοπιῶντες καὶπεφορτισμένοι κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς». Οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι! οἱ στρατιὲςοἱ ἀναρίθμητες, ἔγερναν τὸ πονεμένο κεφάλι τους μπροστὰ στὰ πόδια τοῦ Θεοῦ τουςκαὶ μαζί του ταξίδευαν πρὸς τὴν αἰωνιότητα.
- Εὐτυχισμένοι ὅσοι πεινοῦν καὶ διψοῦνδικαιοσύνη, γιατὶ αὐτοὶ θὰ χορτάσουν.
- Εὐτυχισμένοι οἱ λυπημένοι, γιατὶ αὐτοὶ θὰπαρηγορηθοῦν.
- Εὐτυχισμένοι ὅσοι καταδιωχθοῦν γιὰ τὴνἀρετή τους, γιατὶ δική τους εἶναι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Τοῦτο τὸ ρυθμικὸ τραγούδι τῆς θρησκείας τοῦΝαζωραίου, ποιὰ θρησκεία τὸ εἶπε ὡς τώρα;
Αὐτὰ τὰ λόγια, ποὺ εἶναι μιὰ σταγόνα μέσαστὸν ὠκεανὸ τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι ὅπως μᾶς παρουσιάζονται στὰ Εὐαγγέλια,μὰ καὶ στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, στὴν Καινή μας Διαθήκη, αὐτὰ τὰ λόγια ἔδιναντὴ δύναμη στοὺς στρατιῶτες τῆς πίστης νὰ τραβήξουν πρὸς τὸ θάνατο, πρὸς τὴνἀθανασία.
Τριακόσια εἴκοσι πέντε χρόνια πέρασαν ἀπὸτότε ποὺ φάνηκε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο καὶ νά, τὸ φῶς τῆς χριστιανικῆς θρησκείαςἀρχίζει νὰ φωτίζη καὶ τὰ κεφάλια τῶν αὐτοκρατόρων. Προσέρχεται πρῶτος στὴχριστιανικὴ θρησκεία ὁ αὐτοκράτορας Κωνσταντίνος ὁ Μέγας.
Τώρα δὲν κρύβεται στὶς σπηλιὲς καὶ στὰ ὄρηκαὶ στὶς κατακόμβες. Τώρα τὸ σπαθὶ ποὺ εἷχε βαφῆ στὸ αἷμα τῶν χριστιανῶν,γίνεται σύμμαχος τοῦ Σταυροῦ καὶ μὲ τὴ δύναμή του νικάει τοὺς ὀπαδοὺς τῆςψεύτικης θρησκείας. Τὸ 394 ὁ Μέγας Θεοδόσιος, ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου,δίνει τὸ τελειωτικὸ χτύπημα κατὰ τῆς εἰδωλολατρείας. Τώρα γκρεμίζονται τὰ βάθρατῶν εἰδώλων καὶ ἡ χριστιανικὴ θρησκεία ἀπλώνεται ὁλοένα καὶ περισσότερο.
Σὰν πέρασε ὁ κίνδυνος τῶν διωγμῶν φάνηκενέος, οἱ αἱρέσεις. Γεννήθηκαν μέσα στοὺς κόλπους τῆς ἐκκλησίας. Ἡ αἴρεση τῶνεἰκονομάχων τὴν κλόνισε πολύ. στὸ τέλος ὅμως ἡ Εκκλησία νίκησε νίκη λαμπρὴ καὶβγῆκε ἀλώβητη ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς τοὺς κινδύνους.
Ἡ σημερινὴ γιορτὴ στὴν ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων εἶναιἀφιερωμένη. Στὸ μεγάλο θρίαμβο τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐμεῖς ὅμως πήραμε ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν περικοπὴ τοῦσημερινοῦ Εὐαγγελίου νὰ μιλήσωμε κάπως πλατύτερα γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆςχριστιανικῆς μας θρησκείας.
Εἶναι στ’ ἀλήθεια μεγάλη ἡ συγκίνηση ποὺ νιώθομεἀκούοντας τὴ σημερινὴ περικοπή.
Μετροῦνται στὰ δάχτυλα τοῦ ἑνὸς χεριοῦ οἱπρῶτοι ὀπαδοί του, οἱ πρῶτοι μαθητές του, ποὺ εἷναι καὶ οἱ πρῶτοι χριστιανοί.Πέντε ἄνθρωποι ἐκεῖ στὰ γαλανὰ νερὰ τῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας τοῦ εἶπαν γιὰπρώτη φορὰ «σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ» καὶ τώρα ἑκατομμύρια πολλὰ ἐπαναλαμβάνουν τὰἴδια λόγια καὶ προσκυνοῦν τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, τὸν καλό μας Χριστό.
Σήμερα ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἁπλωμένηστὶς πέντε ἠπείρους καὶ ὅλος ὁ πολιτισμένος κόσμος πιστεύει σ’ αὐτή, γιατὶτελειότερη διδασκαλία ἀπὸ τὴ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου δὲ φάνηκε στὸν κόσμο κιοὔτε θὰ φανῆ.
Τὸ ἔργο ὅμως τῆς Ἐκκλησίας δὲν τελείωσε. ΤὸΕὐαγγέλιο ἁπλώνεται καὶ θὰ ἁπλώνεται, ὡς τὴν ποθητὴ ἡμέρα ποὺ ὅλοι οἱ ἄνθρωποιθὰ πιστέψουν σ’ αὐτό. Τότε μιὰ θὰ εἶναι ἡ ᾽Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ ἕνας ὁποιμένας της, «μία ποίμνη εἶς ποιμὴν», ὅπως προφητικὰ μᾶς εἶπε ὁ Χριστός μας.