Χριστιανοίεπίσκοποι στη Γερμανία, την Αυστρία και τη Ρωσία έχουν επικρίνει την κύρωση απότο Μεγάλο Μουφτή της Σαουδικής Αραβίας στις 15 Μαρτίου 2012 ενός φετφά που διατάσσει την κατεδάφιση όλων τωνχριστιανικών χώρων λατρείας στην Αραβική Χερσόνησο.
ΟΕπίσκοπος Ρόμπερτ Ζόλτιτς, πρόεδρος της γερμανικής επισκοπικής Διάσκεψης, θρηνείότι «ο Μουφτής δεν σέβεται τη θρησκευτική ελευθερία ούτε την ειρηνική συνύπαρξητων θρησκειών, ιδίως όσον αφορά τους αλλοδαπούς εργαζόμενους οι οποίοιλειτουργούν την οικονομία της Σαουδικής Αραβίας».
Τουλάχιστον3,5 εκατομμύρια χριστιανοί ζουν στην Αραβική Χερσόνησο. Πρόκειται κυρίωςγια εργάτες από την Ινδία και τις Φιλιππίνες, αλλά και μετανάστες από τη Δύση ήτην Ανατολή.
ΗΣαουδική μοναρχία απαγορεύει ήδη τιςεκκλησίες και τιμωρεί με φυλάκιση την άσκηση οποιασδήποτε μη μουσουλμανικήςλατρείας στο έδαφός της (εκτός από ειδικές ζώνες που προορίζονται για τουςΔυτικούς). Ο Σεΐχης Αμπντούλ Αζίζ Μπιν Αμπντουλάχ εξέδωσε αυτό τοθρησκευτικό διάταγμα για να ξεπεράσει τονέο Σύνταγμα του Κουβέιτ, το οποίο απαγορεύει την ανέγερση εκκλησιών στη χώρα. ΟΜεγάλος Σάουδας Μουφτής προορίζει τον φετβά του για τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα,το Κουβέιτ, το Ομάν, το Κατάρ, και προπαντός το Μπαχρέιν και την Υεμένη, όπουέχει αναπτυχθεί ο στρατός της Σαουδικής Αραβίας.
Τα δύο Ουαχαμπιτικά κράτη,το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας και το εμιράτο του Κατάρ, σκοπεύουν να επεκτείνουν το μοντέλο τηςθρησκευτικής δικτατορίας τους στο σύνολο του αραβικού κόσμου. Κατόπινεπίσημης αίτησης τους, οι Δυτικοί ανέτρεψαν τις κοσμικές κυβερνήσεις του Ιράκκαι της Λιβύης και προσπαθούν να κάνουν το ίδιο στη Συρία.
ΟιΜουσουλμάνοι θρησκευτικοί ηγέτες που συγκεντρώνονται στην παγκόσμια οργάνωσηΑλλάχ Αλ-Μπαΐτ στο Ιράν καταδίκασαν επίσης αυτόν τον φετφά. Σύμφωνα μεαυτούς, οι Σάουδες ουαχαμπίτες και σαλαφιστές μουφτήδες δεν αντιπροσωπεύουν τοΙσλάμ και δεν έχουν την νομιμότητα να εκδίδουν τέτοια διατάγματα.
ΗΣυνέλευση θεωρεί ότι μέσα από την ιστορία του, το Ισλάμ έχει συνυπάρξει με τουςΧριστιανούς και τους Εβραίους και ότι τέτοιος φετβάς δεν προωθήθηκε ποτέ, ούτεαπό τον προφήτη Μωάμεθ, ούτε από τους απογόνους του, ούτε από τους χαλίφηδες .
Απότην ίδρυσή του, ο χριστιανισμός ήταν πάντα παρόν και ολοκληρωμένος στον αραβικόκόσμο. Ήταν στη Δαμασκό που οι Χριστιανοί χώρισαν από τους Εβραίους για νασχηματίσουν τη θρησκεία τους. Κατά τον Μεσαίωνα, πάλεψαν με τουςσυμπατριώτες τους τους σταυροφόρους εισβολείς, θεωρώντας την άμυνα του εδάφουςσημαντικότερη από τον θρησκευτικό κοινοτισμό. Κατά τον 20ο αιώνα, το ΜπάαθικοΙράκ και η Συρία, ενώ συντριπτικά μουσουλμανικά, υιοθέτησαν κοσμικά καθεστώταγια να εξασφαλιστεί η πλήρη ιδιότητα του πολίτη των χριστιανικών μειονοτήτων.
Ησυνέλευση Αλλάχ Αλ-Μπαΐτ επέκρινε την σιωπή ορισμένων μουσουλμάνων σοφώνενώπιον των πρακτικών που «στρεβλώνουν την εικόνα του Ισλάμ», αλλάκαταδίκασε επίσης τις δυτικές κυβερνήσεις για την υποστήριξή τους σεεξτρεμιστικά σεκταριστικά θρησκευτικά ρεύματα.
ΣτοΙράκ, το Πακιστάν και το Ιράν, στη Λιβύη και τη Συρία, οι δυτικές δυνάμειςβασίζονται σε ένοπλες ομάδες που ανήκουν στην αίρεση των Ουαχαμπιτών ήτακφιριστικών ρευμάτων, μέσω των δικτύων της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ,για να αποσταθεροποιήσουν ανεξάρτητες κυβερνήσεις και για την στρατιωτικήυποστήριξη των επιχειρήσεων τους.
Καταπιέζονταςτους Χριστιανούς και ζητώντας την ανατροπή των πολυθρησκευτικών εθνών τουαραβικού κόσμου, οι θρησκευτικοί ηγέτες του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίαςείναι οι αντικειμενικοί σύμμαχοι του αμερικανοισραηλινού σχεδίου τηςαναδιαμόρφωσης της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής σύμφωνα με εθνοτικά καιθρησκευτικά κριτήρια, απαραίτητη προϋπόθεση για την στρατηγική της «Σύγκρουσηςτων Πολιτισμών».
Αυτόσυνεπάγεται πράγματι μια περιφερειακή αναδιάρθρωση, όπου το Ισραήλ πρέπει ναεμφανίζεται ως η «πολιτισμένη» και «δημοκρατική» χώρα, που μάχεται για την ίδιατην επιβίωσή της κατά «μουσουλμανικών» εξτρεμιστικών χωρών.
Υπάρχειόμως ένα μοναδικό εμπόδιο για την πώληση αυτού του μυθιστορήματος στη παγκόσμιακοινή γνώμη: η χριστιανική μειονότητα που ζει και παλεύει για αιώνες στο πλευρότων Μουσουλμάνων. Ως εκ τούτου, η απέλαση των Χριστιανών της Ανατολήςέγινε κοινός στόχος του αγγλοσαξονικού ιμπεριαλισμού, του σιωνισμού και τουουαχαμπισμού.