(Ιωαν. θ΄ 1-38) (Πραξ. Ιστ΄ 16-34)
Το φως της ζωής
«Ενίψατο, και ήλθε βλέπων»
Γεννήθηκε η ταλαιπωρημένη εκείνη ύπαρξη χωρίς να απολαμβάνει το θείο δώρο της όρασης. Άκουε μόνο για τις ομορφιές της φύσεως και η δοκιμασία του ήταν μεγαλύτερη γιατί δεν μπορούσε να έχει και θέαση εικόνων και πραγμάτων. Δεν μπορούσε να κοιτάξει ούτε το διπλανό του και η ζωή του ήταν ανυπόφορη, βυθισμένη στην κυριολεξία στο σκοτάδι.
Ο άνθρωπος αυτός, βέβαια, βίωνε οδυνηρά τη στέρηση της σωματικής όρασης. Πολύ όμως πιο τραγική ήταν σίγουρα η θέση των Φαρισαίων, οι οποίοι ήταν βυθισμένοι στο πνευματικό σκοτάδι, στο εφιαλτικό έρεβος της υποκρισίας τους. Είχαν ερμητικά κλειστά τα μάτια της ψυχής τους. Στην περίπτωσή τους ίσχυε ο λόγος του Ευαγγελιστή Ιωάννη, ο οποίος διαπιστώνει: «Το φως ελήλυθεν εις τον κόσμον, και ηγάπησαν μάλλον οι άνθρωποι το σκότος ή το φως».
Έβλεπε ψυχικά
Με την απουσία της σωματικής του όρασης ο τυφλός δεν μπορούσε να έχει αντίληψη των πραγμάτων. Ωστόσο, εκείνο που τελικά αποδείχθηκε στην πράξη ήταν ότι το φως των ματιών της ψυχής του τον βοηθούσε να κατανοεί βαθύτερα πραγματικότητες της ζωής. Αυτό συνέτεινε στο να κατανοήσει ότι αυτός που τον θεράπευσε δεν ήταν κάποιος θαυματοποιός. Ήταν «προφήτης». Πίστευε για τον Κύριο που τον θεράπευσε ότι ήταν «θεοσεβής». Ότι «πράττει το θέλημα του Θεού» και ότι «αν δεν ήταν απεσταλμένος από τον Θεό, δεν θα μπορούσε να κάνει απολύτως τίποτε, ούτε θαύματα ούτε οποιοδήποτε καλό».
Οι υγιείς...τυφλοί
Οι κατά τα άλλα υγιείς Φαρισαίοι, συλλαμβάνονταν σχεδόν κατά κανόνα να κρατούν ερμητικά κλειστά τα μάτια της ψυχής τους. Οι όχι αγαθές προθέσεις και διαθέσεις τους, τούς άφηναν αδιάφορους μπροστά στην αλήθεια και το αγαθό. Δυστυχώς και στις δικές μας μέρες είναι πολλοί εκείνοι που αρνούνται επίμονα να δεχθούν την αλήθεια της Εκκλησίας και κλείνονται στο εγώ τους. Δεν διαθέτουν την όραση της ψυχής για να αντικρίσουν την αλήθεια.
Έρχεται και σήμερα ο Χριστός για να μάς απαλλάξει από την «τυφλότητα» μας. Την παθογένεια που μάς προσβάλλει και δεν μας επιτρέπει να βλέπουμε καθαρά τις εικόνες της ζωής και της αλήθειας της. Ωστόσο, μάς αφήνει αδιάφορους η παρουσία του. Προτιμούμε να ζούμε στο σκοτάδι και να αρνούμαστε το αληθινό φως. Το λυτρωτικό του έργο δεν άγγιζε μόνο τους ανθρώπους μιας εποχής αλλά επεκτείνεται στους αιώνες και καταυγάζει το φως του όλους και όλα. Αρκεί να το δεχθούμε στη ζωή μας και να του προσφέρουμε κατάλυμα στην καρδιά μας.
Αγαπητοί αδελφοί, ο τυφλός πίστεψε στον Χριστό και ομολόγησε την Θεότητά του. Άφησε ανοικτή την ύπαρξή του για να δεχθεί τις ευεργετικές του ενέργειες και να βρει το φως του. Η σωματική τυφλότητα αφήνει κάποιους συνανθρώπους μας να έχουν τη δική τους δοκιμασία στη ζωή. Τα συμπτώματα όμως της ψυχικής τύφλωσης είναι πολύ πιο φοβερά γιατί δεν αφήνουν τον άνθρωπο να δεχθεί στη ζωή του την χαρά της αληθινής ζωής και τον αφήνουν να ασφυκτιά στις αναθυμιάσεις του θανάτου. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που έλεγε στους ψαλμούς του ο Δαβίδ: «Κύριε, φώτισον τους οφθαλμούς μου μήποτε υπνώσω εις θάνατον». Ας εμπιστευθούμε, λοιπόν, τον εαυτό μας στις αγκάλες του Χριστού, ώστε να πορευόμαστε μέσα από την ακτινοβολία του φωτός της θείας παρουσίας.
Χριστάκης Ευσταθίου (Θεολόγος) – Εκκλησία Κύπρου