Οι άγιοι μάρτυρες Ευστράτιος, Αυξέντιος,Ευγένιος, Μαρδάριος και Ορέστης
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Οιπέντε αυτοί μάρτυρες ήταν Καππαδόκες κατά το γένος, στα χρόνια τουΔιοκλητιανού, που σέβονταν από τους προγόνους τους τον Χριστό κατά τρόπο όμωςκρυφό. Ομολόγησαν με παρρησία κάποια στιγμή την πίστη τους, γι’ αυτό καιυποβλήθηκαν σε πολυειδή βασανιστήρια από τον ηγεμόνα Λυσία. Και οι μεν τρειςπέθαναν στα βασανιστήρια, ο δε Ευστράτιος και ο Ορέστης επέζησαν και στάλθηκανστη Σεβάστεια, στον διοικητή όλης της Ανατολής, τον Αγρικόλαο, ο οποίος διέταξενα ριχτούν στην πυρά, το 296, οπότε και τελειώθηκαν. Ήταν δε ο Ευστράτιοςάνδρας λόγιος και κάτοχος της ρητορικής τέχνης, πρώτος από τους αξιωματικούςτου Λυσία και με το αξίωμα του χαρτοφύλακα στην επαρχία του, αξίωμα που σταλατινικά λέγεται σκρινιάριος. Στο όνομα του αγίου Ευστρατίου επιγράφεται ηευχή που λέγεται στο μεσονυκτικό του Σαββάτου «Μεγαλύνων μεγαλύνω σε, Κύριε…»,όπως στον άγιο Μαρδάριο αποδίδεται η ευχή που λέγεται στην Γ΄ ώρα και αλλού«Δέσποτα Θεέ, πάτερ παντοκράτορ…».
«Ηπεντάχορδος λύρα και πεντάφωτος λυχνία», κατά την υμνογράφο αγία Κασσιανή, οιπέντε δηλαδή μάρτυρες που εορτάζουμε σήμερα: ο Ευστράτιος, ο Αυξέντιος, οΕυγένιος, ο Μαρδάριος και ο Ορέστης, χαρακτηρίζονται από τη θερμή αγάπη τουςπρος τον Κύριο. Η αγάπη τους αυτή, η τέλεια και απολύτως σταθερή, ήταν εκείνηπου αποτελούσε την κινητήρια δύναμη, προκειμένου να αντέξουν τα πάμπολλα είδημαρτυρίων που υπέστησαν, χωρίς να καμφθούν καθόλου. Κι αυτήν την αγάπη τους τηνέδειξαν, κατά τον υμνογράφο τους, όχι μόνο στην πράξη, με τα μαρτύριά τουςδηλαδή, αλλά και με τον λόγο τους: με την ομολογία της πίστεώς τους και τημαρτυρία ότι ο Χριστός είναι γι’ αυτούς ό,τι μπορεί να έχει αξία σ’ αυτήν τη ζωή.«Λόγοις και παθήμασι και πολυτρόποις στερήσεσι της ζωής επεδείξαντο, αγάπην οιάγιοι, την προς σε τελείαν, μη σαλευομένην…Κύριε». (Οι άγιοι επέδειξαν την προςΕσένα, Κύριε, τέλεια και σταθερή αγάπη, με τα λόγια και με τα παθήματα και τιςπολύτροπες στερήσεις της ζωής). Και: «Χριστός μοι, αντί πάντωνεστίν, ο Μαρδάριος διαπρυσίως εβόα, και πατρίς και σέβας και όνομα∙ υπόσου γαρ τούτο εξεπαιδεύθη, Ευστράτιε». (Ο Χριστός είναι για μένα τα πάντα,φώναζε δυνατά ο Μαρδάριος: και πατρίδα και αξία και όνομα. Διότι από σένα έμαθετούτο, Ευστράτιε).
Είναισυγκινητική η ομολογία αυτή του αγίου Μαρδαρίου, αλλά και των υπολοίπωνμαρτύρων, δεδομένου ότι μας αποκαλύπτει πως για τους αγίους ο Χριστός δεν είναικάτι στη ζωή τους, έστω και πολύ σημαντικό, αλλά τα πάντα. Είναι δηλαδή Εκείνοςπου προσδιορίζει την ύπαρξή τους και όλη την ψυχοσωματική τους οντότητα. Το «Χριστόςμοι αντί πάντων» αποτελεί την επιβεβαίωση αυτού που έλεγαν όλοι οι άγιοιμάρτυρες, οι οποίοι σε κάθε ερώτηση του ανακριτή και του δημίου τους απαντούσανμε το «Χριστιανός ειμι», όπως και τη συνεπή συνέχεια της ομολογίας τουαποστόλου Παύλου, που διαλαλούσε το «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» και «εμοί τοζην Χριστός». Για τους χριστιανούς επομένως η όποια αξία της ζωής είναι αξίαστον βαθμό που σχετίζεται με τον Χριστό, όπως και η αυτοσυνειδησία τους, ηταυτότητά τους εξαρτάται απολύτως και αποκλειστικά από Εκείνον.
Ηαγάπη τους προς τον Κύριο, είπαμε, εκφραζόταν και με τον λόγο. Πράγματι, οιυμνογράφοι (διότι είναι περισσότεροι του ενός) της ακολουθίας των αγίωνεπανέρχονται «πάλιν και πολλάκις» στο εκ Θεού χάρισμα του λόγου τους, κατεξοχήνδε στη φιλοσοφική και ρητορική δεινότητα του αγίου Ευστρατίου. «Ρητορικοίςέπεσιν ο Χριστού στρατιώτης τους ανόμους κατέπληξεν» (Με ρητορικά λόγια οστρατιώτης του Χριστού κατέπληξε τους άνομους), και «Τον εν τη θεία σοφίααναφανέντα φιλόσοφον και εν τω κάλλει των λόγων αποδειχθέντα ρήτορα, τον ενμάρτυσιν μέγαν Ευστράτιον» (Τον μεταξύ των μαρτύρων μεγάλο Ευστράτιο, πουαναδείχτηκε φιλόσοφος με τη θεία σοφία και αποδείχτηκε ρήτορας με το κάλλος τωνλόγων), θα πει ο άγιος Γερμανός, ένας από τους εγκωμιαστές του αγίουΕυστρατίου. «Ρητόρων ευγλωττότερος» ή «τον ρήτορα Ευστράτιον» θα σημειώσειαλλού άλλος υμνογράφος του. Κι είναι ιδιαιτέρως σημαντική η επιμονή αυτή τωνυμνογράφων, διότι φανερώνει - ιδίως για την εποχή μας που είναιεποχή πληθωρισμού λόγων χωρίς αντίκρισμα, συνεπώς μία αργολογία και ματαιολογία- ότι τότε έχουν σημασία τα λόγια, όταν αφενός αναφέρονται στην ίδιατην αλήθεια, που λειτουργεί σαν μαχαίρι απέναντι στο ψεύδος («Και του εχθρούαρπάσας των λόγων την μάχαιραν, εν αυτή απέτεμες του ψεύδους την ένστασιν»,δηλαδή: άρπαξες από τον εχθρό το μαχαίρι των λόγων και με αυτό απέκοψες τηναντιλογία του ψεύδους), αφετέρου επιβεβαιώνονται από την ίδια τη ζωή που φτάνειμέχρι το μαρτύριο. Ο άγιος Ευστράτιος δηλαδή, όπως και οι άλλοι, χρησιμοποίησαντον λόγο, για να ομολογήσουν Χριστό. Και υπομνημάτισαν τον λόγοτους, άρα και την αλήθεια του λόγου αυτού, με τα αθλητικά στίγματά τους. «Ρητορικοίςέπεσιν…τους ανόμους κατέπληξεν, αθλητικοίς στίγμασι του εχθρού τας δυνάμειςανδρικώς ετροπώσατο, Ευστράτιος ο ένδοξος και στερρός αθλοφόρος». (Με ρητορικάλόγια κατέπληξε τους άνομους, με τα στίγματα στο σώμα του από την άθληση τουμαρτυρίου του κατατρόπωσε τις δυνάμεις του εχθρού, ο ένδοξος και δυνατόςαθλοφόρος Ευστράτιος).
Έτσιοι άγιοί μας έδειξαν με τη ζωή τους ότι η θεολογία της Εκκλησίας μας κινείταιόχι κατά τρόπο αριστοτελικό, δηλαδή με βάση την ανθρώπινη φιλοσοφία, όσοσπουδαία κι αν είναι αυτή, αλλά κατά τρόπο αλιευτικό, δηλαδή με ό,τι κήρυξανκαι δίδαξαν οι μάρτυρες του Χριστού, άγιοι απόστολοι. Είναι πολύ ωραία ηεμμελής καταγραφή της παραπάνω αλήθειας από την αγία και πάλι Κασσιανή στοδοξαστικό των αποστίχων του όρθρου: «Υπέρ την των Ελλήνων παιδείαν, την τωνΑποστόλων σοφίαν προέκριναν οι άγιοι Μάρτυρες, τας βίβλους των ρητόρωνκαταλείψαντες, και ταις των αλιέων ενδιαπρέψαντες∙ εκεί μεν γαρ ευγλωττίαρημάτων∙ εν δε ταις των αγραμμάτων θεηγορίαις, την της Τριάδος εδιδάσκοντοθεολογίαν». (Οι άγιοι μάρτυρες προτίμησαν τη σοφία των Αποστόλων παραπάνω απότην παιδεία των Ελλήνων, γι’ αυτό άφησαν κατά μέρος τα βιβλία τωνρητόρων και ασχολήθηκαν αποκλειστικά με τα βιβλία των αλιέων. Διότι στα πρώταυπάρχει ευγλωττία απλών λόγων, ενώ στα θεία λόγια των αγραμμάτων διδάσκονταν τηθεολογία της αγίας Τριάδος). Η ίδια μάλιστα αγία υμνογράφος δίνει μ’ έναν πολύδυνατό στίχο της το στίγμα των σημερινών αγίων και τη θέση που έχουν στην Εκκλησία.«Χαίροις ο ισάριθμος χορός των φρονίμων Παρθένων» εγκωμιάζει. Νομίζουμε ότι πιοάμεση αποτίμηση της αγιότητάς τους από τον παραλληλισμό αυτό με τι φρόνιμεςπαρθένους που εισήλθαν στον νυμφώνα με τον νυμφίο Χριστό, δεν θα μπορούσε ναυπάρξει.