Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως
«Αυτόςγαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών»
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
α. Ένα παράδοξο ευαγγελικό ανάγνωσμα,στο μεγαλύτερο τμήμα του, είναι το σημερινό της Κυριακής προ της ΧριστούΓεννήσεως. Μία πληθύς ονομάτων, ένα γενεαλογικό δένδρο, από τον Αβραάμ μέχρικαι τον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Γιατί αυτό; Γιατί ηΕκκλησία μας δεν χρησιμοποίησε μόνο τα σχετικά με τη Γέννηση του Κυρίου, ή,ακόμη πιο πίσω, γιατί ο Ευαγγελιστής θεώρησε αναγκαία την προ του Ιησού Χριστούκαταγραφή της γενεαλογίας Του; Κι η απάντηση βεβαίως είναι ότι αφενός διά τηςκαταγραφής αυτής τονίζεται με σαφήνεια ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστόςδεν ήλθε ως «από μηχανής Θεός», αλλά ως Εκείνος που είναι κανονικότατοςάνθρωπος, «τέλειος άνθρωπος» εκτός από Θεός βεβαίως, άρα έχει συγκεκριμένηανθρώπινη καταγωγή, και μάλιστα ιουδαϊκή, αφετέρου μαρτυρείται η προετοιμασίαπου ο Τριαδικός Θεός έκανε μέχρι να έρθει ο Υιός και Λόγος του Θεού ως άνθρωποςστον κόσμο. Απαρχής δηλαδή ο Θεός προφήτεψε τον ερχομό Του στον κόσμο, ήδη μετάτην πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία διά του λεγομένου Πρωτευαγγελίου, κάτι πουδιαρκώς ανανέωνε με την αποστολή των προφητών και την επιλογή ανά γενεέςεκείνων που θα κρατούσαν αυτήν την υπόσχεση. Και ο ερχομός Του αυτός θα σήμαινετην απαλλαγή των ανθρώπων από την αιτία της απομάκρυνσής τους από Εκείνον, τηνίδια την αμαρτία: ό,τι ο άγγελος Κυρίου αναφέρει με τον λόγο του: «Αυτός γαρσώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών».
β. 1. Η αναφορά στην αμαρτία, από τηνοποία θα απάλλασσε τον λαό Του ο Ιησούς, δεν είναι ως έννοια κάτι το απλό.Υπάρχουν άνθρωποι, και χριστιανοί ακόμη, που ως αμαρτία εννοούν απλώς μίαπαράβαση ενός νόμου, μία απόκλιση από κάτι που θεωρείται ως απλός κανόνας, αλλάπου δεν συνιστά κάτι σοβαρό και δεν αλλοιώνει αυτό που είναι ο άνθρωπος.Υπάρχουν άλλοι, οι οποίοι προεκτείνουν την παραπάνω θεώρηση, ισχυριζόμενοι ότιμε την απόκλιση αυτή ο άνθρωπος αποδεικνύει την ελευθερία και την «βέβαιη»περπατησιά του στον κόσμο, διότι ακριβώς αυτός καθορίζει την πορεία του,έχοντας και την ευθύνη της πορείας του σ’ αυτόν, λοιπόν μπορεί καινα υπερηφανευτεί για το πόσος ανεξάρτητος είναι. Και βεβαίως υπάρχουν καιεκείνοι, οι οποίοι διακωμωδούν την έννοια της αμαρτίας, διότι πιστεύουν αφενόςότι αυτή είναι κατασκεύασμα των παπάδων, αφετέρου ότι οι ίδιοι είναι εκείνοιπου θα κρίνουν το σωστό ή το λάθος, θεωρώντας ασφαλώς ως σωστό αυτό που θαικανοποιεί τις επιθυμίες και τις ορέξεις τους. Σ’ αυτήν την περίπτωση το «φάγωμεν,πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν» είναι το σύνθημα της ζωής τους.
2. Δεν πρόκειται να κρίνουμε τιςαντιλήψεις αυτές, διότι ενώ υφίστανται, φανερώνουν ότι αυτοί που τιςαποδέχονται δεν έχουν καμία ουσιαστική σχέση με την πίστη του Χριστού και τηςΕκκλησίας. Πρόκειται για αντιλήψεις που κυμαίνονται μεταξύ της ιουδαϊκήςθεώρησης των πραγμάτων μέχρι και της ίδιας της αθεΐας. Για τους χριστιανούςόμως, που έχουν στοιχειώδη επίγνωση της πίστεώς τους, η έννοια της αμαρτίαςέχει ένα τεράστιο βάθος, ανάλογο με την εικόνα που έχει κανείς και για τον Θεό,κάτι που σημαίνει ότι και η κατανόησή της δεν εκλαμβάνεται κατά τρόπο στατικό,αλλά βαίνει αυξομειούμενη: μικρή επίγνωση του Θεού και σχέση μαζί Του, μικρήαίσθηση και της αμαρτίας∙ μεγαλύτερη επίγνωση του Θεού, μεγαλύτερη και ηαίσθηση αυτής. Αυτό συμβαίνει διότι Θεός και αμαρτία βρίσκονται σε αντιθετικήκατάσταση – «ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν» - συνεπώς η στροφή προςτον Θεό δημιουργεί και την αποστροφή από την αμαρτία, όπως και η στροφή προςτην αμαρτία και το φρόνημα του κόσμου δημιουργεί και την αποστροφή από τον Θεόκαι το άγιο θέλημά Του. Από την άποψη αυτή είναι ευνόητο γιατί πολλοί άνθρωποιδεν θέλουν τον Θεό στη ζωή τους: διότι έχουν «αγκαλιάσει» καρδιακά την αμαρτία,δηλαδή τα πάθη τους, οπότε σπεύδουν να διαγράψουν τον Θεό, για να μην υπάρχεικανείς έλεγχος στις πονηρές πράξεις τους. Ώστε η αθεΐα έχει στην πραγματικότηταπρακτικό χαρακτήρα: η ίδια η ζωή φανερώνει ή όχι την ύπαρξή της. Ο άγιοςΙωάννης ο Θεολόγος είναι παραπάνω από σαφής στη διευκρίνιση της αλήθειας αυτής. «Ειςτα ίδια ήλθεν (ο Λόγος του Θεού) και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον. Ήν γαρ πονηράαυτών τα έργα».
3. Η αμαρτία έτσι, ως ουσιαστικήδιαγραφή του Θεού, λειτουργεί ως διαστροφή του ανθρώπου, ψυχικά και σωματικά.Αν ο Θεός είναι η ζωή του ανθρώπου, όπως πράγματι είναι - «Εγώ ειμιο Ων», λέει η Αποκάλυψη του Θεού – απομάκρυνση από Αυτόν σημαίνει μετάβαση προςτον θάνατο. Και όντως: ο λόγος της Γραφής με αυτόν τον τρόπο κατανοεί αυτό πουσυνέβη στον άνθρωπο με την επανάστασή του κατά του Δημιουργού του: ο άνθρωποςδιαστράφηκε και αλλοιώθηκε, γέμισε σκοτάδι η εικόνα του Θεού μέσα του και έχασετην προοπτική του: το καθ’ ομοίωσιν, να γίνει και αυτός ένας μικρός Θεός. Διότιμην ξεχνάμε ότι ο Θεός τον άνθρωπο τον δημιούργησε "κατ’ εικόνα καικαθ’ ομοίωσιν» Αυτού. Δηλαδή να έχει χαρίσματα δικά Του, ώστεκαλλιεργώντας αυτά εν υπακοή προς Εκείνον, να αναπτυσσόταν προς το καθ’ ομοίωσιν.Δεν το έκανε ο άνθρωπος, αλλοιώθηκε έτσι η εικόνα του Θεού σ’ αυτόν, έχασε τηνπροοπτική και τον προορισμό του. Η αμαρτία συνεπώς δεν είναι μία απλή παράβασηούτε και «παιχνίδι» για να γελά ο άφρων και μωρός άνθρωπος. Όπως μπορούμε ναγελάμε με εκείνον που ενώ ήταν πολύ όμορφος στα χαρακτηριστικά του προσώπουτου, η ομορφιά του χάθηκε εντελώς από μία πυρκαγιά ή ένα μεγάλοτραυματισμό, άλλο τόσο και περισσότερο μπορούμε να «γελάμε» με την όποιααμαρτία μας.
4. Σ’ αυτήν την αλλοιωμένη από πλευράςπνευματικής κατάσταση της αμαρτίας, με τα γνωρίσματα της φθοράς και τουθανάτου, όπως και της βαθειάς θλίψης και μελαγχολίας που την συνοδεύουν – δενείναι τυχαίο ότι η έρευνα των αρχαιοελληνικών κειμένων έχει καταλήξει στοσυμπέρασμα ότι αυτά διαπνέονται στο βάθος τους από μία πράγματι μελαγχολία καιθλίψη, αφού κυριαρχούνται από την εξουσία του θανάτου – έρχεται ο Χριστός. Τομήνυμα του αγγέλου ότι «Αυτός θα σώσει τον λαό Του από τις αμαρτίες τους» είναιό,τι πιο παρήγορο είχε και έχει ακουστεί ποτέ στην ανθρωπότητα. ΟΧριστός είναι ο Ιησούς, ο Σωτήρας των ανθρώπων, Αυτός που είχεπροαναγγελθεί από τους προφήτες, ακριβώς για να αποκαταστήσει τον άνθρωπο απότην πτώση του, με όλα τα αρνητικά αποτελέσματά της, τη φθορά, όπως είπαμε, καιτον θάνατο. Κι Αυτός ο Χριστός δεν ήταν ένας κοινός άνθρωπος, αλλά ο Ίδιος οΥιός και Λόγος του Θεού, ο ένας της Τριάδος, που με την κοινή ενέργεια Αυτής,σαρκώνεται, ενανθρωπίζεται, γίνεται ένας από εμάς. «Εν αρχή ην ο Λόγος και οΛόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος…Και ο Λόγος σαρξ εγένετο καιεσκήνωσεν εν ημίν». Με τον ερχομό Του προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση,γενόμενος ο «Εμμανουήλ, ο εστιν μεθερμηνευόμενον μεθ’ ημών ο Θεός», τηνκανονική και αναμάρτητη όμως, την μη αλλοιωμένη από την αμαρτία – «τέλειος Θεόςκαι τέλειος άνθρωπος χωρίς αμαρτίας», κατά τη διατύπωση της ΟικουμενικήςΣυνόδου – ώστε καθένας που θα εντασσόταν σε Αυτόν διά της πίστεως ναεπανερχόταν στα φυσιολογικά του πλαίσια, δηλαδή να καθαριζόταν από την αμαρτία,να εύρισκε τον φωτισμό της εικόνας του Θεού μέσα του και να ανοιγόταν γι’ αυτόνκαι πάλι η χαμένη προοπτική: το καθ’ ομοίωσιν. Και αυτό ξεκίνησε μετη Γέννηση του Υιού και Λόγου του Θεού και αποκορυφώθηκε με τηΣταύρωση και την Ανάστασή Του. Πάνω στον Σταυρό ιδίως ο Χριστός «κατήργησε τοσώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς εις την αμαρτίαν». Κι η ΑνάστασήΤου το διατράνωσε, ως νίκη πια απέναντι στον θάνατο.
Από την άποψη αυτή η Γέννηση τουΧριστού έχει άμεση αναφορά στο Πάθος και την Ανάστασή Του, γι’ αυτό και ηΓέννα Του συνιστά την απαρχή του Πάθους, κάτι που φαίνεται εποπτικά και στηβυζαντινή εικόνα της Γεννήσεως, όπου ο Κύριος ως βρέφος είναι τοποθετημένοςπάνω σε λάρνακα αντί φάτνης, όπως και στην εικόνα της Παναγιάς του Χάρου, κατάτην οποία η Παναγία κρατά αντί του μικρού Χριστού έναν μικρό Εσταυρωμένο.
5. Διατυπώνοντας τα παραπάνω και πάλι:αφενός ο Θεός έγινε άνθρωπος για να κάνει τον άνθρωπο Θεό: «άνθρωπος γίνεταιΘεός, ίνα Θεόν τον άνθρωπον απεργάσηται» - ό,τι, όπως είπαμε, ήταν η απαρχήςπροοπτική του – αφετέρου καταργηθείσης της αμαρτίας καταργήθηκε και τοαποτέλεσμά της, ο θάνατος, πνευματικός και σωματικός, όπως και εκείνος πουσυνέτεινε στην απομάκρυνση από τον Θεό, ο διάβολος. Η σωτηρία με άλλα λόγια πουέφερε ο Χριστός ήταν και είναι σωτηρία ναι μεν από την αμαρτία, αλλά και απότον θάνατο και τον διάβολο. Και μπορεί βεβαίως να συνεχίζουμε να αμαρτάνουμε,μπορεί να πεθαίνουμε σωματικά, μπορεί να δρα και να μας επηρεάζει ο διάβολος,όμως στην ουσία όλα αυτά έχουν ξεπεραστεί και ηττηθεί: και η αμαρτία δενλειτουργεί αναγκαστικά, όπως πριν – αμαρτάνουμε πια, γιατί εμείς, οιβαπτισμένοι και ενωμένοι εννοείται με τον Χριστό, θέλουμε να αμαρτάνουμε – καιο θάνατος υφίσταται ακόμη, αλλά προσωρινά – η ανά πάσα στιγμή έλευση τουΧριστού θα σημάνει την ανάσταση των σωμάτων – και ο διάβολος ενεργεί, γιατίεμείς χαλαρώνοντας πνευματικά του δίνουμε δίοδο επιρροής επάνω μας.
γ. Τα Χριστούγεννα ουσιαστικά έφτασαν.Η παρηγοριά που δίνει η Γέννηση του Χριστού, με τον τρόπο που είπαμε, είναιπραγματική και προσιτή στον καθένα. Το μόνο που απαιτείται για να νιώσει κανείςτην προσφορά αυτή του Θεού είναι η εν πίστει μετάνοιά του. Το απλωμένο χέρι τουΘεού ζητεί και τη δική μας ανταπόκριση. Και μετάνοια σημαίνει να πιστέψουμε ότιη αγάπη Του είναι μεγαλύτερη από τις αμαρτίες μας, να δεχτούμε ότι η ζωή μαζίΤου είναι απείρως καλύτερη από αυτήν που ζούμε χωρίς Αυτόν. Η κατάθεση τωναμαρτιών μας, η εξομολόγησή μας στο μυστήριο της μετανοίας, εκεί πουπροσφέρεται η βαριά και βρώμικη καρδιά μας σ’ Εκείνον, ώστε να την πάρει και νατην ξεπλύνει, κάτι που κατεξοχήν ολοκληρώνεται στο μυστήριο της ΘείαςΕυχαριστίας, θα είναι το ωραιότερο δώρο που μπορούμε να Τουπροσφέρουμε για ό,τι Εκείνος έκανε και κάνει για εμάς. Θα έχουμε το κουράγιο ναΤου προσφέρουμε τις αμαρτίες μας; Θα γιορτάσουμε δηλαδή αληθινά Χριστούγεννα;