«ΠΕΡΙΤΟΜΗΝΘΕΛΗΣΕΙ ΚΑΤΑΔΕΧΗ ΣΑΡΚΙΚΗΝ»
(Θεολογικόσχόλιο στην εορτή της Περιτομής του Κυρίου)
Η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου δεν είναι κάποιο αφηρημένο θεωρητικό σχήμα,ούτε κάποια μυθοπλασία κάποιου ευφάνταστου μυθογράφου, αλλά πραγματικό γεγονός,το οποίο έλαβε χώρα σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο (Γαλ.4,4). Η μεγάληδεσποτική εορτή της Περιτομής του Κυρίου μας υπενθυμίζει αυτή την μεγάληαλήθεια και τονίζει ιδιαίτερα την πραγματική ανθρώπινη φύση, την οποία εκώνενδύθηκε, για χάρη της δικής μας σωτηρίας.
Η καθιέρωση του εορτασμού της Περιτομής του Κυρίου από την Εκκλησία,συνέτεινε αναμφίβολα η δράση κάποιων αιρετικών κύκλων της αρχαίας Εκκλησίας, οιοποίοι αρνούνταν την πραγματικήενανθρώπηση του Θεού Λόγου και δίδασκαν την μη πραγματική ενανθρώπηση του ΘεούΛόγου. Τέτοιοι υπήρξαν οι αιρετικοί δοκήτες, οι οποίοι δίδασκαν την κακοδοξίαότι δήθεν η ενανθρώπηση του Χριστού έγινε φαινομενικά, «κατά δόκησιν», όπωςτόνιζαν. Αυτοί μαζί με τους μαρκιωνίτες, τους μανιχαίους και άλλους αιρετικούς,όλοι τους πρόδρομοι των αιρετικών Μονοφυσιτών του 5ου αιώνα, επιχείρησαν νανοθεύσουν την αλήθεια της Εκκλησίας μας.
Η Εκκλησία μας μεταχειρίστηκε κάθε μέσον ναπροασπίσει την άπαξ αποκαλυφθείσα και παραδοθείσα αλήθεια (Ιουδ.3). Ακόμα και εορτές καθιέρωσε για να περιχαρακώσει τιςύψιστες και σωτήριες αλήθειές Της. Είναι ιστορικά βεβαιωμένο πως οι εορτές των Χριστουγέννων, της Περιτομήςκαι των Θεοφανείων καθιερώθηκαν από την ανάγκη του αντιαιρετικού αγώνα τηςΕκκλησίας μας και κατόπιν έλαβαν εορταστικό χαρακτήρα, όπως εμείς τιςβιώνουμε σήμερα.
Η περιτομή ήταν μια πρακτική συνηθισμένη σεπολλούς λαούς της αρχαιότητας. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως πρώτοι που έκανανπεριτομή στα άρρενα τέκνα τους ήταν οι Αιθίοπες και οι Αιγύπτιοι, κυρίως γιαλόγους υγιεινής (Ηροδ.Ιστ.Β΄,104). Ιστορικά ίσως οι Εβραίοι πήραν την συνήθειααυτή από τους Αιγυπτίους. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη όμως την περιτομήθέσπισε ο Ίδιος ο Θεός κατά παραγγελία Του στον πιστό Αβραάμ, ως μια πράξηδιαφοροποιήσεως των απογόνων του από τους άλλους λαούς, ώστε μέσω αυτών ναυλοποιηθεί το σχέδιο της σωτηρίας του κόσμου. «Αύτη η διαθήκη, ην διατηρήσεις,ανά μέσον εμού και υμών και ανά μέσον του σπέρματός σου μετά σε εις τας γενεάςαυτών΄ περιτμηθήσεται υμών παν αρσενικόν, και περιτμηθήσεθε την σάρκαν τηςακροβυστίας υμών, και έσται εις σημείον διαθήκης ανά μέσον εμού και υμών. Καιπαιδίον οκτώ ημερών περιτμηθήσεται υμίν» (Γεν.17,12).
Η περιτομή όλων των αρένων νηπίων γινόταναπό τον πατέρες τους ή από ειδικούς στην περιτομή που ονομάζονταν mohel, τηνογδόη ημέρα από τη γέννησή τους, όπως είχε διατάξει ο Θεός. Γινόταν στα σπίτιατων νηπίων ή συχνότερα στις συναγωγές ενώπιον συγγενών και φίλων. Η τελετουργίατης περιτομής ήταν για τους Ιουδαίους της εποχής εκείνης μεγάλης σπουδαιότηταςγεγονός. Το παιδί που περιτέμνονταν θεωρούνταν πια μέλος του λαού του Θεού,τηρητής της διαθήκης, η οποία συνήφθη μεταξύ του Θεού και του Αβραάμ (Γεν,17,12).Ο περιτετμημένος ήταν υποχρεωμένος να τηρεί τις διατάξεις του Νόμου και είχε τοαποκλειστικό δικαίωμα να εορτάζει το Πάσχα, σε αντίθεση με τους απερίτμητους,οι οποίοι δεν είχαν αυτό το δικαίωμα.
Μαζί με την περιτομή γινόταν και ηονοματοδοσία. Η τελετουργία της περιτομής ήταν κάτι σαν το χριστιανικόβάπτισμα, του οποίου υπήρξε τύπος. Όπως ο περιτετμημένος γινόταν μέλος του λαούτης Διαθήκης, ξεχωριστός από τους μη περιτετμημένους, έτσι και ο βαπτισμένοςαναγεννιέται και γίνεται άγιος, ξεχωριστός, μέλος της Εκκλησίας του Χριστού,προορισμένος να κληρονομήσει τη βασιλεία του Θεού (Ρωμ.6,4).
Σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Λουκά, τηνογδόη ημέρα από τη γέννηση του Κυρίου, ο Ιωσήφ και η Μαρία τήρησαν τη μωσαϊκήεντολή της περιτομής. Με λακωνικό τρόπο ο ιερός ευαγγελιστής αναφέρει πως «ότεεπλήσθησαν αι ημέραι του περιτεμείν το παιδίον, και εκλήθη το όνομα αυτούΙησούς, το κληθέν υπό του αγγέλου προ του συλληφθήναι αυτόν εν τη κοιλία»(Λουκ.2,21). Ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος αναφέρει την πληροφορία ότι την περιτομήτου Κυρίου έκαμε ο μνήστωρ Ιωσήφ. Επίσης ο άγιος Επιφάνειος Κύπρου αναφέρει πωςη περιτομή έγινε στο Σπήλαιο της Γεννήσεως. Βεβαίως ο ιερός ευαγγελιστήςαποσιωπά κάθε λεπτομέρεια από την τελετή αυτή, διότι προφανώς δεν έχουν να μαςπροσφέρει, σύμφωνα με τους Πατέρες, όφελος για τη σωτηρία μας.
Την Εκκλησία μας δεν ενδιέφερε αυτήκαθ’ εαυτή η εκπλήρωση αυτής της νομικής διάταξης του μωσαϊκού νόμου από τονΚύριο. Την ενδιέφερε κυρίως να τονισθεί, δια της περιτομής Του, και νααποδειχθεί, η πραγματική ανθρώπινη φύση Του, την οποία αρνούνταν οι αιρετικοί.Ο θεόπνευστος ευαγγελιστής συμπεριέλαβε στο ευαγγέλιό του και το γεγονός τηςπεριτομής για να μπορεί η Εκκλησία να αποκρούει κάθε δοκητική, μανιχαϊστική καιμονοφυσιτική κακοδοξία.
Η μη παραδοχή της ορθοδόξου διδασκαλίας τηςΕκκλησίας μας, περί της αληθινούς ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού,εκθεμελιώνει κυριολεκτικά ολόκληρο το οικοδόμημα της εν Χριστώ απολυτρώσεως τουανθρωπίνου γένους. Αν δεν έγινε πραγματικά η σάρκωση του Λυτρωτή δεν έχουμεπραγματική σωτηρία, ο Χριστός δεν είναι πραγματικός σωτήρας, αλλά ένας από τουςπολλούς ιδρυτές θρησκειών της ανθρωπότητας. Το πρόβλημα αυτό απασχόλησε έντονατην Εκκλησία τον 5ο αιώνα, όταν ο αρχιμανδρίτης Ευτυχής από τηνΚωνσταντινούπολη αρνούνταν την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Για το λόγο αυτόσυγκλήθηκε η Δ΄ εν Χαλκηδόνι Οικουμενική Σύνοδος, το 451.
Ο Υιός και Λόγος του Θεού είναι ο φυσικόςΥιός του Θεού, απόρροια της δικής Του φύσεως. Γεννήθηκε προπάντων των αιώνωναπό τον Πατέρα, όπως μας βεβαιώνει ξεκάθαρα η αγία Γραφή. «Υιός μου ει συ εγώσήμερον γεγέννηκά σε» (Εβρ.1,5) είπε, δια του Ψαλμωδού ο Θεός Πατέρας, στο ΘεόΥιό. Η προαιώνια βουλή του Θεού αποφάσισε να αποστείλει τον Λόγο στον κόσμο ωςσωτήρα του από τη φθορά της αμαρτίας και του θανάτου. Έτσι, «ότε ήλθε τοπλήρωμα του χρόνου» (Γαλ.4,4), ο Λόγος, δια της Παρθένου Μαρίας, προσέλαβε τηνανθρώπινη φύση και αφού την καθάρισε από τους ρίπους της αμαρτίας, την αναδημιούργησεκαι την επανέφερε στην προπτωτική της κατάσταση, την έκαμε δική Του φύση, χωρίςνα αφήσει ούτε στιγμή τη θεία φύση Του. Ένωσε ασύγχυτα και αρμονικά τις δύοφύσεις στο θεανδρικό Του πρόσωπο. Έγινε ο Θεάνθρωπος. Η ένωση των δύο φύσεωνστο πρόσωπο του Λυτρωτή σημαίνει αντικειμενική πραγμάτωση της σωτηρίαςμας.
Η ενανθρώπηση του Λόγου όμως είναι γεγονόςασύλληπτης αυτοταπείνωσής Του. «Ενμορφή Θεού υπάρχων … εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπωνγενόμενος, και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοοςμέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού»
(Φιλιπ.2,7). Εάν δεν δούμε το μυστήριο τηςθείας συγκαταβάσεως υπό το πρίσμα της άμετρης αγάπης του Θεού για το πλάσμα Τουτον άνθρωπο, αποτελεί αυτό το μεγαλύτερο σκάνδαλο όλων των εποχών. Τοαρχαιοελληνικό αξίωμα «Θεός, ανθρώποις ου μείγνηται», πολλώ δε μάλλον ηανθρωποποίηση Θεού αποτελεί ορθολογικά τη χειρότερη μωρία της ιστορίας. Όμως ηαγαθότητα και φιλανθρωπία του Θεού υπερέβη όλα τα διαχωριστικά με τηνανθρωπότητα. Έκαμε τη μεγάλη κίνηση και ταπείνωσε τον Υιό Του και τον έκαμεάνθρωπο, προκείμενου να σωθεί το ανθρώπινο γένος. Κατέβηκε Αυτός στα ανθρώπιναπλαίσια, μέχρι και της κατάστασης του θανάτου για να αναστήσει τον άνθρωπο απότην κατάσταση της πνευματικής νεκρώσεως και να τον ανεβάσει τον άνθρωπο σταουράνια του θρόνου Του.
Όσο καιρό ο σαρκωμένος Λόγος βρισκόταν στηγη, ταυτόχρονα ως Θεός βρισκόταν και στον ουρανό. Βρισκόταν παντού, ως πανταχούπαρών, διότι με την πρόσληψη της ανθρωπίνης φύσεως δεν αποποιήθηκε τη θεία φύσηΤου. Σε αυτήν Του την διπλή ιδιότητα, ως αληθινού Θεού και αληθινού ανθρώπου,έγκειται και το γεγονός του αληθινού σωτήρα. Σώζει ως αληθινός Θεός με το ότιέγινε αληθινός άνθρωπος, καθ’ ότι προσέλαβε πραγματικά την ανθρώπινη φύση καιτην έσωσε στο πρόσωπό Του. Κάθε παρέκκλιση από αυτή την αλήθεια αποτελεί αίρεσηγια την Εκκλησία μας. Ο Νεστοριανισμός είχε αρνηθεί τη θεία φύση του Χριστούκαι ο Μονοφυσιτισμός είχε αρνηθεί την ανθρώπινη φύση του Χριστού. Και οι δυοαυτές δογματικές παρεκτροπές καταδικάστηκαν από την Γ΄ και Δ΄ ΟικουμενικέςΣυνόδους, ως εκτροπή από την αλήθεια και ως έχοντες σοβαρότατες σωτηριολογικέςσυνέπειες. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης τόνισε ιδιαίτερα πως «οι μη ομολογούντεςΙησούν Χριστόν ερχόμενον εν σαρκί΄ ούτος εστιν ο πλάνος και ο αντίχριστος» (Β΄Ιωάν.7).
Αξίζει να αναφέρουμε δύο αποσπάσματα απότους δογματικούς όρους των αναφερόμενων αγίων Συνόδων, για να δούμε τηθεολογική σαφήνεια της Εκκλησίας μας για το μεγάλη αυτή αλήθεια: «… Ομολογούμεντοιγαρούν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, Θεόντέλειον και άνθρωπον τέλειον εκ ψυχής λογικής και σώματος … ομοούσιον τω Πατρίτον αυτόν κατά την θεότητα, και ομοούσιον ημίν κατά την ανθρωπότητα. Δύο γαρφύσεων ένωσις γέγονεν΄ δι’ ο ένα Χριστόν, ένα υιόν, ένα κύριον ομολογούμεν» (Γ΄Οικουμ.Σύνοδος, Έκθεσις Πίστεως των Διαλλαγών). Και «Επόμενοι τοίνυν τοιςαγίοις Πατράσιν ένα και τον αυτόν ομολογούμεν Υιόν τον Κύριον ημών ΙησούνΧριστόν συμφώνως άπαντες εκδιδάσκομεν, τέλειον τον αυτόν εν θεότητι και τέλειοντον αυτόν εν ανθρωπότητι, Θεόν αληθώς και άνθρωπον αληθώς τον αυτόν εκ ψυχήςλογικής και σώματος, ομοούσιον τω Πατρί κατά την θεότητα, και ομοούσιον ημίντον αυτόν κατά την ανθρωπότητα … ένα και τον αυτόν Χριστόν, υιόν, κύριον,μονογενή, εν δύο φύσεσιν ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως γνωρίζομεν,ουδαμού της των φύσεων διαφοράς ανηρημένης δια την ένωσιν, σωζομένης δε μάλλοντης ιδιότητος εκατέρας φύσεως και εις εν πρόσωπον και μιαν υπόστασινσυντρεχούσης, ουκ εις δύο πρόσωπα μεριζόμενον ή διαιρούμενον, αλλ’ ένα και τοναυτόν υιόν, μονογενή, Θεόν, Λόγον, Κύριον Ιησούν Χριστόν…» (Όρος Δ΄Οικ.Συνόδου, παρά Ι. Καρμίρη, τα Δογματικά και Συμβολικά μνημεία, Αθήναι 1952,σελ.165).
Το γεγονός της θείας ενανθρωπήσεως πρέπεινα αποτελεί για κάθε πιστό χριστιανό τη βάση της πίστεώς του. Να μην έχει τηνπαραμικρή αμφιβολία ότι «επεσκέψατο ημάς εξ ύψους ο Σωτήρ ημών», για να μαςλυτρώσει από τη δουλεία της αμαρτίας και τη φθορά του θανάτου. Σύμφωνα με τηνθεσπέσια υμνολογία της εορτής, «Συγκαταβαίνων ο Σωτήρ τω γένει των ανθρώπωνκατεδέξατο σπαργάνων περιβολήν΄ ουκ εβδελύξατο σαρκός την περιτομήν οοκταήμερος κατά την Μητέρα και άναρχος κατά τον Πατέρα» για την ημών σωτηρία.Αυτός έκαμε τη μεγάλη κίνηση, περιμένοντας από τον άνθρωπο να κάνει τη δική τουμικρή κίνηση, να Του δώσει το χέρι του, για να τον σώσει, να τον δοξάσει και νατον κάνει υιό και κληρονόμο της ατέρμονης βασιλείας Του. Είναι ανάγκη ναξεφύγουμε από τα νοητά δεσμά του αμαρτωλού κόσμου και να ανεβάσουμε το νου μαςστα ουράνια. Μόνο έτσι θα επωφεληθούμε από τις δωρεές της θείας συγκαταβάσεως.