«Μαθήματα» αναζήτησης εξαφανισμένων παιδιών έδωσε την περασμένη εβδομάδα ο Βέλγος «γκουρού» στις εξιχνιάσεις αντίστοιχων υποθέσεων Αλέν Ρεμί, ως κεντρικός ομιλητής σε διήμερο σεμινάριο που διοργάνωσε το Εθνικό Κέντρο για τα Εξαφανισμένα και Υπό Εκμετάλλευση Παιδιά», του οποίου τον συντονισμό έχει το Χαμόγελο του Παιδιού. Ο αξιωματικός της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας του Βελγίου και επικεφαλής του τμήματος εξαφανισμένων ατόμων, με πολυετή θητεία στην Ιντερπόλ, έγινε ιδιαίτερα γνωστός λόγω της καθοριστικής συμβολής του στη διαλεύκανση της πολύκροτης υπόθεσης παιδεραστίας Ντιτρού στο Βέλγιο, ενώ είχε ενδιαφερθεί και για την εξαφάνιση του Αλεξ στη Βέροια. Ο κ. Ρεμί επισκέφτηκε τότε, το 2007, τη χώρα μας προκειμένου να συμμετάσχει σε σεμινάριο της ΕΛ.ΑΣ. στη Θεσσαλονίκη και είχε συναντηθεί τόσο με τη μητέρα του Αλεξ, τη Νατέλα Μεσχισβίλι, όσο και με Ελληνες αξιωματικούς.
Μιλώντας στη «δημοκρατία» ο Αλέν Ρεμί αναφέρθηκε στην εξαφάνιση του Αλεξ καθώς και στα λάθη του απαγωγέα-παιδεραστή Μαρκ Ντιτρού που οδήγησαν την Αστυνομία στα ίχνη του.
Κύριε Ρεμί, δεν είναι η πρώτη φορά που επισκέφτεστε την Ελλάδα. Βρεθήκατε εδώ ξανά το 2007, για να συμμετάσχετε σε σεμινάριο της ΕΛ.ΑΣ. πραγματοποιώντας παράλληλα συναντήσεις για την υπόθεση εξαφάνισης του μικρού Αλεξ στη Βέροια. Ποια είναι η εντύπωση που είχατε σχηματίσει τότε;
Πράγματι, είχα συναντήσει τη μητέρα του Αλεξ Νατέλα Μεσχισβίλι καθώς και πλήθος Ελλήνων αξιωματικών. Η εντύπωση που είχα αποκομίσει είναι ότι η Ελληνική Αστυνομία έκανε ό,τι μπορούσε για να βρει το παιδί. Ωστόσο, όταν δεν υπάρχει πτώμα, όλα τα ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά. Αυτό συμβαίνει διότι, όταν βρεθεί πτώμα, δίνει πολλές πληροφορίες όχι μόνο σχετικά με τις συνθήκες θανάτου, αλλά και για το προφίλ των δραστών, επομένως οδηγεί τις έρευνες σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις. Δυστυχώς, όπως στην Ελλάδα έτσι και στο Βέλγιο, υπάρχουν ορισμένες υποθέσεις, στις οποίες τα στοιχεία δεν επαρκούν για να φτάσουμε στη λύση.
Ποιος είναι ο λόγος που ορισμένα εξαφανισμένα παιδιά δεν βρίσκονται ποτέ;
Αν ήξερα, θα τα είχαμε βρει. Υπάρχουν περιπτώσεις που ξέρεις ότι κάτι δεν πήγε καλά, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία. Οι υποθέσεις «παγώνουν» λόγω έλλειψης δεδομένων. Ομως υπάρχει και το στοιχείο της τυχαιότητας, να συλληφθεί δηλαδή για άλλα αδικήματα ο δράστης και να διαφανεί η εμπλοκή του σε δική μας υπόθεση. Μας συνέβη στην περίπτωση ενός εξαφανισμένου κοριτσιού, που ξέραμε ότι κάτι κακό τής είχε συμβεί, αλλά δεν είχαμε στοιχεία, οπότε η υπόθεση είχε παγώσει. Αρκετό καιρό αργότερα, έρευνα Γάλλων αξιωματικών έδειξε ο άνθρωπος που είχαν συλλάβει για άλλες υποθέσεις ήταν υπεύθυνος για εγκλήματα στο Βέλγιο. Τελικώς, συνδυάζοντας τα στοιχεία αποδείχτηκε ότι αυτός είχε σκοτώσει το κορίτσι και το είχε θάψει σε ένα κάστρο στη γαλλική ύπαιθρο. Αν δεν είχε εξελιχθεί η γαλλική έρευνα, δεν θα τον είχαμε βρει ποτέ.
Στην περίπτωση του παιδεραστή Μαρκ Ντιτρού ποιο ήταν το στοιχείο που σας οδήγησε στο κρησφύγετό του;
Η υπόθεση Ντιτρού ήταν μια υπόθεση τρόμου. Προσωπικά, ενεπλάκην στην έρευνα από το 1996 έως το 1998, δηλαδή τα πρώτα δύο χρόνια από τα συνολικά πέντε που διήρκεσε. Αυτό που συνέβαινε είναι ότι είχαμε κορίτσια να εξαφανίζονται στο Βέλγιο, δίχως την παραμικρή υπόνοια για το πού μπορεί να βρίσκονται. Το σημείο-κλειδί που μας οδήγησε στον απαγωγέα ήταν τον Αύγουστο του 1996, όταν κατά την εξαφάνιση ακόμη ενός κοριτσιού, της Λετίσια, οι μαρτυρικές καταθέσεις γειτόνων έκαναν λόγο για ένα βαν, στο οποίο επέβαιναν δύο άντρες. Ηταν η πρώτη φορά που είχαμε κάτι στα χέρια μας. Στην πορεία αποδείχτηκε ότι στο βαν επέβαιναν ο Ντιτρού με άλλον έναν συνεργάτη του και από εκείνο το σημείο καταφέραμε να ξετυλίξουμε το κουβάρι και να εντοπίσουμε τα ίχνη του.
Ποιο είναι το αίσθημα όταν έρχεστε αντιμέτωπος με τον εγκληματία που αναζητάτε;
Θα σας μιλήσω για μια άλλη υπόθεση, των Στέισι και Νάταλι. Τα δύο κορίτσια εξαφανίστηκαν στην πόλη Λιέζ του Βελγίου κατά τη διάρκεια μιας εκδήλωσης. Σε αυτήν την υπόθεση πολύ σύντομα είχαμε ύποπτο, κάποιον ονόματι Αμπνταλά Αϊτ Ουτ. Μάλιστα, εμφανίστηκε ο ίδιος σε εμάς, προσπαθώντας να μας εξαπατήσει. Μας είπε δηλώνοντας αθώος: «Εμαθα ότι με ψάχνετε. Εδώ είμαι, δεν κρύβομαι». Θα θυμάμαι πάντα την πρώτη στιγμή που τον αντίκρισα. Το λέω και ανατριχιάζω. Ενιωσα να κοιτάζω στα μάτια του «κακού». Οι άνθρωποι μιλούν για τον διάβολο και πράγματι υπάρχει στο βλέμμα ορισμένων ανθρώπων, τους οποίους εγώ αποκαλώ «νεκρούς». Από εκείνη τη στιγμή ξέραμε ότι έπρεπε να στοχεύσουμε τις έρευνές μας σε αυτόν τον άνθρωπο. Το νιώθεις, το μυρίζεις, το ξέρεις ότι είναι αυτός. Δυστυχώς, τα κορίτσια βρέθηκαν νεκρά. Αφού τις κακοποίησε σεξουαλικά, τις στραγγάλισε και τις πέταξε στο νερό. Ηταν ίσως μία από τις μεγαλύτερες έρευνες που έχουμε κάνει.
Πόσα άτομα εμπλέκονται σε μια τέτοια έρευνα;
Εξαρτάται. Στην παραπάνω υπόθεση, των Στέσι και Νάταλι, είχαμε αξιοποιήσει τους πάντες. Μιλάμε για 200 άτομα, επαγγελματίες και εθελοντές. Η στενή ομάδα μου απαρτίζεται από 15 άτομα. Ωστόσο, μαζί μας στις αναζητήσεις έχουμε δύτες, πιλότους, ομάδες διάσωσης, ειδικές δυνάμεις και πολλούς άλλους.
Θα ξεχωρίζατε κάποια στιγμή ως δυσκολότερη στην καριέρα σας;
Εχω δύο απαντήσεις σε αυτήν την ερώτηση. Κάθε φορά που ψάχνουμε για ένα παιδί και διαπιστώνουμε ότι δεν προλάβαμε να το σώσουμε γιατί βρίσκεται νεκρό, είναι μια δύσκολη στιγμή που δεν ξεχνάς. Το δεύτερο σκέλος της απάντησής μου αφορά μια υπόθεση πριν από δύο χρόνια, όταν έχασα έναν πολύ στενό συνεργάτη μου. Δύο μικρά κορίτσια, αδερφές, χάθηκαν όταν έπεσαν μέσα σε ένα ποτάμι. Γνωρίζαμε από την πρώτη στιγμή ότι αναζητούσαμε πτώματα. Ο αδερφός των κοριτσιών, ο οποίος ήταν μάρτυρας στο γεγονός, είδε το ένα κορίτσι να πέφτει στο ποτάμι για να πιάσει την μπάλα του και την άλλη αδερφή να πέφτει για να τη σώσει. Τις είδε να χάνονται στο νερό. Δεν υπήρχε ελπίδα. Ομως κατά τη διάρκεια της έρευνας έχασα έναν στενό συνεργάτη μου, δύτη, ο οποίος εγκλωβίστηκε σε ένα μηχανικό σύστημα που χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της στάθμης του νερού. Δυστυχώς, δεν γνωρίζαμε ότι υπήρχε αυτό το σύστημα εκεί. Ηταν από τις πιο δύσκολες στιγμές στην καριέρα μου.
Πώς καταφέρνετε να ισορροπείτε την προσωπική σας ζωή με μια τόσο ψυχοφθόρα εργασία;
Εχω φανταστική ομάδα συνεργατών και μια καταπληκτική οικογένεια. Ο γιος μου είναι 22 χρόνων και η κόρη μου 17. Είναι δύσκολο για τη σύζυγό μου και τα παιδιά μου το γεγονός ότι λείπω πολύ από το σπίτι, γι' αυτό προσπαθώ ακόμη και αν χρειαστεί να κάνω πολλά χιλιόμετρα, να επιστρέφω το βράδυ απλώς για να τους δω να κοιμούνται στα κρεβάτια τους.
Χρυσάνθη Λαμπροπούλου
Φωτο: Δημήτρης Γκολφομήτσος
Δημοκρατία,8/04/2013