Ο όσιος πατήρ ημών Αντώνιος ο Μέγας (17 Ιανουαρίου)
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Ο Αντώνιος γεννήθηκε το 251 μ.Χ. στηνκωμόπολη Κομά της Αιγύπτου. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς Χριστιανοί, πλούσιοικαι αριστοκράτες που του μετάγγισαν την πίστη τους στον Χριστό. Σε νεαρή ηλικίατους έχασε κι έμεινε μόνος με τη μικρή αδελφή του. Είκοσι ετών περίπου νιώθειτην κλήση του Θεού να αποσυρθεί από τα κοσμικά και να αφιερωθεί πλήρως στονΘεό. Εμπιστεύεται την αδελφή του σε παρθενώνα (ένα είδος γυναικείουμοναστηριού) της περιοχής του, μοιράζει στους φτωχούς όλη την περιουσία πουείχε από τους γονείς του και αποσύρεται πρώτα κοντά στο χωριό του κι ύστερα σεπιο απομακρυσμένες κι ερημικές περιοχές. Η δίψα του κι ο πόθος του για τον Θεόκαι την αρετή ήταν πολύ μεγάλοι. Όπου άκουγε ότι υπάρχει κάποιος ενάρετοςασκητής πήγαινε και τον επισκεπτόταν για να τον μιμηθεί στον καλό τρόπο τηςζωής του. Σιγά σιγά έτσι απέκτησε σχεδόν όλες τις αρετές, χαρακτηριζόμενος απόόλους θεοφιλής. Ο Θεός επέτρεψε, για να του αυξήσει τις δωρεές και ταχαρίσματα, να μπει και στη σκληρή δοκιμασία των δαιμονικών πειρασμών. Μέσα απότο καμίνι αυτό, με τη βοήθεια του Θεού, αναδείχτηκε ως «χρυσός εν χωνευτηρίω».Προχώρησε πολύ στην αγιότητα, απέκτησε τα μεγάλα χαρίσματα της διόρασης και τηςπροόρασης, καθώς και της διάκρισης των πνευμάτων. Η φήμη του από τα θαύματα καιτα χαρίσματά του άρχισε να απλώνεται παντού. Έγινε πρότυπο στους πάντες,κοσμικούς και μοναχούς. Η ταπείνωσή του όμως τον κρατούσε προσγειωμένο στηνπραγματικότητα. Αποσύρθηκε σε ακόμη ερημικότερες περιοχές, μα ο πιστός λαός τοναναζητούσε οπουδήποτε. Τέλος σε βαθύτατο γήρας, το 356 μ.Χ., σε ηλικία 105ετών, αφού έδωσε τις τελευταίες συμβουλές στους συνασκητές του και με τηνεντολή να τον θάψουν σε μέρος που δεν θα το γνωρίζει κανείς, παρέδωσε τηναγιασμένη ψυχή του στα χέρια του Δημιουργού του, μέσα σε άφατη χαρά καιιλαρότητα».
Ο Μέγας Αθανάσιος, ο οικουμενικός αυτόςΠατέρας και Διδάσκαλος της Εκκλησίας μας, ο οποίος και συνέγραψε τον βίο τουαγίου Αντωνίου – στην πραγματικότητα μία εκτεταμένη επιστολή – λέει ότι είναι«μεγάλο κέρδος γι’ αυτόν και να θυμάται μόνον τον Αντώνιο». Ο ιερόςΑυγουστίνος, ο μεγάλος αυτός άγιος της Εκκλησίας, πήρε την οριστική απόφαση ναμεταστραφεί στη χριστιανική πίστη και να βαπτιστεί, με την καθοδήγηση βεβαίωςτου επισκόπου Μεδιολάνων αγίου Αμβροσίου, όταν μελέτησε τον βίο του αγίουΑντωνίου. Ο σπουδαίος ασκητής του Γεροντικού, ο οποίος ζήτησε από τον Θεό νατου φανερώσει όλους τους μεγάλους αγίους της εποχής του, είδε να εκπληρώνεταιτο αίτημά του, πλην του Αντωνίου. Και στο ερώτημά του στον Κύριο γιατί συνέβηαυτό, έλαβε την πληροφορία ότι «ο Αντώνιος είναι πολύ κοντά μου και δεν μπορείςνα τον δεις». Όταν μιλάμε για τον άγιο Αντώνιο λοιπόν δεν μιλάμε για απλό άγιοτης Εκκλησίας. Το πνευματικό ύψος του είναι τρισμέγιστο, φθάνει μέχρι και σ’αυτά τα «κράσπεδα» της Τριαδικής Θεότητος.
Η υμνολογία της Εκκλησίας μας τονπαραλληλίζει με τον προφήτη Ηλία και τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή. Ό,τι ο ίδιοςο άγιος Αντώνιος είδε σαν τρόπο ζωής στον προηγηθέντα από αυτόν όσιο Παύλο τονΘηβαίο («του Παύλου συμμέτοχος του Θηβαίου»), το ίδιο αγωνίστηκε καιαυτός να πράξει. Νέος προφήτης Ηλίας και νέος Ιωάννης Πρόδρομος ο όσιος Παύλος,παρομοίως και ο άγιος Αντώνιος. Κατά πώς το λέει και το απολυτίκιό του: «Τονζηλωτήν Ηλίαν τοις τρόποις μιμούμενος, τω Βαπτιστή ευθείαις ταις τρίβοιςεπόμενος, Πάτερ Αντώνιε» (μιμήθηκες στον τρόπο της ζωής τον ζηλωτή Ηλία κιακολούθησες τους ίσιους δρόμους του Βαπτιστή, πάτερ Αντώνιε). Κι ακόμη: τονπαραλληλίζει και με τον Μωυσή, ονομάζοντάς τον «νέον Μωυσή», διότι «στην έρημοέστησε το τρόπαιο κατά των εχθρών και των αντιπάλων, ως αρχηγός του λαού» («ΝέοςΜωυσής γενόμενος, εν ερήμω το τρόπαιον κατά των εχθρών και πολεμίων έστησας,λαού προηγούμενος»). Δεν παραξενεύουν λοιπόν οι χαρακτηρισμοί που του αποδίδειη Εκκλησία μας διά των ύμνων της: «Πατήρ Πατέρων», «φωστήρ φωστήρων»,«οικουμένης το κλέος», «ο επί γης άγγελος και εν ουρανοίς άνθρωπος Θεού».
Ο άγιος υμνογράφος κάνοντας, με ταδεδομένα της ζωής του οσίου και με φωτισμό Θεού, μία πνευματική «ακτινογραφία»του Αντωνίου, επικεντρώνει στην καρδιά του: ήταν ένα πυρακτωμένο καμίνι αγάπηςκαι έρωτα που η φλόγα του ανέβαινε διαρκώς στο ακρότατο των επιθυμητών, στηνπιο υψηλή κορυφή της αγάπης, τον ίδιο τον Θεό. «Σε ο ένθεος έρως ανέφλεξε καιτην ψυχήν ανεπτέρωσε αυτό ποθήσαι, το της αγάπης όντως ακρότατον» (ο θείοςέρωτας σου έβαλε φωτιά και έδωσε φτερά στην ψυχή σου να ποθήσεις το πράγματιακρότατο όριο της αγάπης, τον Θεό δηλαδή). Αυτός ο έρωτάς του ήταν η κινητήριαδύναμη για να απαγκιστρωθεί από όλες τις γοητείες του παρόντος κόσμου τουαπατεώνος, και στη συνέχεια με την πολλή άσκησή του και την ησυχία να αυξηθεί σ’αυτήν την αγάπη του Θεού, να ενωθεί πλήρως με Αυτόν και να γεμίσειαπό όλα τα καλά που ο Θεός ξέρει να δίνει: όχι κάτι από Αυτόν, αλλά ολόκληροτον Εαυτό Του. «Τότε κατεφρόνησας σαρκός και αίματος και έξω κόσμου γεγένησαι,πολλή ασκήσει και ησυχία τούτω ενούμενος∙ όθεν επλήσθης, ως εζήτησας, τωνεκείθεν καλών και ανέλαμψας, ως αστήρ, καταυγάζων τας ψυχάς ημών, Αντώνιε»(Τότε λοιπόν, με τον θείο έρωτά σου, έκανες πέρα οποιαδήποτε σχέση μεάνθρωπο και ήλθες στην έρημο, αγωνιζόμενος να ενωθείς με Αυτόν με την πολλήάσκηση και την ησυχία. Γι’ αυτό και γέμισες, όπως ζήτησες, από τα καλά του Θεούκαι έλαμψες σαν ήλιος, φωτίζοντας τις ψυχές μας, Αντώνιε).
Ο άγιος υμνογράφος με τα παραπάνωλεγόμενά του δίνει απάντηση και σε ένα ερώτημα που μπορεί να δημιουργηθεί καισε εμάς σήμερα: τι ήταν εκείνο που έκανε τον Θεό να δώσει τόση χάρη στονΑντώνιο; Κάνει διακρίσεις ο Θεός; Αγάπησε περισσότερο εκείνον από ό,τι εμάς ήάλλους άλλων εποχών; Η απάντηση είναι αρνητική. Ο Θεός αγαπά τους πάντες εξίσου.«Ουκέστιν προσωπολήπτης ο Θεός». Ό,τι αγάπη είχε στον Αντώνιο έχει και σε εμάς καισε όλους τους ανθρώπους. Ποιο λοιπόν το «μυστικό» του Αντωνίου; «Ως εζήτησας»σημειώνει ο υμνογράφος. Η απάντηση βρίσκεται στη μικρή αυτή φράση. Ο άγιοςΑντώνιος πυρακτώθηκε από την χάρη του Θεού, έγινε όλος φωτιά, διότι και ο ίδιοςαναζητούσε τον Θεό. Κι εκεί υπάρχει το έλλειμμα το δικό μας. Ε μ ε ί ς δεναναζητούμε τον Θεό ή αν Τον αναζητούμε, Τον αναζητούμε με πολύ αναιμικό τρόπο.Ο Θεός προσφέρεται στον άνθρωπο κατά την αναλογία και της δικής του επιθυμίας.Μεγάλη αναζήτηση; Μεγάλη και η προσφορά. Μικρή αναζήτηση; Μικρή και η προσφορά.Με άλλα λόγια και εμείς θα μπορούσαμε να αναδειχτούμε άγιοι της περιωπής τουαγίου Αντωνίου. Καταθέτουμε όμως την καρδιά και τη διάθεσή μας στον Θεό μεαπόλυτο τρόπο, χωρίς προαπαιτούμενα, σαν τον άγιο Αντώνιο; Την ευθύνη τηςμικρής ή και της μηδαμινής χάρης του Θεού μέσα μας πρέπει να την αναζητήσουμεστον ίδιο μας τον εαυτό.