Δάσκαλόςμας μιὰ ἀγράμματη
(Ομιλία του †Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)
Περιμένετε βέβαιαλόγον. Θὰ μιλήσω, ἀγα-πητοί μου· ἂν καὶ σήμερα νομίζω, ὅτι δὲν πρέπει νὰμιλήσω ἐγὼ ἀλλὰ κάποιος ἄλλος.Καὶ αὐτὸς ὁ ἄλλος, τὸν ὁποῖο προβάλλει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, εἶνε παρακαλῶ μιὰ γυναίκα.
Δὲν εἶνε μορφωμένη, ἐπιστήμων,θεολόγος, ἱεροκήρυκας, ἐπίσκοπος· ἀγράμματη εἶνε,δὲν φοίτησε σὲ σχολεῖα. Τί νὰτὰ κάνῃς τὰ λύκεια καὶ πανεπιστήμια,ὅταν λείπῃ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶνε «ἀρχὴ σοφίας»; (Ψαλμ. 110,10.Παροιμ. 9,10. πρβλ. Σ. Σειρ. 1,14). Αὐτὴ εἶχε μέσα της τὸ φῶς ποὺ ἔχει κάθε ἄνθρωπος· τὸ λογικό, τὴ συνείδησι, τὸ αὐτεξούσιο –ἐλευθερία.Φωτιζόταν ἀπὸ τοῦτο τὸ φῶς περισσότερο ἀπ᾽ ὅ,τι οἱ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι πρόγονοί μας καὶ ἀπ᾽ ὅ,τι οἱ Ἰουδαῖοι διὰ τῆς ἱερᾶςἀποκαλύψεως τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Γυναίκα ἀγράμματη. Καὶ μόνο ἀγράμματη; καὶ εἰδωλολάτρις. Ζοῦσε σὲ βαθὺ σκοτάδι. Δὲν εἶχεχάσει ὅμως αὐτὸ τὸ ἀμυδρὸ φῶς. Αὐτὴν λοιπὸνπροβάλλει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο. Καὶ τὸ ὄνομά της;
«Χαναναία» (Ματθ. 15,22).Δὲν εἶ νε τοῦτο τὸ μικρό τηςπροσωπικὸ ὄνομα· εἶνε τὸ ἐθνικὸ ὄνομάτης (ὅπως π.χ. ἡ γυναίκα τῆς Φλωρίνης λέγεται Φλωρινιώτισσα), δηλώνει ὅμως καὶ τὸθρήσκευμά της· καταγόταν ἀπὸ χαναανιτικὰ φῦλα, ἀπὸ χώρα ὅπου ἐπικρατοῦσε ἡ χαναανιτικὴθρησκεία, ἡ πλήρης εἰδωλολατρίας καὶὀργίων.
Αὐτή, ἀγαπητοί μου, προβάλλεται ὡς παράδειγμα μεγάληςπίστεως. Πῶς; Ἀκοῦστε. Εἶχε φθάσειὣς τὴν πατρίδα της μία φήμη· ἔμαθε,ὅτι στὴν Ἁγία Γῆ ἐμφανίσθηκε ἕνας ὑπέροχο ςἄνδραςποὺ λέγεται Ἰησοῦς, μὲ ἔκτακτη ἠθικὴ δύναμικαὶ καταγωγὴ ἀπὸ τὴν ἔνδοξη οἰκογένεια τοῦ βασιλέως Δαυΐδ. Καὶ τώραλοιπὸν ὁ Χριστός, γι᾽ αὐτὴν τὴ μία ψυχή, βαδίζει χιλιόμετρα καὶ φθάνει στὰσύνορα τῆς χώρας της·ἄφησε τὴν Ἰουδαία, ὅπου τὸν περιφρονοῦσαν,καὶ ἦρθε στὰσύνορα μὲ τὰ εἰδωλολατρικὰ «μέ-ρη Τύρου καὶ Σιδῶ νος»(ἔ.ἀ. 15,21). Μόλις τό ᾽μαθε ἡ Χαναναία περνάει τὰ σύνορα καὶτρέχει νὰ τὸν συναντήσῃ. Νιώθει ἐλπίδα·πιστεύει, ὅτι αὐτὸς μπορεῖ νὰ τὴ σώσῃ. Ἀπὸ τί; Ἀπὸ ἕνα δρᾶμα.
Εἶχε ἕνα δυστυχισμένο κορίτσι ποὺ ἔπασχε ἀπὸ φοβερὴ ἀσθένεια, εἶχε δαιμόνιο. Ἦταν ὑποχείριοδαιμονικῶν δυνάμεων –ὅπως καὶ πολλοὶσήμερα. Ἄφριζε ἀπ᾽ τὸ στόμα, ἔτριζε τὰ δόντια, ἔπεφτε στὴ φωτιὰ καὶ στὸνερό, κινδύνευε νὰ βρῇ θάνατο σὲφλόγες, γκρεμούς, πέτρες. Ἡ μητέρα μεταχειρίστηκε ὅλα τὰ μέσα·καὶ σὲ γιατροὺς καὶ σὲ μάγους, παντοῦ τὴν πῆγε. Ἀλλὰ ματαίως. Τὸ δαιμόνιοκυριαρχοῦσε.Γι᾽ αὐτὸ τώρα τρέχει κοντὰ στὸΧριστό. Καὶ μόλις τὸν ἀντικρύζει ἀκούγεται διαπεραστικὴ ἡ φωνή της·«Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ»· «Κύριε, ἐλέησόν με»(Ματθ. 15,22). Προσέξτε τὸ«Κύριε ἐλέησόν με»· διότι καὶ μία λέξι ἔχει σημασία.
Νὰ τὴν ἐλεήσῃ; Ἔπασχε ἡ ἴδια; Ὄχι. Ἀλλὰ τὸ πάθημα τῶν παιδιῶν εἶνε πάθημα τῶν γονέων.Ἡ φιλόστοργη μάνα προτιμᾷ χίλιες φορὲς νὰπάσχῃἡ ἴδια. Πόσες φορὲς ἡ μάνα, κοντὰ στὸκρεβάτι τοῦ ἀρρώστου παιδιοῦ, λέει· Θεέ μου, πάρε τὴν ἀσθένεια ἀπ᾽ τὸ παιδί μουκαὶ δός την σ᾽ ἐμένα. Ὤ στοργὴ μάνας!«Ἐλέησέ με»,λέει, ἂν καὶ αὐτὴ εἶνε ὑγιής·τὸ πάθημα τῆςθυγατέρας τὸ νιώθει δικό της καὶ παρακαλεῖ· «Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μουκακῶς δαιμονίζεται»(ἔ.ἀ.).
Καὶ ὁ Χριστός; Περίεργο, σιωπᾷ! Γιατί σιωπᾷ αὐτὸς ποὺεἶνε ὅλο ἀγάπη καὶ στοργή;Ἔχει τὸ σκοπό του, σκοπὸ παιδαγωγικό.
Θέλει νὰ δοκιμάσῃ τὴν πίστι της. Σιωπᾷ, ἐνῷ ἐκείνη ἐπιμένεινὰ λέῃ «Ἐλέησόν με, Κύριε…». Ἐμεῖςδὲν ἐπιμένουμε· μιὰ φορὰ λέμε τὸ «Κύριε, ἐλέησον»κι αὐτὴν ἀνόρεχτα. Τὸ δικό της «Κύριε, ἐλέησον» ἦταν πύρινο καὶ ὄχι μιὰφορά·τὸ ἔλεγε συνεχῶς. Ὁ Κύριος ὅμωςἐξακολουθεῖ νὰ κάνῃ πὼς κωφεύει. Ἐπεμβαίνουν οἱ μαθηταὶ καὶ λένε· –Κύριε, κάνε της αὐτὸ ποὺ ζητάει,γιατὶ εἶνε ἐνοχλητικὴ μὲ τὶς φωνές της.Ὁ Κύριος ἀπαντᾷ ν᾽ ἀκούῃ κι αὐτή· – «Οὐκἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλόταοἴκου Ἰσραήλ»· δὲν ἦρθα γιὰ ἄλλους, γιὰ εἰδωλολάτρες, ἦρθα μόνο γιὰ τὰ χαμένα πρόβατα τοῦ Ἰσραήλ, τοὺςσυμπατριῶτες μου Ἰουδαίους(ἔ.ἀ. 15,24). Τί νόημα ἔχειαὐτό; Ὄχι ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνεὁ Σωτήρας ὅλου τοῦ κόσμου·ἦλθεγιὰ ὅλα τὰ ἔθνη, ἀλλὰ τὸ λέει σκοπίμως,γιὰ νὰ κεντήσῃ βαθύτερατὰ σπλάχνα της καὶ νὰ βγῇ ὁ χρυσός. Καὶ πράγματι αὐτή, χωρὶς ν᾽ἀπογοητευθῇ,ἔρχεται μπροστὰ καὶ πέφτοντας στὰ πόδια του παρακαλεῖ· – «Κύριε, βοήθει μοι»(ἔ.ἀ. 15,25). Ὁ Χριστὸς τὴδοκιμάζει ἀκόμη πιὸσκληρὰ μὲ νέο σκόλοπα, νέα ψυχρολουσία, ποὺ θ᾽ ἀπογοήτευε καθέναν ἀπὸ μᾶς. –Δὲν εἶνεκαλό, ἀπαντᾷ, νὰ πάρω τὸ ψωμὶ πού ᾽νε γιὰ τὰπαιδιὰκαὶ νὰ τὸ δώσω στὰ σκυλιά… Ὅποιοσδήποτε ἄλλος, λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, θὰ θεωροῦσεπροσβολὴ τὸν λόγο αὐτὸν καὶ θά᾽φευγε.«Ἀκοῦς ἐκεῖ νὰ μὲ πῇ σκύλο…». Αὐτὴ ὅμως δὲν ἔφυγε· πῆρε μάλιστα τὸν λόγοαὐτὸν καὶ τὸν ἔκανε ὅπλο καὶ μ᾽ αὐτὸ νίκησε τὸ Χριστό –ἂν ἐπιτρέπεται ἡἔκφρασι· μὲ τὴ μεγάλη ἐπιμονή της πῆρε τὰ «ὄχι» τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ἔκανε «ναί». –Σκύλο μὲ εἶπες, Κύριε· ἀλλὰκαὶ τὰ σκυλάκια, λέει, κάθονται κάτω ἀπ᾽τὸτραπέζι τῶν κυρίων τους καὶ τρῶνε ἀπὸ τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν. Κ᾽ἐγὼ δὲν σοῦ ζητῶ πολλὰ πράγματα· ἕνα ψίχουλο!
Ὤ τὸ ψίχουλο ἀπ᾽ τὸτραπέζι τοῦ Χριστοῦ τι μεγάλο πρᾶγμα εἶνε! Θέλετε νὰ τὸ δῆτε; Εἶ νεμέσα στὸ ἅγιο βῆμα πάνω στὴνἁγία τράπεζα.Ἐκεῖ εἶνε τὸ μυστήριο τῶν μυστηρίων, ἡ θεία εὐχαριστία. Ἐκεῖ καὶ τὸ ἐλάχιστο ψίχουλο ἀξίζειπαραπάνω ἀπ᾽ ὅλο τὸ σύμπαν, ἀστέρια, ἥλιους,γαλαξίες· εἶνε ὅλος ὁ Χριστός. Πιστεύεις; ἔλα στὴν
ἐκκλησία· δὲν πιστεύεις; μὴν πατήσῃς, δὲ σ᾽ ἔχει ἀνάγκη ὁ Χριστός. Τὸ αἰσθάνεσαι; τότε κοινώνατῶν ἀχράντων μυστηρίων.Τὸ αἰσθάνθηκααὐτὸ ἐγώ. Ἂν μὲ ρωτήσετε, πότε κοινώνησα ἀνθρώπους μὲ συναίσθησι, εἶνε ἡ περίοδος τοῦ πολέμου, ὅτανὑπηρετοῦσα ὡς στρατιωτικὸς ἱερεύς . Εἶδα τὰ παιδιὰ τῆς πατρίδος, παραμονὲςἱστορικῶν μαχῶν, νὰ τελοῦμε θεία λειτουργίαστὰ ψηλὰ βουνὰ καὶ νὰ πλησιάζουν νὰ κοινωνήσουν· καὶ ἐνῷ κοινωνοῦσαν τὰ δάκρυά τους ἔπεφταν μέσα στὸ δισκοπότηρο! Αὐτὸ δὲν τὸ ξαναεῖδα.Τὰ «ψίχουλα» ἐκεῖ να ἐξήγειρανμέσα τους κύματα ἀγάπης πρὸς τὴν πατρίδα,καὶ τὴν ἑπομένη ἡμέρα στὸ προσκλητήριο τοῦ λόχου ἄκουγες· «Ἀπών»,«ἀπών»,«ἀπών»… ἔπεσε ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος! Τί μεγαλεῖο ἔχει ἡ πατρίδα μαςσυνδεδεμένη μὲ τὰ ἱερὰ καὶ ὅσια τῆς πίστεώς μας!
Ἕνα ψίχουλο ζητῶ, λέει λοιπὸν ἡ Χαναναία.
Καὶ τότε ὁ Χριστὸς θαύμασε καὶεἶπε· «Ὦγύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις!…» (Ματθ. 15,28). Μεγάλο δῶρο ἡπίστις . Δῶστε μου, δῶστε μου ἕνα μόριο ἀπὸ τὴν πίστι ποὺ εἶχαν οἱ πρόγονοίμας, οἱ ἀθάνατοι πατέρες καὶ διδάσκαλοι, οἱ ὅσιοι καὶ οἱ μάρτυρες! Δὲν εἶνεψέμα ἡ θρησκεία μας,εἶνε ἀλήθειαὁλοζώντανη. Τὴν πιστεύεις; ἔλα στὴν ἐκκλησία· δὲν πιστεύεις; μεῖνε στὸ σπίτι σου καὶπαῖζε καμπολόϊ, κάνε ὅ,τι θέλεις.Ἔχει μεγαλεῖο ἡπίστις τοῦ Χριστοῦ μας.Γι᾽ αὐτὸ ἡ ἀγράμματη αὐτὴ γυναίκα, ἡ Χαναναία,προβάλλεται σήμερα ὡς παράδειγμα πίστεως, θερμῆς προσευχῆς καὶ μεγάλης ταπεινώσεως. Ἁγία ψυχή. «Καὶ ἰάθη» , λέει,αὐ-τοστιγμεὶ ἡ κόρη της ἀπὸ τὸ δαιμόνιο(ἔ.ἀ.).
Μᾶς φωνάζει σήμερα, ἀδελφοί μου,ἡ γυναίκα αὐτὴ μέσα στὴ σύγχυσι τῆς πλάνης· Πιστεύετε στὸΧριστό. Βουλῶστε τ᾽ αὐτιά σας στὶς φωνὲς τῶνσειρήνων, τῶν ἀντιχρίστων τοῦ αἰῶνος τούτου. Νά ᾽χετε πίστι ἀκράδαντη.Νὰ ἦστε φιλεύσπλαχνοι καὶ ἐλεήμονες.Καὶ συνεχῶς τὰ στόματά σας νὰ μιλοῦν στὸ Θεό. –Δὲνζητάει πολλὲς προσευχές. Τὸ «Κύριε, ἐλέησον» νὰ εἶνε ἡ διάπυρη προσευχή μας.Θὰπροσθέσω καὶ τοῦτο. Ἡ Χαναναία μπορεῖ νὰ γίνῃ καὶ σύμβολο τῆς Ἑλλάδος . Ὅπως αὐτὴὑπέφερε γιὰ τὸ δαιμονιζόμενο παιδί της, ἔτσι καὶ ἡ πατρίδα μας. Σήμερα ὄχι ἕναἀλλὰ χίλια δαιμόνια ταλαιπωροῦν τὰ παιδιά της, χειρότερα ἀπὸ τὴν κόρη τῆς γυναίκας αὐτῆς· δαιμόνια ἀπιστίας, ἀθεΐας, σεξουαλισμοῦ, αἰσχροτήτων, ναρκωτικῶν, ἀλκοολισμοῦ, κάθε κακίας.
Γεμᾶτα ἀπὸ δαιμόνια εἶνε ἡτηλεόρασι, τὸ ῥαδιόφωνο, ὁ τύπος, ὅλα τὰμέσα, καὶ παγιδεύουν τοὺς νέους. Ποῦεἶ νε ἡ ἐποχὴ ποὺ ὅλα τὰ παιδιὰ ἦταν μέσα στὴν ἐκκλησία! Τώρα ἐλάχιστα ἐκκλησιάζονται. Κάθονται μέχρι τὶς πρωινὲς ὧρες καὶ παρακολουθοῦνσταθμούς. Δυστυχισμένοι κ᾽ ἐγκαταλελειμμένοι γονεῖς! Μοῦ λέει μιὰ γυναίκα στὴν Ἀθήνα· Τό᾽χασα τὸ παιδί μου,ἔγινε ναρκομανής. Μιὰ ἄλλη μοῦ εἶπε,ὅτι ἀπὸ ναρκωτικὰ πέθανε τὸ παιδί της ἔξω ἀπὸτὸ σπίτι, στὰ παγκάκια. Μέχρι τὴ Φλώρινα ἔφτασαντὰ δαιμόνια αὐτά· μαθηταὶ σχολείων εἶνε θύματα ναρκωτικῶν. Ὅλοι ἔχουνεὐθύνη.Σήμερα, ποὺ ἀκοῦμε τὸ εὐαγγέλιο αὐτό, ἂς ἀναπέμψουμε θερμὴ προσευχή· Κύριε ἐλέησον, Κύριεἐλέησον, Κύριε ἐλέησον τὴν ἀγαπημένη μας πατρίδα, τὰ παιδιά της, τὸ μέλλον της,γιὰ νὰ δῇ πάλι καλυτέρες ἡμέρες ἐν Χριστῷ Ἰ-ησοῦτῷ Κυρίῳ ἡμῶν, τῷ αἰωνίῳ Θεῷ καὶ νομοθέτῃ ἡμῶν· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων,ὑμνεῖτε καὶὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ.Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης τὴν 12-2-1989 μὲπαρεμφερῆ τίτλο.