Ο όσιος πατήρ ημώνΣτυλιανός ο Παφλαγών
ΤουΠρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Οόσιος Στυλιανός αγιάστηκε ήδη από τη μήτρα της μητέρας του και έγινεκατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος. Έδωσε μάλιστα ό,τι περιουσία είχεστους πτωχούς και ακολούθησε τον μοναχικό βίο, ξεπερνώντας όλους στην επίπονηάσκηση και τη σκληραγωγία. Έπειτα πήγε στην έρημο, κι αφού βρήκε ένα σπήλαιο ωςτόπο κατοικίας, δεχόταν τροφή από θείο άγγελο κι έγινε θεραπευτής ποικίλωνανιάτων παθών. Όταν κάποτε ο φθοροποιός θάνατος,προσβάλλοντας νεογνά, έκανε άτεκνες αυτές που είχαν γεννήσει, οι μητέρεςεπικαλούνταν το όνομα του αγίου και φτιάχνοντας το τίμιο εικόνισμά τουξαναγίνονταν και πάλι ικανές προς τεκνοποιία. Όταν πέθανε, το σώμα τουκατατέθηκε στη χώρα των Παφλαγόνων, επιτελώντας πολλές ιάσεις καιθαυματουργίες».
Οόσιος Στυλιανός είναι γνωστός ως προστάτης, κυρίως, των παιδιών: των νηπίων,των βρεφών, των νεογνών. «Εξαιρέτως νεογνών και νηπίων και βρεφών προστάτηςεδείχθης θερμότατος». Το ιδιαίτερο αυτό χάρισμά του ως προς τα παιδιά, όπωςσημειώνει το συναξάρι του, δεν του δόθηκε αυθαίρετα. Ο ίδιος ο Θεόςφανέρωσε τη θέλησή Του να θεραπεύονται τα παιδιά μέσω αυτού: η επίκληση τουονόματός του γινόταν ίαμα σ’ αυτά και στις μητέρες τους. «Ο Χριστός σεεμεγάλυνε, χάριτι πολλή, και θείοις θαύμασι, και νεογνών και νηπίωνακέστορα(=θεραπευτή, σωτήρα), Πάτερ, τω κόσμω σε έδειξε». Ποια η αιτία πουπρέπει να εννοήσουμε για το χάρισμα αυτό; Γιατί κατεξοχήν αυτός να θεωρείται οευεργέτης των παιδιών; Η απάντηση μάλλον σχετίζεται με αυτό που κατά κόρονθίγει ο υμνογράφος της ακολουθίας του, εν προκειμένω ο μακαριστός γέροντας π.Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης: ότι αγιάστηκε ήδη από την κοιλιά της μητέρας του.«Θεώ από παιδός ανετέθη»∙ «ηγίασε, Πάτερ, σε ο Θεός μητρός εκκοιλίας»∙ «αγιασθείς από μητρώας νηδύος». Και τούτο διότι ο Θεός προείδε, μέσαστα πλαίσια της παγγνωσίας Του, τη θετική προς Αυτόν στάση του, οπότε τονχαρίτωσε με πλούσια χαρίσματα και σημεία. «Απαλών εξ ονύχων σε ο Θεόςπροσελάβετο, προειδώς του βίου σου την χρηστότητα». Η από τόσο νωρίς κλήση τουαπό τον Θεό μάλιστα κάνει τον υμνογράφο να τον παραλληλίζει με γιγάντια από τοπαρελθόν αναστήματα, που και αυτά είχαν κληθεί με αντίστοιχο τρόπο: τον προφήτηΣαμουήλ, τον προφήτη Ιερεμία, τον προφήτη και Πρόδρομο του Κυρίου, Ιωάννη τονΒαπτιστή («Σαμουήλ ως ένθεος», «ως ο κλεινός Ιερεμίας», «ώσπερ ο μέγαςΒαπτιστής»).
Οπεριορισμός όμως των χαρισμάτων του μεγάλου Στυλιανού μόνο στον κόσμο τωνπαιδιών θα ήταν μία συρρίκνωση μη αληθινή της θαυμαστής παρουσίας του στηνΕκκλησία. Και τούτο διότι η Εκκλησία μας τον προβάλλει, πέρα από προστάτη τωνπαιδιών, και ευρύτερα ως έναν από τους στύλους της, ως ένα από τα στηρίγματάτης: «στύλος άσειστος της Εκκλησίας, Στυλιανέ, ανεδείχθης, μακάριε», κατά τογνωστό απολυτίκιό του. Χρειάζεται να το εξηγήσουμε. Η Εκκλησία μας βεβαίωςστηρίζεται στον Κύριο Ιησού Χριστό, ο Οποίος αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της,γι’ αυτό και ως θεοΐδρυτη «πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν αυτής», όμωςο ίδιος ο Χριστός θέλησε να μαρτυρείται στον κόσμο και να στερεώνονται οιάνθρωποι και μέσω των πιστών Του. Εκείνος ήταν που είπε ότι οι μαθητές Του θααποτελούν τους μάρτυρές Του στον κόσμο όλο, όπως και ότι το όνομά Του θαβλασφημείται ή όχι εξαιτίας τους. Από την άποψη αυτή, ο πιστός που με συνέπειαακολουθεί τον Κύριο, σαν τον όσιο Στυλιανό – «τω Χριστώ ηκολούθησας τελείωφρονήματι» - γίνεται και αυτός ένας στύλος της Εκκλησίας, κατά το θέλημα τουίδιου του Χριστού: οι άνθρωποι μπορούν να στηρίζονται επάνω του, βλέποντας σανσε διαφάνεια την παρουσία Εκείνου.
Ποιοτο κύριο γνώρισμα της αγιασμένης ζωής του, κατά τους ύμνους της Εκκλησίας μας;Ο άγιος Στυλιανός «αξίως διέπρεψε ηθών καθαρότητι και αγώσιν ιεροίς αρετώντελειότητος, ώσπερ άγγελος». (Διέπρεψε στην καθαρότητα των ηθών και στουςιερούς αγώνες για να αποκτήσει την τελειότητα των αρετών ως άγγελος). Κι αυτόθα πει ότι αυτό που χαρακτήριζε τη ζωή του, ώστε να ζήσει την αγάπη του Θεού,ήταν η εγκράτεια. Επανειλημμένως η ακολουθία του αναφέρεται ότι υπήρξε «στήληέμψυχος της εγκρατείας», «της εγκρατείας αληθής υποτύπωσις». Δεν είναι τυχαίοότι προβάλλεται «ως άσαρκος», «φθαρτών την αίσθησιν ολικώς βδελυξάμενος»,ζώντας σε ένα σπήλαιο και τρεφόμενος από άγγελο του Θεού. Μιλώντας όμως γιαεγκράτεια δεν πρέπει να την εννοήσουμε με έννοια αιρετική: ως αποχή τωναισθητών από μίσος προς αυτά ή ως μία άρνηση γενικότερα προς τη ζωή. Ηεγκράτεια, κατά την πίστη μας, είναι η απομάκρυνση από τη γοητεία που ασκεί οκόσμος στον άνθρωπο μέσω των αισθήσεών του, διότι έχειπροσανατολίσει εν αγάπη και θείω έρωτι τον νου και την καρδιά του προς τον Θεό.Η εγκράτεια δηλαδή είναι μία γενική αρετή, που χαρακτηρίζει όλη τη ζωή τουανθρώπου. «Ο πιστός πάντα εγκρατεύεται».
Πουσημαίνει: δεν είναι δυνατόν να στραφεί κάποιος προς τον Θεό, αν ταυτοχρόνως δενκαταβάλλει προσπάθεια απεγκλωβισμού του από τον μαγνήτη των παθών. «Ουδείςδύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν». Δεν είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να είναικανείς με τον Θεό, να ακολουθεί τα ίχνη του Χριστού, χωρίς να θέλει νανηστεύει. Η νηστεία, ως στοιχείο εγκράτειας, δηλώνει το πού έχει ρίξει ο πιστόςτο κέντρο βάρους της ψυχής του. Αδυναμία νηστείας – εννοείται χωρίς να υπάρχειιατρικός λόγος – σημαίνει ότι η ψυχή είναι «δεμένη» με τα πράγματα του κόσμουτούτου και όχι με τον Χριστό. Έτσι η εγκράτεια κατανοείται πρωτίστωςμε θετική διάσταση. Για να χρησιμοποιήσουμε μία εικόνα: είναι σαν το ελατήριοεκείνο που συμπιεζόμενο, μπορεί να φαίνεται ότι μικραίνει, μαζεύει όμωςτεράστια ενέργεια. Κι η ενέργεια αυτή μπορεί να δώσει μεγάλη ώθηση πετάγματος.Η εγκράτεια λοιπόν, ασκούμενη σωστά στην Εκκλησία, δίνει εκείνη την τεράστιαενέργεια, προκειμένου κανείς να «πετάξει», να ακολουθήσει δηλαδή τα χνάρια τουΧριστού. Στην πραγματικότητα είναι το «απαρνησάσθω εαυτόν» που είπε ο Κύριος,για να γίνει κάποιος ακόλουθος και μαθητής Του. «Κατεπλάγησαν την σην ασκητικήνδιαγωγήν οι ορώντες σε, σοφέ, άσαρκον βίον εν σαρκί πολιτευόμενον έρωτι τωαγίω» θα σημειώσει για τον άγιο Στυλιανό επί του θέματος ο υμνογράφος.Δηλαδή: Αυτοί που σε έβλεπαν, σοφέ, να ζεις από άγιο θεϊκό έρωτα άσαρκο βίομέσα σε σάρκα, έμειναν έκπληκτοι για την ασκητική σου διαγωγή. Είθε, με τιςπρεσβείες του οσίου μεγάλου Στυλιανού, η χάρη του Θεού να δώσει να ζούμε καιεμείς με λίγη εγκράτεια, σ’ έναν κόσμο που ταλανίζεται μεν από όλωντων ειδών τις κρίσεις, αλλά είναι βουτηγμένος κατά το πλείστον στις διάφορεςεμπαθείς ηδονές.