Η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του αγίου ιερομάρτυρος
Ιγνατίου του Θεοφόρου (29 Ιανουαρίου)
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Ο άγιος Ιγνάτιος ήταν διάδοχος τωναγίων Αποστόλων και χρημάτισε επίσκοπος Αντιοχείας. Μαζί με τον άγιοΠολύκαρπο, τον Πρόεδρο της Εκκλησίας των Σμυρναίων, υπήρξε μαθητής τουευαγγελιστή Ιωάννου του Θεολόγου. Οδηγήθηκε λοιπόν ενώπιον του βασιλιά Τραϊανούκι αφού υπέστη όλα τα είδη των βασανιστηρίων, δεν κάμφθηκε, γι’ αυτό και εστάληστη Ρώμη, προκειμένου να ριχτεί στα θηρία. Όταν έγινε αυτό, κάποιοι άνδρεςΧριστιανοί μάζεψαν και έφεραν τα άγια λείψανά του από τη Ρώμη στην Αντιόχειακαι τα δώρισαν στους αδελφούς Αντιοχείς που τα ήθελαν με μεγάλο πόθο. Αυτοί λοιπόντα έβαλαν κάτω από τη γη με κάθε τιμή και σεβασμό. Χάριν τούτου ηΕκκλησία πανηγυρίζει εορτή χαρμόσυνη».
Τον άγιο Ιγνάτιο τον θεοφόρο τονείδαμε, και αρκετά αναλυτικά μάλιστα, την ημέρα της μνήμης του, την 20ήΔεκεμβρίου.
Κι είχαμε την ευκαιρία να τονίσουμε τότε αφενός το θεολογικό ύψοςτων επιστολών που μας άφησε – σημαντική συμβολή πράγματι στην υπέρβασηεκκλησιαστικών διαστρεβλώσεων – αφετέρου τον βαθύ έρωτα και την αγάπη του προςτον Κύριο Ιησού Χριστό. Κι είναι αυτή η αγάπη του που και σήμερα προβάλλουνοι ύμνοι της Εκκλησίας μας, εξ αφορμής της ανακομιδής των τιμίων λειψάνων του.Δεν είναι άλλωστε δυνατόν να μιλάει κανείς, με οποιαδήποτε αφορμή, για τονάγιο Ιγνάτιο και να μη συγκινείται με το καμίνι της καρδιάς του, που έκαιγε γιαχάρη του Χριστού. Εντελώς δειγματοληπτικά από τα δοξαστικά του εσπερινού: «ΘεοφόρεΙγνάτιε, τον σον έρωτα Χριστόν ενστερνισάμενος» (Θεοφόρε Ιγνάτιε,έχοντας στο στήθος σου τον έρωτά σου, τον Χριστό)∙«Αξιομακάρισε Ιγνάτιε! Συ γαρπρος τον όντως σον εραστήν ανένδοτον έχων την έφεσιν έλεγες∙ ουκ έστιν ενεμοί πυρ φιλόυλον, ύδωρ δε μάλλον ζων και λαλούν εν εμοί, ένδοθέν μοι λέγον∙ Δεύροπρος τον Πατέρα» (Αξιομακάριστε Ιγνάτιε! Εσύ λοιπόν έχοντας σταθερή την έφεσήσου προς τον αληθινό εραστή σου έλεγες: Δεν υπάρχει μέσα μου φλόγα που να μεσπρώχνει στα υλικά, αλλά μάλλον ζωντανό νερό που μιλάει μέσα μου και μου λέει:Πήγαινε στον Πατέρα). Και από τον κανόνα του όρθρου: «Ερασθείς της ωραιότητοςτου Δεσπότου και προς Αυτόν την έφεσιν ανένδοτον έχων» (Αγάπησες τηνωραιότητα του Δεσπότου Χριστού και Αυτόν ανυποχώρητα επιθυμούσες)∙«Έρως οθειότατος, μάκαρ, κατακρατήσας της ψυχής σου» (Ο θειότατος έρωτας, μακάριε,κυριάρχησε στην ψυχή σου).
Ο άγιος Θεοφάνης ο υμνογράφος σχετίζειτην αγάπη του αγίου προς τον Χριστό με το ίδιο το μαρτύριό του. Θεωρεί ότι ηεπιθυμία του για το μαρτύριο ήταν ο μισθός που έλαβε από τον Θεό λόγω ακριβώςτης αγάπης του αυτής και της διακονίας του στην Εκκλησία να ιερουργεί τοευαγγέλιο Εκείνου. «Τον σον έρωτα Χριστόν ενστερνισάμενος, μισθόν εκομίσω της ιερουργίαςτου Ευαγγελίου του Χριστού, το τελειωθήναι δι’ αίματος» (Έβαλες στο στήθος σουτον έρωτά σου, τον Χριστό, και πήρες σαν μισθό της ιερουργίας του ΕυαγγελίουΤου το να φτάσεις στην τελείωση με το μαρτύριο του αίματος). Με άλλα λόγια τομαρτύριο – ό,τι χειρότερο για έναν άνθρωπο που κινείται με κοσμικά και όχιχριστιανικά κριτήρια – είναι η χάρη που δίνει ο Θεός για να ανέβει στηντελείωσή του ο άνθρωπος, όπως το διατυπώνει μάλιστα και ο απόστολος Παύλος: «ημίνεδόθη ου μόνον το εις Αυτόν πιστεύειν, αλλά και το υπέρ Αυτού πάσχειν», δηλαδή,δόθηκε σε εμάς ως χάρη όχι μόνον να πιστεύουμε στον Χριστό, αλλά και ναπάσχουμε γι’ Αυτόν. Κι αυτό συμβαίνει, διότι, όπως έχουμε τονίσει καιάλλοτε, το μαρτύριο στη ζωή αυτή – κι όχι μόνον του αίματος, αλλά και οιδιάφορες θλίψεις και δοκιμασίες που με πίστη αντιμετωπίζονται από τον χριστιανό- αποτελεί συμμετοχή στο μαρτύριο του πρώτου Μάρτυρα, του ίδιου τουΚυρίου: Σταυρός η ζωή Εκείνου, σταυρός και η ζωή του Χριστιανού, εφόσον «επακολουθείτοις ίχνεσιν Αυτού». Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι «μιμητήν του πάθους τουΧριστού» τον χαρακτηρίζει η Εκκλησία μας.
Δεν μπορούμε να μη μνημονεύσουμε καιέναν παραλληλισμό που κάνει ο άγιος Θεοφάνης για τον ιερομάρτυρα του Χριστού.Τον παραλληλίζει, στον οίκο του κοντακίου, με τον προφήτη Ιερεμία, τον οποίο οΘεός αγίασε εκ μήτρας, προκειμένου να αναγγείλει τον ερχομό Του στον κόσμο. Κιόταν ήλθε στον κόσμο βρήκε το βρέφος Ιγνάτιο άξιο της χάρης Του – και μάλλονεννοεί ο υμνογράφος αυτό που διασώζει η παράδοση της Εκκλησίας, ότι δηλαδή τονήπιο που κράτησε ο Κύριος στην αγκαλιά Του και είπε ότι σαν κι αυτό πρέπει ναγίνουν οι άνθρωποι για να εισέλθουν στη Βασιλεία του Θεού, ήταν ο άγιοςΙγνάτιος – προκειμένου να γίνει αργότερα ο κήρυκας του Ευαγγελίου Του. «Ιερεμίανο Θεός εκ μήτρας αγιάσας, και προ του γεννηθήναι γινώσκων ως προγνώστης δοχείονέσεσθαι αυτόν Πνεύματος Αγίου, εμπιπλά τούτον ευθύς, εκ νεαράς βιώσεως, καιΠροφήτην τούτον και κήρυκα πάσι αποστέλλει, προαγγέλλειν την αγίαν επί της γηςαυτού παρουσίαν. Τεχθείς ουν ο αυτός Θεός εκ Παρθένου, προς το κήρυγμα ελθών,εύρεν εκ βρέφους άξιον αυτού της χάριτος υποφήτην, τον θεοφόρον και θείονΙγνάτιον» (Ο Θεός που αγίασε από την κοιλιά της μάνας του τον προφήτη Ιερεμία,και πριν ακόμη γεννηθεί σαν προγνώστης που είναι γνώριζε ότι αυτός θα είναιδοχείο του αγίου Πνεύματος, τον γεμίζει αμέσως με το Πνεύμα αυτό ήδη από νεαρήηλικία, και τον στέλνει προφήτη και κήρυκά Του σε όλους, για να προαναγγείλειτην αγία στη γη παρουσία Του. Όταν γεννήθηκε λοιπόν ο ίδιος ο Θεός από τηνΠαρθένο Μαρία και ήλθε στο κήρυγμα, βρήκε από τη βρεφική ηλικία άξιο κήρυκα τηςχάρης Του τον θεοφόρο και θείο Ιγνάτιο). Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι σταπρόσωπα τέτοιων αγίων σαν τον άγιο Ιγνάτιο βλέπουμε τη συνέχεια των μεγάλωναναστημάτων της Παλαιάς Διαθήκης, των Πατριαρχών και των Προφητών. Ό,τιδιαβάζουμε στην Παλαιά Διαθήκη γι’ αυτούς, για την πνευματοφορία και τη χάρητους, το έχουμε άμεσα μπροστά μας με τους αγίους μας, ίσως δε και περισσότερο,αφού οι άγιοί μας ευτύχησαν να ζήσουν την οντολογική αμεσότητά τους με τονΧριστό, ως ηγιασμένα από Εκείνον μέλη Του.