Ιωάννου Ν. Μαρκά
ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ
Σεβασμιώτατοι, σεβαστοί Πατέρες,
ελλογιμότατοικ. Καθηγητές, αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί
Οφείλουμεεξαρχής να σημειώσουμε ότι η εισήγησή μας θα περιοριστεί σχεδόν αποκλειστικάστη δράση της «Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών» της Ι.Μ. Δημητριάδος, και σε μιαενδεικτική δραστηριότητα ορισμένων προσώπων που συμμετέχουν στα προγράμματάτης, και τούτο διότι, κατά την ταπεινή μας εκτίμηση,το συγκεκριμένο θεολογικόίδρυμα υπήρξε το πρώτο που,επισήμωςστον ελλαδικό χώρο, καθιέρωσε και θεμελίωσετον όρο της «μεταπατερικότητας» με το γνωστό τετραήμερο συνέδριο που έλαβε χώραμεταξύ 3-6 Ιουνίου 2010. Αυτό ασφαλώςδεν σημαίνει πως η «Ακαδημία» και οι συντελεστές της γέννησαν την«μεταπατερικότητα», ούτε ότι έξω από αυτήν δεν δραστηριοποιούνται εντόνως οιγνωστοί «μεταπατερικοί» κύκλοι, αφού το «μεταπατερικό» ζήτημα είναι τόσοπαλαιό, όσο και η παναίρεση του Οικουμενισμού, η οποία για να προωθηθεί βασίστηκεεν πολλοίς στην περίφημη «υπέρβαση των Πατέρων». Εκτιμούμε όμως πως αξίζει τονκόπο να ερευνηθεί, στα πλαίσια μιας σύντομης εισηγήσεως, ειδικότερα η περίπτωσητης «Ακαδημίας», εις τρόπον ώστε να προσεγγιστούν «τα έργα και οι ημέρες» τωνμεταπατερικών συντελεστών της, που τόσο θόρυβο έχουν προκαλέσει σε ολόκληρο τονΟρθόδοξο θεολογικό κόσμο.
Γιαπολλούς βεβαίως, ίσως να ακούγεται λίγο παράξενο και να απορούν, πως είναιδυνατόν μια «ακαδημία θεολογικών σπουδών» να δημιουργεί τόσο θόρυβο και τόσεςαντιδράσεις γύρω από το όνομά της. Είναι άραγε τόσο έντονο το πρόβλημα τηςλειτουργίας της και σε ποιά σημεία μπορεί να εστιαστεί αυτό; Εν πρώτοις, καιπολύ γενικά και πρόχειρα, μια πρώτη απάντηση μπορεί να δοθεί στο γεγονός πωςπρόκειται για ένα θεολογικό ίδρυμα στον ελλαδικό Ορθόδοξο χώρο, που παράγει ένα«νέο κύμα» θεολογίας, ένα είδος «θεολογικών σπουδών» αλλιώτικο από όσα μέχριτώρα γνωρίζαμε, ένα καθαρά «νεοεποχίτικο» μοντέλο εργαστηριακής θεολογίας τουσυγκρητισμού, με μία εξειδικευμένη επιστημονική ομάδα εργασίας, που οι διασυνδέσειςτης δείχνουν να ξεπερνούν τα στενά όρια του επιστημονικού-θεολογικού χώρου. Τοπρόβλημα εν ολίγοις δεν είναι επιφανειακό ή μονοδιάστατο, όπως ίσως να θεωρούνκάποιοι, αλλά σύνθετο και πολυεπίπεδο, με βαθύτερες ρίζες και άρα δύσκολο ωςπρος την προσέγγιση και αντιμετώπισή του. Αυτό που πρίν από μερικές δεκαετίεςφάνταζε ως «περιθώριο», σήμερα είναι το κυρίαρχο ρεύμα στο θεολογικό χώρο καιμάλιστα στον ορθόδοξο.
Η«Ακαδημία του Βόλου» είναι καρπός και κατάκτηση του εκσυγχρονιστικού πνεύματοςπου έχει μεταλαμπαδευτεί από τη Δύση στην καθ’ ημάς Ανατολή. Η τακτική πουακολουθήθηκε και ακολουθείται είναι απλή και καλά σχεδιασμένη:καθηγητές-ινστρούχτορες της «Νέας Εποχής» επιδίδονται στην «εκπαίδευση» τωνκατάλληλων προσώπων, με σκοπό να γίνουν οι επόμενοι «κήρυκες» και«ιεραπόστολοι» της «νεοεποχίτικης θεολογίας» του διαχριστιανικού καιδιαθρησκειακού συγκρητισμού, σε ένα ορθόδοξο πλήρωμα εντελώς ακατήχητο καιαπληροφόρητο, σχετικά με τις πραγματικές τους προθέσεις. Αρωγός σε αυτήν τηνπροσπάθεια είναι πλέον και μέρος τουεκκλησιαστικού κατεστημένου, το οποίο δειλά-δειλά αρχίζει και βγαίνει σετούτο το εκσυγχρονιστικό προσκήνιο, στηρίζοντας και υποθάλπτοντας εμπράκτως τηνέα αυτή θεολογία και τους επίσημους φορείς της. Όπως θα παρατηρήσουμε εντόςολίγου, όλη αυτή η λεπτή και ασυναίσθητη αποστασία στο χώρο της θεολογίας, σεσυνδυασμό με τον εισαγόμενο-δυτικό τρόπο ζωής που έχει επικρατήσει στοκαθημερινό γίγνεσθαι, διαμορφώνει στον Ορθόδοξο κόσμο, με αργά αλλά σταθερά καιμεθοδικά βήματα, μια ψευδο-χριστιανική πνευματικότητα, μια θεολογικήκαρικατούρα, που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στο «θρησκευτικό τσουβάλιασμα»των λαών, μέσω της Πανθρησκείας και του Οικουμενισμού, δηλαδή στη «νέαθρησκευτική συνειδητότητα» του πλανητικού συστήματος.
ΣΚΟΠΟΣ-ΔΟΜΗ-ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΤΗΣ «ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ» ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ
Η «Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών» φαίνεται ναυπηρετεί πιστά, ένα τέτοιο εκσυγχρονιστικό σχέδιο[1].Έναςεκ των στενών συνεργατών της «Ακαδημίας», ο γνωστός δημοσιογράφος της«Καθημερινής», Σταύρος Ζουμπουλάκης, σε άρθρο του στο περιοδικό που διευθύνει [2] , μετίτλο Τοανανεωτικό εγχείρημα της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών, εξέφρασε ακριβώςαυτόν τον ενθουσιασμό, της κυήσεως μιας «ουσιώδουςαλλαγής στη θεολογική σκέψη στην Ελλάδα». Η αποψή του έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρονεπειδή εκφράζει το σύνολο σχεδόν των συμμετεχόντων σε αυτό το περισπούδαστοθεολογικό «thinktank»(=δεξαμενήσκέψης) και μας παρουσιάζει τον οδοδείκτη πάνω στον οποίον κινείται το ίδρυμακαι οι εκπρόσωποί του. Πρώτο στοιχείο, το γεγονός ότι «η Ακαδημία είναι εντελώς απαλλαγμένη από κάθε θεολογικό αντιδυτικισμό».Η αγιοπατερική θέση, πως ο δυτικός χριστιανισμός είναι –στην μετά το Σχίσμαεποχή- αίρεση, χαρακτηρίζεται γελοία και παράλληλα αναγνωρίζονται ως«κολοσσιαία» ονόματα, «θεολόγοι» της Δύσεως, όπως ο Θωμάς Ακινάτης και οΛούθηρος. Δεύτερο στοιχείο, κατά τον κ. Ζουμπουλάκη, είναι ότι η «Ακαδημία»αντιστέκεται στον εξωραϊσμό και στην εξυμνητική εικόνα του Βυζαντίου, ενώπαράλληλα επαίρεται για το ότι έρχεται να αποδαιμονοποιήσει το Διαφωτισμό, καινα τον προσεγγίσει χωρίς σκοταδιστικό και φανατικό πνεύμα, ασκώντας ταυτόχρονακριτική στην Εκκλησία, για τον τρόπο με τον οποίο τον πολέμησε. Ένα τρίτοστοιχείο, πραγματικό επίτευγμα για τους «ακαδημαϊκούς» θεολόγους, είναι ησυνομιλία με εξωεκκλησιαστικούς διανοούμενους και στοχαστές «που δεν είναι χριστιανοί αλλάαγνωστικιστές ή άθεοι». Αυτή η «θεολογική» στροφή, βοηθάει τα μέγιστα ώστετα θέματα που ανοίγει η «Ακαδημία» να χαρακτηρίζονται από μία «εξωστρέφεια», να«είναι στραμμένα δηλαδή προς την κοινωνία και τον πολιτισμό».
Τίείναι όμως ακριβώς το συγκρότημα που εμείς γνωρίζουμε ως «Ακαδημία ΘεολογικώνΣπουδών» της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος και το οποίο έκανε την εμφάνισή τουγια πρώτη φορά εν έτει 2000; Στην πραγματικότητα είναι μία Μη ΚυβερνητικήΟργάνωση, με την επωνυμία «ΜΚΟ Ακαδημία Δημητριάδος», με επικεφαλής πρόεδρο τονοικείο μητροπολίτη, κ. Ιγνάτιο, που ακολουθεί την κλασσική τακτική πουσυνηθίζουν όλες οι ΜΚΟ, να συμμετέχει σε «ανοιχτά» χρηματοδοτικά προγράμματατων κυβερνήσεων. Όπως άλλωστε έχει λεχθεί ευφυώς, εάν επιθυμεί κάποιος να λάβεικυβερνητικό χρήμα με τη σέσουλα, καλά είναι να ιδρύσει μια ...μη κυβερνητικήοργάνωση. Η αλήθεια είναι πως μέχρι πρότινος, αποτελούσε μια εύλογη και έντονηαπορία, από που χρηματοδοτείται ένα τέτοιο ίδρυμαεις τρόπον ώστε να εκτελείπανάκριβα συμπόσια και συνέδρια, ή να εκτελεί προγράμματα και αποστολές «εκτόςέδρας», ακόμη και σε μακρινά μέρη του εξωτερικού[3]και γενικά πως είναι δυνατόν εν μέσω οξείαςοικονομικής κρίσης, ένας τέτοιος «οργανισμός» να δουλεύει με «φουλ τιςμηχανές».
Το ενδιαφέρον λοιπόν στοιχείο, είναι ότιέχουμε να κάνουμε με ένα ίδρυμα, που ενώ ο τίτλος του και το καταστατικό του«φωνάζουν» πως δεν έχει σχέση με κράτη και κυβερνήσεις, εν τούτοις ηχρηματοδότησή του σε αρκετές περιπτώσεις είναι κρατική. Άλλωστε μόλις πρόσφατααποκαλύφθηκε, ότι η ΜΚΟ «Ακαδημία Δημητριάδος», στήθηκε στην ουρά μαζί με άλλες174 ΜΚΟ, για να διεκδικήσει (και να μοιραστεί με όσες επιλεγούν) 280εκατομμύρια ευρώ για «κοινωνική εργασία», σε πρόγραμμα του Υπουργείου Εργασίας [4]. Επιπλέον, ενδεικτικό είναι τοπαράδειγμα μίας ημερίδας που διοργανώθηκε πέρυσι, τον Απρίλιο του 2011, στηνΑθήνα και στο ξενοδοχείο «Κάραβελ», σχετικά με «τη σημασία του διαθρησκειακούκαι διαπολιτισμικού διαλόγου» [5] καιστην οποία πρωταγωνιστικό ρόλο είχε η «Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών». Η ημερίδααυτή διοργανώθηκε από την πρεσβεία της Ινδονησίας στην Αθήνα, υπό την αιγίδα(και άρα τη χρηματοδότηση) των υπουργείων Εξωτερικών της Ελλάδας και τηςΙνδονησίας. Την ημερίδα παρακολούθησανθρησκευτικοί λειτουργοί, πανεπιστημιακοί καθηγητές, πρέσβεις και υψηλόβαθμαστελέχη διπλωματικών αντιπροσωπειών στην Αθήνα, περισσοτέρων των 20 κρατών,δημοσιογράφοι αλλά και φοιτητές. Μεταξύ άλλων διαβάστηκε μήνυμα τουΑρχιεπισκόπου Αθηνών από εκπρόσωπό του, δείγμα της υψηλής στήριξης που έτυχεαπό όλους τους χώρους –και τον εκκλησιαστικό-, ενώ εντύπωση προκάλεσε ηποικιλία των εισηγητών: μουσουλμάνοι πανεπιστημιακού επιπέδου, μίαπροτεστάντισσα «ιερέας», ορθόδοξοι πανεπιστημιακοί καθηγητές, ο «ιθύνων νους»της «Ακαδημίας», κ. Παντελής Καλαϊτζίδης, αλλά και εκπρόσωπος του ΕλληνικούΙδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (του γνωστού ΕΛΙΑΜΕΠ), ηκαθηγήτρια Άννα Τριανταφυλλίδου, ερευνήτρια του ως άνω κέντρου, το οποίοχρηματοδοτείται αφειδώς από τα «OpenSocietyFoundation» του Σόρος, το ίδρυμα Φόρντ, το ίδρυμα Μάρσαλ, τηνΠαγκόσμια Τράπεζα και άλλα σχετικά «ευαγή» ιδρύματα[6].
Ανάμεσα σεόλους αυτούς τους «κολοσσούς» -όλως τυχαίως- πρωταγωνιστεί και η «ταπεινή»«Ακαδημία του Βόλου». Και το εξίσου ταπεινό ερώτημα που προκύπτει είναι, ποιοςο λόγος να ενδιαφέρονται τα ΥΠΕΞ Ελλάδας καιΙνδονησίας για τον διαθρησκειακόδιάλογο;Για ποιο λόγο ΜΚΟ παγκοσμίου βεληνεκούς, με στελέχη πασίγνωστα στη«Λέσχη Μπίλντεμπεργκ» και στις πολυεθνικές υπερ-στοές, που οικοδομούν ανοιχτάπλέον την ιδέα της «παγκόσμιαςδιακυβέρνησης», χρηματοδοτούν τέτοιου είδους διαθρησκειακές ημερίδες;Και πωςγίνεται ένα θεολογικό ίδρυμα μιας Ορθόδοξης Μητροπόλεως να συνεργάζεται μεόλους αυτούς; Απλούστατα διότι από κοντά με την παγκόσμια διακυβέρνηση,ακολουθεί και η ιδέα της θρησκευτικής ομογενοποίησης, μέσα από ένα κάλεσμα τωνθρησκειών σε ειρήνη, ανοχή και καταλλαγή. Και η αποστολή της «Ακαδημίας», όπωςθα καταδειχθεί στην αμέσως επόμενη ενότητα, με τα «προγράμματα» και «συνέδρια»που διογανώνει, είναι ακριβώς αυτή[7].
ΤΑΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΗΣ «ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ»: ΠΡΟΣ ΜΙΑ «ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ»
Α) Ηγετική φυσιογνωμία της «Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών» ο μητροπολίτηςΔημητριάδος, κ. Ιγνάτιος
Ασφαλώς,η «Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών», δεν θα είχε το ανάλογο κύρος και νομιμοποίηση,εάν δεν βρισκόταν υπό τη σκέπη μιας Ορθοδόξου Μητροπόλεως. Η ίδρυση και ηλειτουργεία της από την Ιερά Μητρόπολη Δημητριάδος ενδυνάμωσε και επεξέτεινε τοεγχείρημα, κάτι που φαίνεται κι από τη διεθνή αναγνώριση, αλλά και την στήριξηπου απολαμβάνει τόσο από το Οικουμενικό Πατριαρχείο [8] , όσοκαι από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών [9] . Τογεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από τον πρωταγωνιστικό ρόλο του ΣεβασμιωτάτουΜητροπολίτου Δημητριάδος, κ. Ιγνατίου, που εκ θέσεως διευθύνει την «Ακαδημία»,μαζί φυσικά με τον συντονιστή και υπεύθυνο, κ. Παντελή Καλαϊτζίδη. Και επειδήστο κείμενο-απάντηση που είχε συντάξει η «ΑΘΣ» στους επικριτές της, με τίτλο«Στώμεν καλώς» [10], ισχυριζόταν ότι ο οικείος μητροπολίτης δεχόταν «κακόβουλα» και «ανέντιμα»σχόλια «για λόγια και φράσεις που ποτέ δεν είπε ούτε έγραψε», ας εξετάσουμεμετά προσοχής ένα πολύ μικρό δείγμα από τα λεχθέντα του Σεβασμιωτάτου, όπωςείναι δημοσιευμένα σε δικές τους πηγές.
Εν αρχή, να αναφέρουμε ότι οι τοποθετήσειςτου κ. Ιγνατίου, μολονότι προσπαθούν να σταθούν σε ένα μετριοπαθές επίπεδο, εντούτοις δίνουν ξεκάθαρα την κατεύθυνση της πορείας ενός συνεδρίου, ενώπαρουσιάζουν και μια συμφωνία με το πνεύμα των εισηγήσεων, που συνήθωςακολουθούν την δική του. Η φρασεολογία,όπως θα δούμε, είναι συγκεκριμένη καιπροσπαθεί να δημιουργήσει κλίμα υπέρ της «ετερότητας», της «εξωστρέφειας», της«ειρήνης», της «καταλλαγής», κατά του «αντιευρωπαϊσμού» και του «αντιδυτικισμού».Στο χαιρετισμό που απηύθυνε για παράδειγμα στο συνέδριο «Θεολογία και Λογοτεχνία ΙΙ...»[11], ο μητροπολίτης Δημητριάδος τονίζει με έμφαση αυτό ακριβώς: «Ο κίνδυνοςνα γίνει η Εκκλησία μια κλειστή κάστα καθαρών, με έτοιμες απαντήσεις καιδογματικές αγκυλώσεις και περιχαρακώσεις είναι παρών». Τούτες εδώ οι«έτοιμες απαντήσεις» και οι «δογματικές αγκυλώσεις», που τρομάζουν τονμητροπολίτη Δημητριάδος, είναι τα «μεταπατερικά» σπέρματα, που όπως θα δούμεπιο κάτω αφθονούν σε όλες σχεδόν τις εισηγήσεις των «ακαδημαϊκών» θεολόγων [12].
Β) Θρησκευτικά για όλους, αλλά όχι γιατους Ορθοδόξους
Ένα από τα θέματα που έχει αναλάβειεργολαβικώς να διεκπεραιώσει, δυστυχώς με καταστρεπτικές συνέπειες, η «ΑκαδημίαΘεολογικών Σπουδών» είναι ο χαρακτήρας που θα έχει το μάθημα των θρησκευτικώνστα σχολεία και ο τρόπος διδασκαλίας του. Δυστυχώς για την Ι.Μ. Δημητριάδος, η«Ακαδημία» της, κατέστη κέντρο της εκσυγχρονιστικής θεολογικής ομάδας του«ΚΑΙΡΟΥ», ενός νεοφανούς θεολογικού συνδέσμου, που χωρίς να βρίσκει αντίσταση απόπουθενά προωθεί την αποδόμηση του Ορθοδόξου ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματοςτων θρησκευτικών και την ένταξη στα σχολικά προγράμματα ενόςθρησκειολογικού-συγκρητιστικού μαθήματος, που θα επιφέρει ουσιαστικάγνωσιολογική σύγχυση και πνευματική βλάβη στους Ορθοδόξους μαθητές.Η «ΑΘΣ» καισε αυτό τον τομέα πρωτοστατεί στη σχετική προπαγάνδα, εκβιάζοντας ουσιαστικά τονθεολογικό κόσμο με το δίλημμα «ή υποχρεωτικό και θρησκειολογικό μάθημα ή ταθρησκευτικά εκτός των σχολικών προγραμμάτων».
Εξίσουεμπρηστικές είναι και οι εισηγήσεις των εκσυγχρονισμένων θεολόγων στις διάφορεςημερίδες και συνέδρια που διοργανώνει για το θέμα η «Ακαδημία», συχνά με τοαντιχριστιανικό Παιδαγωγικό Ινστιτούτο του Υπουργείου (πρώην εθνικής) Παιδείαςκαι Θρησκευμάτων. Ας δούμε ορισμένες ενδεικτικά. Σε μια τοποθέτησή της επί τουθέματος, η «ομάδα επιμόρφωσης για το μάθημα των θρησκευτικών της ΑΘΣ»,απαρτιζομένη από τις κυρίες Όλγα Γριζοπούλου, Βάσω Γώγου, Πηγή Καζλάρη και τονκύριο Απόστολο Μπάρλο, ορίζουν ρητώς πως ήρθε η ώρα «να θραύσουμε όλους τους παραπάνωαρνητικούς όρους (σσ. εννοούν του ομολογιακού και κατηχητικούμαθήματος) και να λειτουργήσουμε στηναντίθετη κατεύθυνση: δηλαδή να βρεθούμε μαζί, να συνομιλήσουμε, να μετρηθούμεμε το «διαφορετικό», να καταρρίψουμε σκληρές άμυνες και περιχαρακώσεις, ναδιεκδικήσουμε όχι ιδεοληπτικά ιδεώδη, αλλά εκπαιδευτική ζωντάνια, να μηναρκεστούμε σε πατροπαράδοτες απαντήσεις αλλά να ψάξουμε καινούργιους τρόπουςαπάντησης στα ενεργά ζητούμενα» [13].
Στην παραπάνω θέση συνηγορεί αναφανδόν και οεκ των ενορχηστροτών της αποδομήσεως του ορθοδόξου ομολογιακού μαθήματος,σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και εξέχων μέλος του «ΚΑΙΡΟΥ», κ.Σταύρος Γιαγκάζογλου. Λάτρης τουπολυπολιτισμικού μοντέλου, προβάλλει διαρκώς ως λογικό επιχείρημα το...δικαίωμα της μειοψηφίας εις βάρος της πλειοψηφίας. Προτεραίοτητα για εκείνονείναι η συνάντηση του άλλου «με σεβασμόκαι κατανόηση στο πρόσωπο του ετεροδόξου, του ετεροθρήσκου, του αδιάφορου» [14] .Προφανώς για να πολλαπλασιάζονται ...οι αδιάφοροι. Το θέμα βέβαια για τουςΟρθοδόξους γονείς είναι πολύ σοβαρό, κι αυτό διότι η εμμονή που δείχνουν οιθεολόγοι του «ΚΑΙΡΟΥ» για θρησκειολογικό μάθημα των θρησκευτικών μόνο τυχαίαδεν είναι. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι τα παιδιά, ειδικά στην τρυφερή ηλικία τουδημοτικού, δεν έχουν το γνωσιολογικό υπόβαθρο για να συγκρίνουν την καλή απότην κακή γνώση και να απορρίπτουν την τελευταία. Έτσι η πρωτοεισακτέα γνώση πουθα λάβουν οι ανυποψίαστοι μικροί μαθητές, ενδεχομένως μπορεί να αποβεί καικαθοριστική στην αντίληψη που θα διαμορφώσουν σχετικά με το Θεό και τιςθρησκείες[15].
Γ)Σε πρώτο πλάνο «φεμινιστική θεολογία», «λειτουργική αναγέννηση», «νεωτερικότητα»,«παγκόσμια ειρήνη»
Το άνοιγμα που επιχείρησε την περίοδο 2002-2003 η«ΑΘΣ» προς τη «φεμινιστική θεολογία», ήταν πραγματικά εντυπωσιακό, όσο καιπρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα. Ένα θέμα κυριολεκτικά αδιαπραγμάτευτο γιατους Ορθοδόξους, παρουσιάστηκε έντεχνα μέσα από τις εισηγήσεις των νεωτεριστώνθεολόγων ως ένα «υπαρκτό» και «βαθιά εκκλησιολογικό» πρόβλημα [16]. Ομιλούμε σίγουρα για ένα από τα πιοαγαπημένα θέματα των «μεταπατερικών», το οποίο εξ αρχής τεκμηριώθηκε θεολογικάπως «πρόκειται για μια μορφήσυναφειακής (contextual) θεολογίας».[17] Η τάση που κυριαρχεί στις εισηγήσεις είναιξεκάθαρα υπέρ ακόμη και της «ιερωσύνης» των γυναικών, κάνοντας αντίλογο για το«γεγονός ότι η προβαλλόμενηεπιχειρηματολογία από μέρους της Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας δενθεμελιώνεται σε αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων και η Εκκλησία σαφώς δεναποφαίνεται εν συνεδρίοις, αλλά εν Οικουμενικαίς Συνόδοις...» [18][19].
Όσον αφορά τη «λειτουργική αναγέννηση» και σε αυτότον τομέα έχουν λεχθεί και γραφεί πολλά. Γνωστός καθηγητής της ΘεολογικήςΣχολής του ΑΠΘ, τη χαρακτηρίζει «επιτακτικήανάγκη» και ισχυρίζεται ότι το πρώτιστο μέλημα αυτής της «αναγέννησης»είναι «η συμμετοχή των λαϊκών στολειτουργικό κατ’αρχήν και στη συνέχεια στο διοικητικό και διδακτικό έργο τηςεκκλησίας. Να εκφράζουν δηλαδή οι βαπτισμένοι ως «βασίλειον ιεράτευμα» τοτρισσόν (ιερατικό, βασιλικό, προφητικό) αξίωμα του Χριστού» [20].Η πρόταση όμως αυτή, είναι μίακαθαρά προτεσταντική προσέγγιση, όπου τα περί «ειδικής» και «γενικής»ιερωσύνης, αφομοιώνονται και εξομοιώνονται και έτσι, όπως ακριβώς στονπροτεσταντισμό, ο καθένας μπορεί να είναι πάστορας και να εκτελεί ιερατικάκαθήκοντα. Επίσης οι υπόλοιπες θέσεις που εκφράζει όπως: άρση του αποκλεισμούτων γυναικών από τα λειτουργικά δρώμενα, επαναφορά του λαού στη θέση του«χορού» και του «ιεροψάλτη», η μετάφραση των λειτουργικών κειμένων, η κατάργησητης μυστικής ανάγνωσης των ευχών, η κατάργηση του τέμπλου και κυρίως ησυμμετοχή όλου του εκκλησιάσματος στη «Θεία Κοινωνία», χωρίς την προϋπόθεση τηςσωστής προετοιμασίας, αποτελούν θέσεις αντιπατερικές και απαράδεκτες στο σύνολότους.
Οι ανωτέρωπροσεγγίσεις, που πιθανόν να εκπλήσσουν ορισμένους που τις ακούν για πρώτηφορά, θεμελιώνονται και στηρίζονται στο δόγμα της «νεωτερικότητας» που εδώ καικάποιες δεκαετίες εισέβαλε ορμητικά και στο θεολογικό χώρο. Ουσιαστικά πρόκειται για συμφιλίωση τηςθεολογικής σκέψης με το πνεύμα του Διαφωτισμού και όπως εξηγεί ο επίσης«φιλομεταπατερικός», καθηγητής της Παντείου, κ. Θάνος Λίποβατς, «η ελευθερία του νεωτερικού, χριστιανικούυποκειμένου έχει ως συνέπεια όμως, ότι ο άνθρωπος ως σκεπτόμενο και δρών άτομο,δεν δεσμεύεται πλέον απέναντι σε παραδόσεις και κλειστά σχήματα οργάνωσης καιερμηνείας της φύσης και της κοινωνίας» [21][22].
Εν τέλειόλα γίνονται, «με διάθεση πάντοτεσυγκατάβασης, προσφοράς και εκσυγχρονισμένου "ανοίγματος" προς αυτούς(δηλαδή τους ετεροδόξους ή ακόμη και τους ετερόθρησκους) εν ονόματι των όρων της νεωτερικότητος»[23]. Η αποδοχή περί «έτερων-εταίρων»,νομιμοποιεί την περίφημη εγκύκλιο του 1902 του Οικουμενικού Πατριαρχείου προς«τας χριστιανικάς εκκλησίας», που κάνει λόγο για «αναδενδράδες» τουΧριστιανισμού. Μόνο που στην αγωνία που έχουν ορισμένοι κύκλοι να επιφέρουν τηπολυπόθητη γι’ αυτούς «παγκόσμια ειρήνη», λησμονούν τον αψευδή λόγο του Κυρίουημών Ιησού Χριστού, ότι «παν δένδρον μηποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις το πύρ βάλλεται» [24] . Όμως αυτό φαίνεται πως είναι ήσσονοςσημασίας για τους «θεολόγους του γραφείου». Το θέμα είναι να φτάσουμεαπροϋπόθετα στο «ίνα ώσι έν», όχι μόνο σε διαχριστιανικό επίπεδο, αλλά και σεδιαθρησκειακό. Το συνέδριο που διοργάνωσε την περίοδο 2006-2007 και αφιέρωσε η«Ακαδημία» στο Ισλάμ, «βρήκε» το κατάλληλο στοιχείο ενότητας (εκτός από την«αγάπη» που την έχουν δεδομένη) : είναι η κοινή καταγωγή, τα «παιδιά τουΑβραάμ» [25][26].
Δ)Το «μεταπατερικό» συνέδριο,η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι
Κάπως έτσι φτάσαμε στο τετραήμερο 3-6 Ιουνίου 2010,και το περίφημο συνέδριο «Νεο-πατερική σύνθεση ή μετα-πατερική θεολογία: Τοαίτημα της θεολογίας της συνάφειας στην Ορθοδοξία». Ένα συνέδριο πουχρηματοδοτήθηκε από το «ορθόδοξο» τμήμα του FordhamUniversity της Νέας Υόρκης, ενός ιησουίτικου-παπικούιδρύματος, το οποίο βρίσκεται πίσω από την διοργάνωση των περισσότερων σχεδόνδιαχριστιανικών και οικουμενιστικών συμποσίων ανά την υφήλιο, καθώς και τογερμανικό πανεπίστημιο του Munster.Για το συνέδριο αυτό έχουν γραφτεί πάρα πολλά, έχουν γίνει αρκετές αξιόπιστεςαναλύσεις και γι’ αυτό δεν προτιθέμεθα να προσθέσουμε ακόμη μία. Εκτιμούμε πωςμία απόλυτα εξειδικευμένη ανάλυση μπορεί να βρεί κανείς στο καταπληκτικό «Υπόμνημα»του Μητροπολίτου Γλυφάδας π. Παύλου κατά της «μεταπατερικής - συναφειακήςθεολογίας» προς την Ιερά Σύνοδο [27]. Εμείς απλώς εδώ να προσθέσουμε ότι το εν λόγω συνέδριο, ουσιαστικά συμπύκνωσετη θεματολογία όλων των προηγουμένων «ακαδημαϊκών» περιόδων, με μόνη διαφοράπως επίσημα«ο επίμαχος όρος τέθηκεως ένα ανοιχτό ερώτημα προς συζήτηση και διερεύνηση…». Το –ουσιαστικά-καταφατικό ερώτημα («προς μία μεταπατερική θεολογία»;), που επέλεξε για τίτλοτης εισηγησής του ο διευθυντής της «Ακαδημίας», κ. Παντελής Καλαϊτζίδης, μαζίμε τη διαπίστωση του πως καθίσταται «επείγοντο αίτημα της νέας σάρκωσης του λόγου και της συναφειακής ανάγνωσης τωνΠατέρων, θέτοντας ταυτόχρονα το ερώτημα της δυνατότητας ύπαρξης μιαςμετα-πατερικής ορθόδοξης θεολογίας» [28], απαντά στην υποκριτική απορία των «μεταπατερικών» θεολόγων, που έξι μήνεςαργότερα θέλησαν «να βγουν κι από πάνω», λέγοντας πως στο συνέδριο αυτό «δεν θίχθηκε κανένα εκκλησιαστικό δόγμα ήΣύμβολο της Πίστεως…».Δεν έχουν τη στοιχειώδη λεβεντιά καιαξιοπρέπεια να υποστηρίξουν ευθαρσώς τα αιρετικά τους πιστεύω, που συνίστανταιστην προτεσταντικής προελεύσεως μείωση και ακύρωση της Πατερικής Παραδόσεως.
Ε)Από το «μεταπατερικό», στο «εθνομηδενιστικό» ύφος
Τοπολυπολιτισμικό πνεύμα της «Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών» όμως, εκτός από«μεταπατερικό» είναι και άκρως «εθνομηδενιστικό». Σε ένα θεολογικό ίδρυμα που η λέξη «αίρεση»μοιάζει να είναι απαγορευμένη παντελώς, υπάρχει μία περίπτωση που η λέξη αυτήχρησιμοποιείται αφειδώς. Κι αυτή η περίπτωση ισχύει όταν οι εκσυγχρονιστές«μεταπατερικοί», έχουν ευκαίρως-ακαίρως τη δυνατότητα να κατακεραυνώσουνοτιδήποτε «πατριωτικό» τους χαλάει την πολυπολιτισμική και νεοταξική συνταγήτους. Έτσι θυμούνται να κάνουν λόγο για «αίρεση του εθνοφυλετισμού», καιταυτόχρονα να επιτίθενται σε ιεράρχες που διέπονται από έντονο πατριωτικόφρόνημα ή και σε εξέχοντα στελέχη της κοινωνίας, όταν αυτά εκφράζουν την αγωνίατους σχετικά με την εθνική αποδόμηση, ξεχνώντας στην περίπτωση αυτή –σύμφωνα μετην «μεταπατερική» εισήγηση του κ. Καλαϊτζίδη- να ομιλήσουν για «ανοχή των αιρετικών ...στη σημερινήπολιτισμική συνθήκη». Αντιθέτως, οι ευρω-θεολόγοι της «ΑΘΣ», ως πιστάστρατιωτάκια ενός υπερθρησκευτικού, αλλά και υπερεθνικού σχεδίου, συντάσσονταιακόμη και με εθνοπροδοτικά σχέδια τύπου Ανάν για την Κύπρο[29],παρέα με την εθνομηδενιστική ομάδα των Μπίστηδων και Κουναλάκηδων αυτής τηςχώρας, ή αποτελούν μέλη ανθελληνικών ΜΚΟ, όπως το διαβόητο για το γενιτσαρισμότου«ελληνικό παρατηρητήριο για τησυμφωνία του Ελσίνκι», του γνωστού ομοφυλόφιλου –κατά δημόσια δήλωσή του-και υψηλόβαθμου στελέχους του ΠΑΣΟΚ, Γρηγόρη Βαλλιανάτου, στο οποίο υπηρέτησεεπί έτη ο μακαρίτης καθηγητής της Θεολογικής Σχολής των Αθηνών, και εκ τωνμεγάλων δασκάλων των «μεταπατερικών» θεολόγων, Σάββας Αγουρίδης[30].
ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΤΙΚΗΗ ΔΡΑΣΙΣ ΤΩΝ «ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΩΝ» - ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΟΥ«ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΥ»
Όπωςείναι φυσικό η ταύτιση των Ορθοδόξων εκσυγχρονιστών θεολόγων με το πνεύμα της«μεταπατερικής» Δύσηςπροκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί ποικίλες αντιδράσειςπανορθοδόξως. Η απάντηση των «μεταπατερικών» σε αυτές τις αντιδράσεις κάνειλόγο για «πατερικό φονταμενταλισμό» και «εκκλησιαστική θριαμβολογία» εις βάροςτου «άλλου». Ελλείψει, δηλαδή, σοβαρών επιστημονικών επιχειρημάτων, οι της«Ακαδημίας» προσπαθούν μέσα από συνθήματα κενά περιεχομένου ή νεοταξικά τσιτάτα,να «τρομοκρατήσουν» όσους τολμούν να αρθρώσουν παραδοσιακό λόγο, και για αυτότον λόγο, όπως θα δούμε αμέσως μετά, δεν διστάζουν να εκτοξεύουν χαρακτηρισμούςκαι ύβρεις σε πρόσωπα που τους φέρνουν σε δύσκολη θέση. Έτσι μετατρέπονται οιίδιοι σε αυτό που κατηγορούν στους άλλους, δηλαδή σε φονταμενταλιστές«ακαδημαϊκού» τύπου, και επομένως μπορούμε να πούμε ότι απέναντι στονανύπαρκτο «πατερικό φονταμενταλισμό»,αντιπαρατάσσουν και εκδηλώνουν έναν γνήσιο«ακαδημαϊκόφονταμενταλισμό», που στην πραγματικότητα είναι ένας «αντι-πατερικός φονταμενταλισμός».
Πως εκδηλώνεται οακαδημαϊκός-αντιπατερικός φονταμενταλισμός:
α)με ακατάσχετο υβρεολόγιο και βαρύτατους χαρακτηρισμούς. Για τους«πολιτισμένους» θεολόγους της «ΑΘΣ» οι αντιδρώντες, είναι άνθρωποι:συμπλεγματικοί (=κομπλεξικοί), φανατικοί, ανεγκέφαλοι, ρατσιστές, αντισημίτες,οπισθοδρομικοί, φοβικοί, παραδοσιόπληκτοι, εθνικιστές, συντηρητικοί, ανώριμοι,μυθομανείς.
β) μεσυκοφαντίες καιχτυπήματα «κάτω από τη ζώνη», ήτοι μεθόδους εξευτελισμού τηςπροσωπικότητας όσων αντιδρούν[31].
γ)με αποκλεισμούς από τα ΜΜΕ, μερικά εκ των οποίων χρηματοδοτούν τα συνέδρια της«ΑΘΣ», όπως συμβαίνει με την εφημερίδα «Θεσσαλία» στο Βόλο.
δ) μεποινικοποίηση των αντιαιρετικών αγώνων και των φυσικών προσώπων που θα έχουν τοσθένος να εγκαλούν τους αιρετικούς, τόσο τους «εντός» -αυτούς που ωςλυκοποιμένες αποδομούν την ορθόδοξη θεολογία και τα δόγματα- όσο και τους «εκτός» -αυτούς που ανήκουν σε άλλα «δόγματα»και θρησκεύματα. Με ένα νομοθετικό έκτρωμα τύπου «hatespeech» (=ρητορική του μίσους),που ισχύει στις ΗΠΑ, και που θα στοχοποιεί όσους θα καταγγέλλουν τουςαιρετικούς, τον διεθνή Σιωνισμό, ακόμα και τους ομοφυλόφιλους. Η «ΑΘΣ»εργάζεται μεθοδικά και προς αυτή τηνκατεύθυνση.
Αυτός είναι εν ολίγοις ο ολοκληρωτικόςτρόπος διαχείρισης των «συμπλεγματικών» αντιδρώντων από τους φωστήρες καθηγητέςτης «Ακαδημίας». Μόνο που πραγματικοί συμπλεγματικοί, δεν είναι όσοι εμμένουννα μη μεταθέτουν τα όρια της Πίστεως που παρέλαβαν από τους Πατέρες, αλλά οιέμμισθοι δεφένσορες της «Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών», με την αγωνιώδηπροσπάθεια που καταβάλλουν να θέσουν σώνει και καλά την Ορθόδοξη θεολογία στιςράγες της νεωτερικότητας του διαφωτισμού, ή –ακόμη χειρότερα- τηςμετανεωτερικότητας του καθολικού μηδενισμού και της αμφισβήτησης των πάντων.Αυτοί οι στυγνοί επαγγελματίες θεολόγοι του καιρού μας είναι που, σύμφωνα μετον μακαριστό π. Ιωάννη Ρωμανίδη, εμφανίζουν ως προς την προσέγγισή τους με τηθεολογία των Ρωμαίων Πατέρων, «συμπλέγματα κατωτερότητας». Η θέσις αυτή είναιαξιοπρόσεκτη και καθόλα τεκμηριωμένη, ακριβώς επειδή η θεολογική μέθοδος τωνΠατέρων βασίζεται επί της Ορθοδόξου πνευματικότητας, και είναι αδύνατον ο έχωνσυμπλέγματα κατωτερότητας και πνευματικώς δουλοπρεπής σε κάθε τι ξένο προς τονελληνοχριστιανικό πολιτισμό να καταλάβει την Πατερική θεολογία καιπνευματικότητα[32].
Επιπλέον, καλό θα ήταν να αντιληφθούν ορισμένοι ότιη Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναζητεί την ενότητα, με την έννοια του «ίνα ώσι έν»που διαστρεβλώνουν οι «μεταπατερικοί» θεολόγοι, απλούστατα διότι η ίδια κατέχειτο όλον της αλήθειας και δεν ψάχνει να βρει δεξιά και αριστερά «μέρος τηςαλήθειας». Το πρόβλημα το έχουν οι λεγόμενες «δυτικές εκκλησίες», οι οποίεςαποκόπηκαν οικειοθελώς από αυτή την ενότητα που διατηρεί η Ορθοδοξία, ωςαυθεντικός φορέας της αποκεκαλυμμένης αλήθειας. Το να θεωρείται η στάση αυτήαπό κάποιους «γενίτσαρους» θεολόγους της Ορθοδοξίας, ως «φονταμενταλισμός» ή«εσωστρέφεια», είναι τουλάχιστον αστείο και κωμικό. Η Ορθοδοξία δεν υπηρέτησεκαι δεν υπηρετεί κανενός είδους «φονταμενταλισμό», αλλά φυσικά δεν υπηρετείούτε και τον θρησκευτικό πλουραλισμό, που οδηγεί στον Οικουμενισμό και στοΣυγκρητισμό. Αρνείται να αποδεχθεί τη «θεωρία των κλάδων», της«περιεκτικότητος», των «δύο πνευμόνων», τη «βαπτισματική» ή τη «μεταπατερικήθεολογία». Η στάση της είναι καθόλα έντιμη, αφού εδώ και 2000 χρόνια μεσυνέπεια και ακρίβεια υπηρετεί την αλήθεια και μόνο αυτή, χωρίς να τησχετικοποιεί ή να τη νοθεύει. Τα δυτικοχριστιανικά κριτήρια ενότητας, τααπορρίπτει ολοκληρωτικά, διότι αυτά ακριβώς είναι στη βάση τους ιμπεριαλιστικάκαι άκρως φονταμενταλιστικά, αφού θεμελιώνονται με δόλιες μεθόδους που θυμίζουνξεκάθαρα πρακτικές του τεκτονισμού. Η σύγχρονη κατατετμημένη ομολογιακήμορφή του χριστιανισμού δε θα πρέπει να έχει ως λύση της την πανομολογιακήσυμφωνία, ούτε την ομολογιακή ομοτιμία, ούτε ακόμη την πανομολογιακήσυγκόλλησηή παράθεση[33], αλλά την επιστροφή των πεπλανημένων στην Μία, Αγία, Καθολική και ΑποστολικήΕκκλησία.
ΝΕΑΠΑΝΑΙΡΕΣΗ Η «ΠΑΤΡΟΜΑΧΙΑ»
Το ενθαρυντικό πάντως στην όλη ιστορία είναιαναμφισβήτητα το γεγονός πως πολλοί εξ όσων αντέδρασαν για την αντιπαραδοσιακήδράση της «Ακαδημίας» ήσαν Επίσκοποι της Ελλαδικής Εκκλησίας, οι οποίοι σχεδόνάμεσα δημοσίευσαν κείμενα μνημειώδη, με άριστη πατερική επιχειρηματολογία,πράγμα λίαν παρήγορο στην εποχή αυτή της καθολικής αποστασίας που διάγουμε.Κατά την ταπεινή μας όμως άποψη, η πλέον τεκμηριωμένη θέση απέναντι στο ζήτηματης «μεταπατερικής θεολογίας» και των επισήμων εκφραστών της, προήλθε από τον διακεκριμένο ομότιμο καθηγητή του «ΤμήματοςΠοιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας» του ΑΠΘ, πρωτοπρεσβύτερο Θεόδωρο Ζήση,ο οποίος και κατέδειξε ότι με τα συνεχή αντιπατερικά προγράμματα που εκτελούνοι της «Ακαδημίας», καθιερώνονται στησυνείδηση της Εκκλησίας ως «πατρομάχοι». Μάχονται δηλαδή ευθέως καιμετωπικά τους Αγίους Πατέρες και μας θυμίζουν τους «εικονομάχους» του Βυζαντίου[34].
Η θέση του π. Θεοδώρου δεν μπορεί με τίποτανα θεωρηθεί ως υπερβολική και αντιεπιστημονική, κι αυτό διότι στο συνέδριο αυτόπράγματι εξοβελίστηκαν οι Πατέρες της Εκκλησίας και τη θέση τους πήραν βιβλικοίθεολόγοι του προτεσταντικού κυρίως χώρου, ή ακόμα και αγνωστικιστές φιλόσοφοι.Τα ονόματα που κυριάρχησαν στις εισηγήσεις δεν ήταν του Γρηγορίου του Θεολόγου,του Ιωάννου του Δαμασκηνού ή του Γρηγορίου του Παλαμά, αλλά του Μπερντιάγεφ,του Γιούνγκ, του Μπάρτ, του Φλόμπερτ και του Γκάρτνερ!Η εμφύτευση επομένως καιεπισήμως της «μεταπατερικής θεολογίας» συνιστά μία σοβαρή εκτροπή από τηνΠαράδοση της Αγίας Ορθοδοξίας. Αποτελεί έλλειψη γνώσης και βίωσης της αλήθειας,απόκλιση από την πρωτογενή θεολογία και κατά συνέπεια μία δαιμονική κατάστασησύμφωνα με τη διδασκαλία των Αγίων Πατέρων. Οι οποίοι μας τονίζουν ρητώς καικατηγορηματικώς ότι η εκάστοτε αίρεση «ούκέστι των αποστόλων, αλλά των δαιμόνων και του πατρός αυτών του διαβόλου ΄ καιμάλλον άγονος και άλογος και διανοίας εστίν ούκ ορθής, ως η των ημιόνων»[35]. Με το ίδιο πνεύμα αυτού του χωρίου οιΠατέρες των Οικουμενικών Συνόδων χαρακτηρίζουν τους αιρετικούς ως πνευματικώςφρενοβλαβείς[36].
Εδώ,μέσα από αυτό το θεολογικό-ιδεολογικό υπόβαθρο της παναιρέσεως τουΟικουμενισμού, επισημοποιείται με έντονο τρόπο η αυτονόμηση και απομάκρυση απότην αλήθεια, όπως μας αποκαλύφθηκε από τον ίδιο τον Θεό Λόγο. Το τίμημα όμωςμιας τέτοιας αυτονομήσεως είναι πολύ σοβαρό. Χωρίς τον άνωθεν φωτισμό, οθεολόγος της νεωτερικότητας, βλέπει πολύ θαμπά τον κόσμο των όντων, ουσιαστικά φαντάζεται,δεν βλέπει και έτσι ασθενει το οπτικό και αξιολογικό του αισθητήριο, μεσυνέπεια να πλάθει (νέα) είδωλα και να θεωρεί ως αρετές τις κακίες[37] .Και επειδήστις εισηγήσεις των «μεταπατερικών», συχνά δίνεται η αίσθηση πως τοΆγιο Πνεύμα «θα εκδιπλώσει νέες πτυχές τηςαποκαλυμμένης Αλήθειας ως προκοπή και πλουτισμό στην πίστη», και προβάλλεται ιδιαιτέρως η εσφαλμένη άποψη του Ιερού Αυγουστίνου πως «σε βάθος χρόνου προσεγγίζουμε πιοαντικειμενικά την αλήθεια», ίσως είναι πρέπον να τονιστεί προς αποκατάστασητούτων των θεολογικών ανακριβειών ότι ουδέποτε οι Πατέρες δέχθηκαν τη θέση τουΙερού Αυγουστίνου και των μετέπειτα ακολουθούντων αυτών Λατίνων –και τώρα«μεταπατερικών» Ορθοδόξων, ότι η Εκκλησία κατανοεί καλύτερα και βαθύτερα τηνπίστη και τα δόγματα με την πάροδο του χρόνου. Κάθε περίπτωση δοξασμού μέσω τωναιώνων είναι μετοχή «εις πάσαν την αλήθειαν» της Πεντηκοστής, η οποία ούτεαύξηση, ούτε βαθυτέρα κατανόηση επιδέχεται[38].
ΕΠΙΛΟΓΟΣ– ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ Η ΑΦΥΠΝΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ
Λίγοπρίν το κλείσιμο, θα θέλαμε να σημειώσουμε πως αυτό που μας κάνει αντίθετουςστην «ΑΘΣ» δεν είναι αυτή καθ’ αυτή η ύπαρξήτης, αλλά ο διαστρεβλωτικός ρόλος που αυτή αναλαμβάνει στα θεολογικά πράγματα.Ηθεολογία στη γνήσια μορφή της, δεν μπορεί να είναι μια συζήτηση των γραφείων ήτων σαλονιών, συνοδευόμενη από τα συμπαραμαρτούντα αυτών των χώρων, αλλάαντιθέτως οφείλει να είναι εμπειρική-βιωματική-χαρισματική. Η γνήσια θεολογίααποτελεί κτιστή έκφραση της εμπειρίας του ακτίστου Θεού και των μυστηρίων του, τουακτίστου φωτός, του χώρου και του τρόπου της παρουσίας του Θεού. Η αλήθεια στην Εκκλησία δεν είναι αφηρημένηέννοια ή η ιδέα του γνήσιου. Η αλήθεια είναι κατεξοχήν υποστατικήπραγματικότητα, είναι δηλ. πρόσωπο. Είναι ο Χριστός, όπως ο ίδιος μας το διαβεβαίωσε:«εγώ ειμί ...η Αλήθεια»[39][40] .Επιπροσθέτως, η χαρισματική θεολογία, ως αγιοπνευματική εμπειρία της Εκκλησίας,δεν είναι για τον καθένα και πολύ περισσότερο δεν είναι για όσους διακατέχονταιαπό την ακαθαρσία των παθών. Ο θεοδίδακτος τρόπος του απλανώς θεολογείν κατάτον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά δεν είναι αποτέλεσμα «ανόδου της διανοίας» καιομιλίας για τον Θεό διανοητικώς, αλλά αποτέλεσμα της «προς Θεόν ομιλίας»[41] .Δυστυχώς όμως η πρακτική της «Ακαδημίας του Βόλου» κινείται εντελώς προς τηναντίθετη κατεύθυνση και έτσιστη θέσηπου καταλάμβανε κάποτε η γνήσια αγάπη για την αλήθεια, σήμερα επικάθεται η«εξύψωση» της «φτωχής περιέργειας».
Το πιοανησυχητικό όμως σημείο από όλα, δείχνει να είναι η παντελής άγνοια, ουσιαστικάη πλήρης αδιαφορία των Ορθοδόξων πιστών μπροστά σ’ αυτή την αντιπαραδοσιακή καιαντιπατερική λαίλαπα που έχει ενσκήψει στον θεολογικό χώρο. Οι διάφορεςκαινοτομίες που εισάγονται σιγά-σιγά στον εκκλησιαστικό χώρο, ως αποτέλεσμααυτής της μακροχρόνιας θεολογικής διαστροφής, όχι μόνο δε γίνονται εγκαίρωςαντιληπτές (π.χ. η κατάργηση των αναθεμάτων που διαβάζονταντην Κυριακή τηςΟρθοδοξίας), αλλά και, όταν γίνονται, δεν μας ενοχλούν εξαιτίας της έντονηςεκκοσμικεύσεως του πληρώματος της Εκκλησίας. Έτσι, επιτρέψτε μου ναπαρατηρήσω, ότι ουσιαστικά είχαμε καταστεί ως Χριστιανοί, προ πολλού«μεταπατερικοί», με αποτέλεσμα σήμερα να έρχονται οι συγκεκριμένοι θεολόγοι γιανα μας εκφράσουν. Κάποτε, τα πρωτοχριστιανικά έτη, οι Χριστιανοί γεμάτοιένθεο ζήλο, αγρυπνούσαν και προσεύχονταν αδιαλείπτως, όντες έτοιμοι για όλα. Ηθαυμάσια ιστορία που περιγράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς στις Πράξεις τωνΑποστόλων, με τον Πέτρο στη φυλακή κοιμώμενο ησύχως «μεταξύ δύο στρατιωτών δεδεμένος αλύσεσι δυσί...»[42],αλλά τους Χριστιανούς των Ιεροσολύμων να προσεύχονται όλη τη νύχτα «υπέρ αυτού», το αποδεικνύει περίτρανα.Στη σημερινή εποχή δυστυχώς, οι περισσότεροι των Χριστιανών κοιμούνται ησύχως,γιατί έπαυσε να ακούγεται στους ναούς ένα αφυπνιστικό, ζωντανό, προφητικό,αποστολικό, πατερικό κήρυγμα. Η σημερινή ημερίδα είναι βέβαιο πως κινείται στηνγραμμή των Αγίων Προφητών, Αποστόλων και Πατέρων, γι’ αυτό και ευχαριστούμε τονΣεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πειραιώς γι’ αυτήν την θεοφιλή πρωτοβουλία καιευχόμαστε ο Θεός να τον διαφυλάττει «σώον, έντιμον, υγιά, μακροημερεύοντα καιορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας»...
Σας ευχαριστώ
[1]Η ίδιααυτοπροσδιορίζεται στην επίσημη ιστοσελίδα της ως «ένα ανοιχτό εργαστήρι σκέψης και διαλόγου της Εκκλησίας με τη διανόησηκαι την κοινωνία, δίχως αμυντικά αντανακλαστικά ή απολογητική διάθεση, οργανώνονταςμε τη μορφή του ανοιχτού πανεπιστημίου ετήσιους θεματικούς κύκλους σπουδών,διεθνή σεμινάρια, συνέδρια και εκδόσεις». Επίσης ότι «πάγια επιδίωξη της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών στάθηκε η συνεργασίακαι η σύμπραξη με άλλους φορείς, η από κοινού συζήτηση, με πνεύμα σεβασμού στην ετερότητα του καθενός, των μεγάλωνπροβλημάτων του καιρού μας». Αυτό το «δίχως αμυντικά αντανακλαστικά ήαπολογητική διάθεση», όπως και το «πνεύμα σεβασμού στην ετερότητα του καθενός»,κρατήστε τα, διότι θα μας απασχολήσουν ιδιαιτέρως από τούδε και στο εξής.
[6]Γιώργος Ρακκάς, ΕΛΙΑΜΕΠ ή μήπωςΕλληνικό Ίδρυμα Αμερικανικής Εξωτερικής Πολιτικής; , περιοδικό Άρδην,τεύχος 58, σελ. 20
[7]Η τοποθέτηση του μητροπολίτου Δημητριάδος στην εν λόγω ημερίδα είναιενδεικτική: «η Εκκλησία», τόνισε, «οφείλει να συνεχίζει εν Αγίω Πνεύματι τοδιαλογικό έργο σωτηρίας του Χριστού εντός της Ιστορίας· οφείλει δηλαδή ναδιαλέγεται με ό,τι δεν είναι Εκκλησία». Και προφανώς να το αφήνει ωςέχει... αρκεί να διαλέγεται κατά τρόπο αφηρημένο και αντιπατερικό. Εν συνεχεία,κάνοντας χρήση των γνωστών οικουμενιστικών επιχειρημάτων, ότι η Εκκλησία δενοείται να είναι «εσωστρεφής», «κλεισμένη στον εαυτό της», ενέπλεξε κατά τρόποδιαστρεβλωτικό και το πως θα ενεργούσε στην εποχή μας ο Χριστός εάν βρισκόταν...στη θέση μας, τονίζοντας ιδιαιτέρως ότι ο Χριστός ήταν και ο ίδιος «ξένος»,«αλλοδαπός», «μετανάστης» και «φυγάς». Στην πρώτη γραμμή και το νεοταξικόφρασεόλογιο δηλαδή.
[12]Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και όλες οιυπόλοιπες εισηγήσεις του Σεβασμιωτάτου. Σε άλλο εναρκτήριο χαιρετισμό με θέμα«Συγχώρηση, Ειρήνη, Καταλλλαγή» [12], τονίζει την προσπάθεια να δομηθεί μια θεολογία«της ειρήνης, τηςσυμφιλίωσης και της καταλλαγής, αφ’ ετέρου, με διάθεση ειλικρινούς μετανοίας,να αποτιμήσουμε κριτικά και αυτοκριτικά την χριστιανική μας παράδοση, ώστε ναεντοπίσουμε εκείνες τις πτώσεις και αλλοιώσεις οι οποίες έφεραν κοντά τη βίακαι τον πόλεμο με τη θρησκεία και τις χριστιανικές εκκλησίες.Στη συνέχεια, καιπροϋποθέτοντας μια εμβριθή ανάλυση του σύγχρονου κόσμου, θα καθοδηγηθούμεαπό το Πνεύμα του Θεού σε δημιουργικές δράσεις και καινοτόμες πρωτοβουλίεςχριστιανικής μαρτυρίας για την ειρήνη, τη συμφιλίωση και την καταλλαγή στονκόσμο μας». Παρουσιάζει με λίγα λόγια τη «συλλογική» ευθύνη των«εκκλησιών» απέναντι στη θρησκευτική βία, εξισώνοντας τα θύματα, που στηνσυντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι οι Ορθόδοξοι, με τους θύτες, πουείναι οι μισσιονάριοι της Δύσης. Και βέβαια όλα αυτά τα ανυπόστατα θαυπερπηδηθούν χάρη στις «καινοτόμες πρωτοβουλίες» που θα πραγματοποιηθούν υπότην καθοδήγηση του «Παγκοσμίου Συμβουλιου των Εκκλησιών» (Π.Σ.Ε.)...«Θεωρώντας,λοιπόν, την παραπάνω προβληματική όχι απλώς απαίτηση των καιρών, αλλάκυρίαρχη θεολογική και εκκλησιολογική ανάγκη ευελπιστούμε ότι η πραγματοποίησητου συνεδρίου της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών της Μητροπόλεώς μας, σεσυνεργασία με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών καιτο Boston Theological Institute, με θέμα Συγχώρηση,Ειρήνη, Καταλλαγή, θα συντελέσει στην ενεργό και υπεύθυνη εμπλοκή της θεολογίαςκαι της Εκκλησίας στα προβλήματα της βίας, του πολέμου και των συγκρούσεων,στην προοπτική υπέρβασής τους με την επικαιροποίηση και θεματοποίηση τωνθεολογικών προταγμάτων της ειρήνης, της συγχώρησης και της καταλλαγής».
[15]Η σοβαρότητα του ενλόγω ζητήματος, φαίνεται και από τη σπουδή που δείχνει εδώ και δεκαετίες τοίδιο το «Π.Σ.Ε.», το οποίο προωθεί μετ’ επιτάσεως προγράμματα υπέρ τουπολυθρησκευτικού μοντέλου εκπαίδευσης. Όπως όμως παρατηρεί, ο καθηγητής τηςΘεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, κ. Πέτρος Βασιλειάδης, επίσης ένθερμος οπαδός τωνπρογραμμάτων της «Ακαδημίας» και συχνός επισκέπτης της, «η αδυναμία του σχετικού τμήματος του Παγκοσμίου ΣυμβουλίουΕκκλησιών να παρακολουθήσει τις κοσμογονικές εξελίξεις στον ακαδημαϊκό χώρο,και κυρίως η απουσία από το κορυφαίο αυτό όργανο του οικουμενικού διαλόγου τωνρωμαιοκαθολικών, ευαγγελικών και πεντηκοστιανών θεολογικών ομοσπονδιών, οδήγησεστη δημιουργία της Παγκόσμιας Συνομοσπονδίας Θεολογικών Εκπαιδευτικά Ιδρυμάτων(WOCATI)», που ανέλαβε να φέρει εις πέρας την αποστολή.http://www.acadimia.gr/new/index.php?option=com_content&view=article&id=123&catid=38%3A---2003-2004&Itemid=76&lang=el
[17]Κατερίνα Καρκαλά-Ζορμπά, Υπάρχειθέση στην Ορθοδοξία για μια Φεμινιστική Θεολογία; , http://www.acadimia.gr/content/view/78/35/lang,el/
[18]«Η επίκληση μιας δισχιλιετούς πρακτικής τηςΕκκλησίας να επιλέγει μόνον άρρενα μέλη της, για να γίνουν φορείς τηςμυστηριακής ιερωσύνης, η οποία έτυχε νομοκανονικής κατοχύρωσης και οι αναφορέςσε μη πράξεις του Κυρίου σχετικές με το θέμα δεν συνηγορούν αναγκαία υπέρ μιαςσαφούς Consensus Ecclesiae, εφόσον δεν υπάρχει απόφαση Οικουμενικής Συνόδου» Κωνσταντίνος Γιοκαρίνης , Τοζήτημα της Χειροτονίας των Γυναικών , http://www.acadimia.gr/content/view/100/35/lang,el/
[19]Ακριβώς στην ίδια κατεύθυνση διατυπώθηκε ευθαρσώς και ανερυθριάστως, ηκαθαρά αντιεπιστημονική άποψη ότι «μέχρισήμερα ...δεν έχουν διατυπωθεί θεολογικά επιχειρήματα που να αποκλείουν τηνιερωσύνη των γυναικών». Η εξωφρενική αυτή θέση ανήκει στην κα ΠηγήΚαζλάρη, η οποία δεν έμεινε μόνον εκεί, αλλά προχώρησε σε ολομέτωπη επίθεση σεόσους «τολμούν» να διαφωνήσουν μαζί της, αναφέροντας ότι «εδώ διασταυρωνόμαστε με το θέμα "φονταμενταλιστικήαντίληψη της παράδοσης"». Το παραλήρημα της εν λόγω ερευνήτριας ολοκληρώνεται, όταν κατηγορείευθέως όσους προσφεύγουν για να βρουν κατοχυρωμένες απαντήσεις στη Γραφή καιτην Παράδοση, ότι κατρακυλούν σε ερμηνείες φονταμενταλιστικές.Πηγή Καζλάρη , Θρησκείες και Γυναίκα: Το πρόβληματης Βίας και του Φονταμενταλισμού , http://www.acadimia.gr/content/view/107/35/lang,el/
[20]Π. Βασιλειάδης, ΛειτουργικήΑναγέννηση και Συμμετοχή των Λαϊκών ,http://www.acadimia.gr/new/index.php?option=com_content&view=article&id=133&catid=39%3A---2004-2005&Itemid=76&lang=el
[22]Βέβαια ακόμη κι αυτή η «νεωτερικότητα», που έκανε να αμφισβητηθεί ηΠαράδοση και να σχετικοποιηθεί η αλήθεια, στη σημερινή αλλοπρόσαλη εποχή,σχετικοποιήθηκε και η ίδια από το πνεύμα της «μετανεωτερικότητας», πουυποδηλώνει την ισοπέδωση κάθε είδους αλήθειας, και την καθιέρωση μιας«προσωπικής αλήθειας» όπως ο καθένας την αντιλαμβάνεται. Οι φορείς αυτής τηςπλέον ριζοσπαστικής θεολογικής (και όχι μόνο) αντιλήψεως φτάνουν στο σημείο νακατηγορήσουν σκαιότατα τον ησυχασμό, αλλά κυρίως τους καρπούς που αυτός αποφέρει. Έτσι λοιπόν διαβάζουμε στην εισήγηση του κ. Δημήτρη Μπεκριδάκη, ότι «η νηπτική παράδοση της Ανατολής κατανοείταιμε νεοπλατωνικές προϋποθέσεις, γεγονός που έχει εδραιώσει ένα κλίμα νοσηρήςμυστικοπάθειας και ανιστορικού εσωτερισμού στους κόλπους της Ορθοδοξίας.Αναπτύχθηκε, στο πλαίσιο αυτό, μια θεολογία (ή μήπως τεχνολογία;) της θέωσης, ηοποία καθηλώνει τον άνθρωπο σε μια σχεδόν αυτιστική ενασχόληση με τον εαυτότου, υπό το πρόσχημα της αυτοκάθαρσης και του αγιασμού. Χαμένη μέσα σεπαραληρήματα περί φωταψιών, εκστατικών βιωμάτων και οραμάτων, αυτού του είδουςη θε(ωση)ολογία μοιάζει να λησμονεί πως το μέτρο της πνευματικής τελείωσης τουπιστού είναι πάντοτε το μέτρο της αγάπης που δείχνει προς τον αδελφό του» .Το συμπέρασμά του εξίσου παρανοϊκό: «Χρειαζόμαστε,λοιπόν, μια νέα θεολογία ενόψει της μεταμοντέρνας κατάστασης. Μια θεολογίααυτοκριτική, ευρύχωρη, συζητήσιμη και ανεκτική, με υψηλό βαθμό προφητικήςτοξικότητας, διαβρωτική των κάθε λογής ειδώλων -εντός ή εκτός της Εκκλησίας». Πρόκειταιασφαλώς για θέσεις ανθρώπων-επιστημόνων άγευστων από το μεγαλείο της ΑκτίστουΘείας Χάριτος.
Δημήτρη Μπεκριδάκη, Μετανεωτερικότητα, Θρησκεία και Ορθόδοξη Θεολογία , http://www.acadimia.gr/new/index.php?option=com_content&view=article&id=96&catid=37%3A---2001-2002&Itemid=76&lang=el
[23]Σεβ. Μητροπολίτης Γέρων Εφέσου κ. Χρυσόστομος Κωνσταντινίδης, Ορθοδοξία και Θρησκευτική Ετερότητα ,http://www.acadimia.gr/content/view/83/35/lang,el/
[24]Ματθ. ζ΄ 19
[26]Έτσι κατ’ αυτόν τον τρόπο η «αλληλοκατανόηση» και ο «σεβασμός στηνετερότητα» από ζητούμενο για τους «μεταπατερικούς» θεολόγους γίνεται με ευκολίακατάκτηση. Άλλωστε όπως επιβεβαιώνει ο καθηγητής Πέτρος Βασιλειάδης, «οι ιεραποστολικοί όροι, πουχρησιμοποιούνται πλέον είναι μαρτυρία (σσ. χωρίς μαρτύριο θα μου επιτρέψετενα προσθέσω) και διαθρησκειακόςδιάλογος». Επιπλέον, εκφράζοντας το περίφημο «unitedindiversity» του «Π.Σ.Ε.» , προσθέτει στην τοποθέτησή του τον αντιφατικό «στόχο να διακονηθεί η ενότητα σε έναν κόσμοπου κατακερματίζεται από διαιρέσεις και διαφωνίες» .βλ. Πέτρος Βασιλειάδης ,Το θεολογικό πλαίσιο τουδιαθρησκειακού διαλόγου , http://www.acadimia.gr/content/view/42/35/lang,el/
[29] Κείμενο υπογραφώνυπέρ του «ΝΑΙ» στο σχέδιο Ανάν, «ναξεπεραστούν τραύματα και αμοιβαίες δαιμονοποιήσεις», 7 Απριλίου 2004: http://olympia.gr/2011/02/17/%CE%BA%CF%8D%CF%81%CE%B9%CE%B5-%CF%80%CE%B1%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%B4%CF%81%CE%AD%CE%BF%CF%85-%CE%BE%CE%B5%CF%87%CE%AC%CF%83%CE%B1%CF%84%CE%B5-%CE%BA%CE%AC%CF%84%CE%B9/
[31] Μόλις το περασμένοκαλοκαίρι, ο ομιλών, επειδή «τόλμησε» να αναιρέσει με αυστηρώς θεολογικάεπιχειρήματα, κείμενο του γνωστού Αρχιμανδρίτου της ΙΜΔ, π. Αθανασίου Κολλά,που εξυμνούσε και «καθαγίαζε» τη δράση της ΑΘΣ, γνώρισε για τα καλά τούτη τηναπαράδεκτη τακτική. Η απάντηση που δόθηκε από πλευράς π. Αθανασίου Κολλά, μέσωραδιοφωνικής εκπομπής που επιμελείται ο ίδιος, δεν ήταν επιστημονική, επί τηβάσει των θεολογικών επιχειρημάτων που του ετέθησαν, αλλά προσωπική με βαρείςχαρακτηρισμούς προς το πρόσωπο του ομιλούντος. Ήταν δέ τέτοιο το μένος και ημανία που επιδείχθη, που η συγκεκριμένη εκπομπή παιζόταν επί ένα μήνα διαρκώςσε επανάληψη. Η αναφορά στο συγκεκριμένο παράδειγμα γίνεται για να δειχθεί, ηεξουθένωση που επιχειρείται σε όσους αντιδρούν ή σκοπεύουν να το πράξουν.
[32] πρωτ. Ιωάννου Σ.Ρωμανίδου, «Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου ΚαθολικήςΕκκλησίας», Τόμος Α΄, σελ. 83
[33]Κωνσταντίνου Κωτσιόπουλου, «Ορθοδοξία και Φονταμενταλισμός», Νέα Σιών , Τομ. 90 (2006), σελ. 136
[34]Όπως αναφέρειχαρακτηριστικά ο π. Θεόδωρος, «αυτή ηπατρομαχία είναι χειρότερη και από την εικονομαχία διότι τα ίδια τα ζώνταόργανα της Χάριτος του Θεού, τους Αγίους Πατέρες, τους βγάζεις από τη μέση. Χειρότεροι από τους εικονομάχους είναιαυτοί οι πατρομάχοι.... Καιπλήττουν την Ορθόδοξη Θεολογία, διότι η Ορθόδοξη Θεολογία δεν είναι μόνοαποστολική, είναι και πατερική. ‘‘Των Αποστόλων το κήρυγμα και των Πατέρων ταδόγματα’’ η Εκκλησία φυλάττει. Η αποστολική περίοδος συνεχίζεται με τουςΠατέρας. Επομένως είναι ξεθεμελίωμα τηςΟρθοδοξίας, αν θέσουμε στην άκρη τους Πατέρες» .
[36] Επομένως ηδομούμενη αυτή θεολογία οικοδομεί μία νέα παναίρεση , την «πατρομαχία», αφούγια πρώτη φορά επιχειρείται όχι απλώς η αποψίλωση ή η διαστρέβλωση κάποιουΑγίου Πατρός της Εκκλησίας, αλλά κυριολεκτικά η ισοπέδωση του συνόλου των ΑγίωνΠατέρων και των διδασκαλιών τους. Η «μεταπατερική θεολογία» αποτελεί ουσιαστικάένα πισωγύρισμα, όσο κι αν ηχεί παράδοξο, στην προ Χριστού εποχή! Και τούτοδιότι η μετά Χριστόν εποχή είναι μία κατεξοχήν εποχή όπου κυριάρχησαν οιΠατέρες. Οι Χριστιανοί, τουλάχιστον ότι αφορά την καθ’ ημάς Ανατολή, ουδέποτεδιανοήθηκαν κατά τους πρώτους αυτούς 20 αιώνες, να ξεθεμελιώσουν την πατερικήΠαράδοση στο σύνολό της.
[37] πρωτ. ΘεοδώρουΖήση, Επόμενοι τοις Θείοις Πατράσι, σελ. 28
[38] πρωτ. Ιωάννου Σ.Ρωμανίδου, «Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου ΚαθολικήςΕκκλησίας», Τόμος Α΄, σελ. 27
[39] Ιω. ιδ΄ 6
[40] ΔημητρίουΤσελεγγίδη, Ορθόδοξη θεολογία και ζωή-Μελέτες Συστηματικής Θεολογίας, Μέρος Δ΄,σελ. 162
[41] ΔημητρίουΤσελεγγίδη, Ορθόδοξη θεολογία και ζωή-Μελέτες Συστηματικής Θεολογίας, Μέρος Δ΄,σελ. 233
[42]Πραξ. ιβ΄ 6