Οάγιος μεγαλομάρτυς Ιάκωβος ο Πέρσης
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Ο άγιος Ιάκωβος ήταν επί των βασιλέωνΟνωρίου και Αρκαδίου, χριστιανός από γονείς χριστιανούς, κατοικούσε στην πόληΒηθλαβά, στη χώρα των Ελουζησίων, από γένος έντιμο και λαμπρό, και ετιμάτο πολύαπό τον βασιλιά Ισδιγέρδο. Γι’ αυτόν τον λόγο, επειδή δηλαδή τοναγαπούσε πολύ ο βασιλιάς των Περσών, απομακρύνθηκε από την πίστη των Χριστιανώνκαι ακολούθησε τον βασιλιά, οδηγούμενος έτσι στην απώλεια με την άρνηση τουΧριστού. Όταν όμως η μητέρα του και η σύζυγός του διέκοψαν την κοινωνία τους μεαυτόν, διότι προτίμησε την αγάπη του βασιλιά από την αγάπη του Χριστού, και γιατην πρόσκαιρη δόξα επέλεξε την αιώνια ντροπή και κατάκριση – κάτι που του τομήνυσαν με γράμματα που του έστειλαν – πληγώθηκε στην ψυχή και απομακρύνθηκεαπό τη μάταια θρησκεία του βασιλιά, οπότε άρχισε να κλαίει για όσα αμάρτησε,καθώς αποστάτησε από τον Χριστό. Για τον λόγο αυτό οδηγείται σε εξέταση, ενώ οβασιλιάς δυσαρεστήθηκε πάρα πολύ από το γεγονός. Αποτέλεσμα ήταν ναυποστεί πικρό θάνατο, με την κατάτμηση λίγο λίγο της αρμονίας του σώματος: τωνχεριών και των ποδιών και των βραχιόνων, ώστε να μείνει μόνον σ’ αυτόντο κεφάλι με την κοιλιά. Έπειτα του αφαίρεσαν και το κεφάλι με μαχαίρι».
Η μητέρα και η σύζυγος του αγίουΙακώβου έπαιξαν τον ρόλο του αλείπτη, δηλαδή του πνευματικού προπονητή του,όταν η συναισθηματική προσκόλληση του αγίου στον βασιλιά των Περσών τοναπομάκρυνε από την πίστη του Χριστού. Όπως σημειώνει ο υμνογράφος: «Νουθεσίανεμφρόνως δεξάμενος των οικειοτάτων σου χαίρων εχώρησας προς τους αγώνας».(Δέχτηκες τη νουθεσία των πιο οικείων προσώπων σου με φρόνηση, και με χαράπροχώρησες προς τους μαρτυρικούς αγώνες). Και: «πεισθείς τη καλήσυζύγω…ανεδείχθης μάρτυς θαυμαστός». Όπως συνέβαινε ιδίως στα χρόνιατης Τουρκοκρατίας, οπότε και αναφάνηκε ο συγκεκριμένος αυτός θεσμός: νακαθοδηγούνται από έμπειρους πνευματικούς, τους αλείπτεςονομαζομένους, οι αρνησίχριστοι, ώστε μετά από προετοιμασία ναπηγαίνουν στο μαρτύριο, ομολογώντας την πίστη τους εκεί που αρνήθηκαν τονΧριστό, έτσι και με τον Ιάκωβο: χωρίς να έχουν συνείδηση επακριβώς τουσυγκεκριμένου ρόλου τους η μητέρα και η γυναίκα του, αυθόρμητα, έγιναν το όργανοτου Θεού για να μεταστραφεί και πάλι εκείνος, και μάλιστα να φτάσει στομαρτύριο. Και τι μαρτύριο; Τέτοιο που ο υμνογράφος μάς προτρέπει να στενάξουμεκαι να κλάψουμε, βλέποντας το τι πέρασε με την ομολογία του Χριστού. «Από ψυχήςστενάξωμεν πάντες, δάκρυα εκχέοντες, καθορώντες πικρώς τον Μάρτυρα μελιζόμενον».
Το τρομερό αυτό μαρτύριο όμως πουυπέστη – «των δακτύλων και των χειρών, και βραχιόνων εκκοπέντων σου,ομοίως και ποδών και κνημίδων σου, μέχρι μηρών εκαρτέρησας» - δηλωτικό τηςγνήσιας μεταστροφής και μετάνοιάς του, τον έκανε να αναφανεί ως νέο αστέρι εκΠερσίδος, καθοδηγητικό των υπολοίπων χριστιανών. Ο άγιος Θεοφάνης δηλαδή, ουμνογράφος του αγίου Ιακώβου, έκθαμβος μπροστά πια στα φοβερά μαρτύριά του, τονθεωρεί ως αντίστοιχο με το αστέρι που καθοδήγησε κατά τη Γέννηση του Κυρίουτους εκ Περσίδος μάγους. Ο άγιος Ιάκωβος μάς φέρνει μπροστά στον Χριστό μέσωτου μαρτυρίου του. Εκείνον προβάλλει το πάθος του, το οποίο βεβαίως κατανοείταιως μαρτύριο «κοινωνίας των παθημάτων του Χριστού». «…Ιακώβου του εκΠερσίδος ημίν αστράψαντος, δίκην αστέρος του τοις Μάγοις φανέντος, και προς τηναληθή επίγνωσιν καθοδηγήσαντος». Και: «Εκ Περσίδος αστέρα νεοφανή ο Χριστόςανατείλας τοις επί γης, τον θείον Ιάκωβον…δι’ αυτού τον ζόφον της πλάνηςαπήλασε». (Ο Χριστός ανέτειλε στους ανθρώπους τον θείο Ιάκωβο ως νεοφανήαστέρα…και δι’ αυτού έδιωξε τη σκοτεινιά της πλάνης). Οπαραλληλισμός που κάνει ο υμνογράφος, λόγω της αφορμής που του δίνει η εκΠερσίας καταγωγή του Ιακώβου, είναι καταπληκτικός. Διότι έτσι τονίζει με πράγματιμοναδικό τρόπο τη δύναμη του χριστιανικού μαρτυρίου: ο θάνατος ενός χριστιανούδίνει τη μεγαλύτερη ώθηση στην πίστη των ανθρώπων. Είναι όντως ένα φως πουκαθοδηγεί τους εν σκότει ευρισκομένους.
Ο Θεοφάνης όμως, πέραν των ανωτέρω,κάνει και δύο ακόμη σημαντικές επισημάνσεις. Πρώτον∙ ο άγιος Ιάκωβοςτελικώς με τη μεταστροφή του αποδεικνύεται πράγματι έξυπνος. Ενώ ένας κοσμικόςάνθρωπος, με κριτήρια απιστίας, θα έλεγε ότι εκμεταλλευόμενος τη σχέση του μετον βασιλιά, όπως και τη θέση και τα πλούτη που του εξασφάλιζε η γνωριμία τουαυτή, τότε ήταν πραγματικά έξυπνος, με τα κριτήρια της πίστεως τα πράγματαείναι εντελώς διαφορετικά. Και δικαίως: έξυπνος τελικώς είναι εκείνος πουπροκρίνει το αιώνιο από το πρόσκαιρο και το φθαρτό. Κι αυτό έκανε ο άγιος Ιάκωβος.«Ρεόντων το φθαρτόν και ευδιάλυτον παρείδες εμφρόνως, Στεφανηφόρε∙ ως αγχίνουςδε προέκρινας των αεί προσμενόντων το ασάλευτον». (Περιφρόνησες,στεφανηφόρε Ιάκωβε, γιατί είχες φρόνηση, το φθαρτό και το ευδιάλυτο τωνπρόσκαιρων πραγμάτων. Σαν έξυπνος δε άνθρωπος προτίμησες το ασάλευτο τωναιωνίων πραγμάτων). Πόσο πρέπει να τονίζουμε την αλήθεια αυτή και σήμερα, πουδυστυχώς δεν μπορούμε να δούμε το προέχον των αιωνίων από τα προσωρινά καιφθαρτά. Και είμαστε και χριστιανοί.
Δεύτερον∙ ο άγιος Ιάκωβος, όπως τονπαρουσιάζει ο υμνογράφος, εξαγγέλλει επίσης μία αλήθεια που δεν λαμβάνεταιυπόψη όσο πρέπει: ό,τι υφίσταται ένας πιστός χάριν της πίστεώς του, τόσο αυτόπου υφίσταται αναπληρώνεται αντιστοίχως από τον Θεό και γίνεται η δόξα του. Σαντον Σταυρό του Κυρίου: το Πάθος έγινε η δόξα Του. Με τη διατύπωση του ιδίου τουυμνογράφου: «Ει και τα μέλη μου αισθητά όντα τέμνετε, αλλ’ έχω Χριστόν, νοητώςμοι τα πάντα γινόμενον». (Αν και τα μέλη μου που είναι αισθητά τα κομματιάζετε,όμως έχω τον Χριστό, που νοητά γίνεται τα πάντα για μένα). Με άλλα λόγια: οπιστός, έστω κι αν βλέπει να του παίρνουν τα πάντα (για παράδειγμα σήμερα, τονμισθό, τη σύνταξη, τις κοινωνικές παροχές, την εργασία), όσο έχειτον Χριστό, όσο η πίστη του είναι ζωντανή, θα βλέπει Εκείνον να του αναπληρώνειό,τι έχασε με τρόπο θαυμαστό. Αλλά καταντάμε κουραστικοί κάθε φορά: έχουμε τηνπίστη Του; Κρατάμε τον Χριστό;