ΑποστολικόΑνάγνωσμα : Ρωμ .ιγ'11 - ιδ΄ 4
ΤΟ ΟΛΕΘΡΙΟ ΠΑΘΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΚΡΙΣΕΩΣ
Λίγεςμόνο ὧρες μᾶς χωρίζουν ἀπὸ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Μιὰ περίοδο εὐλογημένη, κατὰτὴν ὁποία ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σὲ ἐντονότερο πνευματικὸ ἀγώνα. «Ἔφθασεκαιρός, ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων ἀρχή», ψάλαμε σήμερα στὸν Ὄρθρο. Τώρα εἶναι ὁκαταλληλότερος καιρὸς νὰ καταπολεμήσουμε τὰ πάθη μας καὶ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ ἁμαρτωλὲςσυνήθειες, ποὺ ἔχουν καταστρεπτικὲς συνέπειες γιὰ τὴ ζωή μας.
Μία ἀπὸαὐτὲς τὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειες, τὴν κατάκριση, μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸἀνάγνωσμα. Σ’ αὐτὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθύνεται μὲ αὐστηρὸ τόνο σὲ ὅποιον ἀσχολεῖται μὲ τοὺς ἄλλουςκαὶ τοὺς κατακρίνει. «Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνωνἀλλότριον οἰκέτην;». Ποιὸς εἶσαι ἐσὺ ποὺ κατακρίνεις ξένο δοῦλο;... ἐρωτᾶ ὁ ἅγιοςἈπόστολος. Μᾶς δίνεται λοιπὸν ἡ ἀφορμὴ νὰ ἀναφέρουμε τρεῖς βασικοὺς λόγους, γιὰτοὺς ὁποίους ποτὲ δὲν πρέπει νὰ κατακρίνουμε.
Ὁ πρῶτος καὶ κυριότερος λόγος εἶναι ὅτιτὸ δικαίωμα τῆς κρίσεως ἀνήκει ἀποκλειστικὰ στὸν Θεό. Ἕνας εἶναι ὁ Νομοθέτης, ἕναςεἶναι καὶ ὁ Κριτής, ὁ Θεός! Ὁ οὐράνιος Πατέρας «τὴν κρίσιν πᾶσαν δέδωκε τῷ υἱῷ»(Ἰω. ε΄ 22), δηλαδὴ τὸ ἔργο τοῦ κριτοῦ τὸ ἔδωσε στὸν Υἱό του ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος.Μόνο ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ κρίνει. «Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;». Ποιὸς εἶσαι ἐσὺλοιπὸν ποὺ προτρέχεις καὶ ἁρπάζεις ἐξουσία ποὺ δὲν σοῦ ἀνήκει; Πῶς τολμᾶς καὶκατακρίνεις τὸν ἀδελφό σου; Εἶναι δοῦλος τοῦ Θεοῦ, ὄχι δικός σου, καὶ γι’ αὐτὸμόνο ὁ Θεὸς ἔχει δικαίωμα νὰ τὸν ἐλέγξει.
Ἐξάλλου μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ κρίνει τέλειακαὶ ἀντικειμενικά, διότι μόνο Αὐτὸς γνωρίζειὄχι μόνο τὸ σύνολο τῶν πράξεων καὶ τῶν ἐνεργειῶν κάθε ἀνθρώπου ἀλλὰ καὶ τὰ βάθητῆς ψυχῆς του, τὰ κίνητρα καὶ τὶς ἐπιδιώξεις του. Ἐμεῖς σπεύδουμε νὰ ἐκ φέρουμε κρίσεις γιὰ τοὺς ἄλλους χωρὶς νὰγνωρίζουμε τὶς συνθῆκες κάτω ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἐνήργησαν καί, τὸ σπουδαιότερο, χωρὶςνὰ γνωρίζουμε ἂν τυχὸν μετανόησαν. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὅμως τοὺς ἀδικοῦμεκατάφωρα. Ἂς εἴμαστε λοιπὸν πολὺ ἐπιφυλακτικοὶ σὲ ὅσα ἀκοῦμε καὶ βλέπουμε κι ἂςἀφήνουμε τὴν κρίση στὸν δίκαιο καὶ φιλάνθρωπο Κριτή.
Ἕναςδεύτερος λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο ὀφείλουμε νὰ ἀποφεύγουμε τὴν κατάκριση εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ ὀλέθριο αὐτὸπάθος ἐξορίζει τὴν ἀγάπη ἀπὸ τὴ ζωή μας. Ἡ κατάκριση πυροδοτεῖ τὸ μίσος καὶ τὸνφθόνο ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν μας καὶ πλήττει καίρια τὶς σχέσεις μας μαζί τους. Ἀκόμακι αὐτὸ ποὺ ὀνομάζεται «κουτσομπολιό», ὅσο ἁπλὸ κι ἀθῶο κι ἂν φαίνεται, μπορεῖ νὰ γίνει βόμβα στὰ θεμέλιαμιᾶς φιλίας ἢ συνεργασίας ἐτῶν. Εἶναι μικρὴ ἡ κοινωνία μας καὶ τὰ λόγιαμεταφέρονται πολὺ εὔκολα. Ἂν λοιπὸν σχολιάζουμε τοὺς ἄλλους, αὐτὸ σύντομα θὰμαθευτεῖ καὶ τότε θὰ κλονιστεῖ ἡ ἐμπιστοσύνη τους ἀπέναντί μας. Πολὺπερισσότερο, ἂν ἀδικοῦμετοὺς ἄλλους μὲ τὴν κρίση μας, τότε αὐτοὶ πληγώνονται καὶἐπέρχεται ρῆγμα στὶς σχέσεις μας. Δὲν εἶναι ὑπερβολὴ νὰ ποῦμε ὅτι ἡ κατάκριση ἰσοδυναμεῖμὲ φόνο! Σκοτώνει τὸν συνάνθρωπο‧ τόν ἐξουθενώνει.Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει ὅτι αὐτοὶ ποὺκατακρίνουν, ἀκόμη κι ἂν νηστεύουν, στὴν πραγματικότητα ἔ χουν καταργήσει τὴνηστεία, διότι μὲ τὴν κα τά κριση τρῶνε τὶς σάρκες τῶν ἀδελφῶν τους.
Ὁτρίτος καὶ τελευταῖος λόγος, ποὺ πρέπει νὰ μᾶς κάμει νὰ ἀπαλλαγοῦμε ὁριστικὰ ἀπὸτὴν κατάκριση, εἶναι τὸ ὅτι αὐτὴ μᾶς ὁδηγεῖ μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια στὴν αἰώνιακαταδίκη μας. Ὁ Κύριός μας τὸ εἶπε σαφῶς: «Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε», (Ματθ.ζ΄ 1). Βέβαια ὅταν λέει «μὴ κρίνετε», δὲν μᾶς ἀρνεῖται τὸ δικαίωμα νὰ κρίνουμεκαὶ νὰ ἐκφέρουμε γνώμη, νὰ ἀξιολογοῦμε πρόσωπα καὶ καταστάσεις καὶ νὰρυθμίζουμε ἀναλόγως τὴν πορεία μας.
Ἔχουμεδικαίωμα νὰ σκεπτόμαστε καὶ νὰ κρίνουμε, ὄχι ὅμως νὰ δικάζουμε καὶ νὰκαταδικάζουμετοὺς ἄλλους, γιατὶ μὲ τὸ ἴδιο μέτρο ποὺ ἐμεῖς κρίνουμε τοὺς ἄλ λους, μὲ αὐτὸ τὸμέτρο θὰ κριθοῦμε κι ἐμεῖς ἀπὸ τὸν Θεό (Ματθ. ζ΄ 2). Ἂν λοιπὸν τοὺς καταδικάσουμε,θὰ καταδικαστοῦμε κι ἐμεῖς ἀπὸ τὸν Θεό, διότι κατακρίνοντας τοὺς ἄλλους οὐσιαστικὰὑπογράφουμε τὴ δική μας καταδίκη!
Εἶναικαιρὸς νὰ συνειδητοποιήσουμε πόσο βαρὺ ἁμάρτημα εἶναι ἡ κατάκριση, ἡ ὁποία σὰν ἐπιδημίαἐξαπλώνεται κυρίως μετα ξὺ τῶν χριστιανῶν. Ὅταν κατακρίνουμε, ἁρπάζουμε θεία ἐξουσία,καταργοῦμε τὴν ἀγάπη καὶ τελικὰ ὑπογράφουμε τὴν καταδίκη μας!
Δὲν εἶναιτυχαῖο ὅτι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία στὴ γνωστὴ προσευχὴ «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆςμου...», ποὺ χρησιμοποιεῖ καθημερινὰ στὶς Ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς,περιλαμβάνει καὶ εἰδικὸ αἴτημα, γιὰ νὰ μᾶς δώσει ὁ Θεὸς τὸ χάρισμα νὰ βλέπουμετὰ δικά μας ἁμαρτήματα καὶ νὰ μὴν κατακρίνουμε τοὺς ἀδελφούς μας. Ἂς ἀγωνιστοῦμελοιπὸν εἰδικὰ αὐτὴν τὴν κατανυκτικὴ περίοδο νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὸ καταστρεπτικὸπάθος τῆς κατακρίσεως. Ἂς εἴμαστε ἐπιεικεῖς μὲ τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ γίνει κι ὁΘεὸς ἐπιεικὴς μαζί μας καὶ νὰ βροῦμε ἔλεος κοντά του «ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως».
«ΟΣΩΤΗΡ»,15-02-2012