Η εις Άδου κάθοδος του Κυρίου
Τουδρ. Θεολογίας Αχιλλέα Πιτσίλκα
Τι γιορτάζουμε το Μ. Σάββατο
ΤοΜ. Σάββατο, το υπερευλογημένο, «την θεόσωμον ταφήν και την εις Αδου κάθοδον τουΚυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εορτάζομεν».
Ηημέρα αυτή δηλαδή είναι η ημέρα της μεγάλης σιγής μπροστά στο μυστήριο τουθανάτου και της ανάστασης του Κυρίου. «Σιγησάτω πάσα σαρξ βροτεία, λέγει γιατούτο ο Χερουβικός Υμνος της Θ. Λειτουργίας, και στήτω μετά φόβου και τρόμουκαι μηδέν γήινον εν εαυτή λογιζέσθω». Τι έγινε όμως θα έλεγε κανένας την ημέρααυτή;
1) Η αποκαθήλωση και η ταφή τουσώματος του Χριστού
Οευσχήμων βουλευτής Ιωσήφ, δηλ. ο Αριμαθείας, (Ματ. 28, 57) που κατά την ΑγίαΓραφή, «ην προσδεχόμενος την βασιλείαν του Θεού». (Μαρ. 15,43) άφησε κατά μέροςκάθε φόβο των Ιουδαίων (Ιω. 19,38) και «τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον, καιητήσατο το σώμα του Ιησού» (Μαρ. 15,48).
Υστεραδε από την άδεια που πήρε, αγόρασε «σινδόνα» και με τη βοήθεια του Νικοδήμου,που είχε προμηθευτεί «μίγμα σμύρνης και αλόης ως λίτρας εκατόν» (Ιω. 19,39),«έλαβον» από το Σταυρό το σώμα του Ιησού, το περιτύλιξαν με άκρα ευλάβεια με τησινδόνα και με ειδικά οθόνια, όπως συνήθιζαν οι Ιουδαίοι, και το μετέφεραν στο«καινόν μνημείον» το ευρισκόμενο κοντά στον τόπο όπου ο Ιησούς εσταυρώθη, καιστο οποίο «ουδέποτε ουδείς ην τεθειμένος» (Ιω. 19,41), για να το ενταφιάσουν.Την ώρα δε εκείνη, κατά την οποία έθαπταν το σώμα του Ιησού, έβγαιναν, κατά τονυμνογράφο της εκκλησίας, από τα μάτια τους δάκρυα, και από τα στόματά τους έναςαξιοσυμπάθητος θρήνος. Για τούτο έλεγαν: «Πώς σε κηδεύσω, Θεέ μου; ΄Η πώςσινδόσιν ειλήσω; Ποίαις χερσί δε προσψαύσω το συν ακήρατον σώμα; ΄Η ποία άσματαμέλψω τη ση εξόδω, Οικτίρμον, Μεγαλύνω τα Πάθη Σου, υμνολογώ και την ταφήνΣου».
Τηνίδια δε πίστη είχαν και οι ευσεβείς γυναίκες, που παρακολουθούσαν από μακριά τατελούμενα και προπάντων η Θεοτόκος, που, κατά τον ποιητή, με ακράδαντη πίστηέλεγε: «Ει και σταυρόν υπομένεις, συ υπάρχεις ο Υιός και Θεός μου».
2) Η εις Αδου κάθοδος
Υστερααπό την ανερμήνευτη συγκατάβαση του σταυρικού θανάτου του Χριστού ακολούθησε η«εις Αδου κάθοδος» της «τεθεωμένης» ψυχής του, που «κατήλθεν μέχρις Αδουταμείων, για να ανασύρει από εκεί «τους απ΄ αιώνος» δικαίους, που περίμεναν μελαχτάρα τον ερχομό του. Για το λόγο τούτο δηλαδή, κατά τον Αγιο Επιφάνιο, οιδίκαιοι των χρόνων της Π. Διαθήκης έστρεψαν τα βλέμμα τους προς τον Κύριο καιέλεγαν: «Επίφανον το πρόσωπό Σου και σωθησόμεθα» (Ψαλ. 74,4), το «Κύριε, ανάγαγεεξ Αδου την ψυχήν μου» (Ψαλ. 29,4) κ.ά. παρόμοια.
Βλέπονταςδηλαδή ο Αδης, που από τους υμνογράφους της Εκκλησίας προσωποποιείται, τηναστραπή της θεότητος του Κυρίου κατά την κάθοδο αυτή, «Επικράνθη». Επικράνθη,και κατά το Χρυσορρήμονο πατέρα, και γαρ κατηργήθη. Επικράνθη και γαρενεπαίχθη, επικράνθη και γαρ ενεκρώθη, επικράνθη και γαρ καθηρέθη, επικράνθηκαι γαρ εδεσμεύθη. Και τούτο, γιατί «έλαβε σώμα κατά Θεώ, περιέτυχεν. Ελαβε γηνκαι συνήντησεν ουρανώ. Ελαβεν όπερ έβλεπε και πέπτωκε όθεν ουκ έβλεπε».
Γιατο μυστήριο δε αυτό της σωτηρίας των «απ΄αιώνος» δικαίων γίνεται λόγοςγενικότερος από το θεοκίνητο Απόστολο Παύλο, όταν γράφει χαρακτηριστικά το «Πούσου, θάνατε, το κέντρον; Πού σου, Αδη το νίκος» (1 Κορ. 15,55). Αυτό δε τομυστήριο παρουσιάζεται και στην εικονογραφία της Εκκλησίας, που παρουσιάζει τονΚύριο να ανασταίνεται, σπάζοντας τις πλάκες του τάφου, ενώ κρατεί με τον έναχέρι τον Αδάμ και με το άλλο την Ευα, καθώς τους βγάζει από τον Αδη.
Αυτήεκθειάζει προπάντων και η Υμνολογία που αναφέρει για το Χριστό, εκτός πολλώνάλλων, και ότι «Επί γης κατήλθες, ίνα σώσης Αδάμ, και εν γη μη ευρηκώς τούτον,Δέσποτα, μέχρις Αδου κατελήλυθαι ζητών». Εξαιτίας δε των πιο πάνω, το Σάββατοαυτό είναι, κατά τους Πατέρες το πιο μεγάλο, όχι μονάχα ως προανάκρουσμα τηςανάστασης του Κυρίου, αλλά και για την ανάκληση όλων των δικαίων τωνπροχριστιανικών χρόνων, που μαζί με τους αγίους Αγγέλους και την άψυχη κτίσηδοξολόγησαν το Δημιουργό και Σωτήρα τους.
Αυτότο Σάββατο όμως και όλοι οι ζώντες προγεύονται τη χαρά της Ανάστασης και γιατούτο ξεσπούν με ιερό ενθουσιασμό σε ύμνους ευχαριστημένους, ψάλλοντας, μεταξύάλλων, και το «Ανάστα ο Θεός, κρίνων την γην, ότι συ κατακληρονομήσεις εις ενπάσι τοις έθνεσι, εφόσον ο Χριστός «και τοις εν τοις μνήματι ζωήν εχαρίσατο».
Ελευθερία/ 14/04/2012