Ὁ Θωμᾶς
(Ομιλίατου †Μητροπολίτου Φλωρίνης ΑυγουστίνουΚαντιώτου)
«Καὶἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὁ Κύριόςμου καὶ ὁ Θεός μου»
(Ἰω.20,28)
Δὲνἔλειψαν, ἀγαπητοί μου, οὔτε θὰ λείψουν ποτὲ οἱ πιστοὶ στὸν ἐκ νεκρῶν ἀναστάνταΚύριο. Αὐτοὶ θ᾿ ἀποτελοῦν τὴν ἐκλεκτὴ μερίδα, θὰ εἶνε «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» καὶ«τὸ ἅλαςτῆς γῆς»(Ματθ. 5,14,13), θὰ κρατοῦν ἀναμμένη τὴ λαμπάδα τῆς πίστεως, ἕτοιμοι καὶγιὰ ἕνα γιῶτα νὰ θυσιαστοῦν. Αὐτοὶ θὰ νικήσουν, ἔστω κι ἂν ἀποτελοῦν μικρὴμειοψηφία. Τὸ μέλλον ἀνήκει στὴν παράταξί τους, ποὺ ἐπὶ κεφαλῆςἔχει τὸ Χριστό,τὸ νικητὴ τοῦ ᾅδου.
Ἀπέναντιστοὺς πιστοὺς κινεῖται σὲ ὅλες τὶς χῶρες καὶ τὶς ἐποχὲς ἡ ἄλλη παράταξι, ἡπαράταξι τῶν ἀπίστων, ποὺ μὲ μυρίους τρόπους ἀγωνίζονται μὲ λύσσα νὰ σβήσουν τὰφῶτα, νὰ κλονίσουν τὶς χριστιανικὲς πεποιθήσεις, νὰ ξανασταυρώσουν τὸΘεάνθρωπο.Μεταξὺ τῶν πιστῶν καὶ τῶν ἀπίστων ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη παράταξις μὲ ἄτομαποὺ δὲν μποροῦν νὰ ὑπαχθοῦν οὔτε στοὺς μὲν οὔτε στοὺς δέ.
Εἶνε ἕνα εἶδος ἀμφιβίων,ποὺ πότε τὰ βλέπετε νὰ περπατοῦν στὴν ξηρὰ καὶ πότε νὰ κολυμποῦν στὴ θάλασσα. Αὐτοὶκυμαίνονται μεταξὺ πίστεως καὶ ἀπιστίας. Θέλουν νὰ πιστέψουν, ἀλλὰ μερικὲς ἀμφιβολίες,μερικὰ «ἐὰν» τῆς ἀπιστίας, φράζουν σὰν ὀγκόλιθοι τὸ δρόμο πρὸς τὴν πίστι.Ταλαίπωροι!Γιατί δὲν ἐκκαθαρίζετε τὸ δρόμο σας; Φῶς καὶ σκοτάδι, πίστις καὶ ἀπιστίαπαλεύουν μέσα σας. Κύριε, σπλαχνίσου τὰ πλάσματά σου! Βοήθησέ τα νὰ μὴναυαγήσουν τελείως.
Στὴνκατάστασι αὐτὴ τῆς διστακτικότητος καὶ τῆς ἀμφιβολίας ἔζησε ἐπὶ μία δραματικὴ ἑβδομάδακαὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς μαθητὰς τοῦ ἀναστάντος Κυρίου, ὁ Θωμᾶς. Ὤ, πόσο θὰ θυμόταν σὲὅλη τὴ μετέπειτα ζωή του τὴν ἑβδομάδα αὐτή, καὶ πόσο θὰ εὐγνωμονοῦσε τὸνΚύριο ποὺ ἔσπευσε καὶ τὸν βοήθησε νὰ βγῇ ἀπὸ τὴ φρικτὴ ἐμπειρία τῆς ἀπιστίας!
Ὁἀπόστολος Θωμᾶς, ποὺ πάλεψε μὲ τὸ δαίμονα τῆς ἀπιστίας καὶ νίκησε φωνάζοντας«Ὁ Κύριόςμου καὶ ὁ Θεός μου»(Ἰω. 20,28), προβάλλεται ὡς παράδειγμα κατὰ τὴ δευτέραΚυριακὴ τοῦ Πάσχα· παράδειγμα γιὰ ἐκείνους ποὺ μὲ δυσπιστία ἐξετάζουν τὸπρόσωπο τοῦ ἀναστάντος Κυρίου καὶ διερωτῶνται συνεχῶς· Νὰ πιστέψουμε ἢ νὰ μὴπιστέψουμε;
Ἀλλ᾿ἂς σπουδάσουμε ὅλοι τὸ Θωμᾶ, γιὰ νὰ λάβουμε κ᾽ ἐμεῖς ἀπὸ τὸν Κύριο τὰ φάρμακα, μὲ τὰ ὁποῖα θὰ ἐξουδετερωθοῦντὰ μικρόβια τῆς ἀμφιβολίας καὶ διστακτικότητος.
** *
ὉΘωμᾶς, ἀγαπητοί μου, ἦταν ἐξ ἀρχῆς χαρακτήρας εἰλικρινής. Εἶχε ἁγνότητα καὶἀνιδιοτέλεια. Ἐπιθυμοῦσε νὰ βρῇ τὴν ἀλήθεια, νὰ τὴν ὑπηρετήσῃ καὶ νὰ θυσιαστῇγι᾽ αὐτήν. Γι᾽αὐτό, ὅταν στὴν Ἁγία Γῆ ἀντήχησε ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ, ὁ Θωμᾶς ἔτρεξενὰ τὸν ἀκολουθήσῃ.
Ἀκολούθησετὸν Κύριο μὲ ἀφοσίωσι καὶ αὐταπάρνησι. Ὅταν Κύριος μὲ τοὺς μαθητὰς ἔμαθε στὴν ἔρημοπέραν τοῦ Ἰορδάνου ὅτι ὁ φίλος του Λάζαρος ἀσθενεῖ, εἶπε· Πρέπει νὰ πᾶμε πάλιστὴν Ἰουδαία. Τότε λοιπόν, ἐνῷ οἱ ἄλλοι μαθηταὶ φοβήθηκαν, ὁ Θωμᾶς εἶπε τὰ ἑξῆς,ποὺ δείχνουν ὅτι δὲν ἦταν δειλός·«Ἄγωμεν καὶ ἡμεῖς ἵνα ἀποθάνωμεν μετ᾿ αὐτοῦ»(Ἰω.11,16)· κι ἂν ἀκόμη μᾶς περιμένῃ θάνατος, ἂς συνοδεύσουμε τὸν Διδάσκαλό μας.Μὲτὰ ἴδια λόγια ὅμως φανέρωνε συγχρόνως καὶ τὴν ἄλλη ὄψι τοῦ χαρακτῆρός του,τὴ μελαγχολική του διάθεσι. Ἦταν τύπος ποὺ βλέπει τὰ πάντα ἀπὸ τὴ σκοτεινή τουςπλευρά.
Στὴφαντασία τοῦ τύπου αὐτοῦ κυριαρχοῦν τὰ θλιβερά, ποὺ νομίζει ὅτι θὰ ἐξακολουθήσουνἐπ᾿ ἄπειρον. Εἶνε νύχτα; μὴν τοῦ πῆτε ὅτι αὔριο θὰ βγῇ ἥλιος. Ἢ εἶνε χειμώνας;μὴν τοῦ πῆτε ὅτι σὲ λίγο θὰ ἔρθῃ ἄνοιξι. Καὶ ὁ Θωμᾶς ἔβλεπε τὰ πάντα μαῦρα,πουθενὰ λευκό.Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ θανάτωσις τοῦ Διδασκάλου τοῦ ἔκανε ὀδυνηρὴ ἐντύπωσι.Ἡ μαύρη σκιὰ τοῦ θανάτου κυριαρχοῦσε ἀπὸ τὸ ἀπόγευμα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς στὴμελαγχολικὴ ψυχή του. Καὶ ὅταν οἱ μαθηταὶ λάμποντας ἀπὸχαρὰ τοῦ εἶπαν ὅτι ὁΚύριος ἀναστήθηκε,«Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον», αὐτός, ζώντας στὸ δικό του κόσμο, δὲνπίστεψε, δὲν ἔδωσε σημασία, ἀλλ᾿ ἀρκέστηκε νὰ δηλώσῃ·«Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖςχερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύποντῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω»(Ἰω.20,25) .Ἀλλά, Θωμᾶ, τί κάνεις; Αὐτοὶ ποὺ σοῦ μιλᾶνε δὲν εἶνε ἄγνωστοι· εἶνεγνωστοί σου. Εἶνε οἱ συμμαθηταί σου, μὲ τοὺς ὁποίους τρία χρόνια συνέζησες,συνέφαγες καὶ συμπροσευχήθηκες. Ξέρεις τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εἰλικρίνειά τους.
Ἔπρεπενὰ ἔχῃς ἐμπιστοσύνη στὴ μαρτυρία τους. Τοὺς προσβάλλεις ὅταν ἀρνῆσαι νὰ πιστέψῃςστὰ λόγια τους. Δὲν εἶνε οὔτε ἀπατεῶνες οὔτε εὔπιστοι καὶ ἀφελεῖς. Καὶ ὅμωςὁ Θωμᾶς ἐπιμένει. Καὶ διατυπώνει τὸ δόγμα του· «Ἐὰν μὴ ἴδω…, οὐ μὴ πιστεύσω».
Ἀλλ᾽ἐὰν τὸ δόγμα αὐτό, ἡ δι᾿ αὐτοψίας δηλαδὴ βεβαίωσις τῶν γεγονότων, ἐπρόκειτο νὰγενικευθῇ, πῶς θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ σταθῇ κοινωνικὴ ζωή, ἀφοῦ οἱ μαρτυρίες εἰλικρινῶνἀνθρώπων δὲν θὰ λαμβάνονταν πλέον ὑπ᾿ ὄψιν;Πῶς θὰ λειτουργοῦσαν σχολεῖα,πανεπιστήμια, δικαστήρια, ἐὰν παντοῦ ἀπαιτεῖτο νὰ ἐφαρμοσθῇ ἡ ἀρχὴ αὐτή;Προσπαθῆστε νὰ τὴν ἐπεκτείνετε σὲ ὅλες τὰς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς,καὶ θὰ δῆτε ὅτι ἡ κοινωνίαθὰ νεκρωθῇ τελείως. Ζοῦμε καὶ κινούμεθα μὲ τὴν πίστι, τὴν ἐμπιστοσύνη ποὺδείχνουμε καὶ μᾶς δείχνουν.Ἐάν, Θωμᾶ, αὐτὸ ποὺ ζητᾷς ἐσὺ ὡς προϋπόθεσι γιὰ νὰπιστέψῃς τὸ ζητοῦσαν καὶ ὅλα τὰ ἑκατομμύρια τῶν Χριστιανῶν ποὺ ἔζησαν,ζοῦν καὶθὰ ζήσουν, θὰ ἔπρεπε ὁ Θεάνθρωπος νὰ μένῃ διαρκῶς στὴ γῆ, νὰ πηγαίνῃ συνεχῶς ἀπὸτὸ ἕνα σημεῖο τῆς ὑφηλίου στὸ ἄλλο καὶ νὰ ὑποβάλλεται σὲ λεπτομερῆ ἐξέτασιἀπὸ κάθε ἰδιότροπο καὶ περίεργο. Δὲν βρίσκεις παράλογη καὶ αὐθάδη μιὰ τέτοια ἀπαίτησι;
«Ἐὰνμὴ ἴδω…, οὐ μὴ πιστεύσω», λέει ὁ Θωμᾶς. Καὶ ὅμως ὁ Κύριος, ποὺ ὑπέμεινε τὰ πάνταχάριν τοῦ ἀνθρώπου, ὑποχωρεῖ στὴν ἀπαίτησί του. Ὄχι ἀπὸ ἀδυναμία, ἀλλ᾿ ἀπὸ ἀγάπηπρὸς τὸν ἀπόστολό του, ποὺ δὲν θέλει νὰ τὸν βλέπῃ μέσα στὴν ἀγωνία καὶ ἀμφιβολίατῆς ἀπιστίας. Ὑποχωρεῖ, γιὰ νὰ προσθέσῃ μία ἀκόμη ἰσχυρὴ ἀπόδειξι τῆς ἀναστάσεώςτου.
«Καὶμεθ᾿ ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ᾿ αὐτῶν. ἔρχεται ὁ Ἰησοῦςτῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον». Παρὼν καὶ ὁ Θωμᾶς. Πρὸς αὐτὸνἰ-διαιτέρως ἀπευθύνεται ὁ Κύριος καὶτὸν καλεῖ νὰ τὸν ψηλαφήσῃ στὰ χέρια καὶτὴν πλευρά, ὅπου ἦταν τὰ τεκμήρια ἀληθείας.
«Φέρετὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶβάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός»(Ἰω.20,26-27).Ὁ Θωμᾶς μένει κατάπληκτος. Ἀναγνωρίζει τὴ φωνή του. Θαυμάζει τὴνπαντοδυναμία του,ἀφοῦ «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ἔστη εἰς τὸ μέσον» .Θαυμάζει τὴν πανταχοῦ παρουσία καὶ τὴν πανσοφία του. Τὰ πάντα γνωρίζει ὁΚύριος· ἤξερε τὶς ἀντιρρήσεις του. Καὶ νά τώρα τὸν καλεῖ νὰ τὸν ψηλαφήσῃ.Καὶ εἶνε τόσο τὸ φῶς ποὺ ἐκπέμπει ἡ παρουσία του, ὥστε οἱ ἀκτῖ νεςτου διαλύουν κάθε δισταγμό, καὶ ὁ Θωμᾶς φωνάζει«Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»
.Ἔτσιτὴν ἡμέρα ἐκείνη ἡ πίστις νίκησε τὴν ἀπιστία . Καὶ ὁ Θωμᾶς, θωρακισμένος πλέονμὲτὴν ἀκλόνητη πίστι, θὰ τρέξῃ παντοῦ, θὰ φθάσῃ μέχρι τὶς Ἰνδίες, θὰ κηρύξῃ τὸ «Χριστὸςἀνέστη», καὶ τέλος θὰ βρῇ μαρτυρικὸ θάνατο, γιὰ νὰ πραγματοποιηθῇ ὁ λόγος του «Ἄγωμενκαὶ ἡμεῖς ἵνα ἀποθάνωμεν μετ᾿ αὐτοῦ».
** *
Ἀλλὰτὰ λόγια σου, ἀπόστολε Θωμᾶ, «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» τὰ ἐπαναλαμβάνουνἀναρίθμητες ψυχές. Δὲν ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ, δὲν τὸν εἶδαν.Κι ὅμως τὸνἀγάπησαν περισσότερο ἀπὸ τοὺς συγχρόνους του.Ἡ χρονικὴ ἀπόστασις καθόλου δὲνμείωσε τὴν πίστι, τὴν ἀγάπη, τὴν ἐλπίδα τους.
Καὶστὴν πατρίδα μας ὑπάρχουν τέτοιες ψυχές. Πέρασαν θλίψεις καὶ πειρασμούς, ἀλλὰ δὲνκάμφθηκαν, δὲν γόγγυσαν. Μέσα σὲ πρωτοφανεῖς συμφορὲς στάθηκαν ὄρθιες καὶσάλπισαν·«Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»!Παρ᾿ ὅλο ὅτι ὁ ὑλισμὸς καὶ ἡ ἀθεΐα σαρώνουν,ὁ ὀρθολογισμὸς καὶ ἡ ἄρνησις ζητοῦν νὰ σκιάσουν τὸν ἥλιο τῆς πίστεως, ἐντούτοις ὑπάρχουν –καὶ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε–πιστοί .Αὐτοὶ εἶνε στενὰσυνδεδεμένοι μὲ τὸ Χριστό –νά τὸ μυστικό τους. Ἔχουν ἀνάμεσά τους τὸν ἀναστάνταΚύριο. Μποροῦν κι αὐτοὶ νὰ ποῦν «Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον».
ὉΚύριοςεἶνε πάντοτε παρὼν μεταξὺ τῶν πιστῶν. Γι᾿αὐτοὺς εἶπε ὁ Κύριος τὸ«Μακάριοιοἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες»(Ἰω. 20,29). Ὦ Κύριε, τολμῶ νὰ ζητήσωμία χάρι. Εἴθε,καθένας ποὺ θὰ δεχθῇ τὰ λόγια αὐτά, νὰ πιστέψῃ καὶ τὰκλειστά του χείλη ν᾿ ἀνοίξουν,καὶ ἡ γῆ καὶ ὁ οὐρανὸς καὶ τὰ καταχθόνια ἀκόμη νὰσεισθοῦν ἀπὸ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεώς του«Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»
Ραδιοφωνικὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία μετεδόθη στὴν καθαρεύουσα ἀπὸ τὸν Σταθμὸ τῆς Λαρίσσης τὴν 1-5-1949.