Μπορούμε να γνωρίσουμε το Θεό;
Να τον γνωρίσουμε; Και τι να γνωρίσουμεαπό το Θεό; Την ουσία, τη φύση, την τελειότητά του; Αδύνατο. Ως προς τούτο οάγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει: «Ἄπειρον τό θεῖον καί ἀκατάληπτον· καί τοῦτομόνον αὐτοῦ καταληπτόν, ἡ ἀπειρία καί ἀκαταληψία». Δηλαδή· άπειρος είναι ο Θεόςκαι παντέλειος και σε εμάς τους ατελείς και πεπερασμένους ανθρώπουςακατάληπτος. Τούτο μόνο μπορούμε ως προς το Θεό να εννοήσουμε· ότι ακριβώςείναι άπειρος και ακατάληπτος και ο νους μας ως εκεί είναι αδύνατο να φθάσει.Και αλήθεια, πώς να φθάσει; Και πώς να τον γνωρίσουμε το Θεό; Πώς να εισέλθουμεεμείς στα βάθη της ουσίας του και να ερευνήσουμε τη φύση, τη σύσταση καιυπόστασή του; Αδύνατο. Και είναι αδύνατο, διότι ο Θεός είναι ουσία και φύσηνοερά και εμείς άνθρωποι σαρκικοί και γήινοι. Ο Θεός είναι άπειρος και εμείςπεπερασμένοι. Ο Θεός είναι τέλειος και εμείς ατελείς. Ο Θεός είναι ο δημιουργόςμας και εμείς τα δημιουργήματά του. Πώς, λοιπόν, να χωρέσει το άπειρο στοπεπερασμένο και να γνωρίσει το ατελές το τέλειο, το δημιούργημα το δημιουργότου; «Ὁ Θεός ἡμῶν ἀπρόσιτος καί τῷ νῷ ἡμῶν ἀχώρητος». Ούτε να τον πλησιάσουμετόσο κοντά μπορούμε, για να τον γνωρίσουμε στην εντέλεια, ούτε ο μικρός καιστενός και περιορισμένος νους μας μπορεί να χωρέσει τον άπειρο και παντέλειοΘεό.
Αυτό εννοεί και η Αγία Γραφή, ότανλέγει· «Θεόν οὐδείς ἑώρακε πώποτε» (Ιωάν. α΄ 18) και ότι το Θεό «εἶδεν οὐδείς ἀνθρώπων,οὐδέ ἰδεῖν δύναται» (Α’ Τιμόθ. στ΄ 16) (1). Είπε και ο ίδιος ο Θεός στονπροφήτη Μωυσή που ζήτησε να δει το Θεό· «οὐ δυνήσῃ ἰδεῖν τὸ πρόσωπόν μου· οὐ γὰρμὴ ἴδῃ ἄνθρωπος τὸ πρόσωπόν μου καὶ ζήσεται» (Εξόδ. λγ΄ 20). Δεν θα μπορέσειςνα δεις το πρόσωπό μου. Διότι δεν θα μπορέσει να ζήσει άνθρωπος, που θααντικρύσει το πρόσωπό μου. Δεν μπορούμε, λοιπόν, οι άνθρωποι να γνωρίσουμε τοΘεό, καθό μικροί και πεπερασμένοι και ατελείς. Και το πιο σημαντικό, καθόαμαρτωλοί εμείς και εκείνος άγιος. Άγνωστος λοιπόν σε εμάς ο Θεός. Άγνωστος καιστους Αγγέλους. Και σε ποιον είναι γνωστός; Είναι γνωστός στο μονογενή του Υιό,ο οποίος γεννήθηκε προ πάντων των αιώνων από αυτή την ουσία του Πατρός. Τολέγει σαφώς η Αγία Γραφή· «Θεὸν οὐδεὶς (από τους ανθρώπους) ἑώρακε πώποτε· ὁμονογενὴς υἱὸς ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ πατρός, ἐκεῖνος ἐξηγήσατο» (Ιωάν.α΄ 18).
Το Θεό κανείς άνθρωπος δεν τον είδεποτέ. Ο μονογενής Υιός του που είναι πάντοτε ενωμένος μαζί του, εκείνος μας τονφανέρωσε και μας μίλησε για το Θεό. Και «οὐδεὶς ἐπιγινώσκει τὸν υἱὸν εἰ μὴ ὁπατήρ, οὐδὲ τὸν πατέρα τις ἐπιγινώσκει εἰ μὴ ὁ υἱὸς καὶ ᾧ ἐὰν βούληται ὁ υἱὸς ἀποκαλύψαι»(Ματθ. ια΄ 27). Κανείς άλλος δε γνωρίζει καλά τον Υιό του Θεού παρά μόνο οΠατήρ, και τον Πατέρα πάλι κανείς δεν τον γνωρίζει στην εντέλεια παρά ο Υιός,και από τους ανθρώπους εκείνος, στον οποίο ο Υιός θα θελήσει να τον φανερώσεικαι όσο πρέπει θα τον φανερώσει.
Ακόμη και το Πνεύμα το Άγιο, σαν Θεόςπου είναι και αυτό, γνωρίζει το Θεό, διότι λέγει· «τό Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ καίτά βάθη τοῦ Θεοῦ» (Α΄ Κορινθ. β΄ 10). Λέγει και ο Μέγας Βασίλειος, ότι η ουσίατου Θεού είναι «παντί ἀπερίοπτος», σε όλους ακατάληπτη και απρόσιτη(απλησίαστη) «καί ὑπερβαίνει ἡ κατάληψις αὐτῆς», ξεπερνά η κατανόησή της «οὐκ ἀνθρώπουςμόνον, ἀλλά καί πᾶσαν λογικήν φύσιν», όπως είναι οι Άγγελοι και όλα τα ουράνιαπνεύματα, «Υιῷ δέ μόνον γνωστός ὁ Πατήρ καί Ἁγίῳ Πνεύματι». Μόνο στον Υιό καιστο Άγιο Πνεύμα είναι γνωστός ο Πατήρ. Δεν μπορούμε, λοιπόν, οι άνθρωποι να γνωρίσουμετο Θεό, τη φύση, την ουσία του, την εσωτερική ζωή του Θεού. Εδώ, για νακαταλάβουμε καλά το πράγμα, πρέπει να αναφέρουμε το παράδειγμα του αρχαίουφιλοσόφου Ιέρωνος. Τον κάλεσε, λέγει, ο βασιλιάς των Συρακουσών και του είπε·θέλω να μου πεις τι είναι ο Θεός.
Ο φιλόσοφος του απάντησε. Δος μου τριςμέρες προθεσμία να σκεφθώ. Ο βασιλιάς του δίνει. Όταν σε τρεις μέρεςπαρουσιάσθηκε, λέγει στο βασιλιά. Θέλω άλλες τρεις μέρες. Και έπειτα άλλεςτρεις και άλλες τρεις. Ο βασιλιάς απόρησε και τον ρωτά· γιατί τόσες αναβολές;Και ο Ιέρων του λέγει. Όσο περισσότερο σκέπτομαι τι είναι ο Θεός, τόσο πιοσκοτεινό μου φαίνεται το ζήτημα και τόσο πιο δύσκολη η απάντηση.Και όμωςμπορούμε να γνωρίσουμε το Θεό, αφού ο Θεός «οὐκ ἀμάρτυρον ἑαυτόν ἀφῆκεν» (Πράξ.ιδ΄ 17). Δεν άφησε τον εαυτό του τελείως άγνωστο και κρυμμένο. Μας είναιαδύνατο να έχουμε βέβαια τέλεια γνώση του Θεού. Δεν έχουμε όμως και παντελήάγνοια του Θεού και αφού ο ίδιος ο Θεός αποκάλυψε τον εαυτό του σε εμάς και μετη φύση και τα έργα της δημιουργίας του, και με την εσωτερική μαρτυρία τηςψυχής μας. Ακόμη με το νόμο που μας έδωσε, και με τον Υιό του που μαςαπέστειλε.
Λαμβάνουμε δε τόση γνώση, όση χωρεί ηφύση μας, όσο παίρνει το μικρό μυαλό μας. Και όση μας χρειάζεται για τηθρησκευτική μας μόρφωση και κατάρτιση. Και όση μας προσφέρει ο Θεός με τη θείατου Αποκάλυψη. Και οι Πατέρες της Εκκλησίας, μολονότι τονίζουν το αδύνατο ναγνωρίσουμε το Θεό, αναφέρουν το αδύνατο αυτής της γνώσεως στην ουσία του Θεού,στα βάθη, στο τι είναι ακριβώς ο Θεός στην εσωτερική του φύση και Θεότητα. Καιμας λέγουν, ότι από τις θείες ενέργειες μπορούμε να γνωρίσουμε το Θεό. «Ἡμεῖςδέ, λέγει ο Μ. Βασίλειος, ἐκ μέν τῶν ἐνεργειῶν (από τις ενέργειές του, από όσακάνει για το καλό και τη σωτηρία μας, από αυτά) γνωρίζομεν τόν Θεόν ἡμῶν, τῇ δέοὐσίᾳ αὐτῇ προσεγγίζειν οὐχ ὑπισχνούμεθα» (στην ουσία του όμως δε λέμε πωςμπορούμε να τον πλησιάσουμε) Γιατί; Διότι «αἱ μέν γάρ ἐνέργειαι αὐτοῦ πρός ἡμᾶςκαταβαίνουσιν, ἡ δέ οὐσία αὐτοῦ μένει ἀπρόσιτος». Οι πράξεις και τα έργα τουφθάνουν έως εμάς και τις βλέπουμε. Η ουσία του όμως μένει μυστηριώδης καιαπλησίαστος. Μερική γνώση του Θεού μπορούμε να λάβουμε, και τη λαμβάνουμε απότις θείες ιδιότητες και ενέργειές του, από την πρόνοια και φροντίδα που φθάνουνέως εμάς και με τις οποίες δείχνει ο Ύψιστος το ενδιαφέρον του για το καλό καιτην πρόοδο τη δική μας (2).Και τούτο το διδάσκουν οι άγιοι Πατέρες, λέγοντας·ότι η ψυχή «ὅτε πάντα τόν ἐπιχυθέντα ρύπον τῆς ἁμαρτίας ἀφ’ ἑαυτῆς ἀποτίθεται(όταν πετάξει η ψυχή από επάνω της όλη τη λέρα της αμαρτωλής ζωής της) καί μόνοτό «κατ’ εἰκόνα» καθαρόν φυλάττῃ… ὡς ἐν κατόπτρῳ θεωρεῖ τήν εἰκόνα τοῦ Πατρός,τόν Λόγον, καί ἐν αὐτῷ τόν Πατέρα», λέγει ο Μέγας Αθανάσιος.
Ο άνθρωπος που διατηρεί αγνή και καθαρήτην ψυχή του, είναι σαν να έχει εμπρός του καθρέπτη και βλέπει μέσα σε αυτόν τοΘεό, και τον Πατέρα και τον Υιό. Και ο Γρηγόριος ο Νύσσης τα ίδια διδάσκει καιθεολογεί: «Ὁ πάσης τῆς κτίσεως καί ἐμπαθοῦς διαθέσεως τήν ἑαυτοῦ καρδίαν ἀποκαθάρας,ἐν τῷ ἰδίῳ κάλλει τῆς θείας φύσεως καθορᾷ τήν εἰκόνα», επειδή «τῆς ἰδίας φύσεωςἀγαθῶν ὁ Θεός ἐνετύπωσε», τῇ ἀνθρωπίνῃ «κατασκευῇ τά τιμήματα, οἷόν τινά κηρόνσχήματι γλυφῆς προτυπώσας». «Ἡ θεότης δέ ἐστί καθαρότης, ἀπάθεια καί κακοῦπαντός ἀλλοτρίωσις. Εἰ οὖν ταῦτα ἐν τῷ ἀνθρώπῳ ἐστί, Θεός πάντως»· ἐν αὐτῷ ἐστί«καί ἡ καθαρότης, ὁ ἀγιασμός, ἡ ἁπλότης, πάντα τοιαῦτα τα φωτοειδῆ τῆς θείαςφύσεως ἀπαυγάσματα, δι’ ὧν Θεός ὁρᾶται». Με απλά λόγια· Άνθρωπε, όσο η αμαρτίασκοτίζει την ψυχή σου, και εκείνα του Θεού τα μυστικά, που θα μπορούσες να ταγνωρίσεις από φυσικού σου, σου μένουν κρυφά και άγνωστα.
Μόνο δε αν καθαρίσεις τον εαυτό σου απόαμαρτωλά αισθήματα και πάθη, μόνο τότε σου ανοίγεται ο δρόμος και η θύρα τηςγνώσεως του Θεού, και κατά τη δύναμη του νου σου και ανάλογα προς το φωτισμόπου παίρνεις από το Άγιο Πνεύμα πλησιάζεις το Θεό και γνωρίζεις τα απαραίτητααπό όσα κάνει ο Θεός για τη σωτηρία σου.
Ονόματα του Θεού
Έχει ονόματα ο Θεός με τα οποία πρέπεινα τον ονομάζουμε και να τον προσφωνούμε; Έχει. Και τέτοια ονόματαχαρακτηριστικά του Θεού αναφέρει η Αγία γραφή. Έτσι τον ονομάζει «Πνεύμα», «Πνεῦμαὁ Θεός». Τον λέγει «Αγάπη», «Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί», λέγει ο ιερός Ευαγγελιστήςτου. Τον αποκαλεί «Φως». «Ὁ Θεός φῶς ἐστί»· ο Θεός «φῶς οἰκεῖ ἀπρόσιτον», όπωςλέγει ο Απόστολός του. Αλλά και ο ίδιος ο Θεός έδωσε όνομα στον εαυτό του. Τοόνομα αυτό είναι το «ὁ Ὤν». Όταν έστειλε τον προφήτη Μωυσή στο Φαραώ και τουςΑιγυπτίους, για να ελευθερώσει τους Εβραίους από την τυραννία τους, είπε οΜωυσής στο Θεό. Και αν με ρωτήσουν ποιος σε έστειλε γι’ αυτόν τον σκοπό, τι θατους απαντήσω; Και ο Θεός του είπε· θα τους πεις «ὁ Ὤν ἀπέσταλκέ με» (Εξόδ. γ΄12, 15). Και επειδή ο ίδιος ο Θεός έδωσε στον εαυτό του το όνομα τούτο, γι’αυτό και γύρω από την κεφαλή του Παντοκράτορος Κυρίου στις εικόνες τηςΕκκλησίας μας είναι γραμμένο το τρισγράμματο αυτό όνομα: «ὁ Ὤν».
α) «Ὁ Ὤν»
Και τι θα πει «ὁ Ὤν»; Θα πει ο υπάρχων.Εκείνος που υπάρχει, όχι σαν να τον έφτιαξε κάποιος άλλος, αλλ’ υπάρχει από τονεαυτό του, που πάντοτε, αχρόνως, προαιωνίως και αϊδίως υπάρχει, εκείνος πουυπάρχει, χωρίς να έχει αρχή ούτε και τέλος. Αυτό θα πει και το «αΐδιος»:πάντοτε, αενάως, ο ίδιος και απαράλλακτος, χωρίς ποτέ να μεταβάλλεται και νααλλάζει. Όπως τον λέγει και στη θεία του Λειτουργία ο άγιος Ιωάννης οΧρυσόστομος· «ἀεί ὤν, ὡσαύτως ὤν». Και αυτό το όνομα ταιριάζει μάλλον στο Θεό,αυτό «παρουσιάζεται μᾶλλόν πως τῆς θείας οὐσίας ὄνομα». «Ὁ Ὤν» θα πει: εγώείμαι που πάντοτε υπάρχω. Γι’ αυτό και όταν κάνει την απόλυση ο ιερέας στιςακολουθίες της Εκκλησίας μας, έτσι αρχίζει: «Ὁ Ὤν, εὐλογητός Θεός ἡμῶν».
β) Ο Θεός ονομάζεταιΠνεύμα
Όπως είπε ο Κύριος στη Σαμαρείτιδα. Καιτούτο πάλι τι θα πει; Ότι ο Θεός δεν είναι Ον υλικό με σώμα και μάτια καιχέρια, όπως είμαστε εμείς οι άνθρωποι, αλλ’ είναι Πνεύμα, το Πνεύμα, τοαπόλυτο, το άυλο, το άπειρο, το άχρονο και υπερτέλειο Πνεύμα, πρόσωπο πέρα ωςπέρα πνευματικό, που ούτε τα μάτια μας, ούτε η σκέψη μας μπορούν να τοσυλλάβουν και εννοήσουν. Και παρουσιάζει μεν η Γραφή το Θεό με μάτια και χέριακαι αυτιά και πόδια, αλλ’ αυτές είναι εκφράσεις ανθρώπινες, και θέλει με αυτέςνα μας δηλώσει τις ενέργειες του Θεού για εμάς τους ανθρώπους.
γ) Ο Θεός ονομάζεταιαγάπη
Τούτο είναι το πιο συγκινητικό όνομακαι ιδίωμα του Θεού. Και τούτο θέλει να πει, πως ο Θεός είναι προσωπικός Θεός,διότι μόνο το πρόσωπο αγαπά και σκορπίζει αγάπη και ευσπλαχνία. Ο Θεός, λοιπόν,είναι όλος αγάπη. Γνωρίζει μόνο να αγαπά. Να αγαπά και να μη μισεί. Να αγαπάκαι να μην εκδικείται, όσο κακοί και βλάσφημοι και υβριστές της θείας τουΜεγαλοσύνης είναι οι άνθρωποι. Να αγαπά και να ευλογεί, να ευεργετεί, νασυγχωρεί, να σώζει από κάθε κακό, από κάθε κίνδυνο και τους χειρότερουςανθρώπους. Αυτό θα πει, ο Θεός είναι αγάπη. Και έπειτα «ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐντῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ», όπως λέγει ο ιερός Ευαγγελιστής του. Ο Θεόςαγάπη. Και η Θρησκεία του θρησκεία της αγάπης. Και η Εκκλησία του Εκκλησίααγάπης. Και η βασιλεία του βασιλεία αγάπης. Και τούτο πάλι σημαίνει, ότι όποιοςείναι του Θεού και ανήκει στην Εκκλησία του Θεού και ακολουθεί τη θρησκεία τουΘεού και εμπνέεται από το Ευαγγέλιο του Υιού του Θεού είναι και αυτός αγάπη,γεμάτος αγάπη και σκορπίζει προς όλους την αγάπη με τα έργα της αγάπης καιφιλανθρωπίας, της συγγνώμης, της ευεργεσίας.
δ) Ο Θεός ονομάζεται Φως
Και τούτο ο Ευαγγελιστής Ιωάννης τοαποκαλύπτει και λέγει· «ὁ Θεὸς φῶς ἐστι καὶ σκοτία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν οὐδεμία»(Α΄ Ιωάν. α΄ 5). Ο Θεός είναι φως, άκτιστο φως, «φῶς νοερόν τούς τῆς ψυχῆς ἡμῶνὀφθαλμούς εἰς τήν ἀντίληψιν αὐτοῦ ἀνακινοῦν» και «φῶς τῶν κεκαθαρμένων διανοιῶν,οὐχί τῶν σωματικῶν τούτων ὀφθαλμῶν», όπως λέγει ο ιερός Αυγουστίνος. Φως πνευματικό,το οποίο ανοίγει και φωτίζει τα μάτια της ψυχής στο να τον αντιλαμβανόμαστε καικατά κάποιον τρόπο να τον βλέπουμε. Είναι φως των καθαρισμένων διανοιών και όχιτων σωματικών μας οφθαλμών. Φως νοερό και άγιο. Μπορούμε να το δούμε τούτο τοφως; Αδύνατο. Μία ακτίνα είδαν οι μαθητές στο όρος Θαβώρ και έπεσαν κάτω από τηλάμψη του. Πώς να ατενίσουμε εμείς τούτο το φως της θεότητας, άνθρωποι γήινοικαι σαρκικοί, δηλαδή χωματένιοι και αμαρτωλοί όντες; Είναι απρόσιτο καιαπροσπέλαστο. Πάντως ο Θεός είναι φως, «ὅ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰςτόν κόσμον».«Πνεύμα ο Θεός» – «Αγάπη ο Θεός» – «Φως ο Θεός». Και τα τρία αυτάχαρακτηριστικά, αλλά και λαμπρά και ένδοξα ονόματα του Θεού ο θεολογικότατοςευαγγελιστής Ιωάννης μας τα δίδει. Και μας τα δίδει σαν ένα προνόμιο καιπνευματικό κεφάλαιο σε εμάς τους ανθρώπους. Και να θεολογούμε κάπως και εμείςκαι να εισχωρούμε, έστω και λίγο, στα ασύλληπτα μεγαλεία του Θεού μας. Και έτσινα καταλαβαίνουμε την ύψιστη τιμή που μας γίνεται να ανήκουμε στο Θεό, πουείναι Πνεύμα και αγάπη και φως. Και μόνο αυτό; Το ουσιαστικότερο. Να γνωρίζουμεκαλά το Θεό μας και ενούμενοι και εμείς μαζί του να επιτυγχάνουμε τη θέωσή μας.Και θέωσή μας είναι να γινόμαστε και εμείς εν τω Θεώ και διά του Θεού πνεύμακαι αγάπη και φως. Άνθρωποι δηλαδή πνευματικοί και φωτεινοί, που μεταδίδουν καιστους άλλους ανθρώπους πνεύμα και αγάπη και φως
==========
(1) Το ίδιο έλεγε και ο σοφός Σολομών·«τίς γὰρ ἄνθρωπος γνώσεται βουλὴν Θεοῦ; ἢ τίς ἐνθυμηθήσεται τί θέλει ὁ Κύριος;»(Σοφ. Σολ. θ΄ 13). Με αυτά θέλει να μας πει η Αγία Γραφή πως είναι ανεξερεύνητατα θεία και ακατάληπτα από εμάς τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και ο άγιος ΚύριλλοςΙεροσολύμων έλεγε· «Οὐ τό τί ἐστί Θεός ἐξηγούμεθα (δε σας λέμε, δεν μπορούμε νασας πούμε και να σας εξηγήσουμε τι είναι ο Θεός)… ἐν τοῖς περί Θεοῦ ἡ μεγάλη γνῶσιςτό τήν ἀγνωσίαν ὁμολογεῖν». Στα ζητήματα του Θεού η μεγάλη γνώση είναι ναομολογείς την άγνοιά σου. Και ο άγιος Αθανάσιος: «Καί εἰ μή δυνατόνκαταλαβέσθαι τί ἐστι Θεός, ἀλλά δυνατόν εἰπεῖν τἰ οὐκ ἔστι». Δεν μπορούμε να πούμε τι είναι ο Θεός. Μπορούμε όμως ναπούμε τι δεν είναι. Και δεν είναι μικρός, ατελής, αδύνατος, θνητός, αμαρτωλός,όπως είναι ο άνθρωπος, και για αυτό ο άνθρωπος αδύνατο είναι να γνωρίσει τοΘεό.
(2) Λέγει και ο αδελφός του Μ.Βασιλείου, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης· «Ὅσον καί ἄν τό θεῖον εἶναι ἀνέπαφόν τεκαί ἀκατανόητον καί πάσης ἀντιλήψεως τῆς ἐκ τῶν λογισμῶν ὑψηλότερον», όμως «ἡ ἀνθρωπίνηδιάνοια πολυπραγμονοῦσα καί διερευνωμένη» διά των δυνατών σε αυτή λογισμών «ἐπορέγεταικαί θιγγάνει (πλησιάζει και ψηλαφεί) τῆς ἀπροσπελάστου καί ὑψηλῆς φύσεως τοῦΘεοῦ». Και δεν επιτυγχάνει μεν «ἐναργῶς ἰδεῖν τόν ἀόρατον», δεν παραμένει όμωςκαι «ἀπεσχοινωμένη τῆς προσεγγίσεως ὡς μηδεμίαν δύναται τοῦ ζητουμένου λαβεῖν εἰκασίαν».
Με απλά λόγια· όσο και αν το Θεό δενμπορούμε με το στενό μυαλό μας να τον εγγίσουμε και να τον πλησιάσουμε, γιατίστέκει πολύ ψηλά από τη δική μας σκέψη, όμως ο νους μας, όταν ημέρα και νύκτασκέπτεται και συλλογίζεται τι είναι ο Θεός, με τη δύναμη που έχει πλησιάζεικάπως και ψάχνει τη φύση του Θεού, η οποία και απλησίαστη είναι και πολύ υψηλάστέκει, και δεν κατορθώνει βέβαια φανερά και κατά πρόσωπο να δει τον αόρατο καιαθέατο Θεό, δε μένει όμως τελείως μακριά από το να τον πλησιάσει, σαν να μημπορεί τελείως και ολοτελώς να λάβει κάποια και μικρή, έστω, ιδέα και γνώση τουΘεού. Και ο ιερός Χρυσόστομος προσθέτει: Δεν γνωρίζουμε μεν «τό τί τήν οὐσίαν ἐστίνὁ Θεός (δεν γνωρίζουμε το τι ακριβώς είναι στην ουσία του ο Θεός), ἀλλ’ οὐκαθόλου αὐτόν ἀγνοοῦμεν (μα δεν έχουμε και τέλεια άγνοια αυτού). Οἴδαμεν γάρ ὅτιἐστί (γνωρίζουμε, ότι υπάρχει) καί ὅτι (είναι) φιλάνθρωπος καί ὅτι (είναι)άγαθός καί ὅτι χρηστός και ἐπιεικής (εύσπλαχνος και συγκαταβατικός) και ὅτι(είναι) πανταχοῦ» παρών, μολονότι «πόσον τά εἰρημένα ἐστί ἤ καί πῶς πανταχοῦ ἀγνοοοῦμεν»(παρότι τι ακριβώς σημαίνουν αυτά που τώρα λέμε και πώς είναι πανταχού παρώνδεν τα ξέρουμε). Δηλαδή, είναι δυνατόν και με τη σκέψη σου, άνθρωπε, νασυλλάβεις κάτι περί Θεού. Είναι δυνατό, εφόσον έχεις τις θείες Γραφές πουφανερώνουν το Θεό. Και ακόμη πιο πολύ είναι τούτο δυνατό, αν έχεις καθαρίσειτην καρδιά σου από σαρκικούς αμαρτωλούς λογισμούς, να προχωρήσεις πολύ στηγνώση του Θεού και οικείος να γίνεις του Θεού, σύμφωνα με τη βεβαίωση του ίδιουτου Κυρίου «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» (Ματθ.στ΄ 8).
Τούτο το θέμα είναι από τα πιο δύσκολακαι πρέπει να μπούμε κάπως στο νόημα αυτό, που λένε οι θεολόγοι με τηθεολογικοί γλώσσα, ότι ο Θεός είναι αυθύπαρκτος και άπειρος. Και αυθύπαρκτος θαπει πως ο Θεός υπάρχει μόνος του και από τον εαυτό του. Μερικοί απερίσκεπτοιρωτούν· Ποιος τον έφτιαξε το Θεό; Αυτοί, αν σκέπτονταν πιο βαθιά και λογικά, θακαταλάβαιναν πως ο Θεός είναι το ανώτατο και απειροτέλειο Ον, που δεν έχεικαμία εξάρτηση από άλλα όντα και δεν επιδέχεται καμία σύγκριση με εκείνα ταοποία εκείνος δημιούργησε, ενώ ο ίδιος υπάρχει από τον εαυτό του και μένειαναλλοίωτος και αμετάβλητος. Είναι ο ίδιος ο Θεός αρχή και αιτία της ύπαρξήςτου. Και τούτο θα πει άχρονος, χωρίς χρόνο και αρχή ύπαρξης, και αναίτιος,χωρίς να υπάρχει κάποιος πιο πάνω από εκείνον, που να είναι η αιτία της ύπαρξήςτου. Υπάρχει ο Θεός προαιωνίως και αϊδίως, αχρόνως και ατελευτήτως, χωρίς αρχήκαι χωρίς τέλος, επαναλαμβάνουμε, και μόνο από τον εαυτό του. Χριστιανέ, μη τοπολυεξετάζεις τούτο, γιατί είναι μυστήριο ασύλληπτο για το μικρό και φτωχόμυαλό μας και ακατανόητο. Αυτό σημαίνει το αυθύπαρκτος. Και το άπειρος.
Και τούτο δεν μπορούμε να τοεννοήσουμε. Διότι εμείς είμαστε πεπερασμένοι. Και πώς το πεπερασμένο να χωρέσειτο άπειρο; Πώς ένα ποτήρι νερού να συμπεριλάβει τον ωκεανό, παρότι ούτε άπειροςούτε ατέρμονος είναι ο ωκεανός, αλλά και ορισμένο νερό έχει και τέρμα επίσηςέχει. Αλλά φέρνουμε την εικόνα αυτή προς κατανόηση του πράγματος. Αδύνατολοιπόν. Αλλ’ έστω. Άπειρος θα πει ότι δεν περικλείεται σε ορισμένα όρια, δενέχει καμιά έλλειψη, καμιά αδυναμία. Θα πει πως κατέχει κάθε τελειότητα στονάπειρο βαθμό. Όπως λέγει η θεία Γραφή· «τῆς μεγαλωσύνης αὐτοῦ οὐκ ἔστι πέρας»,«καί τῆς συνέσεως αὐτοῦ οὐκ ἔστιν ἀριθμός».
Ο Θεός είναι άπειρος! Δηλαδή τόσομεγάλος, τόσο τέλειος, τόσο ισχυρός που όλοι εμείς, όλη η κτίση, είμαστε έναμηδέν, ένα τίποτε εμπρός του. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ονομάζει το Θεότέλειο και υπερτέλειο και πρωτέλειο. Ο άγιος Κύριλλος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων,για να παραστήσει πολύ ζωηρά την άπειρη τελειότητα του Θεού, λέγει· Ο Θεόςείναι «τέλειος ἐν τῷ βλέπειν, τέλειος ἐν τῷ δύνασθαι, τέλειος ἐν μεγέθει,τέλειος ἐν προγνώσει, τέλειος ἐν ἀγαθωσύνῃ, τέλειος ἐν δικαιοσύνῃ, τέλειος ἐνφιλανθρωπίᾳ». Τέλειος στο να βλέπει. Τα βλέπει όλα, ενώ εμείς ελάχιστα. Τέλειοςστη δύναμη, ενώ ο άνθρωπος είναι και για πολύ μικρά πράγματα αδύνατος καιανίκανος. Τέλειος και στο μέγεθος, μόνος ο Θεός αληθινά Μέγας. «Μέγας Κύριοςκαί αἰνετός σφόδρα», που λέγει ο Ψαλμωδός, ενώ εμείς μικροί, ελάχιστοι. Τέλειοςστην πρόγνωση. Τα προβλέπει και τα γνωρίζει όλα προτού να γίνουν. Ενώ εμείςτίποτε δεν μπορούμε να προβλέψουμε. Τέλειος στην αγαθότητα, στη δικαιοσύνη, στηφιλανθρωπία, στην αρετή. Ενώ εμείς οι άνθρωποι έχουμε αρετή, εάν μας τη δώσειεκείνος. Είμαστε δίκαιοι και αγαθοί και φιλάνθρωποι, εάν ο Θεός μας κάνειτέτοιους.
Διαφορετικά, από τον εαυτό μας δηλαδή,ναι, αλήθεια, είμαστε πονηροί, κακοί, αμαρτωλοί. Άγγελοι και άνθρωποι και όλοιοι ουράνιοι νόες, αν ενώσουν όλη τη σκέψη και όλη τη γνώση και σοφία τους, δεθα μπορέσουν να εννοήσουν, όχι την άπειρη τελειότητα του Θεού, αλλ’ ούτε καιμία από τις τελειότητές του, ούτε και μέρος μικρό από αυτές.