Ο έν αγίοις πατήρ ημών Διούσιος ο νέος, ΑρχιεπίσκοποςΑιγίνης, ο εν Ζακύνθω
ΤουΠρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Ο αοίδιμος Πατήρ ημών Διονύσιος ο νέοςήταν από τη νήσο Ζάκυνθο. Οι γονείς του ήταν ένδοξοι και πλούσιοι, ονόματιΜώκιος και Παυλίνα, που ανέθρεψαν με ευσέβεια τον υιό τους, ο οποίος επιδόθηκειδιαιτέρως στα ιερά γράμματα. Μεγαλώνοντας άφησε όλα τα γήινα, γιατί πόθησε τηναγγελική ζωή των μοναχών, και εντάχθηκε στην ασκητική Μονή τωνΣτροφάδων. Εκεί αφού εξάσκησε όλες τις αρετές της μοναχικής ζωής για αρκετάμεγάλο διάστημα, θέλησε έπειτα να πάει στην αγία πόλη της Ιερουσαλήμ,προκειμένου να προσκυνήσει τον τόπο που πάτησαν τα άχραντα πόδια τουΣωτήρα Χριστού. Για τον λόγο αυτό πήγε στις Κυκλάδες, νομίζοντας ότι από εκείήταν πιο εύκολο να βρει πλοίο για την Παλαιστίνη. Ευρισκόμενος κοντά σχετικάστην Αθήνα, θεώρησε φυσικό να πάρει την ευλογία του αρχιεπισκόπου Αθηνών, οοποίος όμως του εισηγήθηκε να αφήσει το προσκυνηματικό σχέδιό του και νααποδεχτεί τη διαποίμανση της Εκκλησίας των Αιγινητών, κάτι που έκανε, με τηνπεποίθηση ότι υπακούει στην Πρόνοια του Θεού. Στην Αίγινα έμεινε αρκετόδιάστημα, ποιμαίνοντας κατά τρόπο θεάρεστο το ποίμνιό του, το οποίο όμως κάποιαστιγμή το άφησε, δίνοντας την πνευματική ευλογία του, γιατί φοβήθηκε τηνανθρώπινη δόξα που άρχισε να του προσφέρεται λόγω της μεγάλης του αρετής.Επέστρεψε λοιπόν πίσω στη Ζάκυνθο και αποσύρθηκε πάνω σε βουνό, που ήταν τοπολυθρύλητο μοναστήρι της Παναγίας της Αναφωνήτριας, οπότε εκεί αύξησε τονέρωτά του προς τον Θεό, ζώντας το υπόλοιπο της ζωής του με ασκητικούς κόπους,όσια και θεάρεστα, και διαλάμποντας σε ποικίλες αρετές, ιδίως την τέλεια αγάπηπρος τον πλησίον. Κατεξοχήν φανερώθηκε αυτή η αγάπη όταν έκρυψε τον δολοφόνοτου ίδιου του του αδελφού Κωνσταντίνου, ο οποίος (δολοφόνος), αγνοώντας ότι οΔιονύσιος είναι ο αδελφός του φονευθέντος, κατέφυγε σ’ αυτόν. Ο άγιος τονπεριποιήθηκε, κατεύνασε την οργή αυτών που τον δίωκαν, του φανέρωσε τέλος ποιοςήταν, λέγοντάς του όμως ότι δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από αυτόν, τοννουθέτησε, τον συγχώρησε, του έδωσε μάλιστα και εφόδια για να πορευτεί στοεξωτερικό, δείχνοντας δηλαδή μία τέτοια αγάπη, που απόρησαν και οι άνθρωποιόταν την έμαθαν, αλλά και οι άγγελοι, και που εύφρανε ιδίως τον διδάσκαλοΙησού, γιατί βρέθηκε άνθρωπος που τήρησε απαράλλακτα σαν Εκείνον αυτήν τηναγάπη. Ο δε Ιησούς άμειψε αυτήν τη χριστομίμητη αρετή, καταπλουτίζοντάς τον μευπερφυείς θαυματουργίες και εξαιρετικές θεοσημείες.
Για παράδειγμα: τον έπιασε κάποτε βροχήμεγάλη στον δρόμο και αυτός δεν βράχηκε καθόλου. Σταμάτησε τον ρου ενόςπλημμυρισμένου ποταμού και τον διάβηκε χωρίς να βραχεί. Νεκρούς που είχανδιαμείνει άλιωτοι από δεσμό αφορισμού, με τη δύναμη της προσευχήςτου έλυσε τον αφορισμό τους και αμέσως λιώσανε και γίνανε χώμα ταοστά τους. Διόρθωσε με παράδοξο θαύμα ψαρέματος την ανόητη δεισιδαιμονία και τηθρασύτητα κάποιων ψαράδων. Υπενθύμισε στην εξομολόγηση ενός πρεσβυτέρου,Παγκρατίου στο όνομα, την αμαρτία που είχε κάνει κάποτε, να του πέσει απόαπροσεξία ο θείος άρτος της θείας κοινωνίας, και που αυτός την είχε ξεχάσει.Τον έλεγξε για την απροσεξία του αυτή, τον νουθέτησε και τον συγχώρησε, ενώ οιερέας είχε μείνει κατάπληκτος για την αποκάλυψη αυτή.
Έφθασε τέλος στο τέρμα του βίου του, σεβαθύ γήρας, και παρέδωσε τη μακάρια ψυχή του ευχαρίστως και θεοσεβώς στονΚτίστη του, το 1624, στις 17 Δεκεμβρίου, αφού είχε προείπει στους οικείους τουνα εναποθέσουν το σκήνος του στην προαναφερθείσα μονή των Στροφάδων, εκεί πουαφιέρωσε αρχικά τον εαυτό του. Μετά από λίγα έτη φάνηκε με όνειρο στονπροεστώτα και σε αδελφούς της Μονής, λέγοντας να τον βγάλουν γρήγορα από τοντάφο, πράγμα το οποίο εκείνοι έκαναν. Βρήκαν δε το πάντιμο σκήνοςτου σώο, ανελλιπές και ακέραιο, γεμάτο από υπερφυή ευωδία, οπότε και τοτοποθέτησαν ευσεβώς σε τιμία λάρνακα μέσα στο Νάρθηκα του Ναού, όπου καισώζεται, θαυματουργώντας αδιάκοπα σε όλους τους πιστούς προσκυνητές για κάθεανάγκη τους, στενοχώρια και θλίψη. Αποτελεί το φυλακτήριο της Μονής και ημεγάλη παρηγοριά της, που θεραπεύει νόσους και επιτελεί πάμπολλα θαύματακαθημερινώς. Τελείται δε η ιερή του σύναξη στη βασιλική και πατριαρχική αυτήμονή των Στροφάδων, στη θεόσωστη και ξακουστή πόλη και νήσο Ζάκυνθο, τηνπατρίδα του. Εκεί έχει εγερθεί ναός σπουδαίος με δαπάνη της Μονής (σαν μετόχιαυτής) επ’ ονόματι του αγίου. Ταις αγίαις πρεσβείας του αγίου Διονυσίου,Χριστός ο Θεός ημών, ελεήσαι και σώσαι πάντας ημάς ως αγαθός και φιλάνθρωπος.Αμήν».
Ο μήνας Δεκέμβριος καταυγάζεται από τημνήμη μεγάλων και θαυματουργών αγίων, παλαιοτέρων, σαν τους αγίους Νικόλαο καιΣπυρίδωνα, και νεωτέρων, σαν τον σημερινό άγιο Διονύσιο.Εισπράττεται δε η μνήμη των αγίων αυτών, με το μεγάλο χάρισμα της θαυματουργίαςπου έχουν, από τους πιστούς της Εκκλησίας μας, ως μεγάλη παρηγορία, διότικατεξοχήν αυτοί λόγω της παρρησίας τους ενώπιον του Κυρίου μπορούν καιεπεμβαίνουν στη ζωή τους, δίνοντας λύση στα αδιέξοδά τους και θεραπεία σεανίατα πολλές φορές νοσήματά τους. Προς άρσιν βεβαίως παρεξηγήσεως, όλοι οιάγιοί μας είναι θαυματουργοί, αφού έχουν δύναμη προσευχής που ενεργοποιεί τονέτσι κι αλλιώς «θελητήν του ελέους» Τριαδικό Θεό μας. Κι αν κάποιοι άγιοι δενέχουν φήμη μεγάλου θαυματουργού αγίου, όπως για παράδειγμα κάποιοι μεγάλοιδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, είναι γιατί αυτοί χαριτώθηκαν από τον Θεό με τοχάρισμα της ιάσεως των λογισμών των ανθρώπων και της διαφυλάξεώς τους από τηλύμη των αιρετικών, κάτι που συνιστά το μέγιστο ίσως χάρισμα του Θεού: η ορθήπίστη στον Θεό και η αληθινή εικόνα συνεπώς και της Εκκλησίας είναι το μέγιστοδώρο του Θεού στον άνθρωπο. Ποιο θαύμα, για παράδειγμα, θεραπείας σωματικήςαρρώστιας θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί και τι νόημα θα είχε, έξω από τηναληθινή Εκκλησία του Χριστού; Το θαύμα λοιπόν της ορθής πίστεως προϋποτίθεταιτου θαύματος της ιάσεως των αρρωστημάτων του σώματος.
Ο άγιος Διονύσιος λοιπόν ανήκει στουςμεγάλους νεωτέρους θαυματουργούς αγίους της Εκκλησίας μας. Και μάλιστα με τηδοσμένη από τον Κύριο χάρη να θαυματουργεί και ενόσω ζούσε και μετά την κοίμησήτου.«Χριστός και ζώντα και μεταστάντα σε, θεοσημείαις και τέρασιν αφθόνωςεδόξασε». (Ο Χριστός σε δόξασε πλούσια με θεοσημεία και θαύματα, καιόσο ήσουν ζωντανός και όταν μεταστάθηκες). «Πολλά σου τα εν βίω τεράστια, πυκνάτα μετά θάνατον θαύματα». Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας βεβαίως εξηγούντη δωρεά αυτή του Κυρίου στον άγιο. Ο άγιος κατέστησε τον εαυτό του άξιο καικατάλληλο για να διοχετεύει τη θεραπευτική χάρη Εκείνου, διότι μάζεψε, θαλέγαμε, όλες τις αρετές των παλαιοτέρων αγίων, ιδίως των πατριαρχών καιπροφητών της Παλαιάς Διαθήκης: του Αβραάμ, του Ιακώβ, του Ιώβ, του Μωυσή, τουΔαβίδ. «Των κλεινών προπατόρων τας αρετάς εμιμήσω κατ’ ίχνος θεσπέσιε. Αβραάμτο φιλόξενον, Ιακώβ τε το άκακον, και Ιώβ το άμεμπτον, Μωυσέως το άπλαστον, καιΔαβίδ βασιλέως το πράον, το συμπαθές και φιλόστοργον». (Μιμήθηκες ακριβώς,θεσπέσιε Διονύσιε, τις αρετές των ενδόξων προπατόρων μας. Τη φιλόξενη διάθεσητου Αβραάμ, την ακακία του Ιακώβ, την καθαρότητα του Ιώβ, την απλότητα τουΜωυσή, την πραότητα, τη συμπάθεια και φιλοστοργία του βασιλιά Δαβίδ).
Εκεί όμως που ο άγιος Διονύσιοςαποτελεί κυριολεκτικά ορόσημο, κριτήριο αναφοράς σε πιστούς και απίστους, είναιη τεράστια αγάπη του. Η αγάπη προς τον πλησίον, εκτεινόμενη και προς τονθεωρούμενο εχθρό, καρπός της σαν φωτιά θερμής αγάπης του προς τον Θεό, όπωςσημειώνει βεβαίως και το συναξάρι του, ήταν το έδαφοςτης πνευματικής περπατησιάς του στον κόσμο τούτο. Όλες άλλωστε οιαρετές του, όπως γνωρίζουμε από τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας, είχαν νόημα,διότι ακριβώς κατέληγαν σ’ αυτήν την αγάπη. Αυτή συνιστά το μέτρο, αυτή δίνειτον ρυθμό. Χωρίς την αγάπη, η όποια αρετή έχει τη στιφάδα της αυστηρότητας καιτης ξεραΐλας. Γίνεται αποκρουστική. Με την αγάπη όλα βρίσκουν τον ρυθμό τουςκαι αποκτούν γλυκύτητα. Ο άγιος Διονύσιος λοιπόν είχε και έχει αυτήν τηνγλυκύτητα: την παρουσία του ίδιου του Χριστού μας. Τον πλησιάζουμε και η καρδιάμας παρηγορείται και κατανύσσεται. Προσκυνούμε τον σκληρό ασκητή μετους μεγάλους ασκητικούς κόπους και νιώθουμε να μας βάζει στην αγκαλιά τουπλαταίνοντας τη στενότητα της ψυχής μας. Νιώθουμε σαν παιδιά που τα έχει κοντάτου ο αγαπημένος τους παππούς.
Ο υμνογράφος του φαίνεται ναπανηγυρίζει την πλατειά αυτή αγκαλιά του, την γεμάτη αγάπη ακόμη, όπως είπαμε,και προς τους εχθρούς. «Ουκ έγνω τον Θεόν, ος αγάπη υπάρχει, ο μη εχθρόν φιλών,ος πλησίον τυγχάνει». (Δεν γνώρισε τον Θεό, που είναι αγάπη, αυτός που δεναγαπά τον εχθρό του, ο οποίος τυχαίνει να είναι ο πλησίον του). «Τουδιδασκάλου Χριστού, εν Ευαγγελίω ακούσας λέγοντος, εν τούτω γνώσονται πάντες,ότι εμοί μαθηταί εστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις, ευκαίρως τω έργω μαθητήςανεδείχθης δόκιμος, αγιώτατε Πάτερ». (Άκουσες, αγιότατε Πατέρα, τον διδάσκαλοΧριστό να λέει στο Ευαγγέλιο: «από αυτό θα γνωρίσουν όλοι ότι είστε μαθητέςμου, εάν έχετε αγάπη μεταξύ σας», οπότε σε κάθε ευκαιρία αναδείχτηκες έμπρακταδόκιμος μαθητής Του). Είθε η πυρωμένη από αγάπη Θεού και ανθρώπου καρδιά τουαγίου Διονυσίου να θερμάνει τις ψυχραμένες λόγω ανομιών μας δικές μας καρδιές,ώστε να νιώσουμε λίγο από τη χάρη του Θεού και να ζήσουμε επομένως, έστω καιακροθιγώς, αληθινά Χριστούγεννα.