Ηπροσκύνησις της τιμίας αλύσεως του αγίου και ενδόξου αποστόλου Πέτρου
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
«Κατ’ αυτήν την ημέρα εορτάζουμε τηνπροσκύνηση της τιμίας αλυσίδας του αγίου Πέτρου, την οποία του έβαλε, όταν τονφυλάκισε, ο τετράρχης Ηρώδης, καθώς ιστορεί ο απόστολος Λουκάς στις Πράξεις τωνΑποστόλων. Αυτήν την αλυσίδα που λύθηκε από εμφάνιση Αγγέλου, κάποιοι από τουςπιστούς την βρήκαν και την διαφύλαξαν κατά διαδοχή. Αυτή ύστερα μεταφέρθηκε απότους ευσεβείς στην Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκε στον ναό τουαγίου Πέτρου που βρίσκεται μέσα στη μεγάλη Εκκλησία, όπου τελείται και η σύναξήτου».
Δύο τινά προβάλλει η υμνολογία τηςΕκκλησίας σήμερα με αφορμή την τιμία αλυσίδα του αποστόλου Πέτρου: πρώτον, τηνύπαρξη της ίδιας της αλυσίδας και την ερμηνεία της προσκυνήσεώς της, δεύτεροντην τιμή της Εκκλησίας απέναντι στο ιερό πρόσωπο του αποστόλου Πέτρου. Κι είναιφυσικό: η αλυσίδα αυτή του αποστόλου κατανοείται όπως και οι εικόνες στηνΕκκλησία: ως μέσα αναγωγής προς τους αγίους.
«Η τιμή επί το πρωτότυπονδιαβαίνει». Το ίδιο και με την αλυσίδα: δι’ αυτής αναφερόμαστε σ’ εκείνον πουυπήρξε ο πρώτος των αποστόλων, «αυτός που καθώς ενώθηκε ολόκληρος με το καθαρότατοφως, τον Χριστό, με τη θεία μετοχή σ’ Αυτόν, φάνηκε δεύτερο φως που καταυγάζεικαι τις δικές μας ψυχές» («όλος τω φωτί ενούμενος τω καθαρωτάτω, αυτού ταιςθείαις μεθέξεσι, φως ωράθης δεύτερον, Πέτρε, καταυγάζον τας ψυχάς ημών»). Τηνδιά της αλύσεως αναγωγή στον απόστολο καταγράφει ο υμνογράφος ποικιλοτρόπως,όπως και στην παρακάτω προτροπή: «Εμπρός όλοι αγκαλιάζοντας την αλυσίδα, αςστεφανώσουμε τον απόστολο με εγκωμιασμούς» («Δεύτε πάντες ταύτηνπροσπτυσσόμενοι, εν ευφήμοις ωδαίς, αυτόν καταστέψωμεν»).
Η υμνολογία της εορτής κινείται μεμεγάλη ευελιξία και με θεία έμπνευση, προκειμένου να βρει τις διάφορεςεποικοδομητικές και ψυχωφελείς διαστάσεις που δίνει η προσκύνηση της αλύσεως,όπως για παράδειγμα ότι η αλυσίδα που λύθηκε από τον άγγελο ας γίνει με τηδύναμη του αποστόλου στους εν πίστει προσκυνητές της μέσον να λυθούν και οιδικές μας οι αμαρτίες («Σπάσε τα δεσμά της αμαρτίας μας, απόστολε, εμάς πουπροσκυνούμε με πίστη τη θεία σου άλυση»: «Ρήξον τους κλοιούς ημών της αμαρτίας,απόστολε, πιστώς προσκυνούντων σου την θείαν άλυσιν»), ή ότι ο απόστολος πουφόρεσε την αλυσίδα ενόσω ήταν δέσμιος, ο ίδιος με αυτήν δέσμευσε τον τύραννοδιάβολο («άλυσιν τιμίαν εκ πόθου δέσμιος ην εφόρεσας, δεσμών, μάκαρ, τοντύραννον»). Εκεί όμως που ρίχνουν περισσότερο το βάρος τους οι υμνογράφοι μαςείναι στην ερμηνεία της προσκύνησης της αλυσίδας. Έχουν την έγνοια ναξεκαθαρίσουν το θεολογικό υπόβαθρο της τιμής της αλυσίδας, προφανώς για να μηναφήσουν καμία υποψία «ειδωλολατρικής» προσέγγισής της. Και η εξήγηση την οποίαπροσάγουν είναι σαφέστατη: δεν τιμάται η αλυσίδα του αποστόλου Πέτρου καθεαυτήν– τούτο, είπαμε, θα ήταν σαφής ειδωλολατρία – τιμάται διότι την φόρεσε έναςάνθρωπος που ήταν έμπλεως αγίου Πνεύματος, μετά μάλιστα την αγία Πεντηκοστή,οπότε ο αγιασμός και του σώματός του μεταγγίστηκε και στα πράγματα με τα οποίαήλθε σε επαφή. «Από του θείου και πανσέπτου χρωτός σου, απόστολε, μετασχόντα τακλοιά, τα σοι προσψαύσαντα χάριτος, πάντας αγιάζουσι τους προσκυνούντας αυτά»(Απόστολε, η αλυσίδα και τα δεσμά σου που σε άγγιξαν και έγιναν έτσιμέτοχα της χάρης του Θεού από το θείο και πάνσεπτο σώμα σου, αγιάζουν καιαυτούς που τα προσκυνούν).
«Η τιμή επί το πρωτότυπονδιαβαίνει». Το ίδιο και με την αλυσίδα: δι’ αυτής αναφερόμαστε σ’ εκείνον πουυπήρξε ο πρώτος των αποστόλων, «αυτός που καθώς ενώθηκε ολόκληρος με το καθαρότατοφως, τον Χριστό, με τη θεία μετοχή σ’ Αυτόν, φάνηκε δεύτερο φως που καταυγάζεικαι τις δικές μας ψυχές» («όλος τω φωτί ενούμενος τω καθαρωτάτω, αυτού ταιςθείαις μεθέξεσι, φως ωράθης δεύτερον, Πέτρε, καταυγάζον τας ψυχάς ημών»). Τηνδιά της αλύσεως αναγωγή στον απόστολο καταγράφει ο υμνογράφος ποικιλοτρόπως,όπως και στην παρακάτω προτροπή: «Εμπρός όλοι αγκαλιάζοντας την αλυσίδα, αςστεφανώσουμε τον απόστολο με εγκωμιασμούς» («Δεύτε πάντες ταύτηνπροσπτυσσόμενοι, εν ευφήμοις ωδαίς, αυτόν καταστέψωμεν»).
Η υμνολογία της εορτής κινείται μεμεγάλη ευελιξία και με θεία έμπνευση, προκειμένου να βρει τις διάφορεςεποικοδομητικές και ψυχωφελείς διαστάσεις που δίνει η προσκύνηση της αλύσεως,όπως για παράδειγμα ότι η αλυσίδα που λύθηκε από τον άγγελο ας γίνει με τηδύναμη του αποστόλου στους εν πίστει προσκυνητές της μέσον να λυθούν και οιδικές μας οι αμαρτίες («Σπάσε τα δεσμά της αμαρτίας μας, απόστολε, εμάς πουπροσκυνούμε με πίστη τη θεία σου άλυση»: «Ρήξον τους κλοιούς ημών της αμαρτίας,απόστολε, πιστώς προσκυνούντων σου την θείαν άλυσιν»), ή ότι ο απόστολος πουφόρεσε την αλυσίδα ενόσω ήταν δέσμιος, ο ίδιος με αυτήν δέσμευσε τον τύραννοδιάβολο («άλυσιν τιμίαν εκ πόθου δέσμιος ην εφόρεσας, δεσμών, μάκαρ, τοντύραννον»). Εκεί όμως που ρίχνουν περισσότερο το βάρος τους οι υμνογράφοι μαςείναι στην ερμηνεία της προσκύνησης της αλυσίδας. Έχουν την έγνοια ναξεκαθαρίσουν το θεολογικό υπόβαθρο της τιμής της αλυσίδας, προφανώς για να μηναφήσουν καμία υποψία «ειδωλολατρικής» προσέγγισής της. Και η εξήγηση την οποίαπροσάγουν είναι σαφέστατη: δεν τιμάται η αλυσίδα του αποστόλου Πέτρου καθεαυτήν– τούτο, είπαμε, θα ήταν σαφής ειδωλολατρία – τιμάται διότι την φόρεσε έναςάνθρωπος που ήταν έμπλεως αγίου Πνεύματος, μετά μάλιστα την αγία Πεντηκοστή,οπότε ο αγιασμός και του σώματός του μεταγγίστηκε και στα πράγματα με τα οποίαήλθε σε επαφή. «Από του θείου και πανσέπτου χρωτός σου, απόστολε, μετασχόντα τακλοιά, τα σοι προσψαύσαντα χάριτος, πάντας αγιάζουσι τους προσκυνούντας αυτά»(Απόστολε, η αλυσίδα και τα δεσμά σου που σε άγγιξαν και έγιναν έτσιμέτοχα της χάρης του Θεού από το θείο και πάνσεπτο σώμα σου, αγιάζουν καιαυτούς που τα προσκυνούν).
Είναι μία θεολογική αλήθεια, η οποίααναδεικνύει και τη μετοχή της άψυχης φύσης στη χάρη του Θεού, κάτι πουθεμελιώνεται επανειλημμένως στην αποκάλυψη του Χριστού, όπως για παράδειγμα στογεγονός της Μεταμορφώσεώς Του, όταν και τα ίδια τα ενδύματα του Κυρίου έλαμψανκαι αυτά και «εγένοντο λευκά ως χιών». Γι’ αυτό και στην Εκκλησία μας βλέπουμετο πόσο χρησιμοποιείται το υλικό στοιχείο ως μέτοχο και αυτό της αγιαστικήςδύναμης του Πνεύματος του Θεού. Με άλλα λόγια με τέτοια γεγονότα και φαινόμενακαταδεικνύεται με τρόπο ανάγλυφο ο «υλισμός» του χριστιανισμού, καλύτερα: ηαποπνευμάτωση και της ύλης, καθώς η χάρη του Θεού μεταστοιχειώνει όχι μόνον τηνψυχή, αλλά και το σώμα του ανθρώπου, περαιτέρω δε όλη τη φυσική δημιουργία. Δενείναι τυχαίο λοιπόν που η Εκκλησία μας μιλάει πάντοτε για σωτηρία όλου τουανθρώπου, δηλαδή και της ψυχής και του σώματός του, συνεπώς και της υλικήςδημιουργίας στο πρόσωπο του αναγεννημένου εν Χριστώ ανθρώπου.
Και πέραν τούτων: ο υμνογράφος μεαφορμή την τιμία άλυση του αγίου Πέτρου βλέπει μία εξισορρόπηση της χάρης τουμεταξύ Ανατολής και Δύσεως: δεν είναι μόνον η Ρώμη που καυχάται, επειδή κατέχειτο θείο σώμα του αποστόλου, είναι και η νέα Ρώμη πια, η Κωνσταντινούπολη, ηοποία και αυτή φωτίζεται από την κατοχή της τιμίας αλύσεως. «Ρώμηνσώματος του θείου τη καταθέσει, καθαγιάζεις, Πέτρε, και την Νέαν φωτίζειςπίστει την τιμίαν σου κατέχουσαν άλυσιν» (Αγιάζεις, Πέτρε, τη Ρώμη, επειδή εκείείναι κατατεθειμένο το θείο σώμα σου, αλλά και τη Νέα Ρώμη φωτίζεις, η οποίακατέχει με πίστη τη τιμία σου αλυσίδα). Πρόκειται για τον ερχομό και τηνπαραμονή του αποστόλου Πέτρου στην Ανατολή, χωρίς να εγκαταλείπει όμως και τηΔύση. Ο απόστολος ήλθε και έμεινε μέσω της αλύσεώς του στην Κωνσταντινούπολη,οπότε ο προσκυνητής της έχει παρρησία προς τον ίδιο, προκειμένου ναπρεσβεύει στον Κύριο υπέρ ελέους του πιστού. «Την Ρώμην μη λιπών, προς ημάςεπεδήμησας, δι’ ων εφόρεσας τιμίων αλύσεων, των αποστόλων Πρωτόθρονε∙ αςεν πίστει προσκυνούντες δεόμεθα ταις προς Θεόν πρεσβείαις σου, δώρησαι ημίν τομέγα έλεος» (Χωρίς να εγκαταλείπεις τη Ρώμη, ήλθες προς εμάς μέσω των τιμίωναλυσίδων που φόρεσες, Πρωτόθρονε των αποστόλων. Κι αυτές τις αλυσίδεςπροσκυνώντας με πίστη, σε παρακαλούμε, με τις πρεσβείες σου προς τον Θεό,δώρισέ μας το μέγα έλεος).